Σάββατο 29 Δεκεμβρίου 2007

Εθνικισμός και ενδοτισμός: μια πάγια αντίφαση

Του ΕΥΤΥΧΗ ΜΠΙΤΣΑΚΗ, καθηγητή Πανεπιστημίου

Η ελληνική διπλωματία συνεχίζει να αντιμετωπίζει τρία αδιέξοδα: Κυπριακό, σχέσεις με τη FYROM, σχέσεις με τη «σύμμαχη» Τουρκία. Αλλά αδιέξοδο δεν σημαίνει στασιμότητα. Τουλάχιστον ως προς το «Σκοπιανό» και το Κυπριακό, ο χρόνος δουλεύει σε βάρος των καλώς νοούμενων ελληνικών συμφερόντων. Ας δούμε λοιπόν «πώς γίναν τα πράγματα» (Βάρναλης). Μια σύντομη αναφορά στα γεγονότα θα αναδείξει την πάγια αντίφαση της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής: την αντίφαση εθνικισμού και ενδοτισμού.

1 Κυπριακό

Σήμερα την ευθύνη για το μέλλον της Κύπρου την επωμίζεται καταρχήν η κυβέρνηση της Κυπριακής Δημοκρατίας, μέλους του ΟΗΕ κ.λπ. Πώς φθάσαμε όμως στο σημερινό αδιέξοδο;

Μετά την αντιφασιστική νίκη το 1945, η μόνη λύση του Κυπριακού, η μόνη σύμφωνη με τις διακηρύξεις των «συμμάχων» και τις αρχές του ΟΗΕ, καθώς και με τις ελπίδες της πλειοψηφίας (τότε!) των κατοίκων του νησιού (93% ψήφισαν υπέρ της Ενωσης σε σχετικό δημοψήφισμα) θα ήταν η Ενωση. Μέλη του ΟΗΕ, η Σοβιετική Ενωση, χώρες που μετείχαν στο κίνημα των αδεσμεύτων κ.λπ. θα ψήφιζαν υπέρ της Ενωσης, λύσης που θα εξασφάλιζε και τα δικαιώματα των Τουρκοκυπρίων. Προφανώς η αγγλική διπλωματία θα μετερχόταν και τότε όλα τα δυνατά μέσα για να αποκλείσει την Ενωση. Με αυτό το δεδομένο, τι έκαναν οι τότε και οι μετέπειτα ελληνικές κυβερνήσεις; Πρώτα άφησαν να χαθεί πολύτιμος χρόνος. (Αυτά τα χρόνια εξάλλου είχαν ανάγκη την Αγγλία για να αντιμετωπίσουν τον «εσωτερικό εχθρό».) Στη συνέχεια (1955) έστειλαν στην Κύπρο τον φασίστα Γρίβα για να οργανώσει τον ένοπλο αγώνα. Οι ορδές του Γρίβα δολοφονούσαν Τουρκοκύπριους και αριστερούς. Συνέπεια: οι σχέσεις ειρηνικής συμβίωσης των δύο κοινοτήτων μετατράπηκαν, ώς έναν βαθμό, σε σχέσεις εχθρότητας. Την εθνικιστική πολιτική διαδέχτηκε η ενδοτική διπλωματία η οποία κατέληξε στις λεγόμενες «προδοτικές» συμφωνίες της Ζυρίχης και του Λονδίνου (1959). Η δυνατότητα της Ενωσης είχε ακυρωθεί, μαζί και η προοπτική για ενιαία και ανεξάρτητη Κύπρο. Ακολούθησε το πραξικόπημα της χούντας (1974), η τουρκική εισβολή και η de facto διχοτόμηση.

Ετσι «γίναν τα πράγματα». Τι έκαναν έκτοτε οι ελληνικές κυβερνήσεις; Αφησαν πάλι να χαθεί πολύτιμος χρόνος και όταν τέθηκε το πρόβλημα της εισόδου της Τουρκίας στην Ε.Ε. η ελληνική κυβέρνηση δεν αξιοποίησε το ισχυρό όπλο του βέτο για να απαιτήσει την άρση της κατοχής και την επανένωση της Κύπρου. Αντί για βέτο, η ελληνική κυβέρνηση συγκατατέθηκε στην υποψηφιότητα της Τουρκίας. Μέγιστο δείγμα δειλίας και συμμόρφωσης στις αξιώσεις των «συμμάχων». Ετσι φτάσαμε στο διχοτομικό και μη βιώσιμο σχέδιο Ανάν, το οποίο ενέκριναν μεν τα δύο μεγάλα κόμματα της χώρας μας, αλλά το απέρριψε με ισχυρή πλειοψηφία ο κυπριακός λαός.

Μετά τον Γρίβα, ο άδοξος ενδοτισμός. Και τώρα τι; Το πρόβλημα καταρχήν είναι πρόβλημα των Κυπρίων και της κυβέρνησής τους. Αυτό όμως δεν σημαίνει έλλειψη ευθύνης, για σήμερα και για το μέλλον, των ελληνικών κυβερνήσεων. Λοιπόν; Η κατοχή μονιμοποιείται και αλλοιώνεται η σύνθεση του πληθυσμού του νησιού. Στόχος της Τουρκίας είναι η διχοτόμηση και η προσάρτηση τμήματος της Κυπριακής Δημοκρατίας. Οι ΗΠΑ, εξάλλου (και οι Αγγλοι;) επεξεργάζονται σχέδια αντίθετα με τα ψηφίσματα του Συμβουλίου Ασφαλείας και με την προοπτική της επανένωσης. Εν τω μεταξύ το θράσος της Τουρκίας και της ηγεσίας του ψευδοκράτους έφτασε μέχρι το σημείο να διαμαρτύρονται για την «απομόνωση» των Τουρκοκυπρίων. Αλλά στον βαθμό που υπάρχει απομόνωση, αυτή είναι άμεση συνέπεια της κατοχής και της φιλοτουρκικής στάσης της Ε.Ε. και του ΝΑΤΟ. Ακόμη και ο γενικός γραμματέας του ΟΗΕ, Μπαν Γκι Μουν, έφτασε να ζητάει «την άρση της απομόνωσης των Τουρκοκυπρίων». Μόνη «έξωθεν» φωνή στήριξης της Κύπρου αυτές τις μέρες ήταν οι δηλώσεις του υπουργού Εξωτερικών της Ρωσίας, ο οποίος μάλιστα επέκρινε την έκθεση του Μπαν Γκι Μουν και γενικότερα τη στάση του στο θέμα της Κύπρου. Ενδιαφέρονται πράγματι οι «ανθρωπιστές» της Δύσης για τους Τουρκοκύπριους; Ας πιέσουν την Τουρκία να αποσύρει τον στρατό κατοχής.

Ετσι φτάσαμε σε νεκρό σημείο. Ο χρόνος εργάζεται υπέρ των Τούρκων μικρο-ιμπεριαλιστών. Προοπτική; Τον Φεβρουάριο οι Κύπριοι θα εκλέξουν νέο πρόεδρο. Η πιθανότατη εκλογή του κ. Χριστόφια θα αποτελούσε στοιχείο για μια ορθή, εθνικά και διεθνιστικά πολιτική, με στόχο την επανένωση και την ανεξαρτησία της Κυπριακής Δημοκρατίας.

2 Η περίπτωση της FYROM

Ας δούμε τώρα πώς λειτούργησε η πάγια αντίφαση της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής -η αντίφαση εθνικισμού και ενδοτισμού- και στην περίπτωση της FYROM. Η χώρα αυτή (κρατίδιο κατά τους μεγαλοϊδεάτες «μακεδονομάχους» μας) έγινε δεκτή το 1993 ως μέλος του ΟΗΕ. Επί πορτογαλικής προεδρίας ο τότε υπουργός Εξωτερικών Πινέιρο πρότεινε (αρχές του 1992) δύο προσχέδια για τη λύση του «μακεδονικού». Η ηγεσία της FYROM, ανίσχυρη ακόμη εσωτερικά και διεθνώς, θα δεχόταν, όπως λεγόταν τότε, σύνθετη ονομασία. Αλλά το όνομα «Νέα Μακεδονία» ξεσήκωσε θύελλα διαμαρτυριών από μητροπολίτες, πολιτικούς, ανεύθυνους «μακεδονομάχους». Τόσο η κυβέρνηση της Ν.Δ. όσο και η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ δεν τόλμησαν να πάνε αντίθετα στο ρεύμα. Η στάση της Ελλάδας καθορίστηκε (και τότε) από μικροκομματικούς υπολογισμούς. Οι εσωτερικοί μικροϋπολογισμοί είχαν καθορίσει γι' άλλη μία φορά την εξωτερική πολιτική. Ο χρόνος λειτούργησε υπέρ των Σλαβομακεδόνων. Οι πρώην «κομουνιστές» ηγέτες της FYROM, μεταλλαγμένοι τώρα από το μαγικό ραβδί της Κίρκης, καθώς και τα μετέπειτα αμερικανοτραφέντα νεόφυτα έπαιξαν -τι άλλο- το χαρτί του εθνικισμού. Από τον «ήλιο της Βεργίνας» μέχρι το αεροδρόμιο «Μέγας Αλέξανδρος» και τον γελοίο ισχυρισμό ότι είναι απόγονοι του Μεγάλου Αλεξάνδρου, όταν είναι γνωστό ότι τα σλαβικά φύλα άρχισαν την κάθοδό τους στα Βαλκάνια από τα μέσα του 6ου αιώνα, δηλαδή περίπου 1.000 χρόνια μετά την ακμή του βασιλείου των Μακεδόνων. (Για την κλασική Ελλάδα οι Μακεδόνες ήταν βάρβαροι, για τους εθνικιστές της FYROM, ήταν Σλάβοι. Αλλη μια ιδεολογική χρήση της Ιστορίας.) Σήμερα η FYROM έχει αναγνωριστεί με το όνομα Μακεδονία από την πλειοψηφία των χωρών-μελών του ΟΗΕ. Οι «Σκοπιανοί» είναι ανένδοτοι. Η ιδέα εξάλλου να χρησιμοποιείται το όνομα «Μακεδονία» για εσωτερική χρήση και να βρεθεί κοινά αποδεκτό όνομα για διεθνή χρήση και γελοία είναι και μη λειτουργική και τέλος, θα αποτελούσε ακραίο «επίτευγμα» της διεθνούς υποκρισίας.

Λοιπόν; Εγκλωβισμένη στη στείρα εθνικιστική θέση «ούτε Μακεδονία ούτε σύνθετο όνομα», η ελληνική διπλωματία έδωσε στη FYROM τον αναγκαίο χρόνο για να ενισχύσει τη διεθνή θέση της. Με δεκαπέντε χρόνια άρνησης, μποϊκοτάζ και διαλώσεις «αγανακτισμένων» με εθνικιστικά κηρύγματα ιερωμένων, με αλλεπάλληλες συσκέψεις, συναντήσεις και διαβουλεύσεις, φτάσαμε στο σημερινό αδιέξοδο. Πρόσφατα ο κ. Νίμιτς δεν πρότεινε τίποτε ουσιαστικό. Και η ελληνική κυβέρνηση απειλεί τώρα με βέτο για την ένταξη της FYROM στο ΝΑΤΟ και ελπίζει πάντα αφελώς στις ΗΠΑ, οι οποίες έχουν αναγνωρίσει το «κρατίδιο» ως Μακεδονία. [Ο κ. Πάουελ είχε την ευγένεια να μας εξηγήσει γιατί «αναγνώρισε τα Σκόπια» και εξέφρασε τη λύπη του για την απόρριψη του Σχεδίου Ανάν («Καθημερινή», 1η Απριλίου 2007)] Πολλοί ξένοι και δικοί μας αριστεροί υποστηρίζουν το «δικαίωμα» να διαλέγει ο καθένας το όνομά του. Σύμφωνοι! Αλλά χωρίς διαστρεβλώσεις της Ιστορίας, της υπαρκτής πραγματικότητας και χωρίς αλυτρωτισμούς. Οι εθνικιστές της FYROM εξάλλου φαίνεται ότι δέχονται τον ρόλο προτεκτοράτου των ΗΠΑ, όπως και οι εθνικόφρονες αστοί μας πλουτίζουν από τη συνεργασία τους με το «κρατίδιο», χωρίς να συνειδοτοποιούν την αντίφαση λόγων και έργων. Τλήμων Αρετή!

3 Οι σχέσεις με την Τουρκία

Ο χώρος δεν επιτρέπει μια περιληπτική έστω σκιαγραφία του προβλήματος. Η ένταση στις σχέσεις των δύο «συμμάχων» είναι γνωστή. Ενα και μόνον ερώτημα: Τι έκαναν όλα αυτά τα χρόνια οι ελληνικές κυβερνήσεις; Εδώ πάντα λειτούργησε ένας ψοφοδεής ενδοτισμός, λες και οι Τούρκοι ήταν ανόητοι να μας κηρύξουν πόλεμο! Ετσι: συνομιλίες, φιλίες, κουμπαριές «χαμηλόφωνες» αντιδράσεις. Ελπίδες ότι «η Τουρκία θα καταλάβει, αφού θέλει να γίνει μέλος της Ε.Ε.! Δηλαδή; Οταν έπρεπε να χρησιμοποιηθεί το βέτο υπέρ της Κύπρου δεν χρησιμοποιήθηκε. Τώρα θα χρησιμοποιηθεί; Εν τω μεταξύ, «σύμμαχοι», στο ΝΑΤΟ. «Οικοδόμηση μέτρων εμπιστοσύνης» για δευτερεύοντα θέματα, χωρίς να θίγονται τα ουσιώδη. Η Τουρκία να απειλεί με πόλεμο για τα 12 μίλια, να απαιτεί από την Ελλάδα να αποδεχτεί την ύπαρξη τουρκικής μειονότητας στη Θράκη και «συνδιαχείριση». Και οι «σύμμαχοι» εξοπλίζονται και λες και πάμε για πόλεμο η Ελλάδα αγοράζει 450 ρωσικά τανκς και οι δύο χώρες εξοπλίζονται με F-16, Μιράζ, τανκς, πολεμικά πλοία κ.λπ., σε βάρος και των δύο λαών. Και τώρα ετοιμάζεται η ίδρυση κοινής χερσαίας μονάδας στο πλαίσιο της Δύναμης Ταχείας Αντίδρασης του ΝΑΤΟ! Κολοσσιαίοι εξοπλισμοί με συνακόλουθη οικονομική αιμορραγία τοις του ΝΑΤΟ ρήμασιν πειθόμενοι!

4 Γενικές παρατηρήσεις

Ενα αντιφατικό πλέγμα εθνικισμού και ενδοτισμού χαρακτηρίζει συνολικά την ελληνική εξωτερική πολιτική περίπου τα τελευταία εκατό χρόνια: μικρασιατική εκστρατεία, «Ελλάδα των δύο ηπείρων και των πέντε θαλασσών», Μικρασιατική Καταστροφή, «κατάσταση πολέμου» με τη γειτονική Αλβανία επί δεκαετίες λόγω αντικομμουνισμού, με τις γνωστές συνέπειες για τους Ελληνες της Βορείου Ηπείρου. Καταστροφική πολιτική εθνικισμού και ενδοτισμού σε βάρος της Κύπρου. Παρόμοια πολιτική στην περίπτωση της FYROM. Συμφέροντα και φαντασιώσεις της «ηγέτιδος» τάξης μας, «προστασία» και σχέσεις υποτέλειας σε έναν ταραγμένον αιώνα, μικρόψυχοι, μικροκομματικοί υπολογισμοί, ανικανότητα, όλα αυτά σ' ένα ιστορικά μεταβαλλόμενο πλέγμα αλληλοκαθορισμού καθόρισαν και καθορίζουν τις αντιφάσεις της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής.

«Είμαστε έθνος ανάδελφον». Η ρήση του πρώην Προέδρου της Δημοκρατίας δεν ήταν αφελής. Εξέφραζε μια διαδεδομένη αντίληψη κακομοιριάς και κουτοπονηριάς. Ως «ανάδελφοι» δεν έχουμε υποστηρικτές! Πάντα μας πρόδωσαν οι ξένοι. Πάντα, ή σχεδόν πάντα φταίνε οι άλλοι! Να ελπίσουμε ότι κάποτε οι ελληνικές κυβερνήσεις θα θελήσουν να ασκήσουν μια πράγματι εθνική πολιτική, η οποία θα είναι ταυτόχρονα πολιτική ειρήνης και συνεργασίας με τους γειτονικούς λαούς;


ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ - 28/12/2007

Δεν υπάρχουν σχόλια:


Αναγνώστες