Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΑΝΑΡΧΙΑ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΑΝΑΡΧΙΑ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Πέμπτη 12 Νοεμβρίου 2009

“Mise en point: Η Ελλάδα, η Γαλλία και ο Κομμουνισμός”



Αόρατη Επιτροπή

Όλοι συμφωνούν. Θα εκραγεί. Στις αίθουσες των συνελεύσεων, όπως και χθές στο καφέ, φτάσαμε σ’ αυτό συμπέρασμα μαζί, με τόλμη ή γενναιοδωρία. Ευχαριστηθήκαμε υπολογίζοντας τα ρίσκα. Ήδη ανιχνεύουμε τις προληπτικές επιχειρήσεις που διεξάγονται τέμνοντας το έδαφος με το πλέγμα τους. Οι εορτασμοί της πρωτοχρονιάς πήραν μια αποφασιστική τροπή εδώ. “Αυτή είναι η τελευταία χρονιά που θα ‘χουμε στρείδια! [σημ. της ελλ. μετάφρασης: huitre=στρείδι, γαλλική αργκοτική λέξη για τους μπάτσους και εν γένει τους ηλίθιους]. Προκειμένου το πλήθος να μην παρασυρθεί εντελώς από την παραδοσιακή ελευθεριότητα, είναι αναγκαίο να έχει κανείς τους 36.000 μπάτσους και τα 16 ελικόπτερα που έστειλε η Michèle Alliot-Marie [υπουργός δικαιοσύνης], που καθηλωμένη, έψαχνε παντού στις κινητοποιήσεις των μαθητών του Δεκέμβρη [2008] τρέμοντας το παραμικρό σημάδι μιας μετάδοσης από τους Έλληνες. Στο βάθος των καθησυχαστικών σχολίων, ακούμε όλο και πιο καθαρά τις θορυβώδεις προετοιμασίες για ανοιχτό πόλεμο. Κανείς δεν μπορεί να συνεχίσει ν’ αγνοεί τη ρητή, ψυχρή, ρεαλιστική επιτάχυνσή του, που δεν μπαίνει καν πια στον κόπο να παρουσιαστεί σαν μια ειρηνευτική επιχείρηση.

Δευτέρα 2 Νοεμβρίου 2009

Συνέντευξη του Γ.Δημητράκη



.
Για την Αστυνομία είναι μέλος της συμμορίας των «ληστών με τα μαύρα». Συνελήφθη στη διάρκεια ληστείας τράπεζας και καταδικάστηκε σε ποινή κάθειρξης 25 ετών.
Πριν από λίγες ημέρες το υπουργείο Προστασίας του Πολίτη επυκήρυξε τα υπόλοιπα μέλη της ομάδας με 600.000 ευρώ, διαρρέοντας ταυτόχρονα ότι εκτός από ληστές είναι και μέλη τρομοκρατικών οργανώσεων.
Ο αναρχικός Γιάννης Δημητράκης μιλά για πρώτη φορά μέσα από τις Φυλακές Δομοκού όπου βρίσκεται για τους επικηρυγμένους συντρόφους του, την πρόσφατη επίθεση στο Αστυνομικό Τμήμα Aγίας Παρασκευής, την οργάνωση «Συνωμοσία των πυρήνων της φωτιάς», ενώ απαντά και στον υπουργό Προστασίας του Πολίτη κ. Μιχάλη Χρυσοχοϊδη που δήλωσε χαρακτηριστικά: «Εχουμε πόλεμο»

- Στη ληστεία της 17ns Ιανουαρίου του 2006 όπου και σε συνέλαβαν, διέφυγαν, σύμφωνα με τις διωκτικές αρχές, οι Σίμος και Μάριος Σεϊσίδης και Γρηγόρης Τσιρώνης, τους οποίους πριν από λίγες ημέρες ο κ. Χρυαοχοίδης επικηρυξε για 600.000ευρώ.
Πιστεύεις ότι θα βρεθούν άνθρωποι που θα δώσουν πληροφορίες;


- Πράγματι, οι διωκτικές αρχές, κάποιοι ελεεινοί κονδυλοφόροι και ορισμένοι μόνιμοι κάτοικοι τηλεοπτικών παραθύρων μαζί με τον υπουργό Δημόσιας Τάξης, και όχι όπως αρέσκεται η κυβέρνηση στο νέο όνομα Προστασίας του Πολίτη, έχουν στήσει το σκηνικό για επίδοξους κυνηγούς κεφαλών. Oπως επίσης είναι γεγονός ότι διαχειριστές της πολιτικής εξουσίας προσπαθούσαν ανέκαθεν να διαμορφώσουν μέσα στους κόλπους της κοινωνίας τη νοοτροπία του χαφιεδισμού και του αλληλοκαρφώματος, άλλοτε με απειλές και άλλοτε με κάθε είδους αμοιβές.
Ευτυχώς, η συνειδητοποιημένη ελληνική κοινωνία, αυτή δηλαδή που αναγνωρίζει τον εχθρό της γιο όσα δεινά υφίσταται είτε στους κυβερνητικούς τρομοκράτες είτε στις οικονομικές ελίτ και όχι σε τρεις καταζητούμενοι αναρχικούς, έχει ιστορικά αντισταθεί σε τέτοιες πρακτικές και αυτό θεωρώ ότι θα γίνει και τώρα.
Επειδή ωστόσο υπήρχαν και πάντα υπάρχουν επίδοξοι επιθεωρητές Κλουζό και δαιμόνιες Αγκάθα Κρίστι, έχω να τους πω ότι τη ρουφιανιά πολλοί την αγάπησαν, αλλά τον ρουφιάνο ουδείς...

- Κατά την άποψή σου, η σύλληψη τους είναι κοντά;

- Αυτό δεν το ξέρω και μακάρι κάτι τέτοιο να μη συμβεί ποτέ. Εκείνο που ξέρω είναι πως αν συλληφθούν, ούτε οι απολυμένοι θα βρουν δουλειά, ούτε οι μισθοί θα αυξηθούν, αλλά και κανείς που αγωνίζεται από το πρωί μέχρι το βράδυ τρέχοντας σαν είλωτας σε μία, δύο και τρεις δουλειές θα δει να αλλάζει κάτι στη ζωή του.

- Θεωρείς ότι θα παραδοθούν χωρίς μάχη;

- Θεωρώ ότι «μάχη» με τη στενή έννοια του όρου, δηλαδή ανταλλαγή πυροβολισμών, δεν θα υπάρξει. Γιατί απλά δεν θα συλληφθούν ποτέ. Ξέρω και είμαι σίγουρος ότι μάχονται καθημερινά για να παραμένουν ελεύθεροι. Οι άνθρωποι, βλέπετε, αγαπούν την ελευθερία.

- Τι θα έκανες αν βρισκόσουν στη θέση τους;

- Ακριβώς το ίδιο. Κι εγώ θα απέφευγα τη σύλληψη μου, η οποία έτσι όπως έχει διαμορφωθεί η όλη κατάσταση θα σήμαινε τη σίγουρη καταδίκη μου για όποιο αδίκημα πραγματοποιήθηκε από τις 16 Ιανουαρίου του 2006, από τότε δηλαδή που έγινε η ληστεία στην Εθνική.

- Τι μήνυμα θα τους έστελνες μέσα από τη φυλακή;

- Τη φιλία μου και την αγάπη μου το ξέρουνε ότι την έχουν. Οπότε θα τους έλεγα κάτι που είχε πει ο Καζαντζάκη: «Νιώθω σαν να χτυπάμε τα κεφάλια μας στα σίδερα. Πολλά κεφάλια θα σπάσουν, μα κάποια στιγμή θα σπάσουν και τα σίδερα».

- Κατά την άποψη σου, τι εξυπηρετεί αυτή η επικήρυξη;

- Θεωρώ ότι η κίνηση της επικήρυξης εντάσσεται στον επικοινωνιακό σχεδιασμό του υπουργείου Δημόσιας Tαξns να συνδράμει στην εικόνα που θέλει να περάσει η κυβέρνηση: ότι παράγει έργο. Δυστυχώς, αυτό το πλάνο περνάει μέσα από τη στρατικοποίηση, με πάρα πολλές δυνάμεις αστυνομικών στα Εξάρχεια και βέβαια με αναμόχλευση υποθέσεων ένοπλης πάλης, όπως είπε και ο ίδιος ο υπουργός, που καταλήγει στην επικήρυξη των τριών συντρόφων.
Μην ξεχνάς ότι τα στοιχεία που παρουσιάζονται για την εμπλοκή τους σε ομάδες αντάρτικου πόλης δεν είναι τίποτε παραπάνω από ειδήσεις οι οποίες κυκλοφορούσαν μέσω διαρροών από τη ΓΑΔΑ σε εφημερίδες εδώ και έξι μήνες.
Για μένα, όλα είναι ένα επικοινωνιακό τρικ και ίσως και κατασκευή μιας δικαιολογίας για την επιχειρησιακή ανικανότητα της Αστυνομίας να βρει άτομα που προβαίνουν σε δυναμικές ενέργειες.
Να δεις ότι στο μέλλον μπορεί να ακούσουμε και δικαιολογίες του τύπου «αφού δεν μπορούμε να βρούμε τους καταζητούμενους, που είναι σίγουρα τρομοκράτες, πώς να ξετυλίξουμε το κουβάρι της ένοπλης πάλης;».

- Δηλαδή θες να πεις ότι η κυβέρνηση κατασκευάζει τρομοκράτες...

- Αυτό είναι το μόνο σίγουρο. Το κάνουν χρόνια τώρα. Αυτή είναι η πάγια τακτική της κυβέρνησης, με σκοπό μόνο και μόνο να αποδείξει ότι παράγει έργο.

- Το πρόσφατο τρομοκρατικό χτύπημα στο Αστυνομικό Τμήμα της Αγίας Παρασκευής θεωρείς ότι είναι η απάντηση στην επικήρυξη;

- Θα σας απαντήσουν αυτοί που το έκαναν με κάποια προκήρυξη. Η δική μου άποψη είναι τελείως άκυρη. Ρωτήστε καλύτερα τους συναδέλφους σας τους δημοσιογράφους, οι οποίοι εκτός του ότι γνωρίζουν τα πάντα, ξέρουν επίσης να δικάζουν και να καταδικάζουν πάρα πολύ καλά. Εχουν γίνει και εφέτες και εισαγγελείς και πρόεδροι.

- Από την Ασφάλεια διαρρέουν πληροφορίες ότι εσύ και οι φερόμενοι ως συνεργοί σου δεν είστε απλοί ληστές, αλλά συμμετέχετε και σε τρομοκρατικές οργανώσεις. Τι απαντάς;


- Κοίταξε. Αυτά για τα οποία δεν έχουμε κατηγορηθεί ακόμα από αυτές τις περίφημες «διαρροές», είναι για εμπόριο ναρκωτικών, σωματεμπορία, βιασμοί ανήλικων κοριτσιών και λατρεία στον σατανά.
Ξέρω ότι πολλά ευφάνταστα μυαλά στην Ασφάλεια διεγείρονται με τη μίξη όλων αυτών και ειλικρινά ζητώ συγγνώμη που τους ξενερώνω λέγοντάς τους ότι αυτά συμβαίνουν μόνο στις αμερικάνικες ταινίες που βλέπουν και στα βιβλία που διαβάζουν.

- Σύμφωνα με την Αστυνομία ανήκετε στη συμμορία των «ληστών με τα μαύρα». Ποια είναι η απάντηση σου;

- Η «συμμορία με τα μαύρα» είναι ένας άστοχος και ευφάνταστος δημοσιογραφικός ή αστυνομικός τίτλος που δεν έχει καμία πραγματική βάση και που συνεχίζεται να χρησιμοποιείται από τα μέσα ενημέρωσης παρά το γεγovός ότι στο δικαστήριο που έγινε κατέρρευσε παταγωδώς. Οπως ακριβώς συνεχίζουν ακόμη και σήμερα να μου αποδίδουν επτά ληστείες, ενώ ξέρουν ότι έχω αθωωθεί για τις έξι, και να μιλάνε για απίστευτα ποσά τα οποία έχω στην κατοχή μου, ενώ από το δικαστήριο έγινε δεκτό ότι τα χρήματα ήταν του αναρχικού χώρου.
Και όλα αυτά τη στιγμή που γνωρίζουν ότι η μεγαλειώδης συμπλοκή που περιγράφουν δεν υπήρξε ποτέ και κυρίως όσον αφορά στους τρεις φίλους και συντρόφους για τους οποίους εκδόθηκαν εντάλματα σύλληψης με στοιχεία που σε μένα φαντάζουν αστεία.
Και εν πάση περιπτώσει, να πούμε και κάτι το οποίο είναι θέμα κοινής λογικής: οι κάμερες στις τράπεζες είναι συνήθως παλιάς τεχνολογίας και αποτυπώνουν χρώματα μόνο σε άσπρο και μαύρο. Οι ληστές, ξέρετε, είθισται να πηγαίνουν στις τράπεζες με σκούρα ρούχα, ειδικά τον χειμώνα, και όχι ντυμένοι σαν τον κύριο Φλωρινιώτη όταν εμφανίζεται στο μαγαζί που τραγουδάει...

- Δικαιολόγησες τη συμμετοχή σου στη ληστεία όπου και σε συνέλαβαν κάνοντας λόγο για απαλλοτρίωση. Ποια είναι η διαφορά της απαλλοτρίωσης από την κοινή ληστεία;

Τη διαφορά την κάνει το υποκείμενο, αν και για μένα οι δύο αυτές έννοιες απέχουν όσο απέχουν οι πολιτικοί όροι από την πραγματική ζωή. Ενα άτομο για να ονομάσει την ενέργεια του «απαλλοτρίωση» δεν χρειάζεται τίποτε άλλο από το περάσει από τη φυσική αντίδραση του για τις σημερινές συνθήκες που βιώνει στη συνειδητοποιημένη επαναστατική του θέση, που δεν είναι άλλη από τη μάχη ενάντια στους κυρίαρχους αυτού του κόσμου. Τη διαφορά τη νοηματοδοτεί το υποκείμενο αυτής της πράξης.

- Η τράπεζα την οποία λήστεψες δέχτηκε στη συνέχεια απανωτές εμπρηστικές επιθέσεις και υποχρεώθηκε να κλείσει. Ηταν μια εκδίκηση που πήραν κάποιοι στο πρόσωπο σου;

- Κατ' αρχάς δεν ξέρω αν έκλεισε η συγκεκριμένη τράπεζα. Εν πάση περιπτώσει, οι επιθέσεις που γινόντουσαν την εποχή της σύλληψής μου προφανώς και ήταν εκδηλώσεις αλληλεγγύης.
Για την πλειονότητα της κοινωνίας η τράπεζα αποτελεί σίγουρα έναν αδίστακτο οικονομικό μηχανισμό που καθημερινά ξεζουμίζει χιλιάδες οικογένειες. Και όλοι γνωρίζουν ότι οι τραπεζικοί κολοσσοί ευθύνονται για τη σημερινή οικονομική κρίση, την οποία πληρώνει ο λαός.

- Αυτοπροσδιορίζεσαι αναρχικός. Πιστεύεις στην ένοπλη βία;

- Μέσα στην εξέλιξη των κοινωνικών αλλαγών έχουν διαμορφωθεί διάφορες μορφές πάλης. Ο καθένας επιλέγει τη μορφή δράσης που πιστεύει ότι συμβαδίζει με την πολιτική αναγκαιότητα της εποχής που ζει. Εγώ προσωπικά πιστεύω ότι δεν συντρέχει καμία ιστορική ή αντικειμενική συνθήκη ώστε να αφεθεί κάποιο συγκεκριμένο μέσο πάλης στο χρονοντούλαπο της ιστορίας. Απεναντίας, ζούμε σε μια πολύ βίαιη εποχή, όπου τα κράτη σε παγκόσμιο επίπεδο ασκούν τρομοκρατία σε όλους.

- Πριν από λίγες ημέρες είχαμε την επίθεση στο Αστυνομικό Τμήμα της Αγίας Παρασκευής. Συμφωνείς με τέτοια χτυπήματα;

- Σημασία έχει πως φαίνονται αυτές οι επιθέσεις στα μάτια της κοινωνίας, χωρίς τον παραμορφωτικό γκεμπελισμό των media. Εγώ δεν είμαι ούτε τιμητής ούτε εκτιμητής ενεργειών ένοπλης πάλης. Δεν έχω διεκδικήσει, ούτε θα μπορούσα ποτέ να διεκδικήσω έναν τέτοιο τίτλο.

- Κάποιοι αντιεξουσιαστές λένε ότι στο πρόσωπο των αστυνομικών που πυροβολήθηκαν τιμωρείται η αστυνομική βία. Συμφωνείς με αυτή την άποψη;

- Είτε το θέλουμε είτε όχι, οι ένστολοι εκπρόσωποι της τάξης και ασφάλειας, όπως ονομάζονται, έχουν συνδέσει την υπηρεσιακή τους ύπαρξη με την καταστολή και τη βία: με τυχαίους εκπυρσοκροτισμούς, με βιασμούς γυναικών, με θανάτους μεταναστών μέσα σε Αστυνομικά Τμήματα, με ξυλοδαρμούς, με βασανιστήρια, με αυθαιρεσίες, με εξευτελισμούς και με πολλά άλλα πράγματα τα οποία διαδραματίζονται είτε σε κλειστούς χώρους είτε στον δρόμο. Ο καθένας, συνυπολογίζοντας όλα αυτά, ας βγάλει τα συμπεράσματα του.

- Η λογική της συλλογικής ευθύνης δεν είναι όμως ο μεγαλύτερος φασισμός;

- Αυτή η λογική θα πρέπει να αναζητηθεί στους νικητές των ιστορικών κοινωνικοπολιτικών συγκρούσεων, οι οποίοι και την ανήγαγαν σε συνήθη πρακτική. Το γεγοvός ότι κάποιοι ανταποδίδουν ό,τι λαμβάνουν χρόνια τώρα πιθανόν ξενίζει κάποιους, αλλά τι να κάνουμε; Ο,τι σπέρνεις, θερίζεις.

- Πιστεύεις ότι περνάμε σε μία φάση ένοπλης βίας χωρίς κανόνες; Για παράδειγμα, μέχρι σήμερα δεν είχε χτυπηθεί ποτέ γυναίκα. Τι έχεις να πεις γι'αυτά τα «τυφλά χτυπήματα»;

- Δεν ξέρω αν είναι «τυφλά χτυπήματα». Οσα έχουν συμβεί τα τελευταία χρόνια εντάσσονται σε επιθέσεις εναντίον στόχων που ιστορικά ανήκουν στο εξουσιαστικό σύστημα καταπίεσης και καταδυνάστευσης της ανθρώπινης κοινωνίας. Ποτέ δεν έχω δει να στοχοποιείται κάποιος απλός πολίτης.

- Τι συναισθήματα σου δημιουργεί η απόπειρα δολοφονίας μιας 23χρονης κοπέλας;

- Καλύτερα να ρωτήσετε εκείνους που έχουν πέσει νεκροί από τα πυρά των αστυνομικών.

- Πρέπει 19χρονα παιδιά να είναι στόχοι τρομοκρατών;

- Οι αστυνομικοί που χτυπήθηκαν δεν χτυπήθηκαν επειδή ήταν νέα παιδιά. Χτυπήθηκαν για άλλους λόγους, οι οποίοι προφανώς δεν έχουν καμία σχέση με την ηλικία τους. Θα μας τους πουν αυτοί που το κάνανε.

- Πριν από λίγο διάστημα συνέλαβαν νεαρούς στο Χαλάνδρι με την κατηγορία ότι συμμετείχαν στην οργάνωση «Συνωμοσία των πυρήνων της φωτιάς». Αυτοί είναι τρομοκράτες;

- Τρομοκράτες είναι αυτοί που μας καταδικάζουν καθημερινά σε έναν αργό θάνατο. Σε μια ζωή χωρίς ζωή. Αυτοί που σε 19χρονα παιδιά έστησαν χωρίς στοιχεία μια πλεκτάνη προκειμένου να αλλάξουν την ισορροπία μιας διαφαινόμενης εκλογικής τους ήττας.

- Πώς είναι η ζωή σου στη φυλακή;

- Τόσο δύσκολη όσο και των υπόλοιπων κρατουμένων. Τα προβλήματα των ελληνικών κολαστηρίων είναι πια γνωστά σε όλους και ειδικά στους δημοσιογράφους. Να ξέρετε πάντως ότι όλοι μας εδώ μέσα δεν θα αφήσουμε ούτε την αξιοπρέπειά μας ούτε το δικαίωμα μας στην ελευθερία να σαπίσουν στα κελιά των φυλακών.

- Κυκλοφορείς ανάμεσα σε ποινικούς. Πώς σου συμπεριφέρονται;

- Κατ' αρχάς διαφωνώ με τον όρο «ποινικός». Δεν συμφωνώ σε διαχωρισμούς ανάμεσα σε κρατουμένους. Η συμπεριφορά των ανθρώπων απέναντι μας εξαρτάται και από τη συμπεριφορά τη δική μας απέναντι τους. Ολα είναι μια εντύπωση. Με μια δεύτερη ματιά τίποτα δεν είναι έτσι όπως το φανταζόμαστε.

-Αν μπορούσες να δραπετεύσεις θα το έκανες;

- Θα σου απαντήσω με ένα σύνθημα: «Το πάθος για τη λευτεριά είναι δυνατότερο απ' όλα τα κελιά.

- Ο κ. Χρυσοχοϊδης ανακοίνωσε ότι αφαιρεί φρουρούς από πολιτικούς και επιχειρηματίες, θα τον συμβούλευες να τους αφαιρέσει ή να τους αφήσει;

- Αυτοί που ανέφερες θα τον συμβουλεύσουν σίγουρα πολύ καλύτερα από μένα τι να κάνει!

- Τι θα απαντούσες στην πρόσφατη δήλωση του «έχουμε πόλεμο»;

- Με μια πρώτη ματιά μπορεί κάποιος να πιστέψει ότι η δήλωση του κ. Χρυσοχοΐδη αφορά αποκλειστικά άτομα τα οποία προβαίνουν σε ένοπλες επιθέσεις εναντίον κρατικών ή άλλων στόχων, αλλά με μια πιο προσεκτική ανάγνωση στα πεπραγμένα των προηγούμενων κυβερνήσεων θα δει ότι ο πόλεμος αυτός εξαπολύεται διαχρονικά ενάντια στις ευάλωτες κοινωνικές τάξεις. Πόλεμο έχουμε εδώ και πάρα πολλά χρόνια. Απλά δεν το ομολογούν. Αυτές οι πολεμικές ιαχές και κραυγές πίσω από την ασφάλεια υπουργικών γραφείων και πολυάριθμης φρουράς δεν ξέρω σε τι εξυπηρετούν.

- Ποιοι δεν θα πρέπει να κοιμούνται ήσυχοι στην Ελλάδα από δω και στο εξής;

- Αυτοί ακριβώς που κοιμόντουσαν ανήσυχοι και πριν.

- Στις 9 Δεκεμβρίου είναι η δίκη σου στο Εφετείο. Μέσα σε ένα τέτοιο κλίμα πώς βλέπεις να διαμορφώνονται τα πράγματα για σένα;

- Βλέποντας το αποτέλεσμα της πρωτόδικης απόφασης αλλά και γενικά τη στάση της Δικαιοσύνης απέναντι σε όλους τους κρατουμένους, δεν μπορώ να πω ότι έχω πολλά περιθώρια αισιοδοξίας. Από εκεί και πέρα θα δώσω τη μάχη μου με τη βοήθεια των δικηγόρων μου.

- Υπάρχει κάτι για το οποίο έχεις μετανιώσει;

- Κάθε απόφαση και επιλογή την παίρνω μετά από πολλή σκέψη και μέσα από τις αρχές και τις αξίες που έχω. Και είμαι έτοιμος να τη στηρίξω με την ίδια μου τη ζωή. Μέχρι τέλους.

- Πώς βλέπεις τη ζωή σου μετά;

- Μέσα από τη φιλοσοφική ρήση «Carpe diem». Ή αλλιώς «Αδραξε τη μέρα»...

Κυριακή 4 Οκτωβρίου 2009

Συνωμοσία Πυρήνων της Φωτιάς-Ανάληψη Ευθύνης

Ανάληψη

ΕΤΣΙ ΕΙΝΑΙ... ΑΝ ΕΤΣΙ ΝΟΜΙΖΕΤΕ...

Στους δύσκολους καιρούς ποτέ δεν εγκαταλείψαμε τη μάχη, μπορεί τα σκυλιά να αλυχτούσαν τριγύρω μας αλλά

οι καυτές ανάσες τους ποτέ δεν μας άγγιξαν, κοιταχτήκαμε μεταξύ μας, σιγουρέψαμε τις αποφάσεις μας,

τσεκάραμε τα όπλα μας, ρωτήσαμε το μίσος μας και είπαμε: "πάμε ξανά...αυτή τη φορά ως το τέλος..."

Μετά την επίθεση μας στο υπουργείο Μακεδονίας-Θράκης και την αναγγελία εθνικών εκλογών, δύο πυρήνες μας σε συνεργασία με τους συντρόφους της Φράξιας Μηδενιστών επέλεξαν κι αποφάσισαν να χτυπήσουν σπίτια και γραφεία πολιτικών προσώπων, ενεργοποιώντας γι'άλλη μια φορά την στρατηγική της κοινωνικής πρόκλησης. Η αρχή για το μπαράζ των βομβιστικών επιθέσεων αποφασίστηκε να ξεκινήσει από το σπίτι της υποψήφιας του ΠΑΣΟΚ, Λούκα Κατσέλη, στο Κολωνάκι όπως και έγινε. Η απόφαση των υποδομών μας ήταν να κορυφωθεί και να ολοκληρωθεί η επιχείρηση μέσα στις επόμενες δύο μέρες. Όμως την ίδια μέρα της επίθεσης, παρακολουθήσαμε έκπληκτοι τους δημοσιογράφους να εκστασιάζονται και να αναγγέλλουν εξάρθρωση της οργάνωσης μας, εισβολή σε γιάφκα στο Χαλάνδρι, πολυήμερες παρακολουθήσεις, επιτυχία της ΕΥΠ, εντοπισμός και ταυτοποίηση

αποτυπωμάτων από προηγούμενες επιθέσεις μας, σενάρια για την λογική των συγκοινωνούντων δοχείων...

Και όλα αυτά ενώ την ίδια μέρα είχαμε πραγματοποιήσει ανενόχλητοι την επίθεση μας στο Κολωνάκι κάτω απ' την μύτη της αστυνομίας και είχαμε επιστρέψει αλώβητοι. Τα γεγονότα μόνο γέλιο και σαρκασμό θα μπορούσαν να προκαλέσουν, αν δεν συνοδεύονταν με διώξεις ατόμων που φωτογραφίζονταν ως μέλη της οργάνωσης μας με συμμετοχή στον επιχειρησιακό βραχίονα. Ένα τέλειο σκηνικό για να

ικανοποιηθεί το κανιβαλικό ένστικτο, δημοσιογράφων και κοινωνίας που εδώ και μήνες επιζητούν διακαώς συλλήψεις τρομοκρατών. Προεκλογικό τρικ…εσωτερικά παιχνίδια των μπάτσων...τεχνάσματα εκφοβισμού...δεν γνωρίζουμε κι ούτε θα μπούμε στην λογική τους.

Όμως αυτά που ακούστηκαν μας σφηνώθηκαν για τα καλά στο μυαλό και η μόνη λέξη που ξεστομίσαμε δίχως δεύτερη σκέψη ήταν "ΕΚΔΙΚΗΣΗ".

Εκδίκηση για την φιέστα που έστησαν πάνω στις υποτιθέμενες συλλήψεις μας, με αφορμή τα 20 χρόνια από την εκτέλεση του γλοιώδη Π.Μπακογιάννη,

με πρωταγωνιστή την χοντρή τσατσά,τον Καραμανλή, που εκφώνησε αλαζονικά τον πανηγυρικό του ενάντια στον επαναστατικό τερορισμό.

Εκδίκηση για τα σκουλήκια τους δημοσιογράφους που πουλούσαν πνεύμα μιλώντας για "τρομοκράτες της κατσαρόλας και του playstation", για αρχηγούς και πιτσιρικάδες υποτακτικούς. Εκδίκηση όμως και για τους ευαίσθητους μέντορες της προοδευτικής δημοσιογραφίας που έκαναν λόγο για καλά παιδιά της διπλανής

πόρτας με ανησυχίες. Εκδικήση για την πουτάνα την κοινωνία που χαμογελούσε χαιρέκακα θεωρώντας πως μας ξεφορτώθηκε για να κοιμάται ήσυχη χωρίς ενοχές κι ανασφάλειες. Εκδίκηση για τα τσουτσέκια τους μπάτσους που το παίζουν μάγκες, με αλεξίσφαιρα και προτεταμένα τα αυτόματα, υπό το καθεστώς μιας ανάπηρης και στημένης νίκης, αλλά όταν επιτιθόμασταν τη νύχτα στα τμήματα για να τους κάψουμε, κλαψούριζαν κι έτρεχαν να κρυφτούν κάτω από τα γραφεία τους.

Εκδίκηση για τους καργιόληδες τους εισαγγελείς κι ανακριτές που πιστεύουν οτί μπορούν να τυλίξουν το μίσος και την συνείδηση μας, το συναίσθημα και τη λογική μας μέσα στα χαρτιά μιας δικογραφίας και να μας φοβίσουν.

Εκδίκηση για όλα αυτά που ζούμε, αυτά που χάνουμε, για όλα αυτά που ούτως ή άλλως θα κάναμε έχοντας διαλέξει το νέο αντάρτικο πόλης ως όρο ζωής.

Σήμερα οι διώκτες μας, όπως και εμείς, ξέρουμε πολύ καλά την αλήθεια. Ξέρουμε πως η παράσταση τους δεν πείθει μυαλά που είναι ικανά να σκεφτούν, ούτε φοβίζει ανθρώπους που διάλεξαν για πατρίδα το μέρος εκείνο που τολμούν οι λίγοι.

Για τους υπόλοιπους μας είναι αδιάφορο.

Άλλωστε πριν μερικούς μήνες και συγκεκριμένα τον Μαϊο,όταν τοποθετήσαμε εκρηκτικούς μηχανισμούς στα Α.Τ. Σταυρούπολης και Πεντέλης,

είχαμε γράψει:"το αποτέλεσμα (είναι) ακόμα πιο φτωχό και γραφικό. Οι περισσότεροι συλληφθέντες "διώκονται για τις ιδέες τους" ή περνούσαν τυχαία από το σκηνικό της επίθεσης. Εμείς δεν πιστεύουμε πως μια σύλληψη πρέπει να'ναι οσιομαρτυρική...ούτε ότι ένας κατηγορούμενος πρέπει να θυσιαστεί για το καλό της υπόθεσης. Αλλά σίγουρα πρέπει να γνωρίζουμε πως οι επιλογές μας έχουν κι ευθύνες. Όσο πιο πολύ τις σκεφτόμαστε τόσο πιο σίγουροι είμαστε άρα και πιο απαιτητικοί από τον εαυτό μας και τους συντρόφους μας."

Με αυτό τον τρόπο θέλουμε να κάνουμε κατανοητό πως είμαστε άνθρωποι που τιμάμε τα λόγια μας ως συμβόλαιο ζωής. Γι'αυτό το λόγο θα είμασταν

τουλάχιστον λιγόψυχοι και ασυνεπείς με τον εαυτό μας εάν απαρνούμασταν τις θέσεις και τις αρχές μας σε περίπτωση σύλληψης, λέγοντας πως

αποκηρύσσουμε και καταδικάζουμε οποιαδήποτε βίαιη ενέργεια, ή αν δηλώναμε πως δεν γνωρίζουμε την οργάνωση την οποία συμμετέχουμε, όπως

διέρρευσε από τους δημοσιογράφους ότι δήλωσαν δύο απο τους συλληφθέντες. Πράγμα λογικό για τα παιδιά αφού δεν είχαν καμία σχέση μαζί μας.

Επίσης είμαστε περήφανοι για τις επιλογές και τις πράξεις μας κι έχουμε τα κότσια, το προνόμιο και τη τιμή να κοιτάμε κατάματα τον εαυτό

μας στον καθρέφτη δίχως να κρυβόμαστε από ντροπή. Έτσι αντίστοιχα δεν θα κρύβαμε τα πρόσωπα μας σε περίπτωση σύλληψης, όπως τα άλλα δύο νεαρά

άτομα που κατηγορήθηκαν ως μέλη της οργάνωσης. Στην τελική αν κάποιος πρέπει να κρύψει το πρόσωπο του από ντροπή αυτή είναι η κοινωνία για την

κατάντια της.

Όσο αναφορά το ακλόνητο στοιχείο που "δένει" την υπόθεση δηλαδή η ύπαρξη,ωρολογιακού εκρηκτικού μηχανισμού τοποθετημένου σε χύτρα,

που βρέθηκε(;) στο σπίτι στο Χαλάνδρι, εμείς δεν θα κάνουμε τους ντετέκτιβ ούτε καν θα αναφέρουμε τις εκτιμήσεις μας για τα πως και τα γιατί.

Σίγουρα όμως πρέπει να ξεκαθαρίσουμε κάτι, οι αυτοσχέδιοι μηχανισμοί δεν αποτελούν κάποιο είδος πατέντας, πόσο μάλλον όταν μιλάμε για απλά

κυκλώματα πυράκτωσης, επιτραπέζια ρολόγια και χύτρες, δηλαδή υλικά που κυκλοφορούν ευρέως στο εμπόριο και δεν αποτελούν κάποιο αποκλειστικό

copyright μιας οργάνωσης,ή modus operandi όπως αναφέρουν οι διωκτικές αρχές. Τέλος, η συγκεκριμένη μεθοδολογία χρησιμοποίησης της κατσαρόλας

ως σκεύους ενίσχυσης του ωστικού κύματος χρησιμοποιείται από τον 19ο αιώνα από τους γάλλους τεροριστές και μηδενιστές(Ανρί,Ραβασόλ,Βαγιάν...)

μέχρι και σήμερα στην Ιταλία απ'την αναρχική οργάνωση F.A.I. αλλά και στην Ελλάδα από εμάς και από την οργάνωση με την ονομασία ΕΝ.Ε.ΔΡΑ.

Πως μπορεί δηλαδή η πιθανή ανεύρεση ενός εκρηκτικού μηχανισμού διαχρονικής και διεθνούς εμβέλειας και τεχνοτροπίας να θεωρείται σύμβολο-σφραγίδα

μιας συγκεκριμένης ομάδας όπως η Συνωμοσία Πυρήνων της Φωτιάς;

Κάτι βρωμάει στην υπόθεση κι αυτό δεν θα το βρούμε εμείς. Το ίδιο ας αναρωτηθούν όλοι όσοι πίστεψαν, ότι κρυβόμασταν στην Πολυτεχνειούπολη, ενώ την ίδια ώρα που τα κτήρια της ήταν περικυκλωμένα από ασφαλίτες και δημοσιογράφους εμείς τοποθετήσαμε την βόμβα στο πεδίο του Άρεως στην συγκέντρωση του χοντρού. Τό άσυλο που για εμάς είναι αδιάφορο, για την αστυνομία πάντα αποτελούσε διακαή πόθο .Εμείς δεν θα ασχοληθούμε άλλο μ'αυτά, αναζητούμε ήδη καινούργιους στόχους.

Τέλος για να προνοούμε για το μέλλον, ώστε να καθορίζουμε το παρόν μας με νηφαλιότητα και διαύγεια ξεκαθαρίζουμε πως η θέση αιχμαλωσίας για κάποιον από εμάς δεν σημαίνει θέση αδυναμίας. Έχουμε έναν αξιακό κώδικα που θα τιμήσουμε μέχρι το τέλος και μια μνήμη που δεν θα την λερώσουμε με τα σκουπίδια της ανάκλησης,της ασυνέπειας και της λήθης. Με απλά λόγια οι ύαινες της αλληλεγγύης να κρατήσουν τα νύχια τους μακριά από εμάς,οι καλοθελητές,οι προσωπικότητες, οι "παλιοί", αυτοί που "ξέρουν", οι μητέρες-τερέζες και όλο το σκυλολόι τους να ασχοληθούν με πιο εύκολα και πρόθυμα θύματα, γιατί εμείς δεν είμαστε εύκολη λεία για τα δόντια τους και θα τους τα σπάσουμε. Ακόμα και στη χειρότερη στιγμή ένας επαναστάτης πρέπει να ξέρει να τιμάει τους συντρόφους και τους φίλους του με τρόπο μοναδικό και να περιφρονεί τους αχυράνθρωπους ενός πρόστυχου ενδιαφέροντος και δήθεν ανθρωπισμού που καρατομεί την επαναστατική συνείδηση και πρακτική,οδηγώντας την στην γκιλοτίνα του συμβιβασμού. Γιαυτό καλούμε τους νέους συντρόφους να απορρίψουν την νοοτροπία των καφενείων που μετατρέπονται σε press room ανακοίνωσης δελτίων τύπου απο τους ειδήμονες της αλληλεγγύης και να ανανεώσουν συνομωτικά τις συναντήσεις τους, εκεί που τα σχέδια και οι καθαρές κουβέντες αντικαθιστούν τα κουτσομπολιά

Ο φόβος και η αμηχανία να δώσουν τη θέση τους στην τόλμη και την αποφασιστικότητα, ο θυμός να γεννήσει θύελλες οργής και ο καθένας ας ρωτήσει τη καρδιά του "αν όχι τώρα... πότε; αν όχι εμείς... ποιοι;"

Έπειτα από τα τελευταία γεγονότα με πρωτοβουλία των συντρόφων που είχαν χτυπήσει τη Κατσέλη προτάθηκε μια αναδιάρθρωση του σχεδίου δράσης. Επειδή πιστεύουμε πως αυτή η αιχμάλωτη καθημερινότητα που μας περιβάλλει, δεν είναι αποτέλεσμα ενός συμπαγούς ενιαίου διευθυντηρίου εντολών το οποίο καθοδηγεί τους θεσμούς, αλλά ένα κοινωνικό εργοστάσιο συμπεριφορών, κουλτούρας, παραδόσεων, συνηθειών, θέλουμε να χτυπήσουμε διάχυτα κάθε τομέα αυτού του εργοστασίου

που φτάνει στο αποκορύφωμα της παραγωγής όλων αυτών που εχθρευόμαστε. Τώρα η αρχική πλέον πρόταση ,για τα σπίτια 5-6 πολιτικών μας έμοιαζε φτωχή.

Δεν είχε την δυναμική που θέλαμε να αναδείξουμε μέσα στο διάχυτο κοινωνικό περίβλημα για να διακόψουμε το ενορχηστρωμένο ρέκβιεμ της παραίτησης του.

Θέλαμε να κάνουμε κάτι που να διαρρηγνύει εμφανώς τα υποτιθέμενα όρια και το άλλοθι της αθωότητας της κοινωνίας που την απαλλάσσει από τις ευθύνες της,

αποδίδοντας της πάντα τον ρόλο του αιώνιου θύματος. Όμως τα θύματα δεν ζητωκραυγάζουν για τους δολοφόνους τους, δεν καταδίδουν όσους εναντιώθηκαν στους τυράννους τους, δεν υποστηρίζουν τους καταπιεστές τους, δεν αποχαυνώνονται μέσα στα κάλπικα κελιά τους, γιατί τα θύματα απλά δεν έχουν επιλογές.

Οι άνθρωποι όμως στην σημερινή κοινωνία έχουν επιλογές γι'αυτό έχουν και ευθύνες. Μπορεί όλοι να ζούμε, εμείς και η κοινωνία, τα ίδια σκατά όμως μην ξεχνάμε πως και στα σωφρονιστικά ιδρύματα φυλακισμένοι και δεσμοφύλακες ζούνε την ίδια φυλακή, αλλά αυτό δεν σημαίνει πως είναι μαζί και σύμμαχοι.

Έτσι νιώθουμε και εμείς με αυτή την κοινωνία του φανταχτερού τίποτα και την θρασύδειλης μαγκιάς. Γι'αυτό δεν χρειάστηκε πολύ για να γεννηθεί η ιδέα. Επιλέξαμε να χτυπήσουμε μια προεκλογική συγκέντρωση, εκεί που το σιχαμένο πλήθος των σκουπιδιών με πόδια τρέχει να κατακλύσει τους δρόμους για να ζητωκραυγάσει τους ηγέτες του.Η προτίμηση της συγκέντρωσης της Νέας Δημοκρατίας έγινε καθαρά για λόγους αισθητικής. Μας ήταν ανυπόφορο το θέαμα του χοντρομαλάκα Καραμανλή να κορδώνεται για μια ανύπαρκτη επιτυχία στο μέτωπο ενάντια στην επαναστατικό τερορισμό. Γι'αυτό θέλαμε να του υπενθυμίσουμε πως οι μεγαλοστομίες δεν βγήκαν σε κανέναν για καλό. Επίσης θέλαμε να κόψουμε τον βήχα στις ρόμπες της Αντιτρομοκρατικής που επιζητούν ρεβάνς για το νοκ-αουτ που έστειλε η οργάνωση "Σέχτα Επαναστατών" τον δικό τους και στήνει σικέ ματς στις πλάτες ατόμων που δεν έχουν καμία σχέση με το νέο αντάρτικο πόλης. Τέλος να περάσουμε ένα μήνυμα σε όλους.

Από εδώ και πέρα η θέση της αδιαφορίας έχει καταργηθεί.Ο επαναστατικός τερορισμός και εμείς ως Συνωμοσία Πυρήνων της Φωτιάς περνάμε το κατώφλι της κοινωνικής απειλής και της μηδενιστικής επίθεσης. Όσο οι πολλοί θα κρύβονται πίσω από την ψυχολογία του όχλου για να αποκρύψουν την προσωπική τους ευθύνη ,όσο θα ορίζονται μέσα απ'τις ψευδαισθήσεις τους,όσο ο κυρίαρχος,ο αδικημένος,ο φτωχός,ο παραπλανημένος λαός,αλλά πάντα λαός και όχι εαυτός τους,τότε θα παραμένουν απέναντι παραταγμένοι ως εχθροί μας. Καμία ανοχή στις δικαιολογίες. Είναι δύσκολο να ξυπνάς σ'ένα κόσμο ανάξιο να ξυπνήσεις ως άνθρωπος, ανάμεσα σε αποβλακωμένα χαμόγελα, κουρασμένα σώματα, κάλπικες χειρονομίες, απαθή βλέμματα και την απουσία να βασιλεύει και να κυβερνά. Ξεφορτωθήκαμε από τις αποσκευές μας οτιδήποτε μας κρατάει πίσω. Ψόφιες σχέσεις,υποτονικές καταστάσεις,καθωσπρεπισμούς,συμβάσεις,μόνιμες επαναλήψεις

και ξεχυνόμαστε σε μια άγρια περιπλάνηση με τα πνευμόνια μας να πάλλονται στους ξέφρενους ρυθμούς της πιο ανείπωτης ανταρσίας..

Θα παίξουμε ρώσικη ρουλέτα με το ρεβόλβερ της ζωής στα χέρια μας αντί να σβήσουμε αργά και υπομονετικά μακριά από αυτά που αναζητήσαμε. Ξέρουμε πως δεν είμαστε μόνοι. Γνωρίζουμε πως τα νέα συντρόφια της φωτιάς είναι μαζί μας και είμαστε μαζί τους.Το νέο αντάρτικο πόλης πέρα από κάθε προσδοκία πρόσθεσε

την δικιά του ξυραφιά στο πρόσωπο αυτού του κόσμου.Οι νέες ομάδες μπορεί να συκοφαντήθηκαν,να αντιμετωπίστηκαν με απαξίωση απ'τους δήθεν και τις παλιές

μούρες,να γνώρισαν την καχυποψία και τις όψιμες συμβουλές των πεφωτισμένων,όμως κατόρθωσαν να ορθοποδήσουν και να γράψουν την δική τους ιστορία.

Στέλνουμε την αγάπη μας και τον σεβασμό μας σε όλους τους νέους αντάρτες.Τους καλούμε να συμμετάσχουν μαζί σε μια μάχη μέχρις εσχάτων απέναντι στις μικρές

και μεγάλες,στις ορατές και αόρατες φυλακές της ζωής μας.Όσο για τους υπόλοιπους που μας βαραίνουν με τις κουραστικές δικαιολογίες και την δήθεν εμπειρία τους,αδιαφορούμε να τους ακούσουμε .Οι επαναστατικές εχθροπραξίες δεν πρόκειται να σταματήσουν απλώς και μόνο για να καθησυχαστούν οι άμορφες

μάζες των σκουληκιασμένων ψηφοφόρων. Αυτοί οι οπαδοί των κομμάτων, σαν φανατικοί ποδοσφαιρικών ομάδων τριγυρνούν από συγκέντρωση σε συγκέντρωση, από πόλη σε πόλη, κουβαλώντας το ζωντανό τους πτώμα ωρυόμενοι συνθήματα κομματικού περιεχομένου. Παραμορφωμένα πρόσωπα, αλλοιωμένα από τα ουρλιαχτά τύπου " είσαι είσαι ο πρωθυπουργός" παρελαύνουν στα κανάλια

ως η βάση του εκλογικού σώματος των ψηφοφόρων, ως η πεμπτουσία της δημοκρατίας. Δάκρυα συγκίνησης και παράλυση κατατρέχει το πλήθος όταν εμφανίζεται ο αρχηγός για το μονόπρακτο των δυο ωρών.

Αυτή η ηλίθια μάζα που θυμίζει ταινία με ζωντανούς νεκρούς , δε μπορεί παρά να είναι στόχος. Δε μας συγκινεί ο αριθμός του πλήθους η παρουσία νέων και γέρων ανθρώπων, ανδρών ή γυναικών. Πρόκειται για τη στιγμή

όπου η παθητική αδράνεια του κόσμου μετατρέπεται σε ιαχές και ζητωκραυγές για τη δημοκρατία.

Πήραμε λοιπόν την απόφαση να τοποθετήσουμε μια βόμβα μεσα στα μούτρα τους, να στείλουμε ενα μήνυμα στην τελευταία ομιλία του πρωθυπουργού,

να προκαλέσουμε πανικό στις αρχές προκειμένου να εκκενώσουν το χώρο. Τρομοκρατημένοι ψηφοφόροι να τρέχουν για να κρυφτούν ενώ οι πυροτεχνουργοί θα

επιδίδονται σε έναν αγώνα δρόμου για την εξουδετέρωση της βόμβας. Κατηφορίζοντας την Σολωμού ενσωματωθήκαμε στην ανόητη γαλανόλευκη μάζα και

περνώντας δίπλα απο ασφαλίτες και ματάδες, οι οποίοι μάλιστα μας ευχήθηκαν με την νίκη ,θεωρώντας μας κομμάτι του πλήθους προσεγγίσαμε το

σημείο που είχαμε αποφασίσει να τοποθετήσουμε τον μηχανισμό. Είδαμε τους 3 ασφαλίτες και τους 2 ματάδες που βρισκόντουσαν στην

3 Σεπτεμβρίου και Γκυιλφόρδου καθώς και τον ασφαλίτη ο οποίος ήταν στην συμβολή της Πατησίων και της Γκυιλφόρδου .Χωρίς να μας επηρεάζουν

στο ελάχιστο κατευθυνθήκαμε στο στενό, αφήσαμε τον μηχανισμό και φύγαμε ανενόχλητοι. Μετά απο μισή ώρα και 50 μέτρα από την εξέδρα που μίλαγε ο χοντρομαλάκας εξερράγη στέλνωντας του και ένα μήνυμα σε σχέση με όλα αυτα που λεεί για συλλήψεις, εξαρθρώσεις και λογική της μηδενικής ανοχής.

Τώρα είναι η ώρα που ο καθένας πρέπει να κοιτάξει μέσα του και να συνεχίσει ή να διακόψει οριστικά τις αποφάσεις του. Πρέπει να τους δείξουμε συλλογικά και

ατομικά πως δε μασάμε.

Θα μείνουμε μέχρι το τέλος.

Αν αυτοί λυσσάνε μια φορά να μας βρούνε εμείς ας λυσσάξουμε εκατό να τους επιτεθούμε πρώτοι

Σ΄αυτόν τον πόλεμο χαμένος είναι όποιος πάει σπίτι του. Καμία οπισθοχώρηση, καμία αναβολή.

Τώρα το μίσος πρέπει να δώσει τη θέση του στη στρατηγική, στα έξυπνα σχέδια, στην αμείλικτη αποφασιστικότητα.

Ας απελευθερώσουμε όλοι μας τα καταστροφικά μας ένστιχτα.

Ας ξαναξεκινήσει ένας καινούργιος γύρος αντάρτικου πιο σκληρός πιο καταστροφικός απο ποτέ.

Ας γίνουν όλα τα σπίτια γιάφκες κι όλες οι γιάφκες μια φωτιά που θα τους κάψει ζωντανούς.

Ας τους δείξουμε ότι το νέο αντάρτικο πόλης δεν ήταν ούτε φούσκα, ούτε εφηβικό ξέσπασμα, ούτε καλλιτεχνικές ανησυχίες.

Είναι η υλοποίηση και το ζωντάνεμα των επιθετικών επιθυμιών μας, των αρνήσεων μας, της ύπαρξής μας που επιτίθεται στο υπάρχον.

Θα μας βρίσκεται παντού μπροστά σας... και θα δούμε ποιος έχει στριμώξει ποιον

Υ.Γ. Χαιρετίζουμε τον αναρχικό Χρήστο Στρατηγόπουλο και τον σύντροφο Αλφρέντο Μπονάνο που παρά το μεγάλο της ηλικίας του συνεχίζει να διατηρεί τις αρνήσεις του ακέραιες ,και να ακολουθεί το δρόμο που διάλεξε.

Συνωμοσία Πυρήνων της Φωτιάς- Φράξια Μηδενιστών

Πέμπτη 3 Σεπτεμβρίου 2009

"Στους δρόμους..."

Ανακοίνωση της Αλληλεγγύης Αντιεξουσιαστικής Κίνησης Θεσσαλονίκης για την πορεία της ΔΕΘ.


Η Αλληλεγγύη-ΑΚ καλεί τους εργαζομένους να συμμετέχουν στην πορεία της ΔΕΘ μαζί με τα πρωτοβάθμια εργατικά σωματεία στην κατεύθυνση της όξυνσης της ταξικής πάλης ενάντια σε κράτος και κεφάλαιο, και όλο το λαό της Θεσσαλονίκης να διαδηλώσει μαζί με το σωματείο εργαζομένων της ΕΥΑΘ, τις συνελεύσεις κατοίκων, και τους αλληλέγγυους πολίτες κατά της μετατροπής του κοινωνικού αγαθού του νερού σε εμπορευματικό προϊόν και την ιδιωτικοποίηση της ΕΥΑΘ .

Η Α-ΑΚ με την πολιτική της θέση στη διαδήλωση της ΔΕΘ γειώνει το βασικό σύνθημα που έχει γεννηθεί στο χώρο του από τα κάτω εργατικού κινήματος το οποίο συσπειρώνει τον τρίτο πόλο. «ΟΥΤΕ ΠΑΜΕ ΟΥΤΕ ΓΣΕΕ, ΣΤΑ ΧΕΡΙΑ ΣΟΥ ΟΙ ΑΓΩΝΕΣ ΑΝΤΙΣΤΑΣΗ ΛΑΕ». Με βάση αυτό καλούμε αυτόνομη συγκέντρωση στην Καμάρα το Σάββατο 5/9 ώρα 18.00 και ξεχωριστή πορεία από τις πορείες ΓΣΕΕ-ΠΑΜΕ.

Στηρίζουμε τα αγωνιστικά σωματεία της ΠΕΚΟΠ και της ΕΥΑΘ τα οποία είτε καλούν είτε παρευρίσκονται στην συγκέντρωση της Καμάρας καθώς και όσα ακόμη σωματεία αντιλαμβάνονται την πολιτική συγκυρία σήμερα και θεωρούν αναπόσπαστο κομμάτι του συνδικαλιστικού και πολιτικού τους αγώνα την οριοθέτηση τους απέναντι στην ξεπουλημένη ΓΣΕΕ η οποία δεν στήριξε με κανέναν τρόπο την Κ.Κούνεβα, όσο και στο κομματικό επιτελείο του ΠΑΜΕ που καταγγέλει σαν εργοδοτικά, αγωνιστικά σωματεία (π.χ. σωματείο WIND) για ψηφοθηρικούς και μικροπολιτικούς λόγους ενώ προβοκάρει τον αγώνα ανεξάρτητων εργατικών και κοινωνικών δυνάμεων (π.χ. αγώνας εργαζομένων και φοιτητών ενάντια στις εργολαβίες στο http://www.facebook.com/l/;Α.Π.Θ.)

Στα χνάρια του Δεκέμβρη να υπερασπιστούμε την πολιτική κληρονομιά της εξέγερσης, τον αγώνα και τον συντονισμό των σωματείων και των αλληλέγγυων για την Κ. Κούνεβα, και την δημιουργία νέων δομών απέναντι στην εξουσία μέσω των συνελεύσεων γειτονιάς. Να προωθήσουμε την κοινωνική αυτοάμυνα και αντεπίθεση απέναντι στο ρατσισμό των στρατοπέδων συγκέντρωσης και την κρατική καταστολή όπως εκφράζεται σήμερα, εκδικούμενη η εξουσία τον Δεκέμβρη στο πρόσωπο του πρώην απεργού πείνας - κρατούμενου Θ. Ηλιόπουλου. Ενώ παράλληλα συνεχίζεται ο εντατικός εξοπλισμός του νομικού και κατασταλτικού μηχανισμού του κράτους. (τρομονόμοι, κουκουλονόμοι, καμεροχαφιέδες, εξοπλισμός ΜΑΤ με αύρες, βόμβες καουτσούκ κλπ.) Στόχος είναι η καταστολή της μαζικής έκφρασης αντίστασης που έρχεται στα πρότυπα του Δεκέμβρη.

Καλούμε όλα τα σωματεία να πάρουν αποφάσεις μέσω των γενικών τους συνελεύσεων για να στηρίξουν την αυτόνομη συγκέντρωση και πορεία μακριά από ΓΣΕΕ και ΠΑΜΕ, στην λογική της σύστασης του από τα κάτω ακηδεμόνευτου εργατικού κινήματος. Επίσης καλούμε όλες τις εργατικές και πολιτικές συλλογικότητες του ριζοσπαστικού χώρου να απομονώσουν οποιαδήποτε θέση συμπόρευσης των αδιαμεσολάβητων και αμεσοδημοκρατικών ταξικών και συνδικαλιστικών δυνάμεων με τους υπεύθυνους για την κατάντια του εργατικού κινήματος, την ΓΣΕΕ των εργοδοτών και των εργατοπατέρων.


- Καμιά ιδιωτικοποίηση της ΕΥΑΘ. Το νερό είναι κοινωνικό - δημόσιο αγαθό όχι εμπόρευμα.
- Να κηρυχτεί γενική απεργία ενάντια στην ιδιωτικοποίηση της ΕΥΑΘ.
- Αντίσταση στις ιδιωτικοποιήσεις των ΔΕΚΟ (ΟΣΕ, ΕΛΤΑ κλπ)

-Να βρεθούν οι δολοφόνοι της απόπειρας ενάντια στην κ.Κουνεβα. Να μην μπει η υπόθεση στο αρχείο.
-Να φύγουν όλες οι εργολαβίες που προωθούν την ελαστικοποίηση και παγιώνουν συνθήκες σκλαβοπάζαρου στις εργασιακές σχέσεις απʼ όλους τους χώρους εργασίας δημόσιους και ιδιωτικούς . ΜΟΝΙΜΟΠΟΙΗΣΗ ΤΩΡΑ!

-Αθώωση όλων των κατηγορουμένων του Δεκέμβρη.
-Να πέσουν τρομονόμοι - κουκουλονόμοι, να ρίξουμε τους καμεροχαφιέδες.

- Αλληλεγγύη στους αγώνες των μεταναστών. Κανένα στρατόπεδο συγκέντρωσης.
Η ύπαρξη δεν είναι παρανομία. Η ζωή δεν είναι λαθραία.

- Να μην πληρώσουμε την κρίση οι εργαζόμενοι, αλλά το κεφάλαιο που την δημιούργησε.
- Κάτω τα χέρια από τα βαρέα και ανθυγιεινά, όχι στην εξίσωση των ορίων συνταξιοδότησης.
- Δημόσια-κοινωνική ασφάλιση άνευ όρων για όλους.
- Επανάκτηση όλου του κλεμμένου κοινωνικού πλούτου από τους εργαζόμενους και αναδιανομή.

ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗ - ΑΝΤΙΕΞΟΥΣΙΑΣΤΙΚΗ ΚΙΝΗΣΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ

Δευτέρα 22 Ιουνίου 2009

Γράμμα του Νίκου Κουνταρδά απο τη ΓΑΔΑ

Γράμμα του Νίκου Κουνταρδά απο τη ΓΑΔΑ

prison_1 Μια ημέρα από την αποφυλάκιση μου, προσήλθα στη ΓΑΔΑ όπως γνωρίζετε για να αναλάβω την ευθύνη για τη συμμετοχή μου στην εκτέλεση του Χαρ. Αμανατίδη στις 31/12/2004.Είναι βαθιά πολιτική απόφαση μετά από ώριμη σκέψη μηνών(ειδικά μετά τη δολοφονία του Αλέξη) και έτσι κλείνει ένα ιστορικό κεφάλαιο. Διαφωνούν ή συμφωνούν κάποιοι με την απόφαση μου αυτή με αφήνει αδιάφορο. Είμαι πολιτικός αντίπαλος του καθεστώτος και αποδέχομαι την «ήττα» μου. Απ’ την άλλη, θεωρώ ότι ακόμη και ο εχθρός οφείλει και αναγνωρίζει απέναντι στο πρόσωπο μου μια μικρή «νίκη»: ότι πέντε περίπου χρόνια κινούνταν στο σκοτάδι. Συνεργό δεν έχω κατονομάσει , καθώς ούτως ή άλλως έχει φύγει απ’ τη ζωή και ως ελάχιστο φόρο τιμής δεν θα αποκαλύψω το όνομα του και ούτε τι έγινε με τα όπλα: απλά δεν υπάρχουν, έχουν πεταχτεί. Κλείνοντας προς το παρόν ως αναρχοατομικιστής (είναι αυτονόητο ότι δεν υφίσταται γραμμάριο εμπλοκής μου σε ένοπλες οργανώσεις, ή ότι δεν έχω μιλήσει , άλλωστε τι να πω; Αυτά που δεν ξέρω ; Αυτό συμπεραίνεται μέχρι και στις αστικές φυλλάδες και την στάση τους μέχρι σήμερα Κυριακή, εξαίρεση βέβαια αποτελεί μια αθλιότητα των χθεσινών «Νέων», από κάτι δημοσιογραφίσκους, σχετικά με μια σφαίρα, ήμαρτον γελάει ο κόσμος…)

Αναλαμβάνω επίσης την ευθύνη για την απαλλοτρίωση της Αγροτικής Τράπεζας το Μάρτη του 2009 στην οδό Ιπποκράτους, ημέρες πρεμιέρας της μηχανοκίνητης ομάδας «Δέλτα».

Αυτά είχα να πω. Ας σεβαστούν οι δικηγόροι μου Σπύρος Φυτράκης, αλλά και ο κύριος Κατσαρής(γιατί με επισκέφτηκε σήμερα μόνος), την πολιτική μου απόφαση και να τηρήσουν υπεύθυνη στάση την Τρίτη στον ανακριτή, όπου θα καταθέσω γραπτώς τα παραπάνω, κλείνοντας έτσι τον κύκλο μου στον αναρχικό χώρο και συνεχίζοντας τους αγώνες, από τις φυλακές πλέον. Εκεί, με αληθινούς επαναστάτες, με όλους τους απόκληρους , με όλους τους αδικημένους και όχι επαναστάτες των ρακόμελων , σε έναν χώρο όπου βασιλεύουν οι μικροεξουσιαστές του αντιεξουσιαστικού χώρου. Καταλαβαίνεται.

Νίκος Κουνταρδάς

21/06/2009

Υ.Γ. 1 Έτσι ξήγιουνται τα παλικάρια, οι αληθινές απειλές, όχι οι ασύμμετρες.

Υ.Γ. 2 Όση λάσπη και αν έχει πέσει ξέρετε ποιοι είναι οι ρουφιάνοι. Τα είχαμε πει και στο Κρατικό της Νίκαιας, περισσότερα σε γράμμα μου απ’ τη φυλακή.

Κυριακή 19 Απριλίου 2009

ΠΕΘΑΝΕ Ο ΑΝΑΡΧΙΚΟΣ ΑΓΩΝΙΣΤΗΣ ABEL PAZ


Ενα μικρό σημείωμα φόρος τιμής στο θάνατο ενός σπουδαίου αγωνιστή του αναρχικού χώρου :

από το http://athens.indymedia.org/

Στις 13 Απρίλη, με λιτή ανακοίνωση στο Indymedia της Βαρκελώνης, μας έφτασε η είδηση του θανάτου του Diego Camacho, γνωστού με το ψευδώνυμο Abel Paz, αναρχικού αγωνιστή, που είχε την τύχη να ζήσει από κοντά και από τα μέσα την ισπανική επανάσταση και όλη την μετέπειτα πορεία του αναρχικού κινήματος και συγγραφέα ιστοριογραφικών βιβλίων, ανάμεσα σε άλλα της βιογραφίας του Buenaventura Durruti.


Είμαι αναρχικός, και ο αναρχικός είναι ένας άνθρωπος με συνοχή (πνευματική ειρήνη, η ηρεμία, η εξοχή, να δουλεύεις το λιγότερο δυνατό, όσο είναι απαραίτητο για να μπορείς να ζεις, να απολαμβάνεις την ομορφιά, τον ήλιο. Να απολαμβάνεις τη ζωή με κεφαλαία, τώρα υπάρχει η ζωή με πεζά). Είναι το να έχεις μια προσωπική θεώρηση. Να εφαρμόζεις τις ιδέες σου στην καθημερινότητα στο μεγαλύτερο βαθμό, χωρίς να περιμένεις μέχρι να γίνει η επανάσταση. Αυτό μπορεί να το κάνει ο αναρχικός τώρα.

Είναι μια φιλοσοφική θεώρηση, είναι μια κατάσταση πνεύματος, μια στάση ζωής. Πιστεύω πως αυτή η κοινωνία είναι πολύ άσχημα οργανωμένη, τόσο κοινωνικά όσο και πολιτικά και οικονομικά. Πρέπει να την αλλάξουμε εντελώς. Η αναρχία επικαλείται μια ζωή εντελώς διαφορετική. Με την αναρχία, προσπαθούμε να ζούμε αυτή την ουτοπία λίγο λίγο κάθε μέρα.

Τετάρτη 15 Απριλίου 2009

Η κρίση ως πρόσχημα και ως πραγματικότητα



ΒΑΒΥΛΩΝΙΑ.- Οι κουκουλοφόροι της εξουσίας ξαναχτυπούν με ένα νέο σαφάρι κρατικής ληστείας και καταστολής. Μονόδρομος η άμεση κοινωνική αντίσταση και δράση. Με θωράκιση του κράτους από τον «εσωτερικό εχθρό», «πάγωμα» των μισθών στο Δημόσιο, ελαστικές εργασιακές σχέσεις, φοροχαράτσια, ομαδικές απολύσεις, κατάργηση του ασύλου, εξίσωση των ορίων συνταξιοδότησης ανδρών και γυναικών, φοροαπαλλαγή επιχειρήσεων, χάρισμα δισ. στις τράπεζες και νέες ιδιωτικοποιήσεις (ΔΕΗ, ΕΛΤΑ, Ταχ. Ταμιευτήριο, ΔΕΗ, ΕΥΔΑΠ, ΕΥΑΘ) εντείνει η κυβέρνηση την αντικοινωνική της πολιτική με πρόσχημα τη διεθνή κρίση και τις συνέπειές της. Μια πολιτική που συνοδεύεται από απροκάλυπτες απειλές, ιδιώνυμα (ποινικοποίηση κουκούλας και «περιύβριση της αρχής»), παρακολουθήσεις και κρατική τρομοκρατία -προς τέρψιν των ΜΜΕ και του ΛΑ.Ο.Σ.- ώστε να καμφθούν οι κοινωνικές αντιδράσεις που επιφέρει η ανεργία, η νέα φτώχεια, η επισφάλεια και το καθεστώς επιτήρησης της Ελλάδας από τον Αλμούνια. Ενώ ο ίδιος ο πρωθυπουργός από τις Βρυξέλλες έδωσε το πράσινο φως στα αφεντικά -με προεξέχοντες τον πρόεδρο του ΣΒΒΕ Γ. Μυλωνά και τον πρόεδρο του ΕΒΕΑ Κ. Μίχαλο- να κάνουν νέο «πλιάτσικο» με μειώσεις των μισθών των εργαζομένων και «εκ περιτροπής» τετραήμερη εργασία.

Ένα εφιαλτικό σκηνικό που προωθείται από τις δεξιές, σοσιαλδημοκρατικές, κεντροαριστερές κυβερνήσεις, με την προτροπή των αρχηγών κρατών, κυβερνήσεων και διοικητών κεντρικών τραπεζών της G20, στη σύνοδο του Λονδίνου και των διεθνών οργανισμών (ΠΟΕ, ΔΝΤ, ΟΟΣΑ), όπου από κοινού ξανασυστήνουν ως φάρμακο, για την αντιμετώπιση της παγκοσμιοποιημένης καπιταλιστικής κρίσης, τη ρευστότητα, που θα προκύψει από την περαιτέρω καπιταλιστική ανάπτυξη (βλ. κερδοφορία με ή χωρίς κρατικό παρεμβατισμό) και σχέδια απορρόφησης των «τοξικών» αποβλήτων α λα Ομπάμα. Δηλαδή, τη συνεχή καταλήστευση των ασθενέστερων λαϊκών κοινωνικών στρωμάτων που ήδη πληρώνουν την κρίση τους με τη ζωή τους. 240 εκατομμύρια άνθρωποι στον πλανήτη (στην Ευρώπη 6 εκατομμύρια και στην Ελλάδα ~150.000) θα μείνουν άνεργοι το 2009.

Η Χούντα δε σταμάτησε το ‘73

Κι όμως..! Στη δίνη της κρίσης, η κυβέρνηση επεξεργάζεται από κοινού με την Ε.Ε. τη λήψη και νέων σκληρών μέτρων (απόδοσης 3,4 δισ. ευρώ), με πρόσχημα τα ελλείμματα και το δημόσιο χρέος αυτή τη φορά. Ειδικότερα προωθεί αύξηση των ειδικών φόρων κατανάλωσης, γενικό «πάγωμα» όλων των μισθών - κάτι που ούτε η Χούντα δεν τόλμησε να κάνει, βαριά φορολογία στο ΕΤΑπ και δραστική μείωση όλων των κοινωνικών δαπανών μέχρι το 2010, ώστε να πέσει κάτω του 3% το έλλειμμα, που οι κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ δημιούργησαν με τη διασπάθιση του δημόσιου χρήματος, το ξεπούλημα της δημόσιας περιουσίας και τη φιλοεργοδοτική πολιτική τους (αναπτυξιακοί νόμοι φοροαπαλλαγών/ φοροελαφρύνσεων των καπιταλ(η)στών, εισφοροδιαφυγές). Την ίδια ώρα, τα ασφαλιστικά ταμεία χρεοκοπούν με απρόβλεπτες συνέπειες για τους συνταξιούχους και η κυβέρνηση αγοράζει όπλα αξίας 56 δισ. ευρώ και νέα συστήματα τηλεφωνικών υποκλοπών (βλ. super Μεγάλος Αδελφός) αξίας δεκάδων εκατομμυρίων ευρώ!

Παράλληλα, προωθεί διατάξεις που δίνουν υπερεξουσίες στο στρατό για την καταστολή γενικευμένων εξεγέρσεων και την επιβολή της «κοινωνικής ειρήνης», όταν η αστυνομία αδυνατεί να το πράξει, με σχετικό αίτημα του αρχηγού της αστυνομίας και με τελική έγκριση του υπουργείου Άμυνας και του ΚΥΣΕΑ. Διατάξεις που πρωτοδιατυπώθηκαν αμέσως μετά τις πυρκαγιές του 2007 για την αντιμετώπιση των «ασύμμετρων απειλών» και συζητήθηκαν σοβαρά στην κυβέρνηση για την καταστολή της εξέγερσης του Δεκέμβρη. Ως πρώτο βήμα αποτροπής προκρίνουν τη στρατιωτικοποίηση της αστυνομίας, τη διαρκή αστυνόμευση με δίκυκλα, το διπλασιασμό των ΤαγΜΑΤασφαλιτών(!), τη δημιουργία ειδικού σώματος συλλήψεων και την ολοήμερη λειτουργία καμερών σε 182 σημεία της Αθήνας. Κύριος φόβος τους ο λαϊκός ξεσηκωμός και η παντελής απώλεια του μονοπωλίου της κρατικής βίας.

«Μία μικρή σπίθα μπορεί να προκαλέσει μεγάλη πυρκαγιά»

Είναι γεγονός ότι η νέα μαζική κοινωνική απειλή, αυτοάμυνας και αντεπίθεσης στο καθεστώς και η εξέγερση του Δεκέμβρη αποτελούν τον μόνιμο εφιάλτη κυβέρνησης, κομμάτων, κρατικού συνδικαλισμού και της ξεπουλημένης ΓΣΕΕ που τότε καταλήφθηκε. Η οποία, σε μια άνευ όρων παράδοση στις ορέξεις του κεφαλαίου, αντί να οργανώσει μάχιμους αγώνες διαρκείας ενάντια στην κυβερνητική κρατική πολιτική και την προκλητική ασυδοσία των αφεντικών που «παγώνουν» τους μισθούς στον ιδιωτικό τομέα, «νομοθετεί» παρασκηνιακά μαζί τους, συνδιαμορφώνοντας κλίμα συναίνεσης ανάμεσα στους εργαζόμενους και στα αφεντικά. Σε μια άνευ προηγουμένου συμφωνία της με τον ΣΕΒ, σε 11 κοινές προτάσεις τους προς την κυβέρνηση για την αντιμετώπιση της κρίσης, νομιμοποιεί τις ομαδικές απολύσεις, την «εκ περιτροπής» εργασία, την ιδιωτική ασφάλιση και τη μείωση των εργοδοτικών εισφορών… Καμία διεκδίκηση από τα αφεντικά, παρά μόνο εθιμοτυπικές τουφεκιές στον αέρα!

Ωστόσο, με δεδομένες τις κοινωνικοπολιτικές και οικονομικές αιτίες που οδήγησαν στην κοινωνική εξέγερση του Δεκέμβρη, μάταια η κυβέρνηση θωρακίζει το κράτος ώστε να αποτραπούν και να κατασταλούν μελλοντικές εξεγέρσεις οργής και αγανάκτησης, ως αποτέλεσμα της επιδείνωσης της ζωής νεολαίων, εργαζομένων και μεταναστών. Κάνοντας τους κρατούντες να αναπολούν -όπως και το Δεκέμβρη- την εποχή που το παιχνίδι των «αγώνων» το έκανε η καθεστωτική αριστερά. Ξέροντας ότι οι σημερινοί αντικαθεστωτικοί αγώνες κινούνται εκτός των ορίων της αστικής νομιμότητας, είναι πραγματικοί και συνάμα ανατρεπτικοί, για το ξεπέρασμα του συστήματος της κρίσης και της καταπίεσης, και της «από τα κάτω» αναζήτησης και εδραίωσης μιας άλλης κοινωνικής πραγματικότητας. Κάτι που το γνωρίζει καλά η πολιτική εξουσία, αλλά το κίνημα του Δεκέμβρη το γνωρίζει ακόμα καλύτερα…!

Θοδωρής Θεοδωρόπουλος

Πέμπτη 2 Απριλίου 2009

Πρωτοφανή πρόκληση στα δικαστικά χρονικά!


Σήμερα δικάζεται ο Γιώργος Βούτσης - Βογιατζής που προέβη σε ληστεία του υποκαταστήματος της Εθνικής Τράπεζας στο Γκύζη τον Οκτώβριο του 2007. Οι κατηγορίες που του απευθύνονται περιλαμβάνουν και την κατοχή εκρηκτικών υλών.

Εν τω μεταξύ την εξαίρεση τριών ενόρκων, υπαλλήλων της Εθνικής Τράπεζας ζήτησε ο συνήγορος υπεράσπισης κ. Φυτράκης.

Ο κ. Φυτράκης κατήγγειλε πως η κλήρωση των τεσσάρων ενόρκων έγινε μεταξύ 15 υπαλλήλων τραπέζης, 13 εκ των οποίων εργάζονται στην ΕΘΝΙΚΗ.

Το αίτημα της υπεράσπισης δεν έγινε δεκτό και η δίκη ξεκίνησε με τρεις εκ των τεσσάρων κληρωθέντων ενόρκων να είναι υπάλληλοι της τράπεζας, η οποία είναι και κατήγορος στην υπόθεση.

Η υπεράσπιση του Γ. Βούτση Βογιατζή καταγγέλει το γεγονός ως πρωτοφανές στα δικαστικά χρονικά και αφήνει σαφείς υπόνοιες για μεροληψία του δικαστηρίου.

Η δίκη συνεχίζεται.

Πηγή: TVXS

Τρίτη 24 Μαρτίου 2009

ΑΣ ΚΑΤΑΣΤΡΕΨΟΥΜΕ ΤΗΝ ΕΡΓΑΣΙΑ

Κείμενο του A.Bonnano. Συνεισφορά σε μια κριτική στον κόσμο της εργασίας, του κεφαλαίου, του εμπορεύματος πριν τη δίκη -την 1 Απριλίου στα Δικαστήρια της Ευελπίδων στις 9:00- του αναρχικού Γιώργου Βούτση Βογιατζή.

­Η εργασία αποτελεί θέμα που ξαναγυρίζει όλο και περισσότερο πιεστικά μέσα στις σελίδες όλων των ε­φημερίδων, μέσα στα μαθήματα και τις ακαδημαϊκός διαλέξεις, στις εκκλησιαστικός ομιλίες, σε προεκλο­γικός πολιτικός συζητήσεις, ακόμη και μέσα σε άρ­θρα και σε μπροσούρες γραμμένες από συντρό­φους.

Τα μεγάλα ερωτήματα που τίθονται είναι:

Με ποιο τρόπο να αντιμετωπισθεί η αυξανόμενη α­νεργία;

Πώς θα μπορέσει να ξαναδοθεί ένα νόημα στην εργασιακή ειδίκευση που τιμωρείται από τη βιομηχα­νική νεο-ανάπτυξη;

Πώς θα μπορέσουν να βρε­θούν εναλλακτικοί δρόμοι στην παραδοσιακή εργασία;

Πώς τέλος, θα μπορέσει να καταργηθεί η εργασία ή να μειωθεί στο ελάχιστο α­παραίτητο;

Ας πούμε αμέσως ότι καμία από αυτές τις ερωτή­σεις δεν μας ανήκει. Δεν μας ενδιαφέρουν οι πολι­τικές ανησυχίες όποιου διακρίνει στην ανεργία έναν σοβαρό κίνδυνο για την τάξη και τη δημοκρατία. Δεν μας αφορούν οι νοσταλγίες σχετικά με τη χαμένη ε­παγγελματική ειδίκευση. Ακόμη λιγότερο μας ενθου­σιάζουν όλοι αυτοί που εξυφαίνουν απελευθερωτι­κούς εναλλακτικούς δρόμους στη μαζική εργασία του εργοστάσιου ή στη διανοητική εργασία και στη σκλήρυνση που υπέστη εξαιτίας του προωθημένου βιομηχανικού σχεδίου. Κατά τον ίδιο τρόπο δεν μας αφορά η κατάργηση της εργασίας ή η μείωση της στο ελάχιστο ανεκτό για μια ζωή που θεωρείται κατ' αυτό τον τρόπο γεμάτη και ευτυχισμένη. Πίσω από ό­λα αυτά βρίσκεται το χέρι, λιγότερο ή περισσότερο ο­ρατό, αυτών που θέλουν να μας ρυθμίσουν την ύπαρ­ξη, σκεπτόμενοι στη θέση μας ή προτείνοντας μας, με πολιτισμένους τρόπους, να σκεφτόμαστε με τον δικό τους τρόπο.

Είμαστε υπέρ της καταστροφής της εργασίας και, όπως θα προσπαθήσουμε να εξηγήσουμε, πρόκειται για μια υπόθεση εντελώς διαφορετική. Αλλά ας τα πάρουμε με τη σειρά.

Η μεταβιομηχανική κοινωνία, σχετικά με την οποία θα επανέλθουμε αμέσως παρακάτω, επέλυσε το πρόβλημα της ανεργίας, τουλάχιστον μέσα σε ορι­σμένα όρια, μετακινώντας την εργασιακή δύναμη προς τομείς ελαστικοποιημένους, εύκολα χειριζόμε­νους και ελεγχόμενους. Αυτή τη στιγμή, μέσα στην πραγματικότητα των γεγονότων, η κοινωνική απειλή της διογκούμενης ανεργίας είναι περισσότερο θεω­ρητική παρά πρακτική και χρησιμοποιείται ως πολιτι­κός εκφοβισμός, ώστε να αποτρέψει πλατειά στρώ­ματα ενδιαφερομένων να επιχειρήσουν οργανωτι­κές κατευθύνσεις που θα έβαζαν υπό συζήτηση, α­κόμη και σε ελάχιστα επίπεδα, τις προγραμματικές ε­πιλογές του νεοφιλελευθερισμού, ειδικά σε διε­θνές επίπεδο.

Εξαιτίας του ότι ο ίδιος ο εργαζόμενος είναι πολύ περισσότερο ελέγξιμος μέσα από την ιδιότητα του, αυτή δηλαδή του ειδικευμένου εργαζόμενου, συνδε­μένου με τη θέση εργασίας και με την καριέρα του στο εσωτερικό της παραγωγικής μονάδας που τον φι­λοξενεί, από παντού, (και επίσης από την πλευρά των εκκλησιαστικών ιεραρχιών), στο όνομα λοιπόν αυτού ακριβώς του κοινωνικού ελέγχου, όλοι επιμένουν πά­νω στην αναγκαιότητα να δοθεί δουλειά στον κόσμο και άρα να μειωθεί η ανεργία. Όχι επειδή αυτή η τε­λευταία, από μόνη της, από την άποψη της παραγω­γής, αποτελεί ένα κίνδυνο, αλλά ακριβώς το αντίθε­το, επειδή ο κίνδυνος θα μπορούσε να προέλθει από την ίδια την εμπειρία της ελαστικοποίησης που ήδη έ­χει καταστεί απαραίτητη στο εσωτερικό των εργασια­κών οργανώσεων. Η αφαίρεση μιας συγκεκριμένης κοινωνικής ταυτότητας από τον εργαζόμενο, επιφέ­ρει δυνατές καταλυτικές επιπτώσεις που καθιστούν σε μεσοπρόθεσμα χρονικά διαστήματα, πιο δύσκολο τον ίδιο τον έλεγχο. Είναι ακριβώς αυτό που σκοπεύ­ουν να πουν οι πάσης φύσης θεσμοθετικοί μηχανι­σμοί πάνω στο ζήτημα της ανεργίας.

Κατά τον ίδιο τρόπο, τα συμφέροντα του παραγωγι­κού σχηματισμού στην ολότητα του δεν επιτρέπουν πλέον μια επαγγελματική προπαρασκευή υψηλού ε­πιπέδου, τουλάχιστον για το μεγαλύτερο μέρος των εργαζόμενων. Ως εκ τούτου τη θέση μιας παρελθού­σας ζήτησης για επαγγελματική εξειδίκευση την έχει πάρει μια τωρινή ζήτηση για ευκαμψία ή αλλιώς ελαστικοποίηση, δηλαδή προσαρμογή σε εργασιακές ει­δικότητες που βρίσκονται συνέχεια υπό τροποποίηση, σε περάσματα από την μία εταιρία στην άλλη, με λίγα λόγια σε μια ζωή αλλαγών που βρίσκονται σε λει­τουργική σχέση με τις αναγκαιότητες των εργοδοτών.

Σήμερα αυτές οι ικανότητες προσαρμογής προ­γραμματίζονται από τον καιρό του σχολείου, αποφεύ­γοντας να προμηθεύσουν αυτό το απόθεμα γνώσεων θεσμικού χαρακτήρα που στο παρελθόν αποτελούσε την ελάχιστη τεχνική αποσκευή πάνω στην οποία ο λεγόμενος κόσμος της εργασίας κατασκεύαζε την λεγόμενη καθαρή επαγγελματική κατάρτιση.

Όχι ότι τώρα δεν υπάρχει η αναγκαιότητα υψηλών επιπέδων επαγγελματικής κατάρτισης, αλλά αυτή εί­ναι αναγκαία μονάχα για ο­ρισμένες χιλιάδες άτομα που προετοιμάζονται κατά τη διάρκεια των μεταπτυ­χιακών πανεπιστημιακών μάστερ, ορισμένες φορές με έξοδα των ίδιων των με­γάλων εταιριών που αναζητούν μ' αυτό τον τρόπο να αρπάξουν τα υποκείμενα, τα πιο διαθέσιμα να υποστούν μια δογματοποίηση και, ως φυσικό επακόλουθο των πραγμάτων, μια υπο­βολή.

Στο παρελθόν, ακόμα και πρόσφατα, ο κόσμος της εργασίας κατείχε μια δική του μονολιθικότητα που χα­ρακτηρίζονταν από τη σιδερένια πειθαρχία που τον διαπερνούσε, ξεκινώντας από την μέτρηση των ρυθ­μών στις αλυσίδες παραγωγής, και τους προληπτι­κούς προσεκτικούς ελέγχους πάνω στα ίδια τα λεγό­μενα άσπρα κολάρα και καταλήγοντας στα φακελώματα και τις απολύσεις εξαιτίας συνηθισμένων συ­μπεριφορών που όμως βρίσκονταν έξω από τις κωδι­κοποιημένες κατευθύνσεις ή, επί το συνηθέστερο, νόρμες. Η αντίσταση στο χώρο εργασίας σήμαινε υ­ποβολή, απόκτηση μιας νοοτροπίας στρατιωτικού χα­ρακτήρα, εκμάθηση διαδικασιών άλλοτε απλών, άλλοτε σύνθετων, εφαρμογή αυτών των διαδικασιών, ταύτιση με αυτές, επίγνωση ότι ο ίδιος σου ο εαυτός, ο ίδιος ο τρόπος ζωής σου, με λίγα λόγια όλα αυτά που μπορούν να είναι τα πιο σημαντικά σ' αυτό τον κόσμο, οι ίδιες οι ιδέες και η ζωή που σχετίζεται μ' αυτές περικλείονται μέσα σ' αυτές τις διαδικασίες.

Ο εργαζόμενος ζούσε μέσα στην εταιρία, είχε φι­λικός σχέσεις με τους συντρόφους της δουλειάς, στον ελεύθερο χρόνο του μιλούσε για θέματα που α­φορούσαν εργασιακά προβλήματα, σύχναζε σε μέ­ρη που αφορούσαν την διάθεση του χρόνου μετά την εργασία και όταν πήγαινε διακοπές κατέληγε να το κάνει μαζί με τις οικογένειες των άλλων συντρόφων της δουλειάς του. Για να ολοκληρωθεί το πλαίσιο συ­χνά μέσα στις μεγάλος εταιρίες, οι κοινωνικός πρω­τοβουλίες κρατούσαν δεμένες τις διάφορες οικογέ­νειες με τους περιπάτους και τις περιοδικές εκδρο­μές, τα παιδιά πήγαιναν σε σχολεία που αρκετές φο­ρές υποστηρίζονταν χρηματικά από την ίδια την εται­ρία και όταν έρχονταν ο καιρός της συνταξιοδότησης, ένα απ αυτά έπαιρνε τη θέση του γονιού μέσα στην εταιρία. Έκλεινε έτσι, χωρίς ταρακουνήματα, ο εργα­σιακός κύκλος που εμπεριείχε στο εσωτερικό του ό­λη την προσωπικότητα του εργαζόμενου, αλλά επί­σης και αυτή της οικογένειας του, υποδεικνύοντας του κατ' αυτό τον τρόπο μια ολική ταύτιση με την εται­ρία.

Ολόκληρος αυτός ο κόσμος έχει δύσει τελειωτικά. Ακόμη και αν κάποια υπολείμματα του συνεχίζουν να λειτουργούν, αυτός έχει εξαφανιστεί όσον αφορά την ίδια την ομοιογένεια και την σχεδιαστική του ο­μοιομορφία. Στην θέση του έχει εισχωρήσει μια προ­σωρινή και αμφίβολη εργασιακή σχέση, στο εσωτερι­κό της οποίας το αβέβαιο του μέλλοντος καθίσταται το βασικό στοιχείο, και ό­που η έλλειψη επαγγελμα­τικής ειδίκευσης σημαίνει έλλειψη της ίδιας της βά­σης πάνω στην οποία μπο­ρεί να σχεδιαστεί η ίδια η προσωπική ζωή του εργα­ζόμενου. Και όλα αυτά σε συνθήκες πλήρους έλλειψης τωρινών σχεδίων ανά­πτυξης που να είναι διαφορετικά και τωρινών συμφε­ρόντων που να είναι διαφορετικά από εκείνων που θέλουν μόλις να κερδίσουν τα απαραίτητα για την ί­δια τους την επιβίωση ή εκείνων που χρειάζονται για να ολοκληρωθεί το ξεχρέωμα του δάνειου προσωπι­κής κατοικίας.

Στην προηγούμενη κατάσταση, η φυγή από την ερ­γασία παρουσιάζονταν ως αναζήτηση ενός εναλλα­κτικού τρόπου που να μπορεί κάποιος να εργάζεται, ως ανάκτηση αυτής της παραγωγικής δημιουργικότη­τας που αφαιρέθηκε από τον καπιταλιστικό μηχανι­σμό. Το μοντέλο ήταν αυτό της άρνησης της πειθαρ­χίας, το σαμποτάζ μέσα στη γραμμή της παραγωγής νοούμενο ως επιβράδυνση μίας κατασταλτικής συ­χνότητας, η αναζήτηση κομματιών χρόνου, αθροίσμα­τος μεμονωμένων λεπτών, που να μπορούσαν να α­φαιρεθούν από την αποξένωση. Έτσι, ο μη θεσμοποι­ημένος ελεύθερος χρόνος, αλλά αντίθετα κλεμμέ­νος από τον προσεχτικό εργοστασιακό έλεγχο, έρχο­νταν να χαρακτηριστεί μ' ένα περιεχόμενο εναλλακτι­κής αξίας. Μπορούσε κάποιος να αναπνεύσει έξω α­πό τους ρυθμούς της φυλακής του εργοστάσιου ή του γραφείου. Όπως μπορεί να γίνει αντιληπτό, ένας κόσμος που καμιά σχέση δεν έχει με τις παρούσες συνθήκες της παραγωγικής οργάνωσης και λιγότερη από ποτέ άλλοτε με τις αναπτυξιακές γραμμές της τάσης της.

Και επιπλέον: Σ εκείνες τις συνθήκες οι οποίες, στην ουσία τους δεν διαχωρίζονταν κατά πολύ από τις πρωτογενείς διαρθρωτικές δομές του εργοστά­σιου, όταν οι χειρώνακτες που δραπέτευσαν από την αγγλική και τη σκοτσέζικη ύπαιθρο ήλθαν να κλει­στούν, για πρώτη φορά σε μαζικό επίπεδο, κυριολε­κτικά μέσα στις υφαντουργίες που φτιάχτηκαν από το μεγάλο βρετανικό κεφάλαιο το οποίο είχε συσσω­ρευτεί κατά τη διάρκεια περισσότερων από δύο αιώ­νων πειρατείες, σ' εκείνες τις συνθήκες λοιπόν η γεύση του ανακτημένου χρόνου δηλητηριάζονταν σχεδόν αμέσως, από την αδυναμία να του δοθεί ένα νόημα που να μην ήταν το ίδιο με του εργασιακού πε­ρίγυρου. Με άλλα λόγια, εξοικονομούνταν ο χρόνος μονάχα σε όρους εξοικονόμησης της φυσικής κού­ρασης, όχι επειδή υπήρχε η γνώση ή η θέληση να γί­νει κάτι το διαφορετικό, που να μην ήταν η ίδια η ερ­γασία του καθενός. Και αυτό συνέβαινε επίσης γιατί ο καθένας ήταν δεμένος συναισθηματικά με τη δουλειά του, την είχε παντρευτεί στη ζωή και στο θάνατο. Ακό­μη και οι επαναστατικές υποθέσεις του αναρχοσυνδικαλισμού δεν αμφισβητούσαν αυτή την κατάσταση στις ρίζες της, αντίθετα τη φόρ­τιζαν με απελευθερωτικά νοήματα, αποδίδοντας στο συνδικάτο την αποστολή να δομήσει την αυριανή ελεύ­θερη κοινωνία ξεκινώντας από τις ίδιες εργασιακές κατηγορίες του χτες.

Άρα η κατάργηση της εργασίας σήμαινε, μέχρι πριν από μερικά χρόνια, εξαφάνιση της κούρασης, δημιουργία μιας εύκολης και αρεστής εναλλακτικής εργασίας, ή διαφορετικό, και αυτό μέσα στις πιο προωθημένες θέσεις και κάτω από ορισμένες από­ψεις τις πιο ουτοπικές και διαδομένες, την αντικατά­σταση της με το παιχνίδι, αλλά ένα παιχνίδι σοβαρό, εφοδιασμένο με κανόνες και ικανό να δώσει στο ά­τομο μια ταυτότητα παίχτη, θα μπορούσε να μας γίνει η ένσταση ότι η ανάλυση του παιχνιδιού ως λογικής κατηγορίας επεκτάθηκε πολύ πιο πέρα από ένα προ­διαγεγραμμένο παιχνίδι, το σκάκι για να πάρουμε έ­να παράδειγμα, και προωθήθηκε μέχρι τη διάσταση της έννοιας του παιχνιδιού σαν λουδίτικης συμπερι­φοράς του ατόμου, παιχνίδι σαν έκφραση των αισθή­σεων, σαν ερωτισμός ή αισθησιασμός καθαρός και άμεσος, σαν ελεύθερη εκδήλωση του ίδιου του εαυ­τού μας στο πεδίο της έκφρασης, της χειρωνακτικής δημιουργικότητας, της τέχνης, της σκέψης και όλων αυτών των πραγμάτων βαλμένων μαζί. Όλα αυτά υπο­τέθηκαν φυσικά με αφορμή τις ευφυείς προβλέψεις του Φουριέ, που όμως, ας σημειωθεί, ότι ουσιαστικά δεν απείχαν κατά πολύ από τις υποθέσεις του Μπέντζαμιν σχετικά με το προσωπικό συμφέρον το οποίο υπηρετώντας κάποιος καθίσταται δυνατή έμμεσα και χωρίς να επιδιώκεται μια μεγαλύτερη ποσότητα συλ­λογικού συμφέροντος. Το γεγονός ότι ο άξιος έμπο­ρος Φουριέ είχε καταφέρει να αποθησαυρίσει τις προσωπικές του εμπειρίες για να δημιουργήσει στη βάση τους ένα τεράστιο πλέγμα κοινωνικών σχέσεων εμπεδωμένο πάνω στην αμοιβαία συναίνεση, αποτελεί ένα γεγονός χωρίς αμφιβολία ενδιαφέρον που όμως δεν διαφεύγει από τους ουσιαστικούς κανόνες της εργασίας νοούμενης σβ όρους σφαιρικής οργά­νωσης του ελέγχου, αν όχι της ίδιας της παραγωγής με την καπιταλιστική έννοια.

Απ' όλα αυτά προκύπτει σαφώς ότι δεν είναι δυνα­τή καμία κατάργηση της εργασίας σε όρους προο­δευτικής αφαίρεσης απελευθερωμένης εργασίας, αλλά καθίσταται αναγκαίο να προχωρήσουμε με κα­ταστρεπτικό τρόπο. Ας δούμε όμως γιατί:

Πρώτα απ' όλα είναι το ίδιο το κεφάλαιο που διέλυ­σε εδώ και καιρό τον ήδη ακατάλληλο δικό του παρα­γωγικό σχηματισμό, αφαιρώντας από τον μεμονωμέ­νο εργαζόμενο την ίδια του την εργασιακή ταυτότητα. Κατ' αυτόν τον τρόπο τον κατέστησε "εναλλακτικό" χωρίς αυτός ο ίδιος να το έχει αντιληφθεί ακόμη . Αυ­τή τη στιγμή το κεφάλαιο φροντίζει να του προμηθεύ­σει όλα τα εξωτερικά χαρακτηριστικά της φορμαλιστι­κής ή αλλιώς σχηματικής ελευθερίας. Την ελευθερία του λόγου, της ένδυσης, τη πολυμορφία των εργα­σιακών ειδικεύσεων, την μέτρια διανοητική προσπά­θεια που του ζητείται, την ασφάλεια των διαδικασιών και την σχηματοποίηση τους, υποβοηθούμενη από μια σειρά εγχειριδίων που είναι εύκολο να εκμαθευτούν, την επιβράδυνση των εργασιακών ρυθμών, την αντι­κατάσταση των μηχανικών επαναλαμβανόμενων δια­δικασιών από την ρομποτική, τον προοδευτικό διαχω­ρισμό μεταξύ παραγωγικής μονάδας και παραγωγού, όλα αυτά κατασκευάζουν ένα μοντέλο διαφορετικό που δεν αντιστοιχεί με αυτό του διάχυτου κοινωνικά εργαζόμενου που χαρακτήριζε τις παρελθούσες γε­νιές.

Η επιμονή στην ανάκτηση του αφαιρεμένου χρό­νου θα σήμαινε την δυνατότητα κατοχής συμπληρω­ματικών χρονικών μονάδων οι οποίες θα εισάγονταν από κάθε άποψη μέσα στον ολοένα αυξανόμενο α­ριθμό παραγωγικών μονάδων κατάργησης της εργα­σίας το ακριβές νόημα των οποίων ο εργαζόμενος α­πέχει πολύ από το να μπορέσει να το κατανοήσει. Απ' όλα αυτά θα πήγαζε μονάχα μια αύξηση της έννοιας του πανικού, παρά η ίδια η δυνατότητα να εφευρεθεί ένα οποιοδήποτε σχέδιο πραγμάτων προς εφαρμο­γή, σε αντικατάσταση της παραγωγικής εργασίας για λογαριασμό τρίτων, νοούμενης με τη στενή έννοια. Το ότι υπάρχει η αναγκαιότητα μιας ποσότητας εργα­σίας κατά πολύ κατώτερης σε σχέση με τα σημερινά επίπεδα, υποχρεωτικής για να μπορέσει κάποιος να λάβει ένα μισθό, αποτελεί υπόθεση που μέχρι χθες περιγράφονταν από επαναστάτες θεωρητικούς, ενώ σήμερα αποτελεί αναλυτική σκευή του μεταβιομηχα­νικού καπιταλισμού και συ­ζητείται σε συνέδρια και συγκεντρώσεις που σκο­πεύουν στην αναδιάρθρω­ση της παραγωγής.

Κατάργηση της εργασί­ας, σήμερα, σημαίνει να αντικατασταθεί με ποσότη­τες εργασίας μειωμένες στο ελάχιστο και προσανατολισμένες προπαντός στην παραγωγή δραστηριοτή­των κοινωνικής ωφέλειας. Αυτή ακριβώς η υπόθεση, σήμερα, δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή από την πλευ­ρά μας στο βαθμό που είναι ακριβώς η ίδια με αυτή του κεφαλαίου και μονάχα οι χρόνοι πραγματοποίη­σης της είναι διαφορετικοί, ενώ δεν διαφοροποιού­νται σε τίποτε οι μέθοδοι που προορίζονται να την πραγματοποιήσουν. Ο αγώνας για μια μείωση του χρόνου εργασίας, ακόμη και σημαντικής, ας πούμε είκοσι εβδομαδιαίων ωρών, δεν έχει κανένα επανα­στατικό νόημα, στο βαθμό που ανοίγει το δρόμο για την επίλυση ορισμένων προβλημάτων του κεφαλαίου και σίγουρα όχι για μία απελευθέρωση δυνατή για ό­λους. Η ανεργία ως στοιχείο κοινωνικής πίεσης -όσο ελάχιστο κι αν μπορεί να είναι- βρίσκοντας όπως εί­δαμε ουκ ολίγες βαλβίδες αποσυμπίεσης στο εσωτε­ρικό μιας διαφορετικής οργάνωσης περιθωριακών εργασιών, για την ώρα διαφαίνεται ως το μοναδικό ε­λατήριο που ωθεί την καπιταλιστική παραγωγική διαδι­κασία να βρει λύσεις μειωτικές του χρόνου εργασί­ας, αλλά στο μέλλον, που δεν βρίσκεται πολύ μα­κριά, διαφορετικά ελατήρια θα μπορούσαν να ωθή­σουν στην αναγκαιότητα να μειωθούν οι ίδιες οι πα­ραγωγικές ποσότητες, και αυτό ειδικά μέσα σε μια διεθνή κατάσταση στρατιωτικών ισορροπιών που δεν κατανέμονται πλέον μεταξύ δύο αντιπαρατιθέμενων υπερδυνάμεων.

Η βαλβίδα αποσυμπίεσης ενός εθελοντικού στρα­τού, πάνω στον οποίο γίνονται πραγματικά ελάχιστες συζητήσεις, ενώ αντίθετα πρόκειται για ένα ζήτημα που επιζητά όλη μας την προσοχή, θα μπορούσε, με­ταξύ των άλλων, να προμηθεύσει μια από τις επιχει­ρησιακές λύσεις όσον αφορά τη μείωση του χρόνου εργασίας, χωρίς να προκαλέσει την ανησυχία για το πώς οι πλατειές μάζες που έγιναν ορφανές από τον έλεγχο του ενός τρίτου της καθημερινότητας τους θα μπορούσαν να ξοδέψουν τον ανακτημένο χρόνο τους. θεωρούμενο με αυτούς τους όρους, το πρό­βλημα της ανεργίας δεν είναι πλέον αυτό της πιο σο­βαρής κρίσης του παρόντος παραγωγικού συστήμα­τος, όσο αντίθετα μια στιγμή θεσμικά συσχετισμένη με την ίδια του την δομή, στιγμή που είναι δυνατόν ε­πίσης να θεσμοθετηθεί σε επίσημο επίπεδο και να α­φομοιωθεί ως σχέδιο χρήσης του ελεύθερου χρό­νου, πάντοτε σαν έργο του ίδιου παραγωγικού σχη­ματισμού και διαμέσου δομών που δημιουργήθηκαν γι' αυτόν ακριβώς τον σκοπό. Διαλογιζόμενοι με αυτό τον τρόπο, γίνεται καλύτερα κατανοητή η ανάλυση του μετα-βιομηχανικού καπιταλισμού ως ομοιογενούς συστήματος στο εσωτερικό του οποίου η κίνηση της κρίσης δεν υφίσταται, έχο­ντας μετατραπεί σε μια α­πό τις στιγμές της ίδιας πα­ραγωγικής διαδικασίας.

Δύουν ως εκ τούτου τα ί­δια τα "εναλλακτικά" ιδανι­κά μιας ζωής βασισμένης πάνω στην τέχνη του βολέ­ματος. Οι μικρές βιοτεχνι­κές εργασίες, οι μικρές επιχειρήσεις βασισμένος στην ατομική παραγωγή, οι πλανόδιος πωλήσεις αντικειμένων, τα χαϊμαλιά και τα δαχτυλίδια. Στο εσωτερικό των ανήλιων και αποπνικτι­κών μαγαζιών διαδραματίστηκαν ατέλειωτες τραγω­δίες κατά τα τελευταία είκοσι χρόνια. Τόσες πραγμα­τικά επαναστατικές δυνάμεις παρέμειναν παγιδευμέ­νες μέσα σε ψευδαισθήσεις που απαιτούσαν όχι μό­νο κανονική ατομική εργασία, αλλά και υπερεκμε­τάλλευση, τόσο πιο βαριά όσο πιο δεμένη με τη θέ­ληση του ατόμου να κάνει να προχωρήσει η παρά­γκα, να καταδείξει ότι υπήρχαν διαφορετικοί δρόμοι, από τη δουλειά στο εργοστάσιο. Τώρα, μέσα στις α­ναδιαρθρωμένος συνθήκες του κεφαλαίου, έγινε ο­ρατό πως αυτό το "εναλλακτικό" μοντέλο είναι ακρι­βώς αυτό που προτείνεται σε θεσμικό επίπεδο για την έξοδο από την κρίση. Και έτοιμοι όπως πάντοτε να μην καταλάβουμε προς τα πού φυσάει ο άνεμος, άλλες δυνάμεις δυνητικά επαναστατικές κλείνονται μέσα σε ηλεκτρονικά εργαστήρια και άλλα μικρομά­γαζα, επίσης ανήλια και αποπνικτικά για να υπερφορ­τωθούν με δουλειά και να δείξουν για ακόμη μια φο­ρά ότι το κεφάλαιο είχε δίκιο για λογαριασμό τους.

Αν θέλουμε να περικλείσουμε το πρόβλημα σο μια φόρμουλα απλή και σύντομη, θα μπορούσαμε να πούμε ότι αν κάποτε η εργασία προσέδιδε μια κοινω­νική ταυτότητα, αυτήν ακριβώς του εργαζόμενου, ταυ­τότητα η οποία, ενσωματωμένη μαζί μ αυτή του πολί­τη σχημάτιζε ακριβώς τον τέλειο υπήκοο και επομένως η φυγή από την εργασία ήταν μια απόπειρα συ­γκεκριμένα επαναστατική, προσανατολισμένη στο να σπάσει τον ασφυκτικό βρόχο, σήμερα, τη στιγμή που το κεφάλαιο δεν προμηθεύει πλέον καμία κοινωνική ταυτότητα στον εργαζόμενο, αλλά αντίθετα αναζητά να τον χρησιμοποιήσει με γενικό και διαφοροποιημέ­νο τρόπο χωρίς προοπτική και μέλλον, η μοναδική α­πάντηση αντίθετη στην εργασία δεν μπορεί παρά να είναι αυτή της καταστροφής της με την ταυτόχρονη α­πόκτηση μιας δικής μας σχεδιαστικής ικανότητας, ε­νός δικού μας μέλλοντος, μιας δικής μας κοινωνικής ταυτότητας, εντελώς νέας και αντιπαρατιθέμενης στις απόπειρες εκμηδένισης που έχουν τεθεί σε ε­φαρμογή από τον μεταβιομηχανικό καπιταλισμό.

Το μεγαλύτερο μέρος των μεθόδων δράσης με τα οποία τις προηγούμενες δεκαετίες ο εργαζόμενος που είχε συνείδηση της κατάστασης του, αναζητούσε να αντιμετωπίσει την άγρια και άμεση εκμετάλλευση μεθόδων πάνω στις οποίες θα μπορούσε να γραφτεί ένα βιβλίο εκατοντάδων σελίδων- έχουν γίνει σήμε­ρα σταθερή πρακτική του ίδιου του κεφαλαίου το ο­ποίο υποδεικνύει, όταν δεν επιβάλλει, κομμάτιασμα των εργασιακών μονάδων, μειωμένους και ελαστικοποιημένους χρόνους, αυτοκαθοριζόμενους σχεδια­σμούς των εργασιακών συνθηκών, συμμετοχή στις αποφάσεις της επιχείρη­σης, συνελεύσεις καθορι­στικές όσον αφορά συ­γκεκριμένες απόψεις της παραγωγής, επινόηση αυτόνομων παραγωγικών το­μέων που ο ένας θεωρείται πελάτης του άλλου, ποιο­τικό συναγωνισμό και όλα τα υπόλοιπα. Το οπλοστά­σιο αντικατάστασης της κλασικής και μονολιθικής ο­μοιομορφίας της εργασιακής πρακτικής, έχει πλέον φτάσει σε επίπεδα που δεν είναι ελέγξιμα από την ε­πιμέρους συνείδηση με τη στενή έννοια.

Δηλαδή ο μεμονωμένος εργαζόμενος βρίσκεται πάντοτε μπροστά από την πιθανότητα να τραβηχτοί μέσα σο μια παγίδα που δεν είναι καθόλου εύκολο να διακριθεί, στο εσωτερικό της οποίας καταλήγει να διαπραγματευθεί την ίδια του την αγωνιστικότητα που πλέον υφίσταται μονάχα δυνάμει, με μικρές διευκολύνσεις οι οποίες, αν κάποτε ήταν αυτορρυθμιζόμε­νες και συνεπώς μπορούσαν να θεωρηθούν σαν μέ­ρη του μεγάλου κινήματος του αγώνα ενάντια στη ερ­γασία, σήμερα, όντας παραχωρημένες, αποτελούν μια από τις πλευρές της ίδιας της εργασίας, ακριβώς αυτής που εμπεριέχει τα μεγαλύτερα χαρακτηριστικά αφομοίωσης και ελέγχου.

Αν πρέπει να παίξουμε με τη ζωή μας, και στη ζωή μας πρέπει να μάθουμε να το κάνουμε, πρέπει εμείς οι ίδιοι να καθορίσουμε τους κανόνες του παιχνιδιού ή διαφορετικά πρέπει να σχεδιάσουμε αυτούς τους κανόνες κατά τρόπο ώστε να είναι ξεκάθαροι για μας και ακατανόητοι λαβύρινθοι για τους άλλους. Δεν μπορούμε να δηλώσουμε, γενικά, ότι το παιχνίδι που παραμένει ακόμη εφοδιασμένο με κανόνες είναι η εργασία (πράγμα που, ξέχωρα από αυτά, αποτελεί α­λήθεια όπως ήδη είπαμε), για να συνεχίσουμε κατόπιν ότι, αν εκλείψουν αυτοί οι κανόνες, τότε θα πρό­κειται για ένα παιχνίδι ελεύθερο και συνεπώς απε­λευθερωτικό. Η έλλειψη κανόνων δεν αποτελεί συ­νώνυμο της ελευθερίας. Η παρουσία κανόνων που έ­χουν επιβληθεί και των οποίων η εκτέλεση υποβάλλε­ται σε έλεγχο και τιμωρία είναι που αποτελεί συνώνυ­μο της σκλαβιάς. Και η εργασία υπήρξε ακριβώς αυ­τό και δεν θα μπορέσει ποτέ να είναι κάτι διαφορετι­κό για όλους τους λόγους που εξετάσαμε προηγου­μένως και για αυτούς που ξεχάσαμε να θυμηθούμε. Αλλά η έλλειψη κανόνων μπορεί να είναι μια διαφο­ρετική τυραννία - και ίσως χειρότερη. Αν η ελεύθερη συναίνεση αποτελεί έναν κανόνα, εγώ σκοπεύω να τον ακολουθήσω και αναμένω ότι και οι άλλοι, συναινούντες σύντροφοι μου θα τον ακολουθήσουν. Και αυτό κυρίως όταν πρόκειται για το παιχνίδι της ίδιας μου της ζωής και για την ζωή μου σε παιχνίδι. Η έλλει­ψη κανόνων θα με έκανε βορά της τυραννίας και της αβεβαιότητας η οποία, αν σήμερα είναι ένα ρίγος, σύμπτωμα του καθημερινού μου συνδρόμου στέρη­σης στην αδρεναλίνη, αύριο θα μπορούσε να μη μου κάνει πλέον, όπως και σίγουρα δεν θα μου κάνει.

Και έπειτα οι κανόνες, ελεύθερα επιλεγμένοι, φτιάχνουν την ταυτότητα μου, τον τρόπο της ύπαρξης μου μεταξύ των άλλων αλλά επίσης την ύπαρξη μου ως ατόμου που έχει επίγνωση της κατάστασης του, γεμάτου επιθυμία να ανοιχτεί στους άλλους, να ζή­σει σ' έναν κόσμο κατοικημένο από ελεύθερες υ­πάρξεις, ζωτικά ελεύθερες και σε θέση να αποφασί­σουν από μόνες τους τις δικές τους επιλογές. Αυτό ισχύει ακόμη περισσότερο μέσα σ' ένα κόσμο που έχει αρχίσει να κατευθύνεται προς τη φαινομενική ελευθερία μιας έλλειψης αυστηρών κανόνων, αν όχι αλλού, τουλάχιστον μέσα στο χώρο της παραγωγής. Για να μη σαγηνευτούμε για μια ακόμη φορά από τα μειωμένα ωράρια εργασίας, ελαστικοποιημένα, προ­γραμματιζόμενα σύμφωνα με τις προσωπικός αρέ­σκειες, από διακοπές μετ' αποδοχών, εξωτικές, προ­σωποποιημένος, για να μην ξεγελαστούμε από αυξή­σεις μισθών, από προ-συνταξιοδοτήσεις, από δωρε­άν χρηματοδοτήσεις για προσωπικός πρωτοβουλίες, χρειάζεται να δώσουμε στον εαυτό μας ένα δικό μας σχέδιο καταστροφής της εργασίας και όχι να περιο­ριστούμε να ελαττώσουμε τις ζημιές, γιατί το ίδιο το κεφάλαιο έχει συμφέρον να ελαττώσει αυτές τις ζη­μιές για να διατηρήσει στη ζωή, όχι μια δύναμη εργα­σίας λιγότερο στρεσαρισμένη, όσο ένα πεδίο ανα­φοράς στην ίδια την προσφορά της αγοράς του, δηλ. μια ελαφρά στηριζόμενη ζήτηση.

Σ' αυτό το σημείο επιστρέφουν στην επικαιρότητα ορισμένες σκέψεις που φαίνονταν να έχουν πλέον παλιώσει.

Η καταστροφή μιας νοο­τροπίας δεν είναι δυνατή. Πράγματι, η επαγγελματική νοοτροπία, με τον τρόπο με τον οποίο διαχέονταν α­κόμη και μέσα στην κομμα­τική ομαδοποίηση ή την αμυντικής φύσης συνδικαλιστική, ακόμη και μέσα από τις αναρχοσυνδικαλιστικές της μορφές, κάποιες φο­ρές, δεν ήταν δυνατό να καταστραφεί από τα έξω. Α­κόμη και το σαμποτάζ δεν μπορούσε να το επιτύχει. Όταν χρησιμοποιούνταν αυτό ήταν μονάχα ένα μέσο εκφοβισμού ενάντια στ1 αφεντικά, μια πιο προωθημέ­νη αγωνιστική μορφή δράσης απέναντι στην απεργί­α, για να καταστεί γνωστό ότι υπήρχαν πιο αποφασι­στικοί σε σχέση με τους υπόλοιπους, που όμως πα­ρέμεναν πάντοτε διατεθειμένοι να σταματήσουν τις επιθετικές ενέργειες άπαξ τα ίδια τα αιτήματα μπο­ρούσαν να ικανοποιηθούν.

Αλλά όμως το μέσο παραμένει καταστρεπτικό, δεν προσβάλλει έμμεσα το κέρδος, όπως η απεργία, αλ­λά χτυπά άμεσα τον παραγωγικό σχηματισμό στις α­παρχές ή στην κατάληξη, στα ενδιάμεσα της παρα­γωγής του ή στα ολοκληρωμένα προϊόντα, δεν έχει σημασία το σαμποτάζ χτυπά την παραγωγική διαδικα­σία είτε στο στάδιο εξέλιξης της είτε όταν έχει ήδη ο­λοκληρωθεί.

Αυτό σημαίνει ότι δρα ανεξάρτητα από την ύπαρξη της εργασιακής σχέσης, χτυπά όχι για να αποκτήσει κάτι, ή όχι μονάχα για να αποκτήσει κάτι, αλλά επίσης, και θα λέγαμε κατά κύριο λόγο για να καταστρέψει. Και το αντικείμενο της καταστροφής, ακόμα και αν παραμένει ιδιοκτησία του κεφαλαίου, εάν το εμβαθύ­νουμε είναι πάντοτε η εργασία, στο βαθμό που πρό­κειται για αυτό που αποκτήθηκε με την εργασία, που παράχθηκε, είτε πρόκειται για μέσα παραγωγής είτε για ολοκληρωμένα προϊόντα. Ιδού λοιπόν γιατί κατανοούμε καλύτερα, αλλά μονάχα σήμερα, τη φρίκη που δοκιμάζουν πολλοί εργαζόμενοι μπροστά στις πράξεις σαμποτάζ. Και εδώ αναφερόμαστε σ' αυ­τούς τους εργαζόμενους που μια ολόκληρη ζωή ολο­κληρωτικής εξάρτησης τους είχε προμηθεύσει μια κοινωνική ταυτότητα που δεν μπορούσε να σβηστεί εύκολα. Είδαμε πολλούς εργαζόμενους να κλαίνε μπροστά από το εργοστάσιο που δούλευαν και που είχε καταστραφεί εν μέρει, γιατί σ' εκείνο τον τόπο του θανάτου αυτοί έβλεπαν κατεστραμμένη την ίδια τους τη ζωή, και αυτή η ζωή αν και μίζερη και περι­φρονημένη ήταν η μοναδική που είχαν, η μοναδική για την οποία είχαν μια συγκεκριμένη εμπειρία.

Φυσικά, για να περάσουμε στην επίθεση χρειάζε­ται να διαθέτουμε ένα σχέδιο, και συνεπώς μια κα­θορισμένη σχεδιαστική ταυτότητα, επίσης μια συνεί­δηση αυτού που θέλουμε να κάνουμε και κυρίως, ό­ταν αυτό που θέλουμε να κάνουμε το θεωρούμε ένα παιχνίδι, το βιώνουμε σαν ένα παιχνίδι. Και το σαμπο­τάζ είναι ένα συναρπαστικό παιχνίδι, αλλά δεν μπο­ρεί να είναι το μοναδικό παιχνίδι που επιθυμούμε να παίξουμε. Είναι απαραί­τητο να διαθέτουμε μια ποικιλία παιχνιδιών, διαφο­ρετικών και συχνά αντιτιθέ­μενων, με στόχο να απο­φύγουμε ώστε η μονοτονία του ενός από αυτά ή το σύ­νολο των κανόνων να μεταβληθούν σε μια επιπλέον βαρετή και επαναληπτική εργασία. Ακόμη και το να κάνουμε έρωτα αποτελεί ένα παιχνίδι, αλλά δεν μπορούμε να το παίζουμε πρωί μέχρι το βράδυ, χωρίς να διακινδυνεύουμε να το καταστήσουμε μια ακόμη συνήθεια, χωρίς να δια­κινδυνεύουμε να αισθανθούμε πλημμυρισμένοι από μια γεύση η οποία, αν από τη μια πλευρά προκαλεί ευχάριστη ευεξία, απ την άλλη προσβάλλει, δημιουρ­γεί ένα αίσθημα ματαιότητας.

Ακόμα και πηγαίνοντας να πάρουμε τα χρήματα ε­κεί όπου βρίσκονται αποτελεί ένα άλλο παιχνίδι, που έχει τους κανόνες του, και που μπορεί επίσης να εκτροχιαστεί σ' έναν επαγγελματισμό που δεν βλέπει πέρα από την μύτη του και άρα να μεταβληθεί σε μια εργασία με πλήρες ωράριο και με όλες τις συνέ­πειες που θα επέλθουν. Αλλά είναι ένα ενδιαφέρον παιχνίδι, και χρήσιμο, αν θεωρηθεί μέσα στην προο­πτική μιας συνείδησης που είναι ώριμη, που δεν απο­δέχεται τις ασάφειες ενός καταναλωτισμού πάντοτε έτοιμου να απολαύσει όσα κατορθώθηκαν να απο­σπαστούν από τον σφαιρικό οικονομικό σχηματισμό.

Και εδώ επίσης χρειάζεται να ξεπεραστεί το ηθικό φράγμα που ενσωμάτωσαν πάνω μας, χρειάζεται να επιβεβαιωθεί μια ρήξη ικανή να τοποθετηθεί πέρα α­πό το πρόβλημα.

Το να απλώνεις χέρι στην ξένη ιδιοκτησία, ακόμη και για έναν επαναστάτη, αποτελεί υπόθεση γεμάτη κινδύνους, όχι μονάχα νομικούς με την στενή έννοια, αλλά κατά κύριο λόγο ηθικούς. Η διαύγεια σε σχέση με αυτή την τελευταία άποψη είναι σημαντική, στο βαθμό που πρόκειται για το ξεπέρασμα του ίδιου εκείνου εμποδίου που έκανε τον γέρο εργάτη να κλαί­ει μπροστά από το κατεστραμμένο εργοστάσιο. Την ιερότητα της ιδιοκτησίας την ρουφήξαμε μαζί με το μητρικό γάλα και δον μπορούμε να απελευθερωθού­με εύκολα. Προτιμούμε να εκπορνευτούμε για μια ο­λόκληρη ζωή στον εργοδότη για να έχουμε ήσυχη την συνείδηση, προτιμάμε τη ικανοποίηση ότι κάναμε το καθήκον μας, ότι συνεισφέραμε σ' αυτό το ελάχιστο που αποτελεί το μέρος μας στην παραγωγή του μι­κτού εθνικού προϊόντος, από το οποίο θα επωφεληθούν καθ ολοκληρίαν οι πολιτικοί άνδρες και γυναί­κες που φυσικά άλλη δουλειά δεν κάνουν από το να σκάφτονται τα πεπρωμένα του έθνους, και οι οποίοι έχουν αποβάλλει εδώ και καιρό κάθε ίχνος ενδοια­σμών ώστε να ιδιοποιηθούν αυτό που εμείς συσσωρεύσαμε με κόπο.

Όμως η ουσιαστική άποψη ενός σχεδίου καταστρο­φής της εργασίας είναι συνδεμένη με τη δημιουργι­κότητα εξωθημένη στο ανώτατο δυνατό επίπεδο. Τι μπορούμε να κάνουμε με τα Όμως η ουσιαστική άπο­ψη ενός σχεδίου κατα­στροφής της εργασίας είναι συνδεμένη με τη δη­μιουργικότητα εξωθημένη στο ανώτατο δυνατό επίπεδο. Τι μπορούμε να κάνου­με με τα χρήματα όλων των τραπεζών που θα είμαστε σε θέση να ξαφρίσουμε εάν το μοναδικό πράγμα που ξέρουμε να κάνουμε μετά είναι να αγοράσουμε ένα ακριβό αυτοκίνητο, να φτιάξουμε ένα ωραίο σπί­τι, να πηγαίνουμε συχνά στις νάϊτ-ντίσκο, να φορτω­θούμε μέχρι το λαιμό με άχρηστες ανάγκες και να βαρεθούμε στο τέλος μέχρι θανάτου μέχρι τη στιγμή που θα ξαφρίσουμε την επόμενη τράπεζα. Πράγμα που κάνουν συστηματικά πολλοί ληστές τραπεζών που γνωρίσαμε στη φυλακή. Αν αρκετοί σύντροφοι που δεν είχαν ποτέ χρήματα στην ζωή τους νομίζουν ότι αυτός είναι ο δρόμος για να παραμεριστεί κάποιο εμπόδιο, δεν έχουν παρά να το κάνουν, θα συναντή­σουν τις ίδιες απογοητεύσεις όπως σε οποιαδήποτε άλλη εργασία η οποία, ναι μεν είναι λιγότερο αποδο­τική βραχυπρόθεσμα, αλλά σίγουρα και λιγότερο επι­κίνδυνη για μακρόχρονα διαστήματα.

Να φανταστούμε την άρνηση της εργασίας σαν παθητική αποδοχή της μη δραστηριότητας, αποτελεί μια λανθασμένη ιδέα που όλοι οι σκλάβοι της εργασίας σχηματίζουν για όλους αυτούς που δεν εργάστηκαν ποτέ στην ζωή τους. Αυτοί οι τελευταίοι, οι λεγόμενοι προνο­μιούχοι εκ γενετής, οι κληρονόμοι μεγάλων περιουσιών, σχεδόν πάντοτε είναι φανατικοί εργαζόμενοι που χρησιμοποιούν τις δυνάμεις τους και το μυαλό τους για να εκμεταλλευτούν τους άλλους και να συσσωρεύσουν πλούτη και αίγλη μεγαλύτερα από αυτά που κληρονόμη­σαν. Αλλά ακόμη κι αν περιοριζόμασταν σε τό­σες και τόσες περιπτώσεις "ξεκληρίσματος" περιουσιών που οι ροζ στήλες των εφημερίδων δεν παραλείπουν να φέρνουν κάθε τόσο στην επιφάνεια, ακόμη και σ' αυτή την περίπτωση πρέπει να αποδεχτούμε ότι και αυτού του είδους η κακώς εννοούμενη ευφυΐα στρώνεται στη δουλειά, στο εσωτερικό των κοινωνικών της σχέσεων ακόμη και μέσα από τον ίδιο τον φόβο να πέσει θύμα χτυπήματος ή απαγωγής. Και αυ­τό επίσης είναι εργασία και, όντας πραγματω­μένο σύμφωνα με όλους τους κανόνες του κα­ταναγκασμού, καθίσταται πραγματική και καθεαυτή εργασία, στην οποία ο εκμεταλλευτής αυ­τών των εκμεταλλευτών είναι, από καιρού εις καιρό, η πλεονεξία τους ή ο ίδιος τους ο φό­βος.

Όμως δε νομίζουμε ότι μπορούν να είναι πολλοί αυτοί που θεωρούν την άρνηση της ερ­γασίας σαν την αποδοχή της πιο θανάσιμης τεμπελιάς, μιας διαρκούς αδράνειας που δεν σκοπεύει να κάνει τίποτα και βρίσκεται συνεχώς σε αμυντική στάση για να αποφύγει τις παγίδες των άλλων και που θα μπορούσαν μβ παρακλή­σεις και προτροπές να την σπρώξουν να κάνει κάτι, ακόμη και αν όχι στο όνομα της αναγκαιό­τητας, αλλά του ιδανικού ας πούμβ, ή του προ­σωπικού συναισθήματος ή της φιλίας ή ποιος ξέρει ποιας οποιασδήποτε άλλης διαβολικής ε­πινόησης ικανής να προσβάλλει την επιτευχθεί-σα κατάσταση της πλήρους ικανοποίησης.

Μια παρόμοια κατάσταση στερείται απολύτως οποιουδήποτε νοήματος.

Αντίθετα θεωρούμε ότι η άρνηση της εργασίας μπορεί να ταυτιστεί πρώτα απ' όλα με μια επιθυμία να κάνουμε τα πράγματα που μας αρέσουν περισ­σότερο, και συνεπώς να μεταβάλλουμε ποιοτικό την εξαναγκαστική δραστηριότητα σε ελεύθερη δραστηριότητα, δηλαδή σε δράση. Αλλά όμως η ενεργητική συνθήκη, η δυνατότητα ελεύθερης δρά­σης δεν μπορεί να επιτευχτεί μια φορά, άπαξ δια παντός. Δεν μπορεί με κανένα τρόπο να ανήκει σε μια κατάσταση που μας προέκυψε έξωθεν, που έπεσε από τον ουρανό, σαν την άφιξη μιας μεγάλης κληρονομιάς ή τα τυχερά μιας ξαφρισμένης τρά­πεζας. Αυτά τα γεγονότα μπορούν ν' αποτελέσουν την ευκαιρία, το επιδιωκόμενο ή όχι, ηθελημένα ή όχι, που θα μπορούσε να υποβοηθήσει ή να τελειοποιήσει ένα σχέδιο σε διαδικασία εξέλιξης, αλλά δεν μπορεί να αποτελέσει την καταληκτική και καθοριστική συνθήκη. Σε περίπτωση που αυτό το σχέδιο θα ήταν ελλιπές, σε όρους σχεδιασμού της ζωής με όλη τη σημασία που έχει αυτός ο ό­ρος, καμία ποσότητα χρήματος δεν θα μπορούσε ποτέ να μας απελευθερώσει από την αναγκαιότη­τα της εργασίας, δηλ. της εξαναγκαστικής δραστη­ριότητας, η οποία αυτή τη φορά θα ωθείται από μια νέα μορφή αναγκαιότητας, όχι πλέον αυτή της μι­ζέριας, αλλά αυτή της αίσθησης της αχρηστίας, ή αυτή της αποκτημένης κοινωνικής θέσης, ή της επι­θυμίας απόκτησης όλο και μεγαλύτερων τμημάτων πλούτου ή και ολόκληρης της σειράς των σύμβολων του κατάλληλου κοινωνικού status μέσα στο ο­ποίο θεωρείται πως κατοχυρώνεται ο καινούριος πλούτος.

Το δίλημμα λύνεται εμβαθύνοντας το προσωπικό μας δημιουργικό σχέδιο ή, για να το πούμε διαφο­ρετικά, σκεφτόμενοι πάνω σ' αυτό που θέλουμε να κάνουμε την ίδια μας τη ζωή και τα μέσα που έρχο­νται στην κατοχή μας χωρίς να εργαστούμε. Αν θέ­λουμε να καταστρέψουμε την εργασία χρειάζεται να δημιουργηθούν ατομικές και συλλογικές πειρα­ματικές διαδρομές που δον λαμβάνουν υπόψη τους την εργασία παρά μόνο για να τη διαγράψουν εντελώς από την πραγματικότητα των εφικτών πραγμάτων.

Κυριακή 8 Μαρτίου 2009

Σειρά εκδηλώσεων/συζητήσεων με τον Alfredo Bonanno

Με αφορμή την έκδοση του βιβλίου:

Alfredo M. Bonanno

ΚΥΡΙΑΡΧΙΑ ΚΑΙ ΕΞΕΓΕΡΣΗ

Στη μεταβιομηχανική κοινωνία.

Εσωκλεισμένοι και αποκλεισμένοι



Σειρά εκδηλώσεων-συζητήσεων με τον συγγραφέα στις παρακάτω πόλεις:

ΠΑΤΡΑ: Πέμπτη 5/3, Κατάληψη-Παράρτημα, 19:00

ΑΘΗΝΑ: Σάββατο 7/3, Πάντειο – αμφθιθέατρο Σάκη Καράγιωργα, 17:00

ΗΡΑΚΛΕΙΟ: Δευτέρα 9/3, Αίθουσα Ανδρόγεω, 17:00

ΒΟΛΟΣ: Παρασκευή 13/3, Πανεπιστήμιο- αμφιθέατρο Κορδάτου, 19:00

ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ: Σάββατο 14/3, Φάμπρικα Υφανέτ, 17:00

ΓΙΑΝΝΕΝΑ: Τρίτη 17/3, Καμπέρειο, 19:00




ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΚΟ ΙΝΣΤΙΤΟΥΤΟ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΜΕΛΕΤΩΝ

ΙΩΑΝΝΙΝΑ


Τετάρτη 25 Φεβρουαρίου 2009

ΑΣ ΑΦΗΣΟΥΜΕ ΤΟΥΣ ΠΑΡΑΠΛΑΝΗΜΕΝΟΥΣ ΝΑ ΠΙΣΤΕΥΟΥΝ ΠΩΣ ΠΑΡΑΠΛΑΝΟΥΝ

Συσπείρωση Αναρχικών

(Σχετικά με την προκήρυξη του Επαναστατικού Αγώνα)

«Να μην κάνεις πολιτική, να μην προσπαθείς να κερδίσεις φιλίες κολακεύοντας, να μην αποσιωπάς γεγονότα, να μοιράζεις και να μοιράζεσαι την αλήθεια κι όλα αυτά να σε φέρνουν πολλές φορές αντιμέτωπο με τις «σεβαστές πλειοψηφίες», σημαίνει πως προσπαθείς συνειδητά να βοηθήσεις τους ανθρώπους να ελευθερωθούν».

Είναι δυνατόν, πολλοί να αποδοκιμάζουν ένα γεγονός κι εννοείται πως ο καθένας έχει λόγους όταν το κάνει. Σ’ αυτές τις περιπτώσεις, το πρώτο που χρειάζεται να γίνει διακριτό είναι κατά πόσο μια τέτοια στάση είναι ιδιοτελής, αποσκοπώντας σε οικονομικά ή εξουσιαστικά οφέλη. Και τα οφέλη είναι δυνατόν να πηγαίνουν είτε άμεσα προς αυτόν που παίρνει τη συγκεκριμένη θέση, είτε να εξυπηρετούν συντεταγμένες εξουσιαστικές καταστάσεις.

Εκείνο, πάντως, που απαιτείται είναι, οι τοποθετήσεις απέναντι στο γεγονός, να είναι ξεκάθαρες (και καταγεγραμμένες. Επειδή, «τα λόγια πετούν, τα γραπτά μένουν, η μεν χείρ η γράψασα σήψεται τάφω, γραφή δε μένει εις χρόνους πληρεστάτους»), ακόμα κι αν αυτό μπορεί να θεωρηθεί ή να κατηγορηθεί ως κουραστικό ή και περιττό. Ο λόγος είναι συγκεκριμένος: η αοριστία, η αφαίρεση από την πραγματικότητα, η γενίκευση, καθώς και η σιωπή ευνοούν όσους, ψαρεύοντας σε θολά νερά, μπορούν να φέρουν στο προσκήνιο, «από την πίσω πόρτα», αυτό που υποτίθεται πως αντιμάχονται ή κριτικάρουν.
Ερχόμαστε τώρα στο ζητούμενο μιας τοποθέτησης και στο πως αυτή εκφράζεται.
Καθοριστική προϋπόθεση είναι η συνεπής και συνεκτική σχέση της θεώρησης με τον λόγο, που υλοποιείται με συγκεκριμένες κάθε φορά πράξεις. Και μην ακουστούν πάλι αυτές οι δήθεν απορίες του είδους «Μα υπάρχει αναρχική θεωρία;» γιατί έχουμε ξεκαθαρίσει, από πολύ παλιά, πως η αναρχική θεώρηση δεν έχει σχέση με την θεωρία.

Πάμε παρακάτω.
Είναι ξεκάθαρο για μας πως η πολύμορφη κοινωνική δράση, είναι συστατικό της συνολικότερης απελευθερωτικής προσπάθειας και επ’ ουδενί ιεραρχείται, με την έννοια πως μια δράση ή ένα μέσο αγώνα δεν είναι δυνατόν να θεωρείται καλύτερο, αποτελεσματικότερο ή ανώτερο από κάποιο άλλο ώστε να αποχωρίζεται και να ορίζεται ως η Λυδία λίθος για τα προβλήματα των ανθρώπων που αγωνίζονται.

Πολύμορφη, λοιπόν, δράση αλλά και κοινωνική. Πολύ δε περισσότερο, απελευθερωτική.
Όταν όμως εμείς ως αναρχικοί μιλάμε για απελευθέρωση δεν έχουμε στο μυαλό μας κανενός είδους κομμουνιστικό μοντέλο «απελευθέρωσης» των ανθρώπων. Άλλωστε, τόσο το μαρξιστικό κομμουνιστικό μοντέλο, όσο και οι διάφορες προσμίξεις και παραλλαγές του που έχουν σαν συνθετικό την λέξη «αναρχο», εμπεριέχουν την εξουσία.

Στην προκειμένη μάλιστα περίπτωση, αυτό που ισχύει, είναι μέσα από σύνθετους όρους, να αλλοιώνεται, συνειδητά ή ασυνείδητα, η αναρχική προοπτική, η απόλυτη αντίθεση σε κάθε είδους εκμετάλλευση και μορφή εξουσίας. Αυτή η αλλοίωση είναι αναπόφευκτη, αφού είναι επόμενο, η κάθε ονοματοδοσία να γίνεται για συγκεκριμένους λόγους και συνεπώς δεν θα μπορούσε να αφήσει ανεπηρέαστο το περιεχόμενο και τους σκοπούς.

Η αναρχία, όμως, δεν χρειάζεται προσμίξεις για να προσδιοριστεί. Παρ’ όλα αυτά, πολλές είναι οι περιπτώσεις κατά τις οποίες διάφορες στάσεις, συμπεριφορές, πολιτικές και ιδεολογικές διατυπώσεις αποδίδονται αυθαίρετα, καλόβουλα ή κακόβουλα, στην αναρχία.
Κυρίως πρόκειται για εξουσιαστικές απόψεις που εμφανίζονται με τον απελευθερωτικό μανδύα. Κύρια πηγή τους είναι η αριστερή, μαρξιστική - κομμουνιστική - Λενινιστική θεωρία, η οποία, έχοντας κατασκευάσει την ψευδή συνείδηση πως αποτελεί κομμάτι (και μάλιστα πρωτοπόρο) της συνολικής απελευθερωτικής προσπάθειας ανθρώπων και κοινωνιών, συνεχίζει τη διαδικασία διάβρωσης των ουσιαστικών διεργασιών προς την κατεύθυνση της απελευθέρωσης μέσω της καταστροφής του κράτους.

Εδώ βρίσκεται λοιπόν η ουσία του ζητήματος.
Αφορά εκείνες τις απόψεις και πράξεις που ενώ τοποθετούνται δομικά ή «ιδεολογικά» ενάντια στις εξουσιαστικές ιδεολογίες και πρακτικές, στην ουσία τις αναπαράγουν. Είναι πολύ εύκολο να αντιταχθεί κάποιος στο ΚΚΕ, όντας διάτρητο και με βεβαρημένο παρελθόν. Το ίδιο εύκολο είναι να πολεμηθεί μια «ελευθεριακή» ή «αντιεξουσιαστική» ομάδα όταν έχει ήδη δείξει πως ακολουθεί ένα δρόμο που κινείται μέσα σε πλαίσια που δεν ενοχλούν ιδιαίτερα το κράτος. Όταν μάλιστα πρόκειται για κριτική ή πολεμική απέναντι σε ειρηνιστικές απόψεις και πρακτικές τότε, όπως λέει και μια λαϊκή παροιμία, είναι σαν να κλέβεις αφύλακτη εκκλησία.

Τι γίνεται όμως, όταν μέσα από αυτές τις πολεμικές και κριτικές, εκείνο που υπάρχει καλά κρυμμένο είναι μια θεωρία πολύ πιο εξουσιαστική;
Για να το πούμε πιο ξεκάθαρα. Το να πολεμιέται (π.χ.) το ΚΚΕ δεν σημαίνει πως πρέπει να δίνεται συγχωροχάρτι στις αριστερές, κομμουνιστικές και λοιπές λενινιστικές και σταλινικές θεωρίες (άλλωστε το ΚΚΕ, στην πράξη πλέον, ακολουθεί εδώ και καιρό το δρόμου του «αποστάτη Κάουτσκι»), οι οποίες στη συνέχεια θα υιοθετηθούν και θα πλασαριστούν σαν απελευθερωτικές μέσα από ένα ελευθεριακό, αντιεξουσιαστικό ή επαναστατικό επίχρισμα.

Γι’ αυτό το λόγο επιμείναμε και θα συνεχίσουμε να τονίζουμε, πως ο αγώνας ενάντια στην ΚΑΘΕ εξουσία και τις ιδεολογικές της προεκτάσεις δεν είναι απλά δομικός. Δεν στρέφεται μόνο ενάντια στο μηχανισμό, αλλά και σε εκείνες τις απόψεις και πρακτικές, που διαχέονται από το κράτος και τους ιδεολογικοπολιτικούς του εκφραστές στον κοινωνικό χώρο και πολλές φορές υιοθετούνται από τους ανθρώπους.

Όμως, το να αγωνίζεται κάποιος για την κοινωνική απελευθέρωση και την αναρχία δεν σημαίνει πως θα το πετύχει υιοθετώντας απόψεις και πρακτικές που αναπαράγουν και καθιερώνουν την εξουσία. Σ’ αυτήν την περίπτωση, αποτελεί μέρος του προβλήματος που λέγεται εξουσία και η πρακτική του δεν μπορεί να ενταχτεί στην απελευθερωτική διεργασία, αλλά γίνεται συστατικό του ενδοεξουσιαστικού πολέμου, αυτής της άγριας διαμάχης που υπάρχει ανάμεσα στις διάφορες μερίδες της κυριαρχίας για την επικράτηση της μιας επί της άλλης ή για την καθιέρωση βραχυχρόνιων περιόδων ισορροπίας και συμμαχιών.

Ως αναρχικοί, έχουμε ξεκάθαρη την προοπτική της αναρχίας. Συνεπώς, η απελευθέρωση των ανθρώπων και της κοινωνίας θα πραγματοποιηθεί με τη δημιουργία αναρχικών σχέσεων ανάμεσα σε άτομα και ομάδες. Η αναρχική επανάσταση είναι κοινωνική και ως τέτοια αρνείται τις υπάρχουσες επιβεβλημένες δομήσεις στον κοινωνικό χώρο. Είναι κοινωνική γιατί συνδέεται με εκείνα τα κομμάτια της κοινωνίας, που δρώντας ανταγωνιστικά προς την εξουσία και την εκμετάλλευση, συνθέτουν προς την καταστροφή όσων έχουν κατασκευαστεί προκειμένου να διατηρούνται οι συνθήκες υποδούλωσης των ανθρώπων.
Η αναρχική επανάσταση αρνείται τις υπάρχουσες κοινωνικές δομήσεις και συνεπώς την ύπαρξη οποιασδήποτε μορφής εξουσιαζόμενης κοινωνίας. Επομένως, δεν θα μπορούσε να χρησιμοποιεί τεχνικές και μέσα που θα επαναφέρουν το καθεστώς που υπήρχε πριν από αυτήν, έστω και με διαφοροποιήσεις.

Το έχουμε ξαναπεί. Το να τοποθετείται κάποιος ξεκάθαρα και ανταγωνιστικά απέναντι στα καθιερωμένα, στην κανονικότητα ενός ακτιβισμού που δεν κάνει σαφείς τους προσανατολισμούς του, τον κάνει ευάλωτο. Όχι πως αυτού του είδους οι τοποθετήσεις είναι λάθος να γίνονται. Κάθε άλλο. Απλά, συμβαίνει να επιστρατεύονται αμέσως όλες οι πλάγιες τεχνικές υπονόμευσης. Αυτές συγκεντρώνονται όπως η γλίτσα πάνω σε διάφορα υλικά αντικείμενα. Τα σκεπάζουν, τους αλλάζουν το σχήμα και προσπαθούν να φτιάξουν μια εικόνα αποσύνθεσης για ό,τι περιβάλλουν ή προσπαθούν να καλύψουν. Κι όμως. Μια επιμελημένη φροντίδα και ένα συστηματικό καθάρισμα ξαναφέρνει στο φώς την πραγματικότητα.

Αυτό δεν μπορούμε να το παραμελούμε. Γιατί τότε κάνουμε μεγάλη ζημιά σ’ αυτά που ισχυριζόμαστε και τα οποία παλεύουμε να φτιάξουμε μαζί με όλους τους ανθρώπους, που προσβλέπουν σε ένα κόσμο λεύτερο, δημιουργικό, αναρχικό.
Ας έρθουμε τώρα σε κάποια ζητήματα, που βρέθηκαν στην «επικαιρότητα» το τελευταίο διάστημα.
Σύγχυση που προκαλεί

Κλείνοντας τα προηγούμενο φύλλο της ΔΙΑΔΡΟΜΗΣ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ τοποθετηθήκαμε εν συντομία σε σχέση με το περιστατικό των πυροβολισμών εναντίον των μπάτσων των ΜΑΤ που βρίσκονταν στην πίσω πλευρά του υπουργείου Πολιτισμού, στην περιοχή των Εξαρχείων. Γράψαμε:

«Καθώς έκλεινε η ύλη της εφημερίδας πραγματοποιήθηκε η ένοπλη επίθεση σε τρεις άνδρες των ΜΑΤ που περιπολούσαν έξω από το Υπουργείο Πολιτισμού στα Εξάρχεια με αποτέλεσμα τον βαρύ τραυματισμό του ενός, ενώ ημέρες πριν έχει προηγηθεί επίσης ένοπλη επίθεση μέσα από το χώρο της Πολυτεχνειούπολης σε κλούβα των ΜΑΤ.
Οι ενέργειες αυτές όχι μόνο φαίνεται πως ΑΔΥΝΑΤΟΥΝ ΝΑ ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΗΣΟΥΝ τις διεργασίες της κοινωνικής εξέγερσης του Δεκέμβρη, αλλά αντίθετα, φαίνεται να δείχνουν βαθιά δυσαρέσκεια και περιφρόνηση απέναντί της. Δεσμευόμαστε όμως να επιστρέψουμε στο ζήτημα μόλις μας δοθεί η ευκαιρία».

Θεωρούσαμε πως αυτή η σύντομη τοποθέτησή μας θα αρκούσε και πως δεν θα χρειαζόταν να επανέλθουμε σύντομα.
Όμως, «άλλαι αι βουλαί…».
Ακολούθησε η δημοσίευση μιας προκήρυξης που αποδίδεται στον «Επαναστατικό Αγώνα», με την οποία αναλαμβάνεται η ευθύνη, για την προαναφερθείσα ενέργεια, για τους πυροβολισμούς εναντίον κλούβας των ΜΑΤ μέσα από την Πολυτεχνειούπολη στις 23 Δεκεμβρίου 2008, καθώς και για την αποτυχημένη βομβιστική επίθεση κατά της SHELL στο Π. Φάληρο στις 24 του περασμένου Οκτώβρη.
Η προκήρυξη αυτή είναι γεγονός πως επίσης προκάλεσε γενικότερα δυσφορία και προβληματισμό.
Η τυπική ανάληψη ευθύνης, ήρθε να επιβεβαιώσει τα όσα εν συντομία είχαμε γράψει. Θα μπορούσε μάλιστα να θεωρηθεί αρκετή αυτή η επιβεβαίωση χωρίς να προχωρήσουμε σε καμία περαιτέρω τοποθέτηση

α) ΑΝ δεν υπήρχε αυθάδης επέμβαση στα κοινωνικά δρώμενα. Μια επέμβαση με την οποία επιχειρείται να εξομοιωθούν εξουσιαστικές απόψεις με ελευθεριακές, αντιεξουσιαστικές και αναρχικές. Παράλληλα υπάρχει ο εκθειασμός του οπλισμένου τσαμπουκά, ο οποίος θέλει να ταυτιστεί με την αναρχία,

β) ΑΝ δεν προσπαθούσε να συνδέσει με την αναρχία, με διάφορους τρόπους και εκ του πονηρού, γεγονότα προβληματικά και

γ) ΑΝ δεν εμφανίζονταν, ως προερχόμενες από αναρχικούς, κάποιες κινήσεις υπό την μορφήν συνθημάτων ή ενεργειών, που προσπαθούσαν να δώσουν το στίγμα της ταύτισης των αναρχικών με τον Ε.Α., όπως για παράδειγμα σύνθημα στον τοίχο του Πολυτεχνείου επί της οδού Στουρνάρα που έγραφε: «Νίκη στα όπλα του Ε.Α.» και υπογραφή με Α σε κύκλο.

Ο καθένας, λοιπόν, παίρνει θέσεις σε σχέση μ’ αυτά που τον αφορούν και για τα οποία σύντροφοι και συντρόφισσες έχουν αφιερώσει τη ζωή τους. Έχουμε ξεκαθαρίσει πως από τη μεριά μας δεν είμαστε διατεθειμένοι μέσα από τη σιωπή να δώσουμε χώρο σε ψευδαισθήσεις και ταυτίσεις.
Για μας, ο αγώνας για την αναρχία δεν μπορεί να αποδεχθεί αποσιωπήσεις, οι οποίες τελικά γίνονται όπλα εναντίον του.

Θα υπάρξουν πολλοί που θα αντιτάξουν πως δεν είναι η κατάλληλη στιγμή να γίνονται τοποθετήσεις και κριτικές, γιατί πρέπει να έχουμε στραμμένη την προσοχή μας στον κοινό εχθρό.
Εμείς λέμε: Το κράτος ήταν πάντοτε παρών και η επιθετικότητα του, άλλοτε με ένταση και άλλοτε όχι, υπήρχε ανέκαθεν. Το ξεκαθάρισμα απόψεων, θεωρήσεων, στάσεων και πρακτικών, ποτέ δεν έβλαψε όσους αγωνίζονται για την ελευθερία. Αντίθετα, δυνάμωσε τον οπλισμό των καταπιεσμένων στον αγώνα τους ενάντια στο κράτος και σε κάθε μορφής εξουσία.

Σε ζητήματα που αφορούν την κοινωνική απελευθέρωση, ιδωμένη από την αναρχική σκοπιά, δεν χωρούν καθυστερήσεις και αδιαφορία. Το «επιχείρημα» του είδους: «δεν είναι η κατάλληλη στιγμή» είναι μια παλιά πολιτική τεχνική την οποία, ως αναρχικοί, δεν δεχόμαστε.
Κανείς δεν μπορεί να βεβαιώσει πως τέτοιου είδους αποσιωπήσεις έχουν ωφελήσει. Το αντίθετο.
Αλήθεια, πόσο και ποιον ωφέλησε η ανοχή στα όσα διαδραματίστηκαν κατά τη διάρκεια των δικών για την Ε.Ο. 17 Ν;
Προφανώς η πλευρά της εξουσιαστικής και «αντιεξουσιαστικής» αριστεράς θεώρησε τη στάση σιωπής, που τηρήθηκε, ως ανοχή «των χρήσιμων ηλιθίων».

Πάμε παρακάτω.
Όταν κάποιος (ή κάποιοι) με τις πράξεις του επιδεικνύει πλήρη αδιαφορία για την κοινωνική εξεγερτική διεργασία, είναι αναμενόμενο πως και όσα θα θελήσει να παρουσιάσει, μέσα από μια επιτηδευμένη λαϊκίστικη σκοπιά προκειμένου να αποδείξει το αντίθετο, θα αποβούν τόσο χοντροκομμένα που θα αρχίσει κανείς να αναρωτιέται αν πίσω απ’ όλα αυτά δεν υπάρχει η πρόθεση της πλήρους αποσύνθεσης των απελευθερωτικών διεργασιών, θεωρήσεων, απόψεων και πρακτικών.

Μια και αναφερθήκαμε παραπάνω σ’ αυτό που συνήθως περιγράφεται ως τσαμπουκάς, καλό θα είναι να διευκρινίσουμε πως οι κοινωνικές συγκρούσεις δεν έχουν καμία σχέση με ενέργειες που περιγράφονται ως κινηματογραφικές καουμπόϊκες μονομαχίες τύπου Ελ Πάσο.
Μια εξ ίσου σημαντική παρατήρηση είναι πως δεν νοείται ως διαχωρισμένος και εξειδικευμένος ο αγώνας για την κοινωνική απελευθέρωση, πολύ δε περισσότερο όταν στρέφεται ενάντια σ’ ένα κομμάτι του κρατικού μηχανισμού.
Μ’ αυτή την έννοια ο «αντιμπατσικός» αγώνας δεν είναι και αντικρατικός, αφού πολλά είναι τα κοινωνικά κομμάτια που έχουν ανοιχτούς λογαριασμούς με τους μπάτσους για ποικίλους, ανάλογα με την περίσταση, λόγους. Συνεπώς ο αντικρατικός αγώνας, ως συνολικός, περιλαμβάνει και τους μπάτσους. Στην πορεία λοιπόν του αντικρατικού αγώνα οι αγωνιζόμενοι άνθρωποι βρίσκονται αντιμέτωποι και με τους μπάτσους που απαρτίζουν έναν από τους μηχανισμούς άσκησης της κρατικής βίας, με σκοπό την καταστολή και τότε συγκρούονται μαζί τους αναγκαστικά.

Ας περάσουμε τώρα στο κείμενο της «ανάληψης ευθύνης».
Το κείμενο διακατέχεται από, μάλλον, μια σκόπιμη παρά από αθέλητη θολούρα, ώστε να αποτρέπει μια έρευνα, σε βάθος, των προθέσεών του. «Που να ψάχνεις να βρεις άκρη», θα είπαν οι περισσότεροι που το διάβασαν. Μένουν, όμως, ορισμένες χτυπητές διατυπώσεις που προκαλούν και προσκαλούν, κρύβοντας το ουσιαστικό περιεχόμενο. Αν αυτό δεν είναι μια τεχνική εξαπάτησης, τότε τι είναι;

Και αν οι διαστρεβλώσεις (άλλο το να λέει κάποιος «Ναι, διότι οι έφηβοι, όπως γνωρίζεις σπάνε τζαμαρίες γενικώς, είτε είναι αναρχικοί είτε δεν είναι... Όλοι αυτοί που τα σπάνε, λοιπόν, δεν είναι ακριβώς αναρχικοί» και να μεταφράζεται «όποιος σπάει και καίει σε διαδηλώσεις και πορείες δεν είναι αναρχικός») και οι αποσιωπήσεις γεγονότων (ρίχτηκε τελικά χειροβομβίδα ή όχι;) δεν είναι η υπέρτατη υλοποίηση του πολιτικού ψέματος, τότε τι είναι; Είναι τουλάχιστον μια ενσυνείδητη προσπάθεια να φιμωθούν ενοχλητικές απόψεις. Όμως, «ουδέν κρυπτόν υπό τον ήλιον».

Ερχόμαστε σ’ ένα σημαντικό σημείο.
Κι αυτό είναι το κατά πόσο κάποιος συμμετέχει λειτουργικά στις κοινωνικές διεργασίες ή απλώς τις παρακολουθεί και τις ερμηνεύει κατά πως βολεύουν τους σχεδιασμούς του, πράττοντας έξω και πολλές φορές ενάντια σ’ αυτές.
Το να μην κατανοούνται αυτές οι διεργασίες είναι εξηγήσιμο. Το να αγνοούνται επιδεικτικά είναι επικίνδυνο. Πραγματοποιείται, λοιπόν, ένα «άλμα», όπου όλα θα γίνουν από μια δράκα «αποφασισμένων» ή απογοητευμένων από το γεγονός πως οι διεργασίες του κοινωνικού ανταγωνισμού δεν ακολουθούν τους ρυθμούς που αυτοί θέλουν ή φαντάζονται πως ΠΡΕΠΕΙ να έχουν.

Το χειρότερο βέβαια έρχεται όταν «επισπεύδονται» οι κοινωνικές διεργασίες και γίνονται τελειωμένες διαδικασίες. Εκεί πλέον οι διαχωριστικές γραμμές ανάμεσα στους υποστηρικτές και τους αντιπάλους του «καθεστώτος» χάνονται με το «έτσι θέλω - έτσι είναι».
Ιδού λοιπόν σε ποιο σημείο έχουν φτάσει τα πράγματα στον κοινωνικό χώρο, σύμφωνα με τους συντάκτες του κειμένου:

«Η κοινωνική οργή ξεχείλισε και η βίαιη εξέγερση που ακολούθησε διέλυσε τις όποιες αυταπάτες ότι το υπάρχον καθεστώς της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας βασίζεται στη συναίνεση της κοινωνίας».

Προσέξτε τη διατύπωση «το υπάρχον καθεστώς της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας» που δεν βασίζεται πλέον στη συναίνεση. Και τι θα πρέπει να γίνει; Μα να αντικατασταθεί!
Ασαφές παραμένει, επίσης, σε ποιους διέλυσε τις αυταπάτες. Απλώς η αοριστία είναι το μέσο για το σκοπούμενο. Το να εμφανιστούν, δηλαδή, ακραίες συνθήκες όπως η παρακάτω:

«Και έχει γίνει πλέον κατανοητό απ’ όλους πως οι διαχωριστικές γραμμές ανάμεσα σε αυτούς που συμπορεύονται με το καθεστώς και σε αυτούς που το πολεμούν έχουν πάρει τέτοιες διαστάσεις που αναδεικνύουν μια μη αναστρέψιμη κοινωνική και πολιτική ρήξη και προαναγγέλλουν την επερχόμενη γενικευμένη κοινωνική σύγκρουση».

Βέβαια, αν δεν δοθεί η εντύπωση πως ο κοινωνικός ανταγωνισμός έχει φτάσει στα άκρα του, πως θα μπορέσει να δικαιολογηθεί και να έχει κάποια βάση στήριξης, ο λεγόμενος ένοπλος αγώνας;
Θα πρέπει, όμως, να στηθεί ακόμα μία πλασματική κατάσταση:

«Το κράτος και τα σώματα ασφαλείας έχουν κηρύξει έναν πόλεμο προς όσους με οποιονδήποτε τρόπο στρέφονται εναντίον τους».

Εδώ πρόκειται για την ροή ενός αγνώστου σύνθεσης αλλά γνωστής οσμής προϊόντος που θα μπορούσε να λέγεται σκόπιμη ασάφεια ή ανεξέλεγκτη ιδεολογική τρικυμία.
Έχουμε δηλ. ένα κομμάτι της κοινωνίας που βρίσκεται σε πόλεμο με «το κράτος και τα σώματα ασφαλείας». Ποιο είναι αυτό το κομμάτι, παραμένει τελείως αδιευκρίνιστο. Όπως εξ ίσου ασαφές παραμένει το ποιες είναι οι συνθήκες στις οποίες βρίσκονται αυτοί οι «όσοι»:

α) Του σκλαβωμένου που έχει οργανώσει τους όρους και τους μηχανισμούς για τη απελευθέρωσή του;
β) Αυτού που βρίσκεται σε κατάσταση ημιελευθερίας και η επιθετικότητα του κράτους επιδιώκει να του την καταλύσει;
γ) Αυτού που παλεύει για τα δημοκρατικά δικαιώματα, που καταστρατηγούνται και δεν εφαρμόζονται από το καθεστώς και τους μηχανισμούς του;
Εδώ οι απαντήσεις θα μπορούσαν να καταλάβουν ένα τεράστιο χώρο.
Από την άλλη, είναι απορίας άξιον, πώς ένας μηχανισμός που καθορίζεται από το κράτος, κήρυξε έναν πόλεμο από κοινού με το κράτος. Ή λοιπόν τα σώματα ασφαλείας είναι μηχανισμός του κράτους ή κάτι ξέχωρο απ’ αυτό. Κι όντας ξέχωρα, τελικά, αποφάσισαν να στήσουν μια συμμαχία και να κηρύξουν αυτόν τον πόλεμο στους «όσους»; Εδώ η πραγματικότητα σηκώνει ψηλά τα χέρια και παραδίνεται χωρίς όρους.

Ας προσπαθήσουμε, όμως, να βγάλουμε κάποια άλλα συμπεράσματα από το κείμενο.
Υπάρχει πολλαπλή αναφορά στη λέξη «καθεστώς».
Έχουμε, έτσι, μια διατύπωση που παραπέμπει σε μια πολιτική κατάσταση του συστήματος κυριαρχίας κι εκμετάλλευσης κι όχι σ’ αυτό καθ’ εαυτό το κράτος. Συνεπώς, υπάρχει έντονη μια αντικαθεστωτική υφή (γνωστό νεόπλασμα της αριστερίστικης παραϊδεολογίας, που μερικές φορές αρέσκεται να ακούει και στο όνομα αυτονομία) και θα πρέπει να δεχτούμε πως εφ’ όσον κάθε καθεστώς είναι μια «κατάσταση» (δηλ. κάτι το δοτό από κάποια υπέρτερη δύναμη) τότε έχουμε ξεκάθαρα μια αντιπολιτευτική στάση προς αυτήν. Αντιπολίτευση προς το κράτος δεν χωρεί. Ή το καταστρέφεις ή αντιπολιτεύεσαι προς την μορφή διαχείρισής του.

Σκοπός, λοιπόν, αυτής της στάσης είναι η ανατροπή του καθεστώτος (κι όχι του κράτους) και η αντικατάσταση του με κάποιο άλλο καθεστώς, που σίγουρα δεν θα καταστρέψει τον κρατικό μηχανισμό και τον κρατισμό ως ιδεολογία, αλλά θα ανατρέψει μια από τις μορφές πολιτικής και οικονομικής του διαχείρισης, επιφέροντας ενδεχομένως διαφοροποιήσεις στη δομή. Κανείς, βέβαια, δεν μπορεί να πιστοποιήσει πως αυτές οι διαφοροποιήσεις θα φέρουν καλύτερες συνθήκες για τη ζωή των ανθρώπων.

Όπως θα φανεί στη συνέχεια, αυτή η κατάσταση παίρνει σκόπιμα διάφορες θολές διαστάσεις, τόσο σε σχέση με τη μορφή της κυβέρνησης (ΝΔ) όσο και της διακυβέρνησης (πολιτικό σύστημα). Άλλωστε, η τοποθέτηση εντός εισαγωγικών της λέξης δημοκρατία υποδεικνύει με την μεγαλύτερη δυνατή σαφήνεια πως για τους συντάκτες του κειμένου η δημοκρατία δεν λειτουργεί και συνεπώς θα πρέπει να αναζητηθεί η δημοκρατία χωρίς εισαγωγικά. Δηλαδή η πραγματική (ουσιαστική) δημοκρατία. Ποια όμως είναι αυτή;

Από τα Επαναστατικά φληναφήματα στην Ένοπλη αντιπολίτευση

«…λέμε πως ο ένοπλος αγώνας είναι βασική συνιστώσα ανάμεσα στις άλλες του επαναστατικού κινήματος».

Το σκοπούμενο ήταν, από κάποιο σημείο και μετά, αναμενόμενο. Ο εκθειασμός του ένοπλου αγώνα και το κάλεσμα να τον πλαισιώσουν όσοι τάσσονται προς τη μεριά μιας τέτοιας πρακτικής.
Εννοείται, πως μια τέτοια τοποθέτηση δεν έχει σχέση με την πολύμορφή δράση την οποία αποδέχονται και προωθούν οι αναρχικοί. Όμως το πράγμα δεν σταματά σ’ αυτή τη διαπίστωση. Η πολύμορφη κοινωνική δράση ξεπήδησε μέσα από τους αγώνες των καταπιεσμένων. Κατασταλάζει και διαμορφώνεται εδώ και χιλιετίες.
Όταν, τώρα, ένα συστατικό της πολύμορφης κοινωνικής δράσης ορίζεται ως καθοριστικό, τότε είναι βέβαιο πως η επιδίωξη είναι να χρησιμοποιηθεί ως μέσο επιβολής. Είτε πρόκειται για «ένοπλες αναμετρήσεις», είτε για «ειρηνικές διαδηλώσεις».
Επειδή, η ένοπλη δράση όσο κι αν συμπυκνωθεί δεν παύει να αποτελεί ένα ΜΕΣΟ.

Από πού κι ως πού μπορεί το μέσο να γίνει βασική συνιστώσα; (και μάλιστα κάποιου κινήματος). Μόνο σε μια περίπτωση. Σ’ αυτήν της επιβολής με σκοπό τη συγκρότηση ή διαφοροποίηση των υπαρχόντων εξουσιαστικών όρων. Κι εφ’ όσον από μόνος του ο ένοπλος αγώνας δεν μπορεί να ασκήσει πολιτική, τότε θα πρέπει να καλυφθεί πίσω από κάποιο πολιτικό φορέα ή να σπρώξει τις καταστάσεις στην κατασκευή του. (Με την αναφορά στο κίνημα ήδη διαφαίνεται ο πολιτικός φορέας).
Άλλωστε, η επαλήθευση αυτής της πραγματικότητας έρχεται αμέσως μετά:

«Η μόνη πραγματική αντιπολίτευση δεν είναι η αριστερά στο κοινοβούλιο αλλά η εξέγερση, η σύγκρουση, ο ένοπλος αγώνας. Η πραγματική λαϊκή κυριαρχία δεν εφαρμόζεται από τους επαγγελματίες βουλευτές και τα κόμματα, αλλά από τον ίδιο τον λαό, τον καθένα μας που συμμετέχει σε αμεσοδημοκρατικά όργανα διαχείρισης των κοινωνικών υποθέσεων, στις γειτονιές των μεγαλουπόλεων, στα σχολεία, στα πανεπιστήμια, στους εργασιακούς χώρους, στη βιομηχανία, στη γεωργία, παντού».

Αφού η πραγματική αντιπολίτευση δεν είναι η αριστερά στο κοινοβούλιο, τότε προφανώς είναι η αριστερά η έξω από το κοινοβούλιο (ο πολιτικός φορέας ή κίνημα, που λέγαμε) και θα μπει σ’ αυτό ή μια παρόμοια δομή - θεσμό, πριν ή μετά την επανάσταση. Η εξέγερση (τώρα γίνεται σκέτη χωρίς τον προσδιορισμό κοινωνική και όπως φαίνεται υπάρχει λόγος), η σύγκρουση (κι αυτή σκέτη) και ο ένοπλος αγώνας είναι τα μέσα για την ένοπλη αντιπολίτευση. Απέναντι σε ποιον; Προφανώς ενάντια στην υπάρχουσα έκφραση της «δημοκρατίας», η οποία θα αντικατασταθεί από την δημοκρατία χωρίς εισαγωγικά.

Ποια είναι; Μα, αυτή που έχει το όνομα άμεση δημοκρατία! Βέβαια δεν ξεκαθαρίζεται αν αυτή η άμεση δημοκρατία θα είναι παρόμοια με αυτή κάποιων καντονιών της Ελβετίας που βρίσκονται βαθειά χωμένα στον κρατισμό ή της αρχαίας Αθήνας των δούλων και των αφεντάδων. Εξ άλλου, αυτό είναι αλλουνού παπά ευαγγέλιο. Συνεπώς οι συγκρούσεις, οι εξεγέρσεις και ο ένοπλος αγώνας είναι τα μέσα που θα εκμεταλλευτούν και θα αξιοποιήσουν οι επαναστάτες.
[Μια σημαντική υποσημείωση. Η άμεση δημοκρατία, όποτε κι αν εμφανίστηκε, αποτέλεσε μια μεταβατική κατάσταση. Είτε ανατράπηκε από τις δυνάμεις που επανέφεραν το προηγούμενο καθεστώς ή, στις περιπτώσεις που σταθεροποιήθηκε, αποτέλεσε ένα μέσο για την εγκαθίδρυση μιας τυραννίας, πολλές φορές χειρότερης από αυτή που αντικατέστησε].

Σε ό,τι αφορά την οικονομική ανάλυση που παρατίθεται για να πείσει, θα πρέπει να παρατηρήσουμε ότι παρ’ ότι φτωχή και δανεική λόγω της κρίσης, που «για πρώτη φορά έχει πάρει τέτοιες διαστάσεις (sic!)» καταλήγει στο συμπέρασμα πως «Είναι η εποχή που δίνεται η μοναδική (ξανά sic!) ευκαιρία στις επαναστατικές δυνάμεις να δράσουν προς την κατεύθυνση της επανάστασης».
Τώρα βέβαια εύλογα μπορεί να αναρωτηθεί κάποιος: Υπάρχουν επαναστατικές δυνάμεις που δρουν αντίθετα προς την κατεύθυνση της επανάστασης;
Αλλά το κυριότερο. Καμία νύξη δεν γίνεται για το «ποιόν» αυτής της επανάστασης. Αντίθετα χρησιμοποιούνται λέξεις (όπως επανάσταση, ένοπλος αγώνας, εξέγερση κλπ.), που προσπαθούν να επιδράσουν με μυστικιστικό τρόπο.

Μετά και «Το περιβάλλον που διαμορφώνεται είναι εκρηκτικό και για πρώτη φορά μετά από πολλές δεκαετίες ανοίγει ένας δρόμος από την από τα κάτω αποσταθεροποίηση του καθεστώτος και για την ανατροπή του οικονομικού και πολιτικού συστήματος».

Και πάλι λόγος για «αποσταθεροποίηση του καθεστώτος», μέσα από την οποία θα αναδειχθεί η «πραγματική αντιπολίτευση». Όχι βέβαια η καταστροφή του κράτους, των θεσμών και μηχανισμών του αλλά η ανατροπή, δηλαδή ο μετασχηματισμός. Γιατί,

«Σημασία έχει από δω και στο εξής να μπουν αυτές οι οργανωτικές διαδικασίες που θα καταφέρουν να δώσουν τη δυνατότητα για μια στοχευμένη και ένοπλη αναμέτρηση με το καθεστώς και τους υπερασπιστές του με σκοπό την τελική νίκη των επαναστατών».

Θα νικήσουν λοιπόν οι επαναστάτες. Άσχετα βέβαια από το αδόκιμο κι εξουσιαστικό περιεχόμενο της έννοιας «νίκη», εδώ βλέπουμε πως η εξεγερμένη κοινωνία απουσιάζει.
Και τι θα κάνουν; Θα αξιοποιήσουν την κατάσταση ως καθαρόαιμη Λενινιστική πρωτοπορία. Άλλα προς όφελος τίνος;

Έχετε μήπως ζαλιστεί; Μην ανησυχείτε. Το καλύτερο σας το έχουν φυλάξει για το τέλος. Εδώ πλέον ο κλονισμός θα είναι τέτοιος που θα σας φύγει η ζαλάδα.
Έγινε παραπάνω αναφορά στην «πραγματική λαϊκή κυριαρχία». Κι ύστερα θα πρέπει να δεχτούμε σαν ειλικρινή την κριτική προς το ΚΚΕ!

Ας μην την δούμε σαν μια επιφανειακή διατύπωση. Η έννοια της κυριαρχίας προϋποθέτει επιβολή μιας κοινωνικής ομάδας ή μιας οργανωμένης μειοψηφίας πάνω σε άλλη ή άλλες. Εδώ πλέον έχουμε μια ακόμη σαφή παραπομπή στα λενινιστικά και σταλινικά μοντέλα εξουσίας. Ας μην λησμονούμε πως τα μοντέλα αυτά είναι σαφή: προλεταριακή επανάσταση, δικτατορία του προλεταριάτου. Αυτή η δικτατορία που θα επιβληθεί πάνω στην «αστική τάξη» αλλά και στα μεσαία στρώματα της πόλης και της αγροτιάς (αυτά τα «μικροαστικά σκουλήκια» που διαβάζουμε σε διάφορα κείμενα και αφίσες) για τον «θρίαμβο του προλεταριάτου» και την ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων.
Άλλωστε στο κείμενο υπάρχει και η σαφής αναφορά σε σχέση με το παραπάνω: «να θέσουν μπροστά την παραγωγική διαδικασία» σ’ εκείνα τα εργοστάσια που θα παρατήσουν οι καπιταλιστές.

Αφού λοιπόν η οικονομία βρίσκεται σε «κρίση», ας σπεύσουν οι «λαϊκές δυνάμεις» αλλά και οι «επαναστατικές δυνάμεις να επιβάλλουν την κυριαρχία τους, αφού στήσουν την «Ελευθεριακή κοινωνική, πολιτική και οικονομική οργάνωση». Επί λέξει:
«Παράλληλα ν’ ανοίξει άμεσα μια συζήτηση ανάμεσα σ’ όλες τις επαναστατικές δυνάμεις για την προοπτική μιας ελευθεριακής κοινωνικής, πολιτικής και οικονομικής οργάνωσης, μέσα από σειρά επαναστατικών προταγμάτων για την εργασία, την παραγωγή, την καθημερινή ζωή».

Το στυγερό, όμως, σημείο έρχεται εδώ:

«Αν η εξέγερση είναι η στιγμιαία βίαιη πολιτική και, κυρίως, κοινωνική αντίδραση σε μια μακροχρόνια καταπίεση των θυμάτων της κρατικής και καπιταλιστικής βίας τότε η επανάσταση είναι η μετατροπή της κοινωνίας - θύματος σε θύτη που επιχειρεί να καταλάβει όσα έχει στα χέρια του το καθεστώς και να το θέσει εκτός λειτουργίας».

Η εξέγερση, λοιπόν, γίνεται πολιτική αντίδραση (το κοινωνική λέγεται για τα μάτια). Σαν τέτοια (με την δύναμη των επαναστατών) θα «νικήσει», θα επιβληθεί και θα πάρει το αίμα της πίσω, σφάζοντας, εξορίζοντας, εξοντώνοντας και παίρνοντας στα χέρια της όσα έχει το καθεστώς και να γίνει ένα χειρότερος χαλίφης στη θέση του υπάρχοντος χαλίφη. Το θύμα γίνεται θύτης. Οι επαναστάτες επί το έργον!!!
Η «κοινωνική επανάσταση» των επαναστατών που θα πάρουν τα ηνία στα χέρια τους και ως νέοι Ροβεσπιέροι και Στάλιν θα εγκαθιδρύσουν το νέο καθεστώς.
Αποκάλυψη τώρα!!!

«Στην πραγματικότητα, η μόνη δυνατή απάντηση στον νεοφιλελευθερισμό δεν είναι ο κρατικός παρεμβατισμός και η σοσιαλδημοκρατία, ούτε αριστερές ή κεντροαριστερές κυβερνήσεις τύπου Τσάβες, Λούλα, Μοράλες, Κορέα, Μπασελέ αλλά η κοινωνική επανάσταση που θα ανατρέψει τον καπιταλισμό και το κράτος ως μορφή διαχωρισμένης εξουσίας από την κοινωνία».

Συνεπώς σε μια μορφή με την οποία εκδηλώνεται η κυριαρχία, όπως στην προκειμένη περίπτωση είναι ο νεοφιλελευθερισμός, η απάντηση - αγώνας δεν δίνεται ενάντια στην κυριαρχία, αλλά επιδιώκεται η ανατροπή των πολιτικών όρων και η αντικατάστασή τους με άλλους.
Ας δώσουμε μια ιδιαίτερη προσοχή σ’ αυτή την αναφορά για το κράτος που θα είναι «μια μορφή μη διαχωρισμένης εξουσίας από την κοινωνία». Βαθύ κράτος, χωμένο βαθειά μέσα στην κοινωνία ή η κοινωνία να αγκαλιάσει το κράτος και να αφομοιωθεί μέσα στους μηχανισμούς του μέσω άλλων δομών και θεσμών; Όποια απ’ τις δύο κι αν είναι η επιλογή, το αποτέλεσμα θα είναι το ίδιο.

Ποιες είναι αυτές οι δομές που θα χρησιμοποιηθούν γι’ αυτόν τον «απελευθερωτικό σκοπό»; Συμβούλια, σοβιέτ, επιτροπές και λαϊκές συνελεύσεις. Ένα πολύμορφο χωνευτήρι όπου θα ισοπεδωθούν τα πάντα και θα μπουν στην υπηρεσία του επαναστατικού «κοινωνικού» κράτους.

Είναι προφανές πως ο όρος «ελευθεριακή οργάνωση» αποτελεί ένα ψεύτικο επίχρισμα που προσπαθεί να εξαπατήσει ή όντως οι ελευθεριακές απόψεις θα πρέπει να έχουν «βαθύνει» τόσο πολύ ώστε να ταυτίζονται με το σταλινικό βόρβορο, κι εμείς δεν το έχουμε πάρει ακόμη χαμπάρι!
Και αφού έχουν προηγηθεί όλες αυτές οι τοποθετήσεις ακολουθεί η κατακλείδα - δόλωμα με μια μακροσκελή αναφορά σε περιστατικά - παραδείγματα που ξεκινούν από την Παρισινή Κομμούνα και καταλήγουν στην Αργεντινή του 2003. Ένας πλήρης αχταρμάς για ανιστόρητους.

Είναι φανερό πως έχουμε να κάνουμε με μια ξεκάθαρη άποψη ένοπλης δημοκρατικής αντιπολίτευσης που επιδιώκει ένα καλύτερο σύστημα διαχείρισης του κράτους και του καπιταλισμού, με την κοινωνική συναίνεση και τον κόσμο δεμένο σε δομές που φαντάζουν καινοτόμες και ελευθεριακές, ενώ στην πραγματικότητα υπηρετούν ένα νεοσταλινικό καθεστώς.

Αλλά, μέσα στο απύθμενο θράσος που έχει, μπαίνει και σε περιοχές που όχι μόνο δεν τις ξέρει καλά, αλλά νομίζει και πως θα κυριαρχήσει.
Το άλλο χαρακτηριστικό είναι πως η ασάφεια και η ομπρελοποίηση γίνεται για να βολέψει αυτούς που κινούνται στη θολούρα και αποσκοπούν στην παραπλάνηση.

Ομπρέλες; Όχι ευχαριστούμε δεν θα πάρουμε. Επειδή οι αναρχικοί θέλουν και θα συνεχίσουν να τραγουδούν και να χορεύουν κάτω από τη βροχή.

Συσπείρωση Αναρχικών

Αναγνώστες