Έφυγε ένας Αγωνιστής...έρχονται όμως χιλιάδες...
Η πολιτική κηδεία του μπαρμπα-Γιάννη Ταμτάκου5/1/2008 στις 11.00 στο νεκροταφειο μαλακοπης.
Γεννήθηκε το 1908. Δύο φορές πρόσφυγας από τη Μικρά Ασία, από 6 χρονών μπήκε στην παραγωγή πουλώντας κουλούρια και κάνοντας τον λούστρο. Το 1918 – 19, σε ηλικία 11 χρόνων πρωτοπήγε σε μια εργατική συγκέντρωση για την πρωτομαγιά στην Ευαγγελίστρια της Θεσσαλονίκης. Πλησιάστηκε από τους αρχειομαρξιστές το 1925 – 26, απ’ τον Πολλάτο και άλλους. Πήρε μέρος σ’ όλους τους απεργιακούς αγώνες, σαν τσαγκάρης με την ιδιότητα του εκλεγμένου συμβούλου και σαν γραμματέας του σωματείου των υποδηματεργατών Θεσσαλονίκης. Κατηγορήθηκε για τα γεγονότα του 1936 ως πρωτεργάτης μαζί με άλλους 52 εργάτες.
Ας είναι ελαφρύ το χώμα που θα τον σκεπάσει
ια ζωή γεμάτη αγώνες δεν μπορούν να χωρέσουν σε κανένα κεντρικό, ας αφήσουμε τον ίδιο να μιλήσει...
"...Δεν υπήρξα θεωρητικός. Ήμουν ένας εργάτης του δρόμου κι έπαιρνα μέρος στις εκδηλώσεις του εργατικού κινήματος. Από το 1924 αγωνίζομαι για τα ζητήματα της εργατικής τάξης και προσηλυτήθηκα στις αναρχικές ιδέες παρόλο που ήμουν Αρχειομαρξιστής και τροτσκιστής από το βιβλιαράκι «Προς τους Νέους» του Κροπότκιν. Δεν είμαι ο θεωρητικός, όπως είπα γιατί ο καπιταλισμός δεν με άφησε να βγάλω το σχολείο είμαι προσφυγόπουλο από το 1914, γεννηθείς το 1908 και πήρα μέρος σε όλους τους απεργιακούς αγώνες στη Θεσσαλονίκη. Η Θεσσαλονίκη ήταν μια διεθνής πόλη...
... Σας είπα δεν είμαι θεωρητικός πρακτικά τα ξέρω αυτά τα πράγματα και ευχαριστώ που με ακούσατε και εύχομαι να ασπαστείτε κι εσείς την άποψη, μου έλεγε ένας εσύ τι ψηφίζεις; εγώ δεν ψηφίζω, μουντζώνω. Τι να ψηφίσεις δηλαδή; Τους σοσιαλανθρώπους του ΠΑΣΟΚ; Να τον μοιάσουν τον αρχηγό τους, να γίνουν κι αυτοί ριψάσπιδοι όπως ήταν ο αρχηγός τους. Αυτά αγαπητοί φίλοι, με συγχωρείτε αν τα είπα λίγο απλά και καυτερά. Σας είπα εγώ δεν ήμουν θεωρητικός ήμουν απλός εργάτης, δεν μ’ άφησε ο καπιταλισμός να σπουδάσω...
... Αυτά έχει σύντροφοι η κοινωνία και γι΄ αυτό ακριβώς πρέπει, λέμε είμαστε αντεξουσιαστές, θέλουμε την εξουσία να την ασκεί η ίδια η εργατική τάξις και όχι τα διάφορα κόμματα αυτοί οι φιλόσοφοι οι χαρτογιακάδες που μας διευθύνουν. Σας ευχαριστώ που με ακούσατε και μην με παρεξηγείτε που τα είπα λίγο χοντρά..."
Ο ΓΙΑΝΝΗΣ ΤΑΜΤΑΚΟΣ ΓΙΑ ΤΟ ΕΡΓΑΤΙΚΟ ΚΙΝΗΜΑ ΤΟΥ ΜΕΣΟΠΟΛΕΜΟΥ
Η ΟΜΙΛΙΑ ΤΟΥ ΕΙΣΗΓΗΤΗ...Την 28η Απρίλη, στο Πανεπιστήμιο Πειραιά, ο μπάρμπα Γιάννης Ταμτάκος μίλησε για τις απεργίες του '36 στη Θεσσαλονίκη και το εργατικό κίνημα του μεσοπολέμου. Την εκδήλωση είχαν οργανώσει το Ελευθεριακό Στέκι Μπραχαμίου «Πικροδάφνη» και Πρωτοβουλία από τον Αυτοδιαχειριζόμενο Χώρο στον Πειραιά.
Απομαγνητοφωνήσαμε την ομιλία του εισηγητή και του μπάρμπα-Γιάννη και τις παραθέτουμε, διότι πρόκειται για πολύτιμες εμπειρίες που πρέπει να γίνουν κτήμα όσο το δυνατόν περισσότερων. Ελπίζουμε να μην αντιβαίνουμε την θέληση των οργανωτών...
Καταρχήν θα ήθελα να ευχαριστήσω τους διοργανωτές αυτής της εκδήλωσης που μου ανέθεσαν να πω λίγα λόγια για τον Μπάρμπα-Γιάννη τον Ταμτάκο που με τους αδιάκοπους αγώνες του για μία κοινωνία ίσων και ελεύθερων ανθρώπων με τις εξορίες του τους κατατρεγμούς του, την πίστη του, με το κουράγιο του, με το θάρρος μα και με το μυαλό του, αποτελεί μία αυθεντική έκφραση των καλύτερων στιγμών του προπολεμικού προλεταριακού και του εν γένει χειραφετητικού κινήματος και συγχρόνως μια έκφραση της διασύνδεσης, μιας κάποιας διασύνδεσης αυτών των καλύτερων όψεων και των πιο προωθημένων του παλιού κινήματος με τον μεταπολιτευτικό ελληνικό αναρχισμό.
Εργατικό κίνημα του μεσοπολέμου, Αρχειομαρξισμός, Πουλιόπουλος, Στίνας, Βουρσούκης, Καστοριάδης, Αναρχισμός. Αυτά είναι τα ρεύματα και τα πρόσωπα από τα οποία και μαζί με τα οποία εκτυλίσσεται το κοινωνικό-πολιτικό πράττειν του Μπάρμπα-Γιάννη Ταμτάκου του οποίου θα προσπαθήσω να παρουσιάσω τις θεμελιώδες και τις πιο δημιουργικές κατά τη γνώμη μου στιγμές.
Μικρό παιδί, προσφυγόπουλο από τη Μικρά Ασία, λουστράκι στο κέντρο της Θεσσαλονίκης, γοητεύτηκε από το ισχυρό τότε εργατικό κίνημα, και το 1924, 16 χρονών περίπου εντάσσεται πολιτικά στη νεοεμφανιζόμενη τότε κίνηση των Αρχειομαρξιστών. Ο Αρχειομαρξισμός είναι μία κίνηση πρωτότυπη και ιδιάζουσα από όσα εμείς σήμερα γνωρίζουμε, σε όλη την Ευρώπη, όχι τόσο στα αρχικά του βήματα όσο στη μετεξέλιξη του. Ξεκινά από μια ομάδα μελέτης από ένα διανοούμενο ονόματι Τζουλάτι, που μαζί με άλλους μελετούν αρχικά το «Κεφάλαιο» του Μαρξ. Ο Τζουλάτι είναι ήδη γνωστός από τη Σοσιαλιστική Νεολαία της Αθήνας, και μάλιστα το 1918 είχε δικαστεί για την έκδοση του βιβλίου «Προς τους Νέους» του Πέτρου Κροπότκιν. Το 1923 άρχισε να εκδίδει ένα περιοδικό, το «Αρχείο του Μαρξισμού» απ’ όπου πήραν και το όνομά τους, και αρχικώς ήταν ένας μορφωτικός κύκλος για τη δημιουργία επαναστατικών στελεχών. Αναπάντεχα και παρά το συνωμοτικό χαρακτήρα της, η κίνηση αυτή των Αρχειομαρξιστών προσελκύει πολλούς εργάτες που δρουν μέσα στα σωματεία, κυρίως τους τσαγκαράδες, όπως ο Μπάρμπα-Γιάννης ο Ταμτάκος, τους αρτεργάτες, τους ζαχαροπλάστες, τους καπνεργάτες κ.λπ.
Έτσι από τα κάτω διαρρηγνύεται θα λέγαμε το στενό λενινιστικό πλαίσιο περί δημιουργίας στελεχών. Υπό την πίεση του εργατικού στοιχείου, ο Αρχειομαρξισμός, περίπου το 1926-27, μεταμορφώνεται σε μια ισχυρή κίνηση μέσα στο εργατικό κίνημα, παρά τις αρχικές του προθέσεις του ηγετικού του πυρήνα. Και αυτή είναι μια γνήσια δημιουργική του στιγμή από τα κάτω στην οποία μετέχει Μπάρμπα-Γιάννης ο Ταμτάκος μέσα από τους τσαγκαράδες της Θεσσαλονίκης.
Μεγάλες απεργίες που ξέσπασαν από το `26 ‘έως το `30, είχαν ως πρωτοστάτες τους Αρχειομαρξιστές εργάτες. Θα αναφέρω μόνο δύο για να τιμήσουμε, μιας και βρισκόμαστε στον Πειραιά, το προπολεμικό, μαχητικό προλεταριάτο του. Το 1929 ξέσπασε η πρώτη απεργία εδώ στο Εργοστάσιο Λιπασμάτων που ήταν τότε το μεγαλύτερο της περιοχής και ίσως το μεγαλύτερο όλης της Ελλάδας και αυτή η απεργία ήταν έργο Αρχειομαρξιστών εργατών που από το 1928 μεθοδικά πήγαιναν και έπιαναν δουλεία στο εργοστάσιο για να προετοιμάσουν το έδαφος για την απεργία. Επίσης την απεργία των καπνεργατών του Ιουνίου του `27, που νέκρωσε τον Πειραιά. Και σε αυτή την απεργία είχαν ηγετικό ρόλο οι Αρχειομαρξιστές και ήταν ένας από τους πιο πετυχημένους αγώνες, έληξε με νίκη των καπνεργατών και αύξηση μεροκάματου κατά 25%. Την εποχή αυτή της ανόδου του ο Αρχειομαρξισμός έφτασε περίπου τα 2000 μέλη, με διπλάσιους ίσως συμπαθούντες.
Μια δεύτερη σημαντική στιγμή του Αρχειομαρξισμού και του Μπάρμπα-Γιάννη του Ταμτάκου αποτελεί το κίνημα των Ανέργων. Για πρώτη φορά στην Ελλάδα το `29-`30 υπό την απειλή της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης συγκροτούνται μαζικές επιτροπές ανέργων σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη, που επί ένα-δύο χρόνια συνεχώς δίνουν μάχη με την αστυνομία στους δρόμους. Σε μία από αυτές τις ηρωικές συγκρούσεις παραλίγο να χάσει τη ζωή του και ο ίδιος ο Μπάρμπα-Γιάννης ο Ταμτάκος:
πυροβολήθηκε εξ επαφής και του έκοψαν στη μέση τη γλώσσα.
Το 1934 διασπώνται οι Αρχειομαρξιστές και άλλοι παραμένουν Αρχειομαρξιστές και άλλοι συνεχίζουν ως Τροτσκιστές. Ο Μπάρμπα-Γιάννης εντάσσεται στον Τροτσκισμό και αρχικώς στην ομάδα του Παντελή Πουλιόπουλου, όπου γίνεται μέλος της Κεντρικής Επιτροπής αυτής της ομάδας. Τον τράβηξε η θεωρία του Τρότσκι και του Πουλιόπουλου για το εκφυλισμένο εργατικό κράτος. Εν συντομία είναι η τροτσκιστική θεωρία που υποστηρίζει ότι η οικονομική βάση –μιλάω με μαρξιστικούς όρους, αν και δεν τους δέχομαι- η υποδομή είναι σοσιαλιστική, αλλά το εποικοδόμημα, δηλαδή την πολιτική υπερδομή την έχει σφετεριστεί, την έχει υφαρπάξει, μία γραφειοκρατία πολιτική, και συνεπώς το έργο των αγωνιστών του τροτσκισμού τότε δεν ήταν η κοινωνική επανάσταση αλλά η πολιτική επανάσταση που θα εκθρονίσει αυτή την αντεπαναστατική γραφειοκρατία και θα ενθρονίσει στην πολιτική εξουσία μια σωστή προλεταριακή ηγεσία.
Όσο κι αν προσωπικά διαφωνώ με αυτή τη θεωρία περί εκφυλισμένου εργατικού κράτους, εκείνη την εποχή ήταν κάτι προωθημένο, ιδιαιτέρως για τα ελληνικά πράγματα, όπου δεν υπήρχε συγκροτημένο αναρχικό κίνημα που να αρνείται συλλήβδην το ρωσικό καθεστώς ως εκμεταλλευτικό και καταπιεστικό. Ας μη μας διαφεύγει, ανεξαρτήτως του τι πραγματικά γινόταν τότε στη Ρωσία, με την κατάργηση των Σοβιέτ, των Συμβουλίων, της ελευθερίας του τύπου, της ελευθερίας εκφράσεως των γνωμών, τη σφαγή της Κρονστάνδης κ.λπ., η τεράστια γοητεία που ασκούσε στους εργαζομένους η πρώτη «πατρίδα των Εργατών» που ήταν κάτι σαν φετίχ, που μόνο να το φιλάς μπορούσες, και έπ’ ουδενί να το αγγίζεις κριτικά.
Μετά την εξέγερση του Μάη του `36, στην οποία δεν θα σταθώ μια και θα επικεντρωθεί μετά ο Μπάρμπα-Γιάννης που έζησε τα γεγονότα, και τη δικτατορία του Μεταξά, ο Μπάρμπα-Γιάννης εξορίζεται στη Γαύδο από το 1937 έως το 1942 απ’ όπου μεταφερόμενος στον Πειραιά θα αποδράσει από το Τμήμα Μεταγωγών με μια έξυπνη και ηρωική ενέργεια, γλιτώνοντας έτσι για άλλη μια φορά το θάνατο από τις κατοχικές τότε Αρχές.
Στη διάρκεια αυτής της περιόδου έχουμε τη συνάντηση του Ταμτάκου με τον Στήνα. Υπάρχει μια εσφαλμένη άποψη ότι ο Στήνας ήταν Αρχειομαρξιστής. Όταν ο Μπάρμπα-Γιάννης ήταν Αρχειομαρξιστής, ο Στίνας ήταν ακόμη ηγετικό στέλεχος του ΚΚ μέχρι το`31, και το `31 με την επιβολή από την Κομμουνιστική Διεθνή του Ζαχαριάδη ως αρχηγού του ΚΚ αποχωρεί ο Στίνας. Μετά το `31 περνάει στον Τροτσκισμό. Αυτή η πολύχρονη δράση του Στήνα μέσα στο ΚΚΕ τον έκανε να καταλάβει από το `32 ότι η Κομμουνιστική Διεθνής δημιούργησε έναν τύπο κομμουνιστή που υπακούει απόλυτα στις ανθέ εντολές κάτι που δεν υπήρχε στα πρώτα βήματα του εργατικού κινήματος. Ο Στίνας μάλιστα κάνει λόγο για δημιουργία Κομμουνιστών – Ρομπότ.
Έτσι προς το τέλος του`32 ήταν τέτοια η δημιουργική πνοή αυτού του ανθρώπου, του Στίνα, που μίλησε για τον οριστικό θάνατο της Κομμουνιστικής Διεθνούς, της λεγόμενης Γ΄ Διεθνούς, ως επαναστατικού φορέα και για τη δημιουργία καινούριων επαναστατικών σχηματισμών, έξω και πέρα από την κομμουνιστική διεθνή. Ήταν η πρώτη φορά και ο πρώτος αγωνιστής που διατύπωσε μια τέτοια άποψη διεθνώς. Ο Τρότσκι διατύπωσε αυτή την άποψη λίγο μετά, και συγκεκριμένα μετά την άνοδο του Χίτλερ στη κρατική εξουσία το 1933 που έδειξε σύμφωνα με τον Τρότσκι τη χρεοκοπία της Κομμουνιστικής Διεθνούς και του ΚΚ να φράξουν το δρόμο του Χίτλερ προς την εξουσία.
Την περίοδο `37-42 η προσέγγιση του Στήνα από τον Μπάρμπα-Γιάννη τον Ταμτάκο γίνεται με βάση τις συζητήσεις για το περίφημο τότε και δύσκολο εκείνη την εποχή ρωσικό ζήτημα. Οι συζητήσεις έγιναν στην Ακροναυπλία μεταξύ δύο βασικών τροτσκιστικών τάσεων: από τη μια μεριά οι λεγόμενοι υποστηρικτές, ο Πουλιόπουλος και οι πουλιοπουλικοί, και από την άλλη οι λεγόμενοι ντεφετιστές, Στίνας, Βουρσούκης κ.ά. Σύμφωνα με τους πρώτους η σταλινική γραφειοκρατία θα ανατρεπόταν μέσα στην πολιτική κρίση, είτε από τα δεξιά, δηλαδή από την αντεπανάσταση, είτε από τα αριστερά, δηλαδή από την πολιτική επανάσταση των εργατών. Όπως είδαμε όμως και κατά τον πόλεμο και κατά τον πόλεμο, η λήξη του πολέμου ενίσχυσε τη θέση της ΕΣΣΔ ενίσχυσε τη θέση και το κύρος του Στάλιν τόσο στο εσωτερικό όσο και διεθνώς. Οι ντεφετιστές από τη μεριά τους δεν ήταν βέβαια ακόμα ικανοί να κάνουν μια ανάλυση που να συλλαμβάνει την ταξικότητα της σοβιετικής γραφειοκρατίας, αλλά η συμμετοχή της ΕΣΣΔ στο παιχνίδι των σχέσεων με τις καπιταλιστικές χώρες και τα λεγόμενα λαϊκά μέτωπα, η συνθήκη με τη Γαλλία το 36 και κυρίως το Σύμφωνο Ρίμπεντροπ-Μολότοφ με τη Γερμανία τούς οδήγησε να συλλάβουν τον αντεπαναστατικό ρόλο και αμέσως να ψυλλιαστούν την ταξική φύση του καθεστώτος.
Ο Βουρσούκης μάλιστα σε αυτές τις ομιλίες μίλησε για ιμπεριαλιστική πολιτική της Σοβιετικής Ένωσης και για μεταμόρφωση του Κόκκινου Στρατού σε ιμπεριαλιστικό στρατό. Πρέπει να έχουμε στο μυαλό μας ότι σε αυτές τις δημιουργικές συλλήψεις δε έπαιξε ρόλο ο Καστοριάδης ο οποίος ακόμη δεν είχε συνδεθεί με την ομάδα. Συνδέεται προς το τέλος του 42 αρχές του 43. Ο βασικός υποστηρικτής ήταν ο Δημοσθένης Βουρσούκης, ένα βαθυστόχαστο μυαλό που το σκότωσαν οι Σταλινικοί το 1944. Δεν έχουν δημοσιευθεί ακόμα αυτές οι συζητήσεις με τα εκατέρωθεν επιχειρήματα. Υπολογίζονται μόνο του Στήνα σε 500 χειρόγραφες σελίδες κι άλλες τόσες του Βουρσούκη. Από τις λίγες όμως σελίδες που έχω διαβάσει φαίνεται ότι ο Βουρσούκης ήταν ένα μεγάλο μυαλό και νομίζω ότι αν ζούσε μετά τον πόλεμο θα προχωρούσε σε αναλύσεις βάθους σαν κι αυτές του Καστοριάδη στο λεγόμενο Ρωσικό Ζήτημα.
Το `42 τώρα, Ταμτάκος, Στίνας, Βουρσούκης βρίσκονται στην ίδια ομάδα κι αρχίζουν τη δράση μέσα στην κατοχή. Μέσα σε ένα μικρό σπιτάκι, σε ένα καλύβι στο Αιγάλεω, ο Μπάρμπα- Γιάννης μαζί με τον Στίνα δουλεύουν μαζί για να τυπώσουν την πρώτη προκήρυξη της ομάδας μέσα στην κατοχή. Με αυτή την προκήρυξη αρχίζει μια ζωή και μια δράση που, όπως έγραψε ο Στίνας, ανήκουν στην ιστορία και θα μείνουν αθάνατες όσο και όσοι κι αν προσπαθούν να τις σβήσουν και να τις λερώσουν. Όλη η κατοχική δράση, προκηρύξεις, αφίσες στους τοίχους, εκκλήσεις με χωνιά τις νύχτες είχαν διεθνιστικό, επαναστατικό χαρακτήρα, συνεχίζοντας τη γραμμή του Λένιν, της Λούξεμπουργκ και των Αναρχικών κατά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Δεν σκέπτονται ούτε κατ’ ελάχιστο να ενταχθούν στον Εθνικοαπελευθερωτικό Αγώνα και στο εθνικό αριστερό αντάρτικο, το οποίο ορίζουν ως εθνικιστικό και αντεπαναστατικό. Εθνικιστικό όχι απλώς με την έννοια τη σύγχρονη του εθνικισμού, δηλαδή ότι τασσόταν υπέρ της συγκρότησης εθνοκράτους, αλλά με την έννοια την ακραία. Ο Στήνας μάλιστα μιλάει για σοβινιστικό κίνημα. Δεν αντιτίθεται τώρα πλέον η ομάδα μόνο στην ηγεσία, αλλά και δεν διαβλέπουν καμιά δυναμική οργάνωσης από τα κάτω.
Πρόκειται γι ένα κρίσιμο σημείο. Δεν μπορούμε να λέμε καλός και διεθνιστής ο Στίνας και ο Ταμτάκος, αλλά έχουν λανθασμένη θέση όπως διαδίδεται ως προς το ΕΑΜ- ΕΛΑΣ. Η στάση απέναντι σο ΕΑΜ-ΕΛΑΣ ήταν ο σκληρός πυρήνας θα λέγαμε του διεθνισμού του Στίνα. Χωρίς αυτή τη στάση ο Στίνας δεν θα όριζε το εαυτό του ως διεθνιστή. Ο Στίνας 30-40 χρόνια μετά έμεινε αταλάντευτος σε αυτή τη θέση του, κόντρα στο ρεύμα του. Πρέπει να το σκέφτηκε το ζήτημα, αλλά δεν σήκωνε κουβέντα. Ακόμα κι όταν μετά τον πόλεμο διαπίστωσαν ότι ήταν η μόνη ομάδα σε όλη την Ευρώπη με αυτή τη θέση δεν έκανε πίσω.
Στις αναμνήσεις του, το 1987, επιμένει σε αυτό: «Σήμερα ξέρουμε ότι δεν υπήρξε σε όλο τον κόσμο μια άλλη ομάδα που με τόση σαφήνεια να υποστήριξε τις διεθνιστικές θέσεις» και παρακάτω «αναμφισβήτητα δεν υπήρξε μια άλλη ομάδα που να ανέπτυξε μια δραστηριότητα όμοια ή ανάλογη με τη δική μας, μέσα σε συνθήκες που ο θάνατος ενέδρευε σε κάθε μας βήμα». Και τελειώνει: «Ναι, είμαστε η μόνη σε όλο τον κόσμο πολιτική ομάδα που μέσα σε συνθήκες απείρως πιο δύσκολές από αυτές του `14 – 18 συνεχίζουμε την ηρωική παράδοση της Λούξεμπουργκ και του Λιμπκνεχτ.
Τον Οκτώβρη του `44 συμβαίνει κάτι που εκ πρώτης όψεως φαίνεται ασήμαντο: Σε έκτακτη συνδιάσκεψη της ομάδας Στίνας, Ταμτάκος, Βουρσούκης, Καστοριάδης τώρα, Αρχύτας, ο οποίος παρευρίσκεται σήμερα και θα ήθελα να τον ευχαριστήσουμε αποφασίζουν την αλλαγή ονόματος. Μέχρι τότε η ομάδα ονομαζόταν ΔΚΚΕ, δηλαδή Διεθνιστικό Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδας. Υπήρχε μια μεγάλη συναισθηματική ταύτιση όλων με τον κομμουνισμό και ως λέξη και ως περιεχόμενο. Παρόλη όμως αυτή την ταύτιση, τη δημιουργημένη μέσα από πολύχρονους αγώνες, αποφασίζουν το Κ να γίνει Ε και το Διεθνιστικό Κομμουνιστικό να γίνει Διεθνιστικό Επαναστατικό, γιατί όπως έλεγα η απόφαση, οι μάζες ως κομμουνιστές ξέρουν τους Σταλινικούς, και οι Κομμουνιστές είναι οι πιο λυσσαλέοι σωβινιστές. Πρόκειται για μια δημιουργική στιγμή, δεν πρόκειται για απλή σημειολογία. Δείχνει ότι υπήρχε η διάθεση να δουν τις νέες καταστάσεις και να μεταλλαχθούν ριζικά. Και πράγματι, τα Δεκεμβριανά του `44 ήταν το γεγονός όπου παίχτηκαν όλα για όλα. Ή θα παρέμεναν κολλημένοι στα παραδοσιακά σχήματα, ή θα προχωρούσαν παραπέρα. Με βάση τα θεωρητικά σχήματα που είχαν στο μυαλό τους, τα Δεκεμβριανά ήταν ακατανόητα. Οι μάζες πράγματι κατεβαίνουν στους δρόμους, αλλά η θεωρία έλεγε ότι αυτό το γεγονός, ότι δηλαδή οι μάζες κατεβαίνουν στο δρόμο είναι επαναστατικό ή δυνάμει επαναστατικό. Οι μάζες όμως κατεβαίνουν, αλλά κατεβαίνουν απόλυτα πειθήνιες στον ολοκληρωτικό μηχανισμό του ΚΚΕ που κυριαρχεί στους δρόμους. Καμιά μα καμιά δυναμική διαφυγής δεν παρατηρείται μέσα στις μάζες. Οι τροτσκιστές σφάζονται αλύπητα στο πρώτο νεύμα των καθοδηγητών του ΚΚ. Ο Καστοριάδης συλλαμβάνεται και αφήνεται κατά λάθος ελεύθερος, μπερδεύτηκαν. Ο Ταμτάκος, αν ήταν στη Θεσσαλονίκη, θα τον είχαν σίγουρα φαει. Συλλαμβάνεται πολλές φορές, αλλά εφοδιασμένος με διαφορετικές ταυτότητες τους ξεφεύγει. Ο Βουρσούκης συλλαμβάνεται και δολοφονείται από τους Σταλινικούς στα Καμίνια του Πειραιά. Το βάθος του ολοκληρωτικού μηχανισμού του ΚΚΕ, που πραγματώθηκε στα Δεκεμβριανά, φαίνεται ότι δεν έσφαζαν μόνο ντεφετιστές, σαν τον Στίνα και άλλους που ήταν εναντίον της Αντίστασης, αλλά και τροτσκιστές που είχαν συμμετάσχει στο ΕΑΜ. Ακόμα γνωρίζουμε και περιπτώσεις όπου συνέλαβαν κατά τα Δεκεμβριανά τροτσκιστές που μοίραζαν προκηρύξεις εναντίον της Αγγλοκρατίας και εναντίον των Τσολιάδων. ΤΟ ΚΚ ήθελε να επιβάλει την ολοκληρωτική του εξουσία. Εδώ με αφορμή τα Δεκεμβριανά δημιουργήθηκε μια διαφωνία μέσα στην ομάδα. Ο Στίνας υποστήριξε ότι ήταν ένα στρατιωτικό κίνημα της στρατιωτικής πτέρυγας της γραφειοκρατίας, ενώ ο Καστοριάδης υποστήριξε ότι ήταν ένα ολοκληρωτικό κίνημα της γραφειοκρατίας του ΚΚ εν συνόλω. Η άποψη του Στίνα ήταν φυλακισμένη μέσα στο παλιό θεωρητικό σχήμα περί ρεφορμιστών, δηλαδή σκεπτόταν ότι τα ΚΚ αστικοποιήθηκαν, όπως η σοσιαλδημοκρατία μετά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, που ενώ ξεκίνησε επαναστατική αστικοποιήθηκε. Έτσι ακριβώς έβλεπε την ίδια μετεξέλιξη στο ΚΚ που ήθελε να μοιραστεί την εξουσία με τους αστούς. Ο Καστοριάδης, αντίθετα, είδε την ανεπάρκεια αυτών των σχημάτων τονίζοντας ότι το ΚΚ είναι ολοκληρωτικό κόμμα που θέλει όλη την εξουσία. Κάνει βέβαια συμμαχίες με τους αστούς και τους μικροαστούς, αλλά συμμαχίες τακτικής, και όταν θα ανέλθει στην εξουσία θα τους ξεκάνει. Μια ανάλυση που επιβεβαιώθηκε από όλες τις χώρες σχεδόν όπου τα ΚΚ πήραν την εξουσία με ή χωρίς τη βοήθεια του Κόκκινου Στρατού. Ο Στίνας αρκετά νωρίς από το `45/`46 αποδέχτηκε πλήρως την ανάλυση του Καστοριάδη και το έχει γράψει ξεκάθαρα. Από το Δεκέμβρη τώρα του 44 και έπειτα τα πράγματα εξελίσσονται τελείως αντίθετα απ’ ότι περίμενε η ομάδα κι απ’ ότι είχαν στο μυαλό τους ως επαναστάτες. Από δω και πέρα αναδεικνύεται το μυαλό του μικρού μαθητή του Στίνα, το μυαλό του Καστοριάδη. Πρώτα πρώτα, τυχαία, από ένα έντυπο γάλλων τροτσκιστών που είχε μαζί του ένας άγγλος στρατιώτης στα δεκεμβριανά του 44 πρωτόμαθαν ότι η ομάδα τους ήταν η μοναδική μέσα στον Τροτσκισμό διεθνώς που δε είχε σοσιαλπατριωτικές θέσεις. Μέχρι τότε πίστευαν, γιατί δεν υπήρχε πληροφόρηση ότι η θέση τους ήταν η κυρίαρχη μέσα στον τροτσκισμό. Δεν ήθελαν με τίποτα να το πιστέψουν και μέχρι το 47 είχαν την ψευδαίσθηση, όπως το είχε αναφέρει ο Στήνας, ότι μέσα στις ανώμαλες συνθήκες του πολέμου κάποια οπορτουνιστικά στοιχεία σφετερίστηκαν τη διοίκηση του διεθνούς τροτσκισμού. Δεύτερον, η ομάδα είχε εσφαλμένο προσανατολισμό, πάντα μέχρι το 47, γιατί περίμεναν την έκρηξη της επανάστασης. Ενώ οι πολιτικές τους θέσεις κατά την κατοχή ορθά συνέλαβαν τον εθνικισμό των μαζών, παρόλα αυτά τα θεωρητικά τους σχήματα τους έκαναν να πιστεύουν ότι οι μάζες δεν μπορεί παρά να αφυπνιστούν. Πιστεύαμε, έγραψε ο Στήνας το 77, ότι μέσα στο χάος, τα ερείπια και την πείνα , θα έκανε κάπου την εμφάνισή της η σωτήρια επανάσταση και θα ακουγόταν πάλι η φοβερή για τους εκμεταλλευτές φωνή της. Ο μόνος που δεν ήταν σύμφωνος, συνεχίζει ο Στίνας, που δεν είχε δηλαδή αυταπάτες, ήταν ο Καστοριάδης. Έτσι, μια κι η ομάδα δεν ήταν σέχτα, μια που δεν ήταν ιεχωβάδες που δεν κοιτούν κατάματα την πραγματικότητα, και να περιμένουν μετά από απανωτές διαψεύσεις τη Δευτέρα παρουσία, έτσι λοιπόν, την άνοιξη του 47, αποχώρησαν από τον τροτσκισμό. Από τις αρχές του 45 ο Καστοριάδης έθεσε στην ομάδα το ζήτημα της ασυμφωνίας μεταξύ της επαναστατικής της πολιτικής δράσης ως ομάδα, και της τροτσκιστικής θεωρίας του εκφυλισμένου εργατικού κράτους και πρότεινε την απόρριψή της. Η κριτική του Καστοριάδη ήταν καταλυτική. Κι όπως γράφει ο Στίνας, «το αίσθημα που δοκιμάσαμε ήταν αγανάχτηση και οργή εναντίον του εαυτού μας για την τυφλή μας εμπιστοσύνη στον Τρότσκι». Τη θεωρία την απόρριψε εν συνόλω η ομάδα το Σεπτέμβρη του 1947. Ήταν σαν να έφευγε από πάνω τους ένας πελώριος βράχος που τους συνέθλιβε. Από δω και πέρα τα πράγματα ήταν σχετικά πιο εύκολα. Αφού δεν υπήρχε εργατικό κράτος, υπήρχε ταξικό σύστημα. Έτσι ολόκληρη η δουλειά που γίνεται από τον Καστοριάδη και το περιοδικό μετά «Σοσιαλισμός ή Βαρβαρότητα» υιοθετείται από τον Στίνα και τον Ταμτάκο. Ο Ταμτάκος το έχει πει επανειλημμένα και μπορεί να το επιβεβαιώσει και σήμερα, επειδή έχει ακουστεί η άποψη ότι αυτά είναι δουλειές του Καστοριάδη, ο δε Στίνας, ευτυχώς, το έχει γράψει πολλές φορές. Σε γενικές γραμμές δηλαδή αποδέχονται ότι δεν υπάρχει απλά μια γραφειοκρατία μέσα στην κοινωνία, αλλά μια γραφειοκρατική κοινωνία, μια γραφειοκρατία που συγκροτήθηκε σε τάξη, αρχίζοντας από την πολιτική κυριαρχία, και δομώντας την οικονομική κυριαρχία με βάση την πολιτική της κυριαρχία. Και έτσι ιδιοποιείται συλλογικά την υπεραξία των εργαζομένων. Αυτό οδηγεί σε ρήξη με το μαρξισμό εν γένει και σε πορεία σύμπλευσης με την αναρχική θεώρηση περί κυρίαρχων και κυριαρχούμενων σ’ όλο το φάσμα της κοινωνικής ζωής. Απορρίπτεται το παραγωγιστικό οικονομιστικό μαρξιστικό μοντέλο που οδηγεί εγγενώς την εργατική τάξη να γίνει ο νεκροθάφτης του καπιταλισμού. Έτσι δεν κλείνουν τα μάτια μπροστά στην αφομοίωση των εργαζομένων μέσα στον καπιταλισμό και αργότερα μέσα στην καταναλωτική και θεαματική κοινωνία. Κάθε φορά ο αγώνας πρέπει να κρίνεται αν περιέχει σπερματικά δημιουργικές αυτόνομες προοπτικές. Επίσης, υιοθετείται η καστοριαδική άποψη ότι το θεμελιώδες χαρακτηριστικό των σύγχρονων γραφειοκρατικών κοινωνιών της δύσης δεν είναι κάποια αντίφαση μεταξύ παραγωγικών δυνάμεων και παραγωγικών σχέσεων ή κάποια ανικανότητα του καπιταλισμού να αναπτύξει τις παραγωγικές δυνάμεις αλλά η αντίθεση διεύθυνσης και εκτέλεσης και η υποβίβαση της πλειοψηφίας των ανθρώπων σε ρόλο εκτελεστικό των αποφάσεων των κυρίαρχων στους διάφορους τομείς της κοινωνικής και πολιτικής ζωής. Βεβαίως σε αυτά πρέπει να προστεθεί και η διάλυση του κράτους, η απόρριψη δηλαδή της τροτσκιστικής μαρξιστικής λενινιστικής θέσης περί αναγκαιότητας ενός τύπου μεταβατικού κράτους.
Ωστόσο ο Καστοριάδης μετά τη διάλυση της ομάδας «Σοσιαλισμός ή Βαρβαρότητα» τη δεκαετία του `60 ασχολείται με την εμβάθυνση του θεωρητικού και φιλοσοφικού του έργου και αποτραβιέται από την άμεση πολιτική πράξη. Αυτό ήταν κάτι που δεν πήγαινε στον Μπάρμπα-Γιάννη και στον Στίνα. Η στόφα τους ήταν η στόφα του διαρκώς αγωνιζόμενου ανθρώπου, γι' αυτό και μετά την αντιπολίτευση προσπάθησαν να έρθουν σε επαφή με υπαρκτές αντισυστημικές δυνάμεις. Έτσι συνδέθηκαν με κάποια άτομα και ομάδες της άκρας αριστεράς, αλλά κατά τρόπο φυσικό συνδέθηκαν στενά με τον αναρχισμό. Η αγωνιστικότητα, ο αντικαπιταλισμός, ο αντιγραφεικρατισμός, ο αντικρατισμός ήταν κοινά στοιχεία της αντικρατικής πορείας της ομάδας και του αναρχισμού. Η σχέση του Μπάρμπα-Γιάννη του Ταμτάκου με τον αναρχισμό και ιδιαίτερα με τους αναρχικούς της Θεσσαλονίκης είναι αδιαμφισβήτητη και υπαρκτή ακόμα και σήμερα.
Επειδή αυτό έχει ακουστεί ότι είναι μια μοναχική πορεία του Ταμτάκου που δεν αφορά τον Στίνα, ας υπενθυμίσουμε ότι στις αρχές της δεκαετίας του `80, όταν θεσμοποιείται η αναγνώριση της Εθνικής Αντίστασης μέσα σε κλίμα πάνδημης ευφορίας, ο Στίνας εκδίδει σε συνεργασία με τον αναρχικό εκδοτικό οίκο της Διεθνούς Βιβλιοθήκης το βιβλίο του για το ΕΑΜ ΕΛΑΣ ΟΠΛΑ, όπου κάνει τη γνωστή κριτική που ανέφερα, στέλνει κείμενα στον αναρχικό τύπο και μετά από συζήτηση με τον Μπάρμπα-Γιάννη αποφασίζουν να παραβρίσκεται ο Μπάρμπα-Γιάννης, επειδή ο Στίνας είχε προβλήματα υγείας, σε συσκέψεις αναρχικών, και αυτό μπορεί να το επιβεβαιώσει κι ο Μπάρμπα-Γιάννης.
Συμπερασματικά, νομίζω ότι το θεμελιώδες χαρακτηριστικό της πολυτάραχης ζωής του Μπάρμπα-Γιάννη και της ομάδας του που αξίζει να το επωμιστούμε και να το κάνουμε δικό μας και αποτελεί το καλύτερο δώρο προς εμάς και τις μέλλουσες γενιές είναι ο διαρκής αγώνας μαζί με την αυτοστοχαστικότητα. Είχαν βέβαια πάντα μια κάποια θεώρηση αλλά ρίχνονταν στη φωτιά της πράξης κι έτσι φώτιζαν τα περιεχόμενα της σκέψης, άλλαζαν αυτά τα περιεχόμενα και την παλιά θεώρηση και προχωρούσαν πάντα παρά πέρα μέσα φυσικά στο πλαίσιο του προτάγματος της ισότητας και της ελευθερίας.
Η ΤΟΠΟΘΕΤΗΣΗ ΤΟΥ ΓΙΑΝΝΗ ΤΑΜΤΑΚΟΥ
Μπάρμπα-Γιάννης
Σύντροφοι, Συντρόφισσες και φίλοι,
Χαιρετίζω τον ερχομό σας για τη συγκέντρωση τη σημερινή. Δεν υπήρξα θεωρητικός. Ήμουν ένας εργάτης του δρόμου κι έπαιρνα μέρος στις εκδηλώσεις του εργατικού κινήματος. Από το 1924 αγωνίζομαι για τα ζητήματα της εργατικής τάξης και προσηλυτήθηκα στις αναρχικές ιδέες παρόλο που ήμουν Αρχειομαρξιστής και τροτσκιστής από το βιβλιαράκι «Προς τους Νέους» του Κροπότκιν. Δεν είμαι ο θεωρητικός, όπως είπα γιατί ο καπιταλισμός δεν με άφησε να βγάλω το σχολείο είμαι προσφυγόπουλο από το 1914, γεννηθείς το 1908 και πήρα μέρος σε όλους τους απεργιακούς αγώνες στη Θεσσαλονίκη. Η Θεσσαλονίκη ήταν μια διεθνής πόλη. Ακόμα όταν έφτασα το 1914 στη Θεσσαλονίκη ήμουν πεντέμισι ή έξι χρονών. Η Θεσσαλονίκη απελευθερώθηκε το 1912. Εγώ πήγα το 1914 διωγμένος από τη Μικρά Ασία απ’ τον πρώτο πόλεμο. Ακόμα ζούσε η πνοή του Μπεναρόγια. Η Θεσσαλονίκη ήταν μια διεθνής πόλη. Εβραίοι, Τούρκοι, Έλληνες. Ο δήμαρχος ακόμα Τούρκος και όλοι να πούμε αγωνιζόντουσαν για τα ζητήματα.
Εγώ τότες μικρό παιδάκι, λούστρος, πήγα και σε μια πρωτομαγιά το 1918, ένα χρόνο μετά τη ρωσική επανάσταση, αλλά δεν είχα πολιτικές ιδέες. Ήμουν ένα ξυπόλυτο προσφυγάκι και πουλούσα λουκούμι και νερό μια δεκάρα και τα δυο. Έτσι πήγα στην Πρωτομαγιά, γιατί τότες η Πρωτομαγιά είχε γίνει σ΄ ένα κέντρο κοντά στο νεκροταφείο της Βαγγελίστρας και είχε γίνει μια Πρωτομαγιά αγωνιστική, γιατί τότες η Θεσσαλονίκη ήταν ένα κέντρο επεξεργασίας του καπνού και δούλευαν αρκετοί πρόσφυγες και προσφυγοπούλες.
Ετότες τα τσιγάρα γινόντουσαν χειροποίητα και τα κόβανε μ’ ένα ψαλίδι, δεν είχαν μπει οι μηχανές. Τότες είχε μπει και το πρόβλημα να σπάσουν τις μηχανές οι εργάτες γιατί αντικαθιστούσαν τα χέρια, αλλά φυσικά εμείς λέγαμε ότι οι μηχανές δεν πρέπει να σπάσουν, δηλαδή η προοδευτική μερίδα έλεγε ότι οι μηχανές πρέπει να εργάζονται προς όφελος των εργαζομένων.
Κάτω από αυτές τις συνθήκες λοιπόν και διωγμένος δυο φορές απ’ το χωριό μου, απ’ τη Μικρά Ασία, που σχεδόν οι μισοί έχουν κρεουργηθεί να πούμε από τους αλλεπάλληλους πολέμους που γίνονται. Δεν έμαθα γράμματα. Είναι ζήτημα αν έβγαλα το δημοτικό, πήγα μέχρι την Πέμπτη δημοτικού και ο πατέρας μου αντί για χαρτοφύλακα μου έφερε ένα λουστράκι γιατί η οικογένειά μου ήταν πολυμελής και δεν μπορούσε να μας ζήσει. Ήθελε να μας μοιράσει, να μας δώσει ψυχοπαίδια που λέγανε την εποχή εκείνη. Εν ,πάση περιπτώσει δεν μας μοίρασε και κάναμε διάφορες δουλειές.
Με πήγε η μητέρα μου σε ένα φαρμακείο να εργαστώ και λεει «πάρτε το αυτό το παιδάκι, το μαζέψαμε από τους δρόμους» Και λεει «αυτό πρέπει να το βάλουμε και να κατουράει κιόλας». «Όχι» λεει «αυτός είναι διάολος!» Καθότανε του φαρμακοποιοί η γυναίκα στον τρίτο όροφο, ασανσέρ δεν υπήρχαν τότε το 1914 και όταν φώναζε η γυναίκα του πάρε αλάτι και αλεύρι μου τα έδινε εμένα και σκαρφάλωνα επάνω και έπαθα και μια καζούρα μια φορά, αφού καθάριζα στο φαρμακείο και ξεσκόνιζα με το πούπουλο αυτός μιλούσε με τους γιατρούς και μου λεει «Γιάννη, σκούπισες;» «Σκούπισα» «Καθάρισες;» «Καθάρισα» «Πήγαινε πάνω στην κυρία να της πεις είμαι ο Γιάννης ο φωστήρας». Εγώ δεν ήξερα τι θα πει φωστήρας. Επήγαινα λοιπόν επάνω στην κύρια και της έλεγα «Με `στειλε ο κύριος να σας πω είμαι ο Γιάννης ο Φωστήρας» Με χάιδευε και μου δινε κανένα κουλουράκι για να με κρατήσει καμιά ώρα, να με απασχολήσει δηλαδή.
Έτσι μ΄ αυτές τις συνθήκες μεγαλώσαμε μέσα στη βιοπάλη, τη μιζέρια, γιατί η οικογένειά μας ήτανε εφταμελής, είχε εφτά παιδιά η μάνα μου. Στο δεύτερο διωγμό για να γλιτώσουμε το μαχαίρι των Τούρκων πέσαμε μέσα στη θάλασσα. Στα παράλια της Μικράς Ασίας είναι οι Παλαιές Φωκαιές, στην είσοδο του λιμανιού της Σμύρνης. Και το πλοίο ήταν φορτωμένο από καρβουνόσκονη και έβγαλε το βρεγμένο μισοφόρι η γυναίκα, η μητέρα μου και το άπλωσε απάνω στην καρβουνόσκονη. Εφτά παιδιά είχε. Κι ο πατέρας μου έκλαιγε, ήταν λιμενεργάτης στις αλυκές κι έλεγε δεν μπορώ να τα ζήσω τα παιδιά αυτά πρέπει να τα δώσουμε. Η μάνα μου έλεγε η φουκαριάρα δεν τα δίνω τα παιδιά μου, δεν τα πουλάω τα παιδιά μου, θα πάω να ξενοδουλέψω για να τα ζήσομε. Έτσι μεγαλώσαμε με ελιά και κρεμμύδι. Και λεω σε μια αδερφή μου που είναι 97 98 χρονώ της λεω κουράγιο αδερφή μου, γιατί η βασιλομήτωρ είχε του πουλιού το γάλα κι έφτασε 101 χρονώ. Εμείς θα την περάσουμε με κρεμμύδι κι ελιά. Αντίς για σχολείο ο πατέρας μας σου πα μας έφερε ένα λουστράκι. Έλεγα, κύριε να γυαλίσομε τα παπούτσια, μου λέγανε γυάλισε τα μούτρα σου βρε, δεν είχανε εμπιστοσύνη, σου λέγανε αυτό το παιδάκι να πούμε θα μας λερώσει και τις κάλτσες. Τέλος πάντων έτσι μεγαλώσαμε και γι΄ αυτό ήμασταν τριμμένοι και μπήκαμε μέσα στο κίνημα.
Σου λέω προπαγανδίστηκα με μια μπροσουρίτσα το «Προς τους Νέους», μ’ άρπαξε κι έπεσα με τα μούτρα μέσα στο κίνημα από 16 χρονώ.
Τώρα για να μη σας κουράσω πολύ για τα προσωπικά μου ζητήματα να σας πω για τα γεγονότα της 9ης Μαΐου στη Θεσσαλονίκη στα οποία ήμουν κι εγώ κατηγορούμενος και πρωτοστατήσαμε.
Ήμασταν τότε τροτσκιστές, αλλά δεν έχει σημασία. Σημασία είχε τι θέση παίρναμε. Πρέπει να συνειδητοποιήσετε τις αντικειμενικές συνθήκες που υπήρχαν τότες. Όταν ο Χίτλερ ανέβηκε στην εξουσία με την αξιοθρήνητη πολιτική της Σταλινικής Διεθνούς, αρνούνταν το ενιαίο μέτωπο με τη σοσιαλδημοκρατία για την εμπόδιση του Χίτλερ επάνω στην εξουσία. Αλλά οι γερμανοί εργάτες επίστευαν στους αρχηγούς τους παρόλο που οι αρχηγοί τους ίσως είχαν μεγαλύτερη συγγένεια με το φασισμό. Αλλά έπρεπε να γίνει το ενιαίο αντιφασιστικό μέτωπο, βάσει του συνεδρίου της Β΄ Συνδικαλιστικής Διεθνούς, για την εμπόδιση της ανόδου του φασισμού στη Γερμανία. Οι Σταλινικοί είχαν τότες τη θεωρία του πανφασισμού. Όλους τους Σοσιαλδημοκράτες τους αποκαλούσαν σοσιαλφασίστες, τους τροτσκιστές τροτσκιστοφασίστες, όλους εκτός από αυτούς τους θεωρούσαν φασίστες και αρνήθηκαν το ενιαίο μέτωπο. Τότες η σοσιαλδημοκρατία έπαιρνε δεκάμισι εκατομμύρια ψήφους, το κομμουνιστικό κόμμα, το σταλινικό έπαιρνε τριάμισι εκατομμύρια ψήφους και ο Χίτλερ έπαιρνε μόνο ένα εκατομμύριο.
Αντί να κάνουν το ενιαίο μέτωπο να εμποδίσουν την άνοδο του φασισμού, δεν το κάνανε γιατί λέγανε ότι σοσιαλδημοκράτες και φασίστες είναι το ίδιο νόμισμα με δύο όψεις και έτσι βρήκε την ευκαιρία και καβάλησε ο Χίτλερ στην εξουσία. Είχαν τη θεωρία σαν κρατιστές και εξουσιαστές που είναι οι σταλινικοί και έλεγαν το εξής, θα ανέβει ο Χίτλερ στην εξουσία, θα χρεοκοπήσει και θα έρθει η σειρά η δική μας.
Αυτά έχει το κοινοβούλιο, το οποίο λατρεύουν σήμερα και θα σας διαβάσω ένα τσιτάτο, ενός γερμανού αντιεξουσιαστή αναρχικού, που λέγει το εξής, δώστε προσοχή:
«Ο κοινοβουλευτισμός αποκοιμίζει την επαναστατική συνείδηση και την αποφασιστικότητα των μαζών, συντηρώντας την αυταπάτη για τη νόμιμη μεταρρύθμιση, δηλαδή ότι είναι δυνατόν το κοινοβούλιο να λύσει τα προβλήματα της εργατικής τάξης, της κοινωνίας, στις κρίσιμες στιγμές το κοινοβούλιο, λεει μετατρέπεται σε βραχίονα της αντεπανάστασης. Να γιατί εμείς οι αντεξουσιαστές αναρχικοί είμαστε εναντίον του κοινοβουλευτισμού. Γιατί δε λήγει τα ζητήματα. Γι’ αυτό λέμε αυτονομία αυτοκυβέρνηση, κι όχι τα κόμματα του Καραμανλή που όλη η φιλοσοφία πήγε στην καραμανλική οικογένεια, ούτε του Σημίτη, αυτοί που δεν έσπειραν ούτε έναν κόκκο σιτάρι ούτε κάρφωσαν ένα καρφί.
Αυτοί θέλουν να μας διευθύνουν εμείς λέμε αυτοκυβέρνηση, αυτοδιοίκηση των ίδιων των εργαζομένων, γιατί τα κόμματα βάζουν στο γύψο και στη σαλαμούρα τους εργάτες, τους κοινωνικούς παραγωγικούς παράγοντες και διευθύνουν τα φιλόσοφα κόμματα είτε του Καραμανλή είτε του Σημίτη. Εμείς είχαμε τότες πλησιάσει κι αυτόν τον ριψάσπιδο Παπανδρέου, όταν ήταν σχολιαρόπαιδο και τον μάθαμε να κάνει τον διεθνιστικό σοσιαλισμό, όχι τον εθνικιστικό σοσιαλισμό, αλλά αυτός, αν θα πάρετε ένα περιοδικό, οι Νέοι Άνθρωποι της εποχής εκείνης, δεξιό περιοδικό, που ίσως να το’ χουνε οι χρυσαυγίτες, που έχει μέσα τη δήλωση του Παπαντρέου και τη βγάλανε στα φόρα να πούμε και λένε ότι πρόδωσε και τους αρχηγούς του πρόδωσε και τους φίλους του ο Παπαντρέου στην ασφάλεια και τους μάζεψε η ασφάλεια του Μανιαδάκη τότες επί μεταξικής δικτατορίας και τους είπε αφού προηγουμένως τα παιδιά αυτά συνεννοούνταν ήταν ο Καστοριάδης, ο Τάκης ο Κύρκος, ένας Καράμπελας Χρίστος και είχαν συνεννοηθεί να μην πουν ότι αποτελούν οργάνωση, αλλά ότι απλά συνέρχονται και πλατωνικά συζητούν τα πολιτικά ζητήματα.
Αλλά τους έπιασε η δικτατορία και τους κουβάλησαν όλους στην ασφάλεια, Δεριγνί και 3ης Σεπτεμβρίου, στην οποία κάθισα κι εγώ τρεισήμισι μήνες, και τους είπε ο Μανιαδάκης ότι παιδιαρίζετε και είπαν κι αυτοί προφορικά ότι κάνουμε δήλωση, αποκηρύσσουμε δηλαδή για να γλιτώσουν τα παιδιά, δεν είχαν ακόμα κανονική συνείδηση και τους άφησαν, δεν είχαν ακόμα κανονική συνείδηση, και τους άφησε, αλλά δεν δημοσιεύτηκε η δήλωσή τους στον τύπο, όπως γινόταν με έναν άνθρωπο τον οποίο ήξεραν ότι ήταν δεδηλωμένος κομμουνιστής και έπρεπε να πει απ’ τον καιρό που γεννήθηκε μέχρι που πέθανε όλη τη δράση του. Και τους έδιωξε να πούμε, αλλά η δήλωση του Παπαντρέου είναι σύμφωνη με την ασφάλεια, είναι γνήσια μέσα από την ασφάλεια. Εμείς δεν είχαμε πρόσβαση να την πάρουμε τη δήλωση αυτή. Την πήραν όμως οι δεξιοί και υπάρχει αν πάρετε το περιοδικό. Το βγάλαν τότε οι δεξιοί, οι φασίστες, ίσως οι χρυσαυγίτες θα έχουνε τέτοια έντυπα για να ρεζιλέψουν τον Παπανδρέου.
Ο Π. Αποκήρυξε όλο το παρελθόν γιατί τον είχαν πλησιάσει οι δικοί μας στο πανεπιστήμιο κι έκανε δήλωση και τον βάλανε σε ένα παπόρι και τον στείλανε στο εξωτερικό και σπούδασε. Και αυτοί επί Παπαντρέου ακόμα κάψανε τους φακέλους μας για να καεί και ο δικός του φάκελος ο λερωμένος. Εμείς θέλαμε τους φακέλους, γιατί οι φάκελοι υπήρχαν τίτλοι τιμής για μας, που κρατήσαμε ψιλά τη σημαία του σοσιαλισμού που αυτοί την λέρωσαν και τώρα οι σοσιαλάνθρωποι του πασοκ καυχιόνται για τον αρχηγό τους. Να τον μοιάσουν! Κατέδωσε τους φίλους που συνερχόταν. Τους ευχόμαστε να τον μοιάσουν τον χαρισματικό αρχηγό και έγινε χαρισματικός μετά.
Και οι λεγόμενοι νεοδημοκράτες – από πότε έγιναν δημοκράτες τα φασιστοειδή- εμείς ζήσαμε τον Παναγή Τσαλδάρη, ζήσαμε τους ράλληδες, ζήσαμε τους παπάγους, στο πετσί μας με τα πιστοποιητικά κοινωνικών φρονημάτων. Μας εξόριζαν γιατί ο παππούς μας έτρωγε κόκκινα παντζάρια. Πότε έγιναν νεοδημοκράτες; Όταν πήγε ο Καραμανλής στο Παρίσι κι έμαθε γκολφ στικ για να παίζει; Όπως είπε ένας η Νέα Δημοκρατία είναι ένα άδειο μπουκάλι που βάλανε μια ωραία ετικέτα, γιατί είναι ένα συνονθύλευμα κι ένα αμάγαλμα και το ονόμασαν Νέα Δημοκρατία. Γιατί μήπως ο Μουσολίνι δεν ονομαζόταν σοσιαλιστής, όπως κι ο Χίτλερ; Γιατί να μην ονομαστούν κι αυτοί δημοκράτες; Δημοκρατία και σοσιαλισμός εκφυλίστηκε, έχασε την έννοιά του.
Και τώρα θά ρθω στα γεγονότα, όπως είπαμε η Θεσσαλονίκη ήταν μια πόλις με γνήσιο επαναστατικό κίνημα από τον Μπεναρόγια ακόμα βαστούσε. Τα γεγονότα ξεκίνησαν ως εξής. Οι σταλινικοί να πούμε δεν θέλανε το ενιαίο μέτωπο. Μας λέγανε αρχειοφασίστες, τροτσκιστοφασίστες και κάναν μετά μέτωπο με τα διάφορα κόμματα. Είχαν αλλάξει λιγάκι, βάλαν νερό στο κρασί τους, και άρχισαν να κάνουν μια ορισμένη δράση. Τα γεγονότα της 9ης του Μάη ξεκίνησαν από ένα καπνεργοστάσιο της Κομέρσιαλ, που βρισκόταν μεταξύ Βαρδαρίου και Διοικητηρίου. Οι εργάτες βάλαν τα αιτήματά τους και ζητούσαν την συμπαράσταση των άλλων εργατών. Το φαινόμενο της Θεσσαλονίκης: όταν ένας κλάδος κατέβαινε σε απεργία καλούσε και τους άλλους κλάδους να συμμετάσχουν για συμπαράσταση των απεργών. Ή αν δεν κατέβαιναν σε απεργία κάναν εράνους και βοηθούσαν τους απεργούς να νικήσουν. Αυτό το πράγμα ήταν πολύ συμβατικό.
Μία συγκέντρωση η οποία έγινε μεταξύ Εγνατίας και Βενιζέλου, το 5ο αστυνομικό τμήμα το οποίο βρισκόταν στα Λουτρά Παράδεισου, στην Εγνατία, βάζει φωτιά πάνω στους συγκεντρωμένους εργάτες και σκοτώνει 12-13 εργάτες και τραυματίζει πάνω 300.
Αυτό το έγκλημα, το μακελειό, συγκινεί όλη τη Θεσσαλονίκη, να χτυπάνε οι καμπάνες των εκκλησιών, άντρες, γυναίκες και παιδιά και να κατεβαίνουν στο δρόμο για το έγκλημα αυτό των χωροφυλάκων. Ο κόσμος με ξύλα, με πέτρες, με σίδερα. Κλείσαμε τους χωροφύλακες μέσα στα αστυνομικά τμήματα και ρίξαμε το σύνθημα να βάλουμε φωτιά να κάψουμε τους χωροφύλακες. Αλλά οι σταλινικοί μας θεώρησαν για προβοκάτορες, γιατί εμείς είχαμε σκοπό την πανθεσσαλονική αυτή απεργία, στην οποία είπαμε κατέβηκαν κι άλλα επαγγέλματα σε συμπαράσταση των καπνεργατών να την οδηγήσουμε σε ανώτερες μορφές πάλης. Και μην ξεχνάτε τότες το 36 η ισπανική επανάσταση βρισκόταν σε έξαρση, η μεραρχία του Ντουρούτι βρισκόταν στην Αραγόνα και οι εργάτες σηκώναν τα χέρια και φωνάζαν «Ισπανία! Ισπανία!». Αλλά οι σταλινικοί ήθελαν να το περιορίσουν σε οικονομικές διεκδικήσεις μονάχα, κι εμείς ζητήσαμε τη συμπαράσταση και των δύο ομοσπονδιών, τότες ήτανε η μία ομοσπονδία του Καλομοίρη, των ρεφορμιστών των λεγομένων τότες. Η άλλη ομοσπονδία ήταν του ΚΚΕ με τον Σκλάβενα και είχαν κάνει το Σύμφωνο Σοφούλη Σκλάβενα.
Ζητήσαμε την πανεργατική απεργία της Ελλάδος σε συμπαράσταση των εργατών της Θεσσαλονίκης και για τα θύματα τους σκοτωμένους. Αυτοί ώσπου να συνεννοηθούν πέρασαν αρκετές ημέρες και άρχισε η απεργία να ξεθυμαίνει. Επενέβη κι ο στρατός, αλλά ο στρατός συμφιλιώθηκε με τον κόσμο.
Η μανία του κόσμου ήταν εναντίον των χωροφυλάκων. Με πέτρες, ξύλα και σίδερα τους κλείσαμε μέσα στο διοικητήριο και η κατάσταση τέτοια είχε οξυνθεί, σου λεει να μην έχουμε τα καλά της Ισπανίας συνεννοήθηκε η ηγεσία τότες των εργαζομένων που ήταν οι περισσότεροι τότες σταλινικοί αλλά υπήρχαν και ένας δύο δικοί μας μέσα ο ένας στο σωματείο των υφαντουργών. Την απεργιακή επιτροπή την είχαν αποτελέσει οι γραμματείς των σωματίων και τις κλαδικές επιτροπές τα συμβούλια. Εγώ ήμουν στο συμβούλιο των τσαγκαράδων. Και συμφώνησαν να διαλυθούμε γιατί τα θύματα θα αποζημιωθούν, οι ένοχοι θα φυλακιστούν και τους έδωσε ο Ζέπος ο σωματάρχης του Γ' Σώματος ότι θα τιμωρηθούν και επίστεψαν στις υποσχέσεις του σωματάρχη και μας είπαν μαζί κι ο βουλευτής του ενιαίου μετώπου ο Σινάκος από την Απανομή έβγαινε , και μας είπαν ότι πρέπει να έχουμε εμπιστοσύνη στα λόγια ενός ανώτάτου αξιωματικού και να διαλυθείτε και να πάτε στα σπίτιά σας να ησυχάσετε κι ότι θα τιμωρηθούν οι ένοχοι. Αυτοί βλέποντας ότι ο κόσμος δεν φεύγει, ο στρατός που ήταν μέσα από τη Θεσσαλονίκη είχε συμφιλιωθεί μα τον κόσμο και άρχισαν να μας λένε να διαλυθούμε να διαλυθούμε αλλά στο διάστημα αυτό αυτοί έφεραν στρατό από τη Λάρισα και ιππικό και το λιμάνι της Θεσσαλονίκης γέμισε πλοία και την άλλη μέρα άρχισαν οι συλλήψεις.
Εγώ συνελήφθηκα με άλλους 52 και σταλινικούς μέσα και μας στείλανε στη Μίκρα κι από κει στην εξορία Και επιπλέον αφού σκότωσαν τόσους ανθρώπους και τραυμάτισαν τόσους κάναν και μια δίκη στην Έδεσσα και μας δικάζουν πέντε κι έξι χρόνια φυλακή.
Εν τω μεταξύ η Ελλάδα έπεσε στους Γερμανούς με την κατάληψη και εμείς βρεθήκαμε στις εξορίες και πολλοί από αυτούς τουφεκίστηκαν στο σκοπευτήριο της Καισαριανής και στον Ζερό της Λαρίσης. Ήμουν κι εγώ μέσα στην παρτίδα αυτή κι αν δεν δραπέτευα δυο τρεις φορές από τα χέρια τους θα ήμουν τώρα μακαρίτης. Δραπέτευσα απ’ το τμήμα μεταγωγών του Πειραιώς.
Αλλά ούτε δικάστηκαν ούτε η δίκη έγινε, την κάναν τυπικά να πούμε για να δικαιολογηθούν δήθεν ότι εμείς είμαστε οι υποκινητές των γεγονότων, ενώ αυτοί μας διέλυσαν, ενώ αυτοί σκότωσαν τον κόσμο, μας φυλάκισαν κι από πάνω μας ζητούσαν και δικαστικά έξοδα. Αυτή είναι η κατάστασις.
Πρέπει να έχετε υπόψη σας ότι ο εξουσιασμός, η πολιτική της εξουσίας, είναι καταστρεπτική για την κοινωνία και γενικώς για τους εργαζομένους. Η εξουσία την οποία την ασκούν τα διάφορα κόμματα και οι φωτισμένοι αρχηγοί τους διαφθείρει. Ο ένας τα λεει άσπρα και ο άλλος τα λεει μαύρα. Κι όλοι κοιτάζουν για το ψητό της εξουσίας. Αλλά αυτοί οι εξουσιαστές, ας πάρουμε το σταλινικό κόμμα και στο Συνασπισμό, αυτοί δεν ψήφισαν την κυβέρνηση Τζανετάκη, τα δύο κόμματα του εσωτερικού και εξωτερικού, αυτοί δεν ψήφισαν την κυβέρνηση και τώρα είπε ο Φλωράκης ότι θα κερδίσει η ΝΔ. Δεν αποκλείεται πολλοί σταλινικοί ψήφοι να πάνε στη ΝΔ, γιατί το ΠΑΣΟΚ τους κλέβει ψήφους από το ΚΚΕ. Μην ξεχνάτε ότι αυτοί είναι αντάξιοι απόγονοι του Στάλιν. Ο Στάλιν έκανε σύμφωνο με τον Χίτλερ και μοίρασαν μισή μισή την Πολωνία. Γιατί να μην πάνε και αυτοί με τη ΝΔ. Και ψήφισαν την κυβέρνηση Τζανετάκη. Η εξουσία διαφθείρει. Εδώ σκοτώνει η γυναίκα τον άντρα της για να βασιλέψει αυτή, ο γιος σκοτώνει τον πατέρα για να βασιλεύσει και τώρα βγαίνει ένα φασούλι και λεει ότι τον Γεώργιο τον Α΄ τον Δανό τον σκότωσε ο βασιλεύς ο Κωνσταντίνος τότες για να πάρει την εξουσία αυτός. Και είπαν τότες ότι ένας Μαχαίρας, αναρχικός, τον σκότωσε κτλ.
Λοιπόν, εμείς θέλουμε την εξουσία να την ασκούν οι ίδιοι οι εργαζόμενοι, αλλά να συνέρχονται σε συγκεντρώσεις κατά εργοστάσια, κατά συνοικίες και να αυτοκυβερνούνται οι άνθρωποι, όχι να έχουμε τους χαρισματικούς ηγέτες και τα κόμματα να μας διευθύνουν οι φιλόσοφοι αυτοί, οι χαρισματικοί αρχηγοί. Εμείς ξέρουμε τα προβλήματα της κοινωνίας και εμείς πρέπει να αποφασίζουμε να τα λύνουμε. Εμείς πρέπει να ψηφίζουμε τους νόμους, κι αν ένας νόμος που τον ψηφίζουμε βγει λανθασμένος, να έχουμε το δικαίωμα να τον ανακαλέσουμε. Όχι να περιμένουμε 4-5 χρόνια για να τον ανακαλέσουμε.
Το καπιταλιστικό σύστημα είναι βρωμερό, θέλει ανατροπή, θέλει δυναμίτη στα θεμέλια, δεν είναι δυνατό να ζήσει. Και θα σας πω κι ένα ανέκδοτο. Δε θα λεει μονάχα ο Χριστόδουλος ανέκδοτο που περιμένει λεει ο γείτονας να ψοφήσει η κατσίκα του γείτονα γιατί μπαίνει μέσα στον κήπο του.
Το ανέκδοτο το έμαθα από έναν ανατολίτη τούρκο κι έλεγε το εξής. Την παλιά εποχή δεν υπήρχαν τράπεζες. Οι Εβραίοι έκαναν την τοκογλυφία. Ένας μπέης τούρκος είχε χρεοκοπήσει το τσιφλίκι του γιατί έκανε αγαθοεργίες και από τις πλημμύρες πλημμύρισε και φώναξε τους Εβραίους να πάρει δάνειο. Και πήγαν οι Εβραίοι και του λένε θα σου δώσουμε δάνειο αλλά θέλω 50% τόκο και το τσιφλίκι ενέχυρο σε 5 χρόνια. Αν δεν το ξοφλήσει θα το πάρουμε. Πολλά ρε παιδιά λεει, Τι είναι αυτό. Εκείνη την ώρα μπήκε ο χότζας μέσα, ήταν γνωστός του Τούρκου. Έλα εδώ ρε χότζα λεει, εσύ ήξερες τι άνθρωπος ήμουνα. Έπαθα λοιπόν τη ζημιά και ζητάω ένα δάνειο και μου λένε αυτά κι αυτά. Λένε οι εβραίοι δεν είναι πολλά γιατί ο νόμος του Σολόμωντος λεει αυτό κι αυτό και αυτό. Είπαν ορισμένες δικαιολογίες οι Εβραίοι. Λεει ο Χότζας, εγώ δεν ξέρω τι λεει ο νόμος του Σολόμωντος, ξέρω τι λεει το Κοράνι μας και το Κοράνι μας λεει. Εκεί που είναι τα ψοφίμια πέφτουν τα κοράκια. Τον βρήκατε κι εσείς ψόφιο και θέλετε να του πάρετε το τσιφλίκι. Αυτή τη δουλειά την κάνουν σήμερα οι τράπεζες. Παίρνουν από τον κόσμο 2 και 2,5% και τοκίζουν με 5 και με 6%. Αυτός είναι ο καπιταλισμός, αυτή είναι η παγκοσμιοποίηση που θέλουν να κάνουν.
Σας είπα δεν είμαι θεωρητικός πρακτικά τα ξέρω αυτά τα πράγματα και ευχαριστώ που με ακούσατε και εύχομαι να ασπαστείτε κι εσείς την άποψη, μου έλεγε ένας εσύ τι ψηφίζεις; εγώ δεν ψηφίζω, μουντζώνω. Τι να ψηφίσεις δηλαδή; Τους σοσιαλανθρώπους του ΠΑΣΟΚ; Να τον μοιάσουν τον αρχηγό τους, να γίνουν κι αυτοί ριψάσπιδοι όπως ήταν ο αρχηγός τους. Αυτά αγαπητοί φίλοι, με συγχωρείτε αν τα είπα λίγο απλά και καυτερά. Σας είπα εγώ δεν ήμουν θεωρητικός ήμουν απλός εργάτης, δεν μ’ άφησε ο καπιταλισμός να σπουδάσω.
Στην κρίση του 1929-30 οι αρχειομαρξιστές είχαν κάνει μια επιτροπή, είχαν συλλάβει το πρόβλημα της ανεργίας και είχαν κάνει μια τριανταμελή επιτροπή στη Θεσσαλονίκη και μια πενηνταμελή επιτροπή στην Αθήνα και διεκδικήσαμε μερικά συσσίτια και λίγο ψωμί, γιατί τότες δεν υπήρχε ΙΚΑ. Εμείς δουλέψαμε 25 –30 χρόνια χωρίς ΙΚΑ και πετροβολούσαμε το ΙΚΑ, λέγαμε ότι πρέπει να γίνει ΙΚΑ όπως ήταν στην Ευρώπη και τότες επί Μεταξά το έβαλε σε λειτουργία. Δεν το έβαλε από θέληση. Το έβαλε το ΙΚΑ γιατί έβλεπε ότι η Ελλάδα έπρεπε να μπει στη γραμμή την πολιτιστική των ευρωπαϊκών κρατών και τότες κάναν και το εξής έγκλημα ψήφιζαν συλλογικές συμβάσεις 55 δραχμές και οι καπνεργάτες και οι τσιγαράδες είχαν με τις απεργίες πάρει 80 και 100 δραχμές και σχολούσαν τα εργοστάσια τους εργάτες που είχαν μεγάλα ημερομίσθια και τους παίρναν βάσει της συλλογικής σύμβασης. Εμείς λέγαμε το ΙΚΑ να το πληρώνει το κράτος κι ο εργοδότης, όχι οι εργάτες, αλλά αυτοί μας κάναν κουμπαρά πληρώνουν οι εργοδότες και το κράτος. Να έχετε υπόψη σας το εξής. Τότες υπήρχαν ορισμένα ταμεία από χρήματα των εργατών, ή ήταν τα αμάξια που καταργούνταν και μπαίναν τα αυτοκίνητα και οι εργάτες μετάλλου είχαν ιδιωτικά ταμεία και βάζαν τα χρήματά τους στην τράπεζα και τα έπαιρνε η τράπεζα και τα δάνειζε στους βιομηχάνους , έξω ο τόκος είχε 8 και 10 % και αυτοί τα δάνειζαν με 4 και 5 τα χρήματα των εργατών. Εμείς λέγαμε ότι οι εργάτες δεν πρέπει να πληρώνουν, οι εργοδότες αυτοί πρέπει να πληρώνουν να πούμε το ΙΚΑ αλλά αυτοί μας κάναν κουμπαρά και πληρώνουν οι εργάτες ΙΚΑ και τα χρήματα αυτά των ταμείων τα πήρε ο Μεταξάς και τα κανε γραμμή Μεταξά. Κι έλεγε ότι αφού μπει ο εχθρός θα πάρει και τα ταμεία και πρέπει να τον εμποδίσουμε τον εχθρό, αλλά αφού μπήκανε οι Γερμανοί μέσα και χωρίς τη γραμμή Μεταξά και κατέλαβαν την Ελλάδα.
Τι άλλο να σας πω, τι να πρωτοθυμηθώ δηλαδή που είχαμε τραβήξει στο πετσί μας, τα πιστοποιητικά πολιτικών φρονημάτων; Αυτές οι δεξιές κυβερνήσεις όλες, εμείς λεει ταράζαμε τη χώνεψη των αφεντικών κι έπρεπε να μας στείλουν εξορία χωρίς να κάνουμε τίποτα. Εμένα δεν με πιάσανε δηλαδή να κάνω καμιά πράξη. Επειδή ήξεραν ότι κάναμε απεργίες και υποκινούσαμε τον κόσμο για απεργίες, λεει μας χαλάτε την χώνεψή μας και ας τους στείλουμε εξορία. Ένας χρόνος εξορία δεν έκανες δήλωση για να αναγνωρίσεις στον Μεταξά, δεύτερος τρίτος, τέταρτος, κάθισα 5 χρόνια πεντέμισι στη Γαύδο. Άλλος κάθισε έξι χωρίς να κάνεις τίποτα κι όλα αυτά τα κάνανε οι δεξιοί. Τι είναι η ΝΔ ένα αμάγαλμα ανομοιογενών μετάλλων. Που ψηφίζουν οι χρυσαυγίτες; Αυτοί που διάβασαν το βιβλίο του Φεσσόπουλου, ήταν ένας αρχιχαφιές, έκανε ένα βιβλίο τότε ενάντια στον κομμουνισμό. Και τότε για να γνωρίζουν τους κομμουνιστές βάλανε και το Χριστιανός ορθόδοξος στις ταυτότητες. Οι παλιές ταυτότητες δεν είχαν χριστιανός ορθόδοξος. Εγώ είχα παλιά ταυτότητα τότε, την οποία δεν έχω σήμερα και δεν είχε το θρήσκευμα. Όποιος είναι θρήσκος ας το βάλει στην πόρτα του, ας το βάλει όπου θέλει, όχι όμως ντε και καλά. Εμένα με βάφτισαν χριστιανό ορθόδοξο και κατάλαβα ότι η ορθοδοξία να πούμε πουλάει Χριστό με το δράμι. Έχει εμπορευματοποιηθεί και αυτή όπως έχουν εμπορευματοποιηθεί όλα τα αγαθά. Αυτά πρέπει να έχετε υπόψη σας και να μην παρασύρεστε από τα διάφορα κόμματα. Θα διαβάσετε ένα βιβλίο του Γιάννη του Καρύτσα όπου λεει ο Στήνας, να μην έχετε αυταπάτη γι’ αυτούς και να ‘χετε υπόψη σας ότι εντός ολίγου θα κυκλοφορήσει ένα βιβλίο με τα θύματα των τροτσκιστών των Αρχειομαρξιστών στην Ελλάδα από τη σταλινική βρωμιά, με φωτογραφίες και με ονόματα. Γιατί ο Τσαουσέσκου, ο Ζιβκοβιτς, όλοι αυτοί πέρασαν από δικαστήρια, οι Έλληνες δεν πέρασε κανείς. Χειροκροτούσαν τον πατερούλη Στάλιν όταν σκότωνε τους αντιπάλους του. Ποιος θα τους δικάσει αυτούς; Μόνο η εργατική τάξη μπορεί να τους δικάσει. Υπολογίζουμε γύρω στις δύο χιλιάδες γνωστοί και άγνωστοι οι οποίοι έχουν καθαριστεί κατά τη διάρκεια της Εαμοκρατίας. Εμένα με έπιασαν πολλές φορές στα φρουραρχεία ΕΛΑΣ. Εδώ, είχα φύγει από τη Θεσσαλονίκη. Αν ήμουν εκεί, με ξέραν και οι πέτρες, δεν θα γλίτωνε το κοκαλάκι μου. Αλλά εδώ σ’ έπιανε το φρουραρχείο ΕΛΑΣ, με πιάσαν και οι Χύτες εδώ στο χημείο «από τους δικούς μας ΕΛΑΣ;». Τι ΕΛΑΣ μπελάς εγώ είμαι της τσαγκαρέλας του λεω. Έχεις ταυτότητα; Ψηλά τα χέρια. Ψηλά τα χέρια. Βγάλαν αυτοί την αυτότητα. Θέλανε να πούνε γιατί φορούσα ένα χακί παντελόνι και πουκάμισο, ναι από τους δικούς σας του ΕΛΑΣ και να με πελεκίσουν οι Χύτες του Γρίβα τότες και οι ταγματασφαλίτες οι Ράλληδες. Αυτά έχει σύντροφοι η κοινωνία και γι΄ αυτό ακριβώς πρέπει, λέμε είμαστε αντεξουσιαστές, θέλουμε την εξουσία να την ασκεί η ίδια η εργατική τάξις και όχι τα διάφορα κόμματα αυτοί οι φιλόσοφοι οι χαρτογιακάδες που μας διευθύνουν. Σας ευχαριστώ που με ακούσατε και μην με παρεξηγείτε που τα είπα λίγο χοντρά. Αν θέλετε να κάνετε καμιά ερώτηση.
ΜΙΑ ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ
Παρέμβαση: Είχε τύχει να σε πρωτοσυναντήσω Μπαρμπα-Γιάννη σε ένα τριήμερο του Ράδιο Ουτοπία το 95 στη Θεσσαλονίκη και θα ήθελα να μας μιλήσεις για τη στάση της ομάδας σας στα χρόνια της κατοχής. Είπε κι ο Γιάννης ο Καρύτσας ορισμένα πράγματα πριν αλλά νομίζω ότι πρέπει να ειπωθούν κάποια πράγματα περισσότερα εδώ γιατί έχει σημασία ένα περιστατικό που συνέβη τότε όταν εγώ σε είχα πρωτοδεί πρώτη φορά το 95 που τόχα κρατήσει έτσι στο μυαλό μου. Συζητούσαμε τότε με έναν αναρχικό για την ιστορία με τους ζαπατίστας και μου λέει ότι οι απόψεις που έχετε εκφράσει εσύ και ορισμένοι άλλοι ενεντίον των Ζαπατίστας είναι απαράδεκτες και ότι ο αναρχισμός δεν έρχεται οπωσδήποτε σε αντίθεση με εθνικοαπελευθερωτικά κινήματα. Και του λέω, ότι εδώ έχουμε άσχημη άποψη για τον ΕΑΜ ΕΛΑΣ δεν θα έχουμε άσχημη άποψη για τους Ζαπατίστας και επειδή βρισκόσουν εσύ δίπλα μου, μου λεει, καλύτερα να πάμε λίγο παραπέρα γιατί δε θέλω να μας ακούσει ο Μπαρμπα-Γιάννης να μιλάμε για τον ΕΑΜ ΕΛΑΣ γιατί μπορεί να πάρει την μαγκούρα και να μας κυνηγήσει. Θέλω να πω ότι το να είναι κανείς αναρχικός αντεξουσιαστής δεν σημείνει ότι είναι κιόλας υπέρ κινημάτων της εργατικής τάξης και εναντίον εθνικοαπελευθερωτικών κινημάτων και γι΄αυτό θα ήθελα να βοηθήσεις κι εσύ να ξεκαθαριστούν κάποια πράγματα πάνω σε αυτό το θέμα γιατί είναι κάτι γύρω από το οποίο υπάρχει τρομερή σύγχυση στον αναρχικό αντεξουσιαστικό χώρο. Και γι’ αυτό θα ήθελα να μας μιλήσεις περισσότερο για τη διεθνιστική σας στάση στην Κατοχή πώς ήσασταν ενάντια στους Βελουχιώτιδες και σ’ όλους αυτούς τους εθνικοαπελευθερωτές ας πούμε τότε, όλους αυτούς που ξεκινώντας από το ΕΑΜ ΕΛΑς και φτάνοντας μέχρι τους Ζαπατίστας σήμερα ή τον Κάστρο πολύς κόσμος εξακολουθεί να τους μπλέκει στο μυαλό του με τα απελευθερωτικά κινήματα της εργατικής τάξης.
Πολλοί τότε και Αρχειομαρξιστές νόμιζαν ότι το εθνικοαπελευθερωτικό κίνημα είχε σαν σκοπό να διώξει τους Γερμανούς διότι ήταν καταπιεστές και πολλοί προσεχώρησαν και στο ΕΑΜ ακόμα. Αλλά η πολιτική αυτή ήταν εσφαλμένη. Συγκεκριμένα, ένας Σταύρος Βερούχης, ο οποίος είχε εκλεγεί και για τη ΠΕΑ την κυβέρνηση του βουνού, όταν είχε ανακαλυφθεί μια ποσότητα λαδιού και ήθελε αυτός να το μοιράσει στους χωρικούς που είχαν πάθει αποβιταμίνωση, ενώ η ηγεσία του ΕΑΜ ΕΛΑΣ έλεγε να μοιραστεί στους αντάρτες.
(θα ακολουθήσει και μια μικρή συμπλήρωση ακόμη της απομαγνητοφώνησης της ομιλίας σύντομα...)
athens.indymedia.org/front.php3?article_id=10699&group=webcast
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου