Τετάρτη 2 Σεπτεμβρίου 2009

ΚΟΥΝΕΒΑ : "Ας μάθουμε τα δικαιώματα μας..."

Η συνδικαλίστρια Κωνσταντίνα Κούνεβα που τον περασμένο Δεκέμβριο δέχθηκε επίθεση με καυστικό οξύ και το όνομα της έγινε συνώνυμο με την μάχη του εργατικού κινήματος ενάντια σε μεθοδεύσεις "μεσαιωνικού τύπου" για τα εργατικά δικαιώματα, σε συνέντευξη της στο "Κουτί της Πανδώρας", αναφέρεται στην επίθεση που δέχτηκε, την κατάσταση της υγείας της και τη βοήθεια που τις προσέφεραν πολίτες και οργανώσεις.




Δευτέρα 22 Δεκέμβρη: η συνδικαλίστρια Κωνσταντίνα Κούνεβα την ώρα που επιστρέφει σπίτι από τη δουλειά της, δέχεται επίθεση με καυστικό οξύ. Το ζήτημα καταρχήν δεν απασχόλησε τη δημοσιότητα. Για τους επίσημους φορείς και την πλειοψηφία των ΜΜΕ, το χτύπημα εις βάρος μιας μετανάστριας εργαζόμενης σ’ έναν κοινωνικά απαξιωμένο κλάδο δεν ενδείκνυται για ενασχόληση και προβολή. Ακόμα και οι δικαστικές έρευνες ξεκίνησαν με 5 μέρες καθυστέρηση.

8 μήνες μετά, τίποτα δεν είναι το ίδιο. Η μορφή της Κωνσταντίνας έγινε αφίσα και γέμισε τους μεγάλους δρόμους της χώρας αλλά κυρίως χαράχθηκε βαθιά στις συνειδήσεις πολλών ανθρώπων. Το βιτριόλι στο πρόσωπο της βιώθηκε ως επίθεση εις βάρος όλων των εργαζομένων και το τεράστιο κύμα λαϊκής υποστήριξης που αναπτύχθηκε, ανέδειξε την υπόθεση. Η ίδια η Κωνσταντίνα νοσηλεύεται ακόμα στον Ευαγγελισμό, έχοντας υποστεί ανεπανόρθωτες βλάβες όπως η απώλεια όρασης στο ένα μάτι, αλλά με αισθητά βελτιωμένη την υγεία της –αντανάκλαση του ψυχικού σθένους που τη διακρίνει – και παραδίδει μαθήματα αξιοπρέπειας και αγώνα.

Το σύγχρονο δουλεμπόριο στο προσκήνιο

Η υπόθεση αυτή πέραν των άλλων έφερε στην επιφάνεια μορφές σύγχρονου δουλεμπορίου που επικρατούν στον κλάδο καθαριότητας. Η Κούνεβα εργαζόταν στην εταιρεία ΟΙΚΟΜΕΤ που ανήκει στον εργολάβο Οικονομάκη. Η συγκεκριμένη εταιρεία, όπως και αρκετές αντίστοιχες, αξιοποιώντας το νόμο 2956/2001 που παρέχει τη δυνατότητα σε ιδιωτικές εταιρείες να αναλαμβάνουν υπερεργολαβικά τον καθαρισμό δημόσιων κρατικών φορέων και ΔΕΚΟ, γρήγορα μετατράπηκε σε υπόδειγμα παραβίασης εργασιακών δικαιωμάτων και εργοδοτικής τρομοκρατίας.

Οι εργαζόμενοι, στην πλειοψηφία τους γυναίκες μετανάστριες, αναγκάζονταν σύμφωνα με τις καταγγελίες των ίδιων και τα ευρήματα των ελεγκτικών μηχανισμών, να δουλεύουν εξαντλητικά ωράρια (12-13 ώρες ημερησίως), ενώ δηλωνόταν ότι απασχολούνται επί 5,5 ώρες ώστε να μη δικαιούνται βαρέα και ανθυγιεινά ένσημα. Υποχρεώνονταν να υπογράφουν αποδείξεις για αποδοχές και δώρα που δεν έχουν λάβει, ενώ η απειλή της απόλυσης αποτελούσε μια αρκετά προσφιλή μέθοδο πειθούς της εργοδοσίας. Την ίδια στιγμή δεν υπήρχε καμία μέριμνα για την προστασία της υγείας των εργαζομένων με αποτέλεσμα οι συνθήκες εργασίας να εγγράφονται στο σώμα τους με τη μορφή λοιμώξεων, δερματολογικών και αναπνευστικών προβλημάτων.

Η Κούνεβα είχε αναπτύξει πλούσια συνδικαλιστική δράση με σκοπό την επίλυση αυτών των προβλημάτων και είχε δεχτεί απειλές κατά της ζωής της, όπως αποδεικνύεται και από βίντεο ντοκουμέντο, στο οποίο εκφράζει φόβους για τη ζωή της πριν την επίθεση. Είναι χαρακτηριστικό ότι σε Τριμερή Συνάντηση στο Υπουργείο Απασχόλησης που πραγματοποιήθηκε στις 26 Νοεμβρίου, οργανώθηκε αντισυγκέντρωση από σωματείο που ελέγχεται από τη διεύθυνση της ΟΙΚΟΜΕΤ και αποδοκιμάστηκε έντονα η Κούνεβα και οι υπόλοιπες συνδικαλίστριες της ΠΕΚΟΠ. Ενώ μόλις 3 μέρες πριν δεχτεί την επίθεση, η Κούνεβα διαμαρτυρήθηκε έντονα στην ΟΙΚΟΜΕΤ για πλαστές υπογραφές δώρων.

Το πολύμορφο κίνημα αλληλεγγύης στην Κωνσταντίνα Κούνεβα που αναπτύχθηκε είχε σαν αποτέλεσμα, οι μέχρι πρότινος αόρατοι εργαζόμενοι να αποκτήσουν υπόσταση και δικαιώματα. Οι δεσμεύσεις της διοίκησης του ΗΣΑΠ και της Πρυτανείας του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου για κατάργηση των εργολαβιών και πρόσληψη μόνιμου προσωπικού καθαριότητας, συνιστά αναμφισβήτητα μια πρώτη νίκη και για τον αγώνα που έδωσε η ίδια η Κούνεβα. Παρόλα αυτά οι αυθαιρεσίες δεν έχουν εκλείψει. Πρόσφατα καθαρίστρια στο Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων ξυλοκοπήθηκε άγρια από την προϊστάμενη της, ενώ οι εργαζόμενες που πρωτοστάτησαν για την οικοδόμηση σωματείου στο Βόλο, δέχτηκαν ισχυρούς εκβιασμούς. Το νομοσχέδιο για τα ΤΕΙ που κατέθεσε η κυβέρνηση, ορίζει ότι επιτρέπεται στις διοικήσεις των ιδρυμάτων να «συνάπτουν συμβάσεις έργου με φυσικά ή νομικά πρόσωπα οποιασδήποτε μορφής προκειμένου να καλύψουν ανάγκες καθαριότητας και φύλαξης των κτιρίων», θεσμοποιώντας και διευρύνοντας την επισφαλή εργασία.

Οι ανεπάρκειες και η αρχειοθέτηση

Όσον αφορά δε την πορεία της δικαστικής έρευνας, αυτή ανακόπηκε απότομα από την απόφαση του 13ου ανακριτή να οδηγήσει στο αρχείο την υπόθεση, χωρίς επί της ουσίας να έχει παραχθεί κάποιο αποτέλεσμα, αφού δεν έχουν εντοπιστεί οι ηθικοί και φυσικοί αυτουργοί της επίθεσης. Σ’ αυτό το σημείο πρέπει να επισημανθεί μια «σύμπτωση» που βοηθάει να κατανοήσουμε την αντίληψη περί δικαιοσύνης που φέρουν ορισμένοι λειτουργοί της: ο Ελευθέριος Γεωργίλης, ανακριτής που εισηγήθηκε την αρχειοθέτηση της υπόθεσης της Κωνσταντίνας Κούνεβα, είναι ο ίδιος που συμμετείχε στην απόφαση για την παράταση της προφυλάκισης του κρατούμενου για γεγονότα του Δεκέμβρη και πλέον απεργού πείνας, Θοδωρή Ηλιόπουλου.

Η διάθεση για αρχειοθέτηση της υπόθεσης αποδεικνύεται ακόμα πιο σκανδαλώδης, όταν έγκριτοι νομικοί κύκλοι διατείνονται ότι πρόκειται για μια δικαστική έρευνα που βρίθει αντιφάσεων και ανεπαρκειών. Ενδεικτικά να αναφέρουμε ότι η επιτόπια έρευνα που διενεργήθηκε υπήρξε μηδαμινή, δεν έγινε καμία προσπάθεια να αποσπαστούν καταθέσεις από τυχόν αυτόπτες μάρτυρες, ενώ πολύ κοντά στον τόπο της επίθεσης υπήρχε ανοιχτό internet cafe, του οποίου η γυναίκα του ιδιοκτήτη προσφέρθηκε μόνη της να καταθέσει. Δεν πραγματοποιήθηκαν οι απαιτούμενες χημικές εξετάσεις για τη σύνθεση του υγρού που χρησιμοποιήθηκε στην επίθεση, γεγονός που θα λειτουργούσε υποβοηθητικά ως προς την προέλευση του. Οι αρχές έχουν πάρει μόνο μια κατάθεση από την ίδια την Κούνεβα το Φεβρουάριο, όταν ακόμα η κατάσταση της υγείας της ήταν αρκετά εύθραυστη και έκτοτε δεν έχουν προνοήσει για καμία συμπληρωματική κατάθεση.

Το πιο μεμπτό όμως σημείο της διαδικασίας είναι ο προσανατολισμός της. Οι αρχές αγνοώντας πλήρως τις ενδείξεις συσχέτισης της επίθεσης με το εργασιακό της περιβάλλον, έμεινα προσκολλημένες στην προσωπική της ζωή. Ως εκ τούτου οι συνήγοροι της Κούνεβα καταγγέλλουν ότι η έρευνα πλοηγήθηκε από την ΟΙΚΟΜΕΤ και δεν εκπορεύτηκε από μια πραγματική διάθεση διαλεύκανσης. Οι ίδιοι διατρανώνουν την πρόθεση τους να εξαντλήσουν κάθε ένδικο μέσο, προκειμένου να ολοκληρωθεί η έρευνα και να συλληφθούν οι δράστες. Η επαγρύπνηση της ελληνικής κοινωνίας συνιστά αναγκαία συνθήκη για τη δικαίωση της ίδιας της Κωνσταντίνας και όλων όσων είδαν στο πρόσωπο της να καθρεφτίζονται τα δικά τους βιώματα.

Δεν υπάρχουν σχόλια:


Αναγνώστες