Κυριακή 30 Αυγούστου 2009

Εφθασε η ώρα της αλήθειας για Ομπάμα

Συνθηκολόγηση στο μέτωπο της Υγείας θα αποτελέσει πολιτικό Βατερλώ

Του Πετρου Παπακωνσταντινου

Η καθοριστική στιγμή της προεδρίας Κλίντον ήρθε στις 24 Αυγούστου 1994. Εκείνη την ημέρα, o Αμερικανός πρόεδρος ύψωσε λευκή σημαία, έχοντας υποστεί πολύμηνο σφυροκόπημα από τους Ρεπουμπλικανούς, τις μεγάλες ασφαλιστικές εταιρείες και τη δεξιά πτέρυγα των Δημοκρατικών, ματαιώνοντας την πλέον ουσιώδη μεταρρύθμιση που είχε επαγγελθεί προεκλογικά ο ίδιος και ανέλαβε να υλοποιήσει η σύζυγός του: την καθολική ασφαλιστική κάλυψη των Αμερικανών.

Ο 42ος πρόεδρος έμελλε να μείνει στην εξουσία για άλλα εξίμισι χρόνια, αλλά μόνο αφού, σαν άλλος Φάουστ, πούλησε την ψυχή του στον διάβολο: Μαζί με την καθολική ασφάλιση, ενταφίασε την κεντρική του επαγγελία για ένα καινούργιο New Deal, ένα πακέτο τολμηρών, φιλολαϊκών μεταρρυθμίσεων, στο πρότυπο του Φραγκλίνου Ρούζβελτ. Ο νέος Κλίντον - Μεφιστοφελής θα βάδιζε τόσο μακριά στον δρόμο της νεοφιλελεύθερης ορθοδοξίας, που δεν θα δίσταζε το 1996, στο καθιερωμένο διάγγελμα για την «Κατάσταση του Εθνους», να παπαγαλίσει τον Ρόναλντ Ρέιγκαν, διακηρύσσοντας ότι «η εποχή του μεγάλου κράτους έχει περάσει ανεπιστρεπτί».

Δεκαπέντε χρόνια από τη συνθηκολόγηση του Κλίντον, ο Μπαράκ Ομπάμα αντιμετωπίζει το ενδεχόμενο να κριθεί πολύ νωρίς η προεδρία του πάνω στο ίδιο ζήτημα. Ο ηγέτης που κάλπασε προς την εξουσία πάνω στη ράχη της «Αλλαγής» βάλθηκε να πετύχει εκεί όπου απέτυχαν πολυάριθμοι προκάτοχοί του: να κάνει πράξη τη δωρεάν, δημόσια και καθολική ασφάλιση υγείας, σε μια χώρα η οποία, παρά τον αμύθητο πλούτο της, αριθμεί 46 εκατομμύρια πολίτες χωρίς καμία απολύτως κοινωνική ασφάλιση. Ωστόσο, η αντίδραση που συνάντησε ο Ομπάμα θα πρέπει να ξεπέρασε και τις πιο απαισιόδοξες προβλέψεις του.

Ρεπουμπλικανοί παρήλαυναν από το Fox News κατηγορώντας τον για «σοσιαλμανία» και «ρατσισμό εναντίον των λευκών». Υπερσυντηρητικοί οργάνωσαν διαδηλώσεις μίσους, όπου εμφάνιζαν τον Ομπάμα με μουστάκι σε στυλ Χίτλερ και τον προσφωνούσαν «Δρ Θάνατος». Κάποιοι κυκλοφορούσαν ένοπλοι, ενώ άλλοι φώναζαν «θάνατος στον Ομπάμα, στη Μισέλ και στα δύο ηλίθια παιδιά τους». Η Σάρα Πέιλιν, υποψήφια αντιπρόεδρος για τους Ρεπουμπλικανούς στις τελευταίες εκλογές, κατήγγειλε ότι ο Ομπάμα θα συγκροτήσει κρατικές «επιτροπές θανάτου», που θα αποφασίζουν ποιος ασθενής θα απολαμβάνει περίθαλψης και ποιος όχι, αφήνοντας να εννοηθεί ότι ο γιος της, που πάσχει από σύνδρομο Ντάουν, και πολλοί υπερήλικες θα κινδυνέψουν να υποστούν ευθανασία.

Ολα αυτά θα ακούγονταν απλώς γελοία, αν δεν μαρτυρούσαν πόσο ισχυρές ρίζες έχουν στη «βαθιά Αμερική» οι ακραία αντιδραστικές τάσεις, που αγγίζουν κάποτε τα όρια του κοινωνικού φασισμού. Η προοπτική της καθολικής, δημόσιας ασφάλισης έθεσε σε κατάσταση συναγερμού τα εύπορα στρώματα των WASP (λευκοί - Αγγλοσάξονες - προτεστάντες) που νιώθουν ότι τα κοινωνικά τους προνόμια απειλούνται από τον Ομπάμα και ό,τι αυτός, δίκαια ή άδικα, συμβολίζει: Τις φυλετικές μειονότητες με το αυξανόμενο δημογραφικό βάρος, την υψηλή φορολογία, τις εξισωτικές τάσεις και το «μοίρασμα του πλούτου», που τόσο διεκτραγωδούσε προεκλογικά ο διάττων αστέρας των Ρεπουμπλικανών, «Τζο ο υδραυλικός». Αυτό το «θυμωμένο κοινό» εξεγείρεται γιατί φοβάται δύο πράγματα: ότι θα κληθεί να πληρώσει το δημόσιο σύστημα υγείας με περισσότερους φόρους και ότι θα πέσει το επίπεδο των παρεχόμενων υπηρεσιών όταν εισβάλλουν στα νοσοκομεία οι μαύροι, οι ισπανόφωνοι και οι φτωχοί που δεν έχουν σήμερα ασφάλιση.

Στην πραγματικότητα, οι Αμερικανοί δεν απειλούνται από τις ανύπαρκτες «επιτροπές θανάτου» του αυριανού ΕΣΥ, αλλά από τις πολύ πραγματικές επιτροπές θανάτου των ιδιωτικών, ασφαλιστικών εταιρειών. Η αρμόδια επιτροπή του Κογκρέσου συγκλονίστηκε από την κατάθεση της 59χρονης νοσοκόμας Ρόμπιν Μπάτιν, η οποία, όταν προσεβλήθη από καρκίνο, αντιμετώπισε την απροσδόκητη άρνηση της ασφαλιστικής εταιρείας της να καλύψει την αναγκαία χειρουργική επέμβαση. Η εταιρεία βάφτισε μια προϋπάρχουσα, απλή δερματίτιδα της ασθενούς «προκαρκινική κατάσταση» για να απαλλαγεί από τις υποχρεώσεις της. Οταν τελικά υπεβλήθη στην εγχείρηση η Μπάτιν, ο όγκος της είχε διπλασιασθεί.

Σύμφωνα με τις υπάρχουσες στατιστικές, περίπου 20.000 άνθρωποι πεθαίνουν κάθε χρόνο γιατί είναι ανασφάλιστοι - πραγματική ντροπή για το ισχυρότερο έθνος του κόσμου, τη στιγμή που και ο τελευταίος άστεγος στη Γαλλία θα έχει, τη στιγμή που θα το χρειαστεί, τη νοσοκομειακή περίθαλψη που του πρέπει. Η οικονομική κρίση της τελευταίας διετίας χειροτέρεψε ακόμη περισσότερο την κατάσταση.

Στις αρχές της άνοιξης, ένα συγκλονιστικό ρεπορτάζ του CNN παρουσίασε τις ηρωικές προσπάθειες μιας εθελοντικής οργάνωσης γιατρών και νοσοκόμων, που μετακινούνταν από πολιτεία σε πολιτεία, δημιουργώντας κινητά, υπαίθρια νοσοκομεία για ανασφάλιστους. Εβλεπε κανείς να δημιουργούνται ξαφνικά ολόκληρες κωμοπόλεις από καταυλισμούς, λες και επρόκειτο για εσωτερικούς πρόσφυγες στο Πακιστάν, καθώς αυτοί που προσέρχονταν δεν ήταν μόνο ή κυρίως «περιθωριακοί», αλλά οικογενειάρχες που μόλις είχαν χάσει τη δουλειά τους ή άλλοι που αναγκάζονταν να δουλέψουν χωρίς καμία ασφάλιση.

Ολα αυτά ακούγονται ακατανόητα στην Ευρώπη, όπου η κοινωνική ασφάλιση υιοθετήθηκε (βεβαίως κάτω από την πίεση των εργατών και της Αριστεράς) από συντηρητικούς, υπεράνω πάσης σοσιαλιστικής υποψίας πολιτικούς, όπως ο «σιδηρούς καγκελάριος» Οτο φον Βίσμαρκ στη Γερμανία (1889) ή ο Λόιντ Τζορτζ (1911) και ο Ουίνστον Τσόρτσιλ (1942) στη Βρετανία. Ωστόσο, στην Αμερική όλες οι σημαντικές απόπειρες μεταρρύθμισης -του Τίοντορ Ρούζβελτ (1912), του Φραγκλίνου Ρούζβελτ (1934), του Λίντον Τζόνσον (1965), του Τζίμι Κάρτερ (1979) και του Μπιλ Κλίντον- είτε τορπιλίστηκαν είτε ακρωτηριάστηκαν.

Τα «ζόμπι» του προέδρου

Αν και ο Μπαράκ Ομπάμα δεν έχει πάρει ακόμη τις τελικές αποφάσεις του, φαίνεται ότι προσανατολίζεται να υπαναχωρήσει στα καίρια ζητήματα: στη δημιουργία ενός κρατικού ασφαλιστικού φορέα που θα ανταγωνίζεται τους ιδιωτικούς και στην υποχρέωση των εργοδοτών να ασφαλίζουν τους εργαζομένους τους. Αν κινηθεί σε αυτήν την κατεύθυνση, κινδυνεύει όχι μόνο να μετατρέψει τη μεταρρύθμιση σε άδειο κέλυφος, αλλά και να της δώσει αντιδραστικό περιεχόμενο, προσφέροντας δημόσιο χρήμα στις ιδιωτικές ασφαλιστικές εταιρείες, επιδοτώντας τους μισθωτούς στην αγορά ιδιωτικής ασφάλισης.

Οι υπαναχωρήσεις του Ομπάμα έχουν προκαλέσει μεγάλη απογοήτευση, όχι μόνο στην αριστερή πτέρυγα των Δημοκρατικών. Ο Νομπελίστας οικονομολόγος Πολ Κρούγκμαν τιτλοφόρησε, αυτήν τη βδομάδα, το άρθρο του στους New York Times «Ολα τα ζόμπι του προέδρου». Η διαπίστωσή του ήταν θλιβερή: αν και ιδεολογικά νεκρός, μετά την κρίση της τελευταίας διετίας, ο νεοφιλελευθερισμός - ριγκανισμός συνεχίζει να κυκλοφορεί, εν είδει ζόμπι, στον Λευκό Οίκο. Αλλοι αρθρογράφοι σημείωσαν σκωπτικά ότι ισχύει και για τον Ομπάμα το γνωστό γνωμικό «χέρι που σε ταΐζει δεν το δαγκώνεις»: Στη νικηφόρα προεκλογική εκστρατεία του, ο Ομπάμα εισέπραξε από τις μεγάλες φαρμακευτικές εταιρείες 19 εκατομμύρια δολάρια, περισσότερα από το άθροισμα όλων των άλλων -Ρεπουμπλικανών και Δημοκρατικών- υποψηφίων.

Θα ήθελε κανείς να πιστέψει ότι ο Ομπάμα θα ακολουθήσει την προτροπή του Μακιαβέλι, που ήθελε τον φωτισμένο Ηγεμόνα να συμμαχεί με τον λαό για να συντρίψει τη δύναμη των ολιγαρχών, αλλά η αμερικανική υπερδύναμη του 21ου αιώνα δεν μοιάζει και πολύ με τη Φλωρεντία του 16ου. Πάντως, η εμπειρία από τη συνθηκολόγηση του Κλίντον παραμένει διδακτική: Στις ενδιάμεσες εκλογές που ακολούθησαν, τα λαϊκά στρώματα εγκατέλειψαν τους Δημοκρατικούς και οι αναζωογονημένοι Ρεπουμπλικανοί κυριάρχησαν στο Κογκρέσο. Ο Κλίντον συνέχισε να κυβερνά αποδυναμωμένος, μέχρις ότου τον αποτελείωσε το σκάνδαλο Λεβίνσκι, το οποίο ήρθε να καλύψει μόνο ο πόλεμος στο Κόσοβο…

Δεν υπάρχουν σχόλια:


Αναγνώστες