Σάββατο 11 Οκτωβρίου 2008

Η ΜΙΚΡΟΑΣΤΙΚΗ ΠΟΛΗ

(δημοσιεύθηκε στο «Διάπλους» τ.26/Ιούν.-Ιούλ. 2008)



αφιερώνεται σε όλους εκείνους που αντιστέκονται

στον εφησυχασμό, στην εσωτερική Εξουσία,

στην ενσωμάτωση, και στην ένταξή τους στους

ακούσιους «διαχειριστές του Συστήματος»

(γιά τους άλλους δεν συζητάμε, είναι φανεροί

και συνειδητοί ταξικοί εχθροί)







Εισαγωγή- η έννοια του «μικροαστού»



«μικρά κι ανήλιαγα στενά / και σπίτια χαμηλά μου, / βρέχει στην φτωχογειτονιά / βρέχει και στην καρδιά μου...» (από την ταινία «Συνοικία τ’ όνειρο», σκηνοθεσία Αλέκου Αλεξανδράκη, μουσική Μίκη Θεοδωράκη, στίχοι Τάσου Λειβαδίτη)



Οι γνωστοί στίχοι του Τάσου Λειβαδίτη εκφράζαν ένα σημαντικό μέρος της εργατικής τάξης και της κατοικίας της του ’60. Προσφυγικές γειτονιές από την μιά : Ασύρματος (όπου αναφέρεται και ο Λειβαδίτης), Δραπετσώνα, Περιστέρι, Καισαριανή, Καλλιθέα, Νέα Ιωνία, Κορυδαλλός, Κερατσίνι.... Από την άλλη εσωτερικοί μετανάστες σε όλο το Δυτικό Λεκανοπέδιο, Περιστέρι, Λιόσια, Μενίδι, Αιγάλεω, Πετρούπολη, Πέραμα.... Παράλληλα και οι παληότερες περιοχές της αθηναϊκής εργατικής τάξης, Κολωνός, Μεταξουργείο, Ψυρρή, Γκάζι.



Μιά εργατική τάξη που είχε δραματικά βιώσει το ’22, την Αντίσταση, τον Εμφύλιο, την εσωτερική προσφυγιά του ’50, αλλά που διατηρούσε πολύ ψηλά το φρόνημα και την ταξική της συνείδηση, δίνοντας μέσα σε όλο το μετεμφυλιοπολεμικό κλίμα με τις εκτελέσεις, τις εξορίες και τις κάθε είδους διώξεις μόλις εννέα χρόνια μετά την επίσημη λήξη του Εμφύλιου 25% στην ΕΔΑ το 1958.



Χαρακτηριστική μιά μαρτυρία γιά τον προσφυγικό συνοικισμό Χαροκόπου στην Κατοχή, κοινή όμως και γιά όλες τις λαϊκές συνοικίες: «...έγινε ο συνοικισμός μας φωληά και στέκι. Παιδιά από άλλες συνοικίες, κυνηγημένα, διωγμένα και παράνομα, βρίσκαν στοργή και αποκούμπι στα φτωχικά μας σπίτια...»[1]



Υπήρχε διπλή πόλη τότε στο Λεκανοπέδιο; η πόλη της αστικής τάξης και η πόλη της εργατικής τάξης; Προφανώς και αναντίρρητα. Υπήρχε «μικροαστική πόλη» μέσα στον ίδιο χώρο; Σίγουρα, εφ’ όσον υπήρχε πάντοτε μικροαστικό στρώμα. Απλά γιά να ορίσουμε την «μικροαστική πόλη», θα πρέπει πρώτα να ορίσουμε την έννοια του «μικροαστού» και την εξέλιξή του, ώστε να εντοπίσουμε τον χώρο του και την εξέλιξή του.



Ο κλασικός μαρξιστικός ορισμός γιά τον «μικροαστό» είναι γνωστός, ο Μαρξ έγραφε ότι «...ο μικροαστός χαρακτηρίζεται από το «και με την μιά και με την άλλη πλευρά», τέτοιος είναι ως προς τα οικονομικά του συμφέροντα, γι’ αυτό τέτοιος είναι και στην πολιτική του, στις θρησκευτικές, επιστημονικές και καλλιτεχνικές του αντιλήψεις. τέτοιος είναι στην ηθική του, τέτοιος είναι in everything. Είναι ενσαρκωμένη αντίφαση...»[2] Εχει επίσης αναλυθεί η πολιτική στάση των μικροαστών σε διάφορες στιγμές της ιστορίας, όπου είναι πάντα αμφιταλαντευόμενες, «και με την μιά και με την άλλη πλευρά». Προφανής και η εξήγηση: μικροαστοί είναι εκείνοι που δεν είναι προλεταριάτο, κατέχουν μέρος ή σύνολο των μέσων παραγωγής τους, είναι όμως παραγωγοί υπεραξίας γιά τους κανονικούς αστούς, και κάποιες φορές καρπούνται και αυτοί ένα μέρος υπεραξίας έχοντας στην δούλεψή τους μικρό αριθμό εργαζομένων. Συνήθως οι μικροαστοί ήταν έμποροι και μικροαγρότες, σήμερα περισσότερο είναι παραγωγοί υπηρεσιών κάθε είδους. Ακόμη πρέπει να σημειωθεί ότι δεν είναι σταθερό κοινωνικό στρώμα, κάποιοι από αυτούς αναρριχώνται στην αστική τάξη, οι περισσότεροι μεταπίπτουν στην εργατική τάξη μέσα από διάφορες οικονομικές καταστροφές στα πλαίσια του καπιταλιστικού συστήματος όπου η συγκεντροποίηση κεφαλαίου εξαφανίζει τις μικρές και δυναμώνει τις μεγάλες επιχειρήσεις.



Επόμενη είναι και η ιδεολογία τους: «...δική μου δουλίτσα, σε μιά βιοτεχνία / .... / καλά τάχω με όλους, εμπόρους και φόρους / ....καλά όλα κι άγια / ησυχία, τάξη κι ασφάλεια...»[3] Η πολιτική διάσταση και ιδεολογία του μικροαστού, είναι αυτή ακριβώς που περιέγραψε ο Μαρξ, και με τον χωροφύλαξ και με τον αστυφύλαξ. Κάποτε συμμαχεί με την εργατική τάξη (κυρίως όταν διακυβεύονται προσωπικά του συμφέροντα) συνήθως όμως είναι προσκολλημένος σε καθαρά αστικά κόμματα, ακόμη και της άκρας δεξιάς ή το πολύ σε σοσιαλδημοκρατικά κόμματα, ακόμη και αν καταστραφεί η μικροαστική του οικονομία και ουσιαστικά είναι ξανά προλετάριος (εξ ού και η δύναμη του δικομματισμού...)



Και η πολιτισμική του ταυτότητα; Από τον ακαδημαϊσμό ως το κιτς, από τα σκυλάδικα μέχρι την Γιουροβίζιον : «...τι χρώμα και τι σχέδιον /ήταν σαν να μιλούσαν/ .../ νομίζω διάνα έκανα / ο πίνακας που βρήκα / πάει πολύ με τον μπουφέ / που είναι και αντίκα..»[4]



Εχουμε λοιπόν ένα κοινωνικό στρώμα ευμετάβλητο και συνεχώς εξελισσόμενο, που στις περισσότερες φορές ξεκίνησε από την εργατική τάξη αλλά πολλές φορές ξεκίνησε ήδη από μικροαστικό στρώμα ως μικροϊδιοκτήτης αγροτικής γής, ή ως συνεχιστής οικογενειακής επιχείρησης στο εμπόριο ή τις υπηρεσίες. Ετσι, και ο χώρος διαβίωσής του είναι ποικίλος, μόνο πολύ γενικά θα μπορούσαμε να ορίσουμε όρια στην «μικροαστική πόλη», και αυτά γιά περιορισμένο χρονικό διάστημα. Περισσότερη σημασία έχει ίσως η μεταλλαγή της εργατικής συνοικίας σε «μικροαστική περιοχή», και φυσικά αυτό σε συνδυασμό (πιό σωστά, ως συνέπεια) με την μεταλλαγή εκείνου του τμήματος του προλεταριάτου που μεταλλάσσεται σε μικροαστικό στρώμα.



Η μεταλλαγή μιάς εργατικής συνοικίας σε μικροαστική γίνεται με δύο τρόπους, είτε από μόνη της με την μετεξέλιξη του προλετάριου σε μικροαστό, είτε και βίαια από την αστική τάξη που προσπαθεί αφ’ ενός να επιταχύνει την μεταλλαγή αυτή, και αφ’ ετέρου να διαλύσει μαχητικούς πυρήνες εργατικής τάξης στην πόλη μέσα από την διάλυση μιάς γειτονιάς που έχει με κοινωνική συνοχή και συνείδηση εργατικής τάξης.



Η γειτονιά της εργατικής τάξης



Ας τα δούμε λοιπόν με την σειρά, την προλεταριακή γειτονιά παληότερα, και την μεταλλαγή της προλεταριακής γειτονιάς σε μικροαστική, (βίαιη και με μετεξέλιξη), και τέλος την μικροαστική πόλη σήμερα και τις προοπτικές της.



1. Ως προς την προλεταριακή γειτονιά αναφέραμε ήδη στην αρχή, περιοχές του Λεκανοπεδίου :



* παληές παραδοσιακές περιοχές ήταν στις παρυφές της πόλης ανάμικτες με βιοτεχνίες και βιομηχανίες (Γκάζι, Μεταξουργείο, Ψυρρή, Κολωνός, Πετράλωνα, Ρέντης, Μοσχάτο -το βόρειο μέρος και αργότερα και το παραθαλάσσιο-,



* οι περιοχές του Μεσοπολέμου, (κυρίως των προσφύγων) ήταν συνήθως εκτός της τότε πόλης των Αθηνών, σε βιομηχανικές περιοχές (Κερατσίνι, Δραπετσώνα, Υμηττός) ή σε περιοχές που αμέσως μετά την εγκατάσταση μετατράπηκαν σε βιομηχανικές: Κορυδαλλός, Νέα Ιωνία, Νέα Φιλαδέλφεια[5].



* οι νεώτερες περιοχές (των εσωτερικών μεταναστών του ’50) εξαπλώθηκαν στις εκτάσεις των αυθαιρέτων του Δυτικού Λεκανοπεδίου



* οι σημερινές, αφορούν κυρίως περιοχές οικονομικών μεταναστών ή νέων προσφύγων από την πρώην Σοβιετική Ενωση, συγκεντρωμένοι κυρίως στο Μενίδι και τα πέριξ, ή στο κέντρο της Αθήνας σε «υποβαθμισμένες» γιά τους έλληνες μικροαστούς περιοχές[6]



2. Τα κοινά πολεοδομικά χαρακτηριστικά τους ήταν :



* εξαθλιωμένες κατοικίες ελαχίστου μεγέθους, είτε αυτές ήταν προσφυγικές του Μεσοπολέμου, είτε αυθαίρετα του ‘50
* η κατασκευή τους ήταν γενικά ευτελής μεταλασσόμενη ως ένα σημείο. Ξύλα, λαμαρίνες, τούβλα και τσιμεντόλιθοι, υλικά συνήθως από κατεδαφίσεις.
* η πολεοδομική συγκρότηση ήταν στα μεν προσφυγικά ένας δαιδαλώδης ιστός από στενά δρομάκια όπου αναπτύσσονταν οι κατοικίες που προσπαθούσαν να επεκταθούν γιά να καλύψουν τις ανάγκες σε χώρο μετά την αρχική βεβιασμένη εγκατάσταση, στα δε αυθαίρετα του ’50, σειρές οικοπέδων 8Χ8 ή 10Χ10 που δημιουργούνταν σε επιμήκεις ιδιοκτησίες 15 Χ 100, τα λεγόμενα «λαχίδια», πρώην αγροτικά κληρονομικά μερίδια, αλλά και «σχεδιασμένα» οικοδομικά τετράγωνα (με τις ίδιες διαστάσεις οικοπέδων) σε κυρίως καταπατημένες περιοχές από τους επιτήδειους οικοπεδεμπόρους της κάθε περιοχής.





3. η κοινωνική σύνθεση των κατοίκων ήταν:



* εργάτες βιομηχανίας και βιοτεχνίας που εργάζονταν στο Περιστέρι, το Θριάσιο, την Νέα Ιωνία, τον Πειραιά, το Αιγάλεω, το καλυκοποιείο του Υμηττού κ.α. ανάλογα με την περιοχή
* οικοδόμοι, που εργάζονταν σε διάφορα σημεία του Λεκανοπεδίου, ανάλογα πού ήταν η οικοδομική έκρηξη γιά κάθε εποχή : το ’50 στο κέντρο και τις συνοικίες της Αθήνας, μετά το ’70 στην πολυκατοικιούμενη περιφέρεια
* μικροεπιτηδευματίες, μικροπωλητές, υπάλληλοι και άλλοι απασχολούμενοι στον τομέα των υπηρεσιών, κατά περίπτωση.



4. Η ταξική τους συνείδηση, η πολιτική τους συμπεριφορά, τα πολιτισμικά τους πλαίσια ήταν σαφώς προσανατολισμένα σε καθαρή εργατική τάξη:



* συνειδητά αριστεροί στην πλειοψηφία τους κομμουνιστές,
* η ψήφος τους πήγαινε σχεδόν «μονοκούκκι» στην ΕΔΑ
* οι πολιτισμικές τους κατευθύνσεις περιστρέφονταν στην μουσική Θεοδωράκη, στο λαϊκό τραγούδι και το ρεμπέτικο, αλλά και στην ευρύτερη πολιτική τους δραστηριότητα που διεξάγετο μέσα από Επιτροπές Ειρήνης, εξωραϊστικούς τοπικούς συλλόγους, δημοτικές παρατάξεις και άλλες οργανώσεις[7]







Τα μεγαλοαστικά και τα μικροαστικά τμήματα της πόλης



Φυσικά παράλληλα με τις εργατικές και προσφυγικές συνοικίες στην πόλη, υπήρχαν και οι μεγαλοαστικές περιοχές, καθώς και οι περιοχές των μικροαστικών και μεσαίων αστικών στρωμάτων, τις οποίες απλά υπενθυμίζουμε : περιοχές της μεγάλης αστικής τάξης στον 19ο αιώνα, ήταν η περιοχή του επίσημου κέντρου των Αθηνών, (Πανεπιστημίου/Σταδίου/Ακαδημίας), Ανάκτορα, Κολωνάκι και ως εξοχικές περιοχές τους η Κηφισιά, η Εκάλη, το Νέο και Παληό Φάληρο, τμήμα της Πατησίων και η Καστέλλα. Στον Μεσοπόλεμο έχασε ολοκληρωτικά την αίγλη του το Νέο Φάληρο, μερικά η Πατησίων και η Καστέλλα, παρέμειναν όμως οι λοιπές περιοχές που επεκτάθηκαν στον άξονα της Λ.Κηφισίας στο Παλαιό Ψυχικό και την Φιλοθέη. Μετά τον Πόλεμο, και κυρίως μετά τον ΑΝ 395/68 που επέβαλε την πολυκατοικιοποίηση σε όλη την Ελλάδα, επεκτάθηκαν γύρω από τους παληούς τους πυρήνες του Μεσοπολέμου καταλαμβάνοντας δάση και βουνά όπως στο Κεφαλάρι και στην συνέχεια πίσω από την Πεντέλη, στα ορεινά πέρα από το Π.Ψυχικό και την Φιλοθέη, στην παραλιακή του Σουνίου κλπ.



Τα μικρομεσαία στρώματα κράτησαν όλες τις περιοχές που κατείχαν από την αρχή της Αθήνας ως πρωτεύουσας: Κυψέλη, Παγκράτι, Καλλιθέα, Νεάπολη, και στον Μεσοπόλεμο επεκτάθηκαν στην Νέα Σμύρνη, την Αργυρούπολη, την Ηλιούπολη, τους Αμπελοκήπους, την περιοχή Πατησίων στο σύνολό της, ενώ μετά τον Εμφύλιο επεκτάθηκαν σε όλες τις «διπλανές» τους περιοχές.



Η πολυκατοικιοποίηση στην Ελλάδα και ειδικά στην Αθήνα, αρχικά στον Μεσοπόλεμο ξεκίνησε ως επενδυτική δραστηριότητα της μεγάλης αστικής τάξης[8] στο «επίσημο κέντρο» που έκτισε πολυτελείς και μεγάλες πολυκατοικίες εκεί και στο Κολωνάκι, ενώ μετά τον Εμφύλιο έγινε μιά από τις κύριες δραστηριότητες της μικροαστικής τάξης[9] αντικαθιστώντας τις μικροαστικές διόροφες κατοικίες από πολυκατοικίες σε όλη «την Αθήνα τους». (δηλαδή στις περιοχές που ήδη χαρακτηρίσαμε ως περιοχές των μικροαστών του Μεσοπολέμου).



Αργότερα με τον Αναγκαστικό Νόμο 395/68 οι μικρομεσαίοι εγκαταλείπουν την Αθήνα και μετοικίζουν σε νέες πολυκατοικίες στα πρώην προάστεια, Ηράκλειο, Μαρούσι, Αγία Παρασκευή, Χαλάνδρι, Αργυρούπολη, Ηλιούπολη, Νέα Σμύρνη κ.α, στο σύνολο τελικά της μικροαστικής περιφέρειας του Λεκανοπεδίου



Από την γειτονιά της εργατικής τάξης στην μικροαστική πόλη



Πώς τώρα εξελίχτηκε η προλεταριακή γειτονιά σε μικροαστική. Η μεταλλαγή αυτή έγινε ως συνέπεια της μεταλλαγής του προλετάριου σε μικροαστό. Οικοδόμοι που δεν κατείχαν παρά μόνο την εργατική τους δύναμη, μετατράπηκαν σε υπεργολάβους και αποδέκτες υπεραξίας[10]. Μικρέμποροι εδραιώθηκαν και άρχισαν να απασχολούν και προσωπικό (άλλη συμμετοχή στο ροκάνισμα της υπεραξίας), ενώ μεγάλο μέρος από αυτούς, μετατράπηκε σε «εισοδηματίες» μέσα από την μετατροπή του αυθαίρετου σε νόμιμο, και την ανοικοδόμηση της παράγκας σε πολυκατοικία. Μικροαγρότες που εξελίχτηκαν σε μικρομεσαίους με αγρεργάτες (κυρίως οικονομικούς μετανάστες) στην δούλεψή τους. Και βέβαια αγρότες που αναγκαστικά μέσα από τις γνωστές διαδικασίες του «εσωοικονομικού καταναγκασμού» συνέρρευσαν στα αστικά κέντρα πολλοί προλεταριοποιούμενοι, αλλά και κάποιοι αναβαθμίστηκαν στο επίπεδο του μικροαστού «...τα χωράφια χτυπάω στο σφυρί/ και στην πόλη ό,τι βγεί, μα αστός/....μιά χαρά πήγε το μαγαζί/..../ είμαι πιά ένας αστός/ είμαι πιά κα-θε-στώς.»[11]



Και τί έγινε πλέον σε επίπεδο πόλης; Αφήνοντας τους εξ αγροτών προερχόμενους αγρότες μικροαστούς των μικρών πόλεων με αγροτική ενδοχώρα όπως π.χ. η Λάρισα, ας δούμε τί συνέβει στον κυρίως αστικό χώρο όπως στην Αθήνα. Οι παληές περιοχές των μικροαστών της Αθήνας, Παγκράτι, Κυψέλη, Κάτω Πατήσια, Αμπελόκηποι, δέχτηκαν πολλούς από τους νεοφώτιστους οι οποίοι αναβαθμίζοντας το εισόδημά τους αναβάθμισαν και την περιοχή κατοικίας τους αγοράζοντας ή νοικιάζοντας διαμερίσματα στις μικροαστικές περιοχές του Λεκανοπεδίου.



Από την άλλη μεριά έχουμε όμως την μεταλλαγή της εργατικής γειτονιάς σε μικροαστική περιοχή, και αναφέραμε ότι αυτό έγινε με δύο τρόπους, με εσωτερική μεταλλαγή ως συνέπεια ή και παράλληλα με την μετάβαση του προλετάριου σε μικροαστό, αλλά και βίαια από το ίδιο το αστικό κράτος.



Η πρώτη περίπτωση, είναι η συνηθισμένη. Παληές περιοχές αυθαιρέτων εντάσσονται στο «Σχέδιο Πόλης», και οι παράγκες και τα προχειροφτιαγμένα σπιτάκια μπορούν πιά να οικοδομηθούν νόμιμα, και μάλιστα και με απλόχερους όρους δόμησης οι οποίοι κατά διαστήματα γινόταν ακόμη πιό πλούσιοι, όπως με τον ΑΝ 395/68 αλλά και χωρίς αυτόν όπου οι πιέσεις των ιδιοκτητών και των κατασκευαστών ήταν πάντα η αύξηση του Συντελεστή Δόμησης «γιά την αξιοποίηση της ιδιοκτησίας μας». Εδώ βλέπουμε τί εννοούσε ο Μαρξ όταν έλεγε γιά την οικονομική βάση του μικροαστού.



Σ’ αυτό το πλαίσιο, όπου το αστικό κράτος βρήκε έναν ακόμη τρόπο ενσωμάτωσης στο σύστημα με την μετατροπή του προλετάριου σε μικροϊδιοκτήτη, οι λαϊκές γειτονιές των προσφυγικών και των αυθαιρέτων του ’50 πολυκατοικιοποιούνται σε μικρές ή μεγαλύτερες μονάδες (μικρά ή μεγαλύτερα οικόπεδα, ή με και συνένωση περισσότερων ιδιοκτησιών). Η ευτελής και χωρίς ανέσεις και χώρο κατοικίας λαϊκή γειτονιά, όπου όμως επικρατούσαν ανθρώπινες συνθήκες στην πολεοδομική κλίμακα, με τα κηπάκια τους, τα δρομάκια τους, τα ξανοίγματα κοτσομπολιού, τα μικρομάγαζα, τα καφενεδάκια και τις μικροταβέρνες που αποτελούσαν και χώρους κοινωνικής συνεύρεσης και πολιτικής ζύμωσης, μετατράπηκε ξαφνικά σε ένα στρίμωγμα από απάνθρωπες πολυκατοικίες ή έστω και τριόροφες εμπορικές όμως πλέον κατοικίες χωρίς ήλιο, χωρίς πράσινο, με στενούς δρόμους γεμάτους πλέον από παρκαρισμένα και κινούμενα αυτοκίνητα: «...τώρα σε μιά κάμαρα / σε πολυκατοικία / πλήξη και καυσαέρια / σ’ αυτή την ηλικία...»[12]. Η αθηναϊκή πολυκατοικία που μέσα από το σύστημα της αντιπαροχής έδωσε την ευκαιρία σε κάθε μικρομεσαίο επιχειρηματία να εξελιχθεί σε «κατασκευαστή» ήταν ότι πιό άθλιο πολεοδομικά μπορούσε να σκεφθεί κανείς. Ο μικροαστός είναι στην καλύτερη περίπτωση μικροεισοδηματίας από τα νοίκια των διαμερισμάτων της αντιπαροχής, στην χειρότερη απλός κάτοικος ενός πολεοδομικού περιβάλλοντος που δημιούργησε με την δική του συναίνεσή (και πίεση) το αστικό καθεστώς στην έξυπνη προσπάθεια ενσωμάτωσής του στο Σύστημα.



Θα πρέπει να διευκρινίσουμε ότι δεν είναι η «ιδιοκτησία της κατοικίας» που φταίει αλλά η εμπορευματοποιημένη ιδιοκτησία της κατοικίας. Δεν είναι κακό να έχει ο καθένας κατοικία δική του, το πρόβλημα ξεκινά από την στιγμή που είναι κάτοχος κατοικίας που την εκμεταλλεύεται ενοικιάζοντάς την ή μεταπωλώντας την.



Οι θέσεις του Ενγκελς[13] ότι ο εργάτης δεν πρέπει να έχει δική του κατοικία γιά να μην δεσμεύεται από την εργοδοσία, αφορά άλλες περιπτώσεις π.χ. όταν η κατοίκηση είναι σε μικρές πόλεις που ο εργάτης πραγματικά δεσμεύεται να εργαστεί σε ολιγάριθμες επιχειρήσεις λόγω της μόνιμης διαμονής του ή σε περιπτώσεις που η κατοικία «παρέχεται» από τον εργοδότη, προφανώς με πλήθος δεσμεύσεων.



Τέτοιες περιοχές που μεταλλάχτηκαν από εργατικές γειτονιές σε απρόσωπες μικροαστικές περιοχές πολυκατοικιών είναι γιά παράδειγμα το Πέραμα, η Νέα Ιωνία, ο Περισσός, ο Υμηττός, ο Βύρωνας, ο Κορυδαλλός, το Κερατσίνι, ακόμη και η Καισαριανή, και άλλες προσφυγικές περιοχές, αλλά και από τις περιοχές αυθαιρέτων της εσωτερικής μετανάστευσης του ’50 το Μενίδι, τα Λιόσια, η Πετρούπολη, το Περιστέρι, τα Σούρμενα, το Μπουρνάζι, το Μπραχάμι, ο Κολωνός, το Αιγάλεω, και πλήθος άλλες παραδοσιακές εργατικές συνοικίες οι οποίες στην δεκαετία του ’50 ήταν προπύργια της ΕΔΑ και σήμερα εκλέγουν δημάρχους σοσιαλδημοκράτες, από το ΠΑΣΟΚ, ακόμη και από την ΝΔ, συνέπεια ακριβώς της μικροαστικής ιδεολογίας που αναπτύχθηκε μετά την οικονομική μεταλλαγ’ή τους από προλεταριάτο σε μικροαστικό στρώμα.



Η δεύτερη περίπτωση, είναι λίγο μελετημένη αλλά εξ ίσου σημαντική. Εδώ, το αστικό καθεστώς παρενέβει βίαια με το πρόσχημα της παροχής στέγης σε προσφυγικές κυρίως περιοχές, με κύριο στόχο του να διαλύσει συμπαγείς κοινωνικά ενότητες με αριστερή και κομμουνιστική κατεύθυνση, που είχαν ήδη έντονη δράση σε κρίσιμες εποχές, όπως στην Αντίσταση, τον Εμφύλιο και τα μετεμφυλιοπολεμικά χρόνια. Εδώ περιλαμβάνονται πολλές από τις προσφυγικές περιοχές, όπως της Καλλιθέας (Χαροκόπου) της Δραπετσώνας, του Δουργουτιού, του Ταύρου, του Ασυρμάτου (γνωστή από την ταινία «συνοικία τ’ όνειρο» του Α.Αλεξανδράκη) και άλλες.



Η τυπική κατεύθυνση «εξυγείανσης και αποκατάστασης των προσφύγων» από το αστικό καθεστώς ήταν ίδια σε όλες τις περιπτώσεις : κατεδάφιση των παραγκών, εντάξει, σωστό ως μέτρο, αλλά



* πρώτον διασκορπισμός των κατοίκων στα τέσσερα σημεία του ορίζοντα



* και δεύτερο εγκατάστασή τους σε διαμερίσματα πολυκατοικιών είτε κτισμένων από το κράτος, είτε από ιδιώτες, στην περίπτωση αυτή έδιναν στους πρόσφυγες χρηματικά ποσά και συμπληρωματικά δάνεια γιά αγορά διαμερισμάτων. (η πολιτική αυτή γενικεύτηκε στον Οργανισμό Εργατικής Κατοικίας μετά το 1980, καταργώντας την οικοδόμηση οργανωμένης δόμησης εργατικών κατοικιών)



Στην περίπτωση του προσφυγικού συνοικισμού του Χαροκόπου στην Καλλιθέα έχουμε μιά πολύ γλαφυρή περιγραφή αυτής της πολιτικής όπου ο Βασίλης Λιόγκαρης περιγράφει συναισθηματικά αλλά και πολιτικά την «μετοίκηση» και διάλυση του Συνοικισμού το 1952: «...Οι πρώτες φαμίλιες πήραν διαμερίσματα σε λαϊκές πολυκατοικίες στον Ταύρο. Εμείς ήμασταν πιό τυχεροί, μας έπεσε οικόπεδο στην Ανω Νέα Σμύρνη... Ο συνοικισμός μας σαν ένα τεράστιο δέντρο, μέρα με την μέρα χάνει τα κλαριά του...οι γείτονες χάνονται, οι φίλοι χάνονται, τα παιδιά αραιώνουν, το βουητό αργοσκεπάζει η θλίψη...Πέρασαν χρόνια από τότε. Οπου και να πάω ο συνοικισμός μ’ ακολουθεί....Διαμόρφωσε την συνείδησή μου, τη σκέψη μου, την ταξική μου έκφραση και θωριά, γιατί ήταν το ίδιο το είναι μου, η ίδια η ψυχή μου...»[14]



Στην Δραπετσώνα, οι κάτοικοι αντιστάθηκαν έντονα γιά χρόνια, και μόνο με την Χούντα κατάφερε το αστικό κράτος να τους διαλύσει. Το 1960, η τότε κυβέρνηση Καραμανλή, δημοσιοποιεί τα σχέδιά της γιά την κατασκευή πολυκατοικιών όπου θα μεταστέγαζε τους πρόσφυγες της Δραπετσώνας, όμως οι κάτοικοι αντέδρασαν άμεσα με το σύνθημα «επί τόπου αυτοστέγαση γιά όλους», το οποίο προφανώς σήμαινε την διατήρηση της χωρικής κατανομής των κατοίκων και των μαγαζιών κλπ και φυσικά και της κοινωνικής συνοχής τους. Οι κινητοποιήσεις που ονομάστηκαν «η μάχη της παράγκας» κράτησαν χρόνια, με βίαιες εξάρσεις όπως στις 14 Νοεμβρίου 1960 όπου η αστυνομία εισέβαλε με 1000 αστυνομικούς γιά να εκδιώξει τους κατοίκους και να προχωρήσει η κατεδάφιση, η οποία γινόταν αργά και με διαλείμματα και μόνο η Χούντα του ’67 πέτυχε την ολοκληρωτική κατεδάφιση του συνοικισμού και τον διασκορπισμό των κατοίκων της[15].



Είναι χαρακτηριστικό τόσο η στήριξη της τότε ΕΔΑ στο αίτημα των κατοίκων, όσο και η συμπαράταξη σ’ αυτούς του Μίκη Θεοδωράκη, που έγραψε τότε το γνωστό τραγούδι «Δραπετσώνα» σε στίχους Τάσου Λειβαδίτη. Βέβαια, η μικροαστική εξέλιξη δεν άφησε αλώβητο ούτε τον Μίκη, ο οποίος σε επίσκεψή του στην Δραπετσώνα μαζί με τον (Πασόκο) Δήμαρχό της και τον Υπουργό Χωροταξίας Κ.Λαλιώτη, το 2001 εκθείαζε την «Νέα» Δραπετσώνα[16], πετώντας γιά μιά ακόμη φορά στα σκουπίδια όλη την αγωνιστική του πορεία του ’60....



[1] Β.Λιόγκαρης, Συνοικισμός Χαροκόπου, Αθήνα 1996, σελ. 224

[2] Κ.Μαρξ, «η 18η Μπρυμαίρ του Λουδοβίκου Βοναπάρτη», και ακόμη «ο εμφύλιος πόλεμος στην Γαλλία» , και στον 4ο τόμο του Κεφάλαιου (οι θεωρίες της υπεραξίας) και αλλού.

[3] «μακρυά από την πόλη» στίχου Γιάννη Νεγραπόντη, μουσική Λουκιανού Κηλαϊδόνη από την σειρά «Μικροαστικά», 1973

[4] «στην μικρή αίθουσα εκθέσεων Παρνασσού», οπ.παρ.

[5] Ε.Παπαδοπούλου-Γ.Σαρηγιάννης, «Συνοπτική Εκθεση γιά τις προσφυγικές περιοχές του Λεκανοπεδίου Αθηνών», Αθήνα 2006, (Εκδοση σε CD από το Σπουδαστήριο Πολεοδομικών Ερευνών του ΕΜΠ), των ίδιων, «Η εγκατάσταση των προσφύγων του ’22 στο Λεκανοπέδιο Αθηνών ..» στο ηλεκτρονικό περιοδικό Monumenta τ. 01/2007

[6] βλ. τα αφιερώματα του «Διάπλου» γιά την «χαμένη συνείδηση της εργατικής τάξης» 21/2007, «πόλη και τοπική αυτοδιοίκηση», 11/2006

[7] Γ.Σαρηγιάννης «Αριστερά και τοπική Αυτοδιοίκηση, πενήντα χρόνια πορείας και αλλαγών», Διάπλους 11/2006

[8] Ε. Παπαδάμ-Ριζά, Συμβολή της αστικής πολυκατοικίας στην γένεση της σύγχρονης ελληνικής οικοδομικής, διδ. διατριβή στην Αρχιτεκτονική Σχολή του ΕΜΠ, 2002, Μ.Μαρμαράς, η αστική πολυκατοικία της μεσοπολεμικής Αθήνας, Αθήνα 1991, Γ.Σαρηγιάννης η εξέλιξη της εμπορευματοποίησης της κατοικίας και η επίδρασή της στην μορφή της κατοικίας και της πόλεως. Αρχιτεκτονικά Θέματα 1978

[9] Γ.Σαρηγιάννης «Αθήνα 1830-2000» Αθήνα 2000 στα αντίστοιχα κεφάλαια, κυρίως στις συνέπειες της Εκθεσης Βαρβαρέσου.

[10] Γ.Σαρηγιάννης, «η πολεοδομική εξέλιξη της Αθήνας, παράγοντες που συντελούν στην σημερινή μορφή της πόλης» Οδηγητής, τ.891/Ιαν. 2003, του ίδιου «καταστολή και πολεοδομία στην ελληνική πόλη του 21ου αιώνα, στον τόμο – αφιέρωμα στον Α.Αραβαντινό «Πόλη και Χώρος; από τον 20ο στον 21ο αιώνα, Αθήνα 2004, του ίδιου «η αιχμή του δόρατος του ελληνικού προλεταριάτου» Παλμός των Οικοδόμων, 123/2004, του ίδιου «η εργατική τάξη και η εξέλιξή της στην Ελλάδα» μαζί με άλλα αναλυτικότερα άρθρα στο αφιέρωμα του περιοδικού Διάπλους «Η χαμένη συνείδηση της εργατικής τάξης», Διάπλους 21/2007

[11] «κολλήγα γιός» στίχοι Γιάννη Νεγρεπόντη, μουσική Λουκιανού Κηλαϊδόνη οπ.παρ.

[12] «ξερίζωμα», οπ.παρ.

[13] Φ.Ενγκελς, «γιά το ζήτημα της κατοικίας» στην συλλογή «Διαλεχτά έργα» τ.1ος, σελ. 756

[14] Βασίλης Λίογκαρης «συνοικισμός Χαροκόπου» Αθήνα 1996, σελ. 282

[15] «Στα 50 χρόνια του Δήμου Δραπετσώνας» ημερολόγιο-τεύχος του Εξωραϊστικού Πολιτιστικού Συλλόγου και της Ενωσης Δημοτών Δραπετσώνας «Θυμότης», 2002.

[16] Ελευθεροτυπία 29.9.2001

Δεν υπάρχουν σχόλια:


Αναγνώστες