Πρόταση συνάντησης του αντικαmταλιστικoύ δυναµικού της εξέγερσης και κλιµάκωσης της µάχης
"Συντρόφισσα, σύντροφε. Εξεγερµένη Ελλάδα. Εµείς, οι πιο µικροί, από αυτή τη γωνιά του κόσµου, σε χαιρετάµε. Δέξου το σεβασµό µας και το θαυµασµό µας γι' αυτό που σκέφτεσαι και κάνεις. Από µακριά µαθαίνουµε από σένα. Ευχαριστούµε." (Μήνυµα του υποδιοικητή Μάρκος, EZLN). "Πλανιέται σήµερα στην Ευρώπη, µετά τις βιαιότητες των Αθηνών, ένα άρωµα άνοιξης των λαών, ένα φάντασµα γενικευµένης εξέγερσης της ευρωπα'ϊκής νεολαίας ενάντια στην κρίση .... "~ (Κριστόφ Μπαρµπιέ, διευθυντής του συντηρητικού γαλλικού Εξπρές).
Τα "Δεκεµβριανά του 2008" αποτελούν το σοβαρότερο εξεγερτικό γεγονός µετά τη µεταπολίτευση. Για πρώτη φορά προκλήθηκε µια τόσο σοβαρή πολιτική κρίση πραγµατικά "από τα κάτω και από τα αριστερά", που απείλησε µε ανατροπή την κυβέρνηση και κλυδώνισε συνολικά το πολιτικό σύστηµα. Η εξέγερση έφερε στο προσκήνιο ένα ορµητικό κύµα πολιτικοποίησης µε νέα ποιοτικά κοινωνικά, πολιτικά και πολιτισµικά χαρακτηριστικά. Η νέα εργατική βάρδια, η νεολαία της εκπαίδευσης, οι εργαζόµενοι, οι µετανάστες, όλοι αυτοί που η ζωή τους έγινε µάχη για την επιβίωση -ενώ γύρω τους χορεύουν τα δισ. που ενισχύουν τις τράπεζες και οι αγοραπωλησίες του Βατοπεδίου- ανέτρεψαν το φόβο, τη σιωπή, την εκλογική αναµονή και τα προγραµµατισµένα σχέδια όλου του επίσηµου πολιτικού σκηνικού. Η βάση της εξέγερσης έχει βαθιές κοινωνικές ρίζες µέσα στην πολύπλευρη κρίση του ολοκληρωτικού καπιταλισµού και στις συνθήκες της συνολικής αστικής επίθεσης σε παιδεία - εργασία - λαϊκές ελευθερίες, που δηµιουργούν ένα εκρηκτικό µείγµα εργασιακής ανασφάλειας - υποβάθµισης όλων των συνθηκών ζωής - αντιδηµοκρατικής ασφυξίας, ταυτόχρονα µε ένα τεράστιο έλλειµµα "εκπροσώπησης" από το υπάρχον πολιτικό σύστηµα και πολιτικής προοπτικής. Το "κοινωνικό υποκείµενο" που αποτέλεσε την "καρδιά" της εξέγερσης είναι µια πρωτότυπη, για τα ελληνικά δεδοµένα, σύνθεση - συνάντηση τµηµάτων της παιδείας και της εργασίας: µαθητές, φοιτητές, εργατική νεολαία της επισφαλούς εργασίας, της ελαστικότητας, της ανεργίας αλλά και µεγαλύτερες γενιές µε τα ίδια χαρακτηριστικά, εργαζόµενοι και µετανάστες. Αυτά τα κοινωνικά τµήµατα βρίσκονται στον πυρήνα της παιδείας και της νέας εργασίας, στην καρδιά του µοντέλου απόσπασης υπεραξίας και εκµετάλλευσης που προώθησε ο ολοκληρωτικός καπιταλισµός τις τελευταίες δεκαετίες. Αυτό ήταν που, άλλωστε, έκανε δυνατή την ευρύτατη λα'ϊκή απήχηση έως και στήριξη της εξέγερσης, αφού η πλειοψηφία της εργατικής τάξης αναγνώριζε, ακόµα και όταν δεν συµµετείχε ενεργά στις κινητοποιήσεις, χαρακτηριστικά της δικής της αγωνίας και αγανάκτησης απέναντι στην κατάργηση και των πιο στοιχειωδών δικαιωµάτων της. Με αυτή την έννοια, το κίνηµα αυτό είναι και νεολαιίστικο και εργατικό, µε χαρακτηριστικά που προσιδιάζουν περισσότερο στη νέα σύνθεση της εργασίας του ολοκληρωτικού καπιταλισµού και δεν είναι απλώς "νεολαία", ούτε πολύ περισσότερο "περιθώριο", "γκέτο" ή λούµπεν. Συναντήθηκαν για πρώτη φορά σε ένα ενιαίο κίνηµα η µαθητική - φοιτητική και η εργατική νεολαία, και µε ένα τρόπο όλες οι γενιές (και όχι η γενιά) των 700 ευρώ και των νέων εργασιακών σχέσεων. Μέσα από την εξέγερση εκφράστη κε ένα συνολικό "µπούχτισµα" και αντιπαράθεση µε την αστική τάξη πραγµάτων, και όχι µόνο µια αντικατασταλτική καταγγελία ή µια δηµοκρατική διαµαρτυρία (παρότι προφανώς αυτή έπαιξε το ρόλο του πυροδότη). Ήρθε στο προσκήνιο ένα βαθύ αντικαπιταλιστικό φορτίο που αγγίζει όλες τις πλευρές της ζωής, µια ευρύτερη προσπάθεια νοηµατοδότησης της καθηµερινής ζωής, µε σπάσιµο του καπιταλιστικού προτύπου (στο σχολείο, στην εργασία, στην κατανάλωση, στις εορτές κ.λπ.), η άρνηση του "κανονικού", του "οµαλού", του "συνηθισµένου", η επανοικειοποίηση "χαµένων" κοινωνικών δραστηριοτήτων, της πόλης κ.λπ., η αναζήτηση ενός άλλου τρόπου ζωής έξω από τη δικτατορία του εµπορεύµατος (κάτι που εκφράσθηκε και µε την πληθώρα επιθετικών ενεργειών ενάντια στα σύµβολα του συστήµατος, αλλά και µε ένα πλούτο πρωτοβουλιών εναντίωσης στον κυρίαρχο πολιτισµό). Η εξέγερση είχε ριζοσπαστικά αντικαπιταλιστικά πολιτικά χαρακτηριστικά: εξέφρασε συνολική αντίθεση µε όλο το πολιτικό σύστηµα, τον αστικό συνασπισµό εξουσίας και το κράτος (και όχι πρόσδεση σε κάποια τµήµατά του ή "εναλλακτικές λύσεις" εντός του), διεκδίκησε την ανατροπή της κυβέρνησης (και όχι απλά την παραίτηση κάποιων "υπευθύνων"), µίλησε για τις ανάγκες και τα δικαιώµατα σε παιδεία και εργασία και συνέδεσε το κοινωνικό πρόβληµα µε το αυταρχικό πλέγµα (δεν µίλησε απλά για "δηµοκρατία"), είχε µαζικά µαχητικά συγκρουσιακά χαρακτηριστικά στη δράση (και όχι απλά "παρελάσεις"). Ο Δεκέµβρης έδειξε το πώς κινήµατα µπορούν να γεννιούνται και να αναπτύσσονται γύρω από επιθετικά αιτήµατα µε ταχύτητα, µε την οποία οι αγώνες πολιτικοποιούνται σήµερα µπροστά στην ολότητα της επίθεσης. Η εξέγερση ανέδειξε ένα πλούτο µορφών οργάνωσης και δράσης. Ξεχώρισε η µορφή της κατάληψης - κέντρο αγώνα - κέντρο αντιπληροφόρησης και των ανοιχτών συνελεύσεων, η οποία διαδόθηκε σε όλη την Ελλάδα και έπαιξε πολύ σηµαντικό και κρίσιµο ρόλο, τόσο για την οργάνωση του κινήµατος µε ένα αµεσοδηµοκρατικό τρόπο, όσο και για τη συγκέντρωση και την παρέµβαση του αντικαπιταλιστικού δυναµικού. Σε πολλές περιπτώσεις, όπως στην κατάληψη Νοµικής, αποτέλεσαν πραγµατικά µαζικά "εργαστήρια" πολιτικοποίησης και ανάπτυξης της εξέγερσης, ενώ ταυτόχρονα έδωσαν φωνή και "οργάνωση" σε ένα µεγάλο µέρος ανένταχτων αγωνιστών του κινήµατος. Αυτή η λογική δεν απάντησε µόνο στις πρώτες δυσκολίες του συντονισµού αλλά γεννήθηκε και από την ανάγκη για υπέρβαση της πλήρης απουσίας συλλογικών οργάνων σε τµήµατα της νεολαίας αλλά και εργαζόµενους που συµµετείχαν, αλλά και την προσπάθεια να γίνουν διαδικασίες σε µαζικούς χώρους που η συνδικαλιστική γραφειοκρατία και η επίσηµη Αριστερά ούτε ήθελαν ούτε µπορούσαν να τροφοδοτήσουν. Ένας "αστερισµός" πολύµορφων πρωτοβουλιών αναπτύχθηκαν, επίσης, στις συνοικίες και τις πόλεις, µε διαδηλώσεις, καταλήψεις, κέντρα αντιπληροφόρησης, λα'ϊκές συνελεύσεις κ.λπ., διαχέοντας το κλίµα της εξέγερσης σε όλη την κοινωνία και διαµορφώνοντας χώρους για την ενότητα και αγωνιστική έκφραση ενός ευρύτερου λα'ϊκού δυναµικού. Σηµαντικό χαρακτηριστικό της εξέγερσης ήταν και η υιοθέτηση µαζικών πρακτικών βίας, ως αντι-βία απέναντι στη θεσµοθετηµένη πολυεπίπεδη βία της αστικής εξουσίας. Η σύγκρουση, φαντάζει όλο και περισσότερο ως φυσιολογική πρακτική του κινήµατος όσο και η διαδήλωση και η κατάληψη. Πέρα από αυθόρµητη έκφραση οργής, αυτό αποτελεί και µια έµπρακτη κριτική προς όλες εκείνες τις συνηθισµένες "δοµηµένες", "οργανωµένες" και "περιφρουρηµένες" µορφές αντίδρασης. Η συµβολική βία ήταν συστατικό στοιχείο του κινήµατος, συγκροτούσε το "φαντασιακό" και τροφοδοτούσε το συµβολικό κόσµο της εξέγερσης (όπως φάνηκε πολύ χαρακτηριστικά στο µαζικό "πέσιµο" των µαθητών στα αστυνοµικά τµήµατα σε όλη την Ελλάδα, στη µαζική συµµετοχή νέων στα σπασίµατα τραπεζών και µαγαζιών, στο συµβολικό κάψιµο του χριστουγεννιάτικου δέντρου κ.λπ.). Αν έτσι έχουν τα πράγµατα γύρω από τις βασικές εκτιµήσεις της εξέγερσης του Δεκέµβρη, θα πρέπει να αποτιµήσουµε σοβαρά τη στάση των "δίδυµων πύργων" του αστικού πολιτικού συστήµατος (ΝΔ - ΠΑΣΟΚ), αλλά και της ρεφορµιστικής και διαχειριστικής Αριστεράς. Η συζήτηση για την ανακήρυξη κατάστασης έκτακτης ανάγκης που απασχόλησε στα σοβαρά την κυβέρνηση (για πρώτη φορά τίθεται τέτοιο θέµα µετά τη µεταπολίτευση) δεν ήταν απλώς ένα τροµοκρατικό τέχνασµα, αντίθετα απηχούσε τον πραγµατικό φόβο της αστικής τάξης µπροστά στις διαστάσεις που έτεινε να λάβει η εξέγερση και κυρίως µπροστά στον ανεξέλεγκτο χαρακτήρα της. Είναι καθαρό πως η ΝΔ επένδυσε στην προσπάθεια για την επιβολή του Νόµου και της Τάξης, ενώ το εύρος της καταστολής που εξαπέλυσε αποτελεί "επένδυση" για τη σταθερότητα του πολιτικού συστήµατος συνολικά. Το ΠΑΣΟΚ επέλεξε να παίξει στην ίδια ακριβώς "ατζέντα" µε πρώτιστο στόχο την περιφρούρηση της αστικής οµαλότητας, ξεκαθαρίζοντας µε τη στάση του ότι δεν πρόκειται να "αξιοποιήσει" κρίσιµες για το σύστηµα καταστάσεις για την άνοδό του στην κυβέρνηση. Από την άλλη πλευρά, µέσα στην εξέγερση αναδείχθηκε ακόµη περισσότερο ο εξίσου βαθύς καθεστωτικός ρόλος και των δύο εκδοχών της κοινοβουλευτικής Αριστεράς. Ο ΣΥΝ -ΣΥΡΙΖΑ από τη δεύτερη µέρα κιόλας έσπευσε να ζητήσει εκλογές ως διέξοδο από την κρίση, ακολούθησε τη ΓΣΕΕ στο ξεπούληµα της απεργιακής πορείας, ενώ "συνόψισε" τα αιτήµατα της εξέγερσης στο αίτηµα για "εκδηµοκρατισµό της αστυνοµίας". Το ΚΚΕ εξέφρασε µε καθαρό τρόπο την εχθρότητά του απέναντι σε οτιδήποτε µπορεί να απειλήσει πραγµατικά το σύστηµα, αποτέλεσε δύναµη υποστήριξης της κυβέρνησης και συκοφάντησης του κινήµατος, καθώςε αποδέχθηκε και ενίσχυσε την κυβερνητική επιχειρηµατολογία περί "κουκουλοφόρων" και πρόσφερε µαζί µε τις πιο συντηρητικές δυνάµεις άλλοθι στην κυβέρνηση, µε τις θεωρίες περί "ξένων κέντρων". Και οι δύο έδωσαν διαπιστευτήρια προς το κεφάλαιο πως δεν θα διαταράξουν τη σταθερότητα του συστήµατος. Είναι φανερό ότι µπροστά στα µάτια µας εκρήγνυται µια νέα πολιτικοποίηση, η οποία δεν µπορεί να εκπροσωπηθεί από την υπάρχουσα Αριστερά. Το µεγάλο "στοίχηµα"~ είναι πώς αυτό το πολύµορφο αλλά βαθύ ρεύµα αµφισβήτησης και αντικαπιταλιστικής αναζήτησης θα διαµορφώσει το δικό του ανεξάρτητο αντικαπιταλιστικό πολιτικό ρεύµα, ικανό να δώσει τη µάχη της συνολικής ανατροπής και να δηµιουργήσει τις συνθήκες της επαναστατικής αλλαγής. Και σε αυτό το ερώτηµα δεν υπάρχουν έτοιµες απαντήσεις, ούτε προφανώς αρκεί µόνο η επίκληση του Δεκέµβρη. Η επαναστατική Αριστερά έχει να συνεισφέρει πολλά, αλλά πρέπει και να ακούσει και να "πάρει" πολλά .. Η εξέγερση ανέδειξε την επείγουσα ανάγκη συνολικής ανασυγκρότησης της αντικαπιταλιστική ς Αριστεράς στο σύνολό της και προώθησης άλλου τύπου κοινωνικών και πολιτικών πρωτοβουλιών από αυτές που έχει συνηθίσει. Σε τέτοιες στιγµές, µέσα στη φωτιά της πολιτικής αντιπαράθεσης και των κοινωνικών συγκρούσεων, οι "πρωτοπορίες" κρίνονται στην πράξη, κατά πόσο και ποιες προθέσεις τους ισχύουν, και τελικά ποια είναι η αντικαπιταλιστική Αριστερά πέρα από τις διακηρύξεις της. Παρά το γεγονός ότι σε γενικές γραµµές υπήρξε επαφή µε την εξέγερση και κινητοποίηση εντός της, η αντικαπιταλιστική Αριστερά ούτε ενιαία εκτίµηση και στάση είχε, ούτε πολύ περισσότερο µια συνεπή πολιτική κατεύθυνση πλήρους "αγκαλιάσµατος"", ανάπτυξης και κλιµάκωσης της εξέγερσης. Αντίθετα αναδείχθηκαν και οξύνθηκαν µέσα στην εξέγερση οι διαφορές και τα αποκλίνοντα σχέδια των δυνάµεων της αντικαπιταλιστικής Αριστεράς. Όλα αυτά έδειξαν στην πράξη ότι µια κεντρική συµµαχία οργανώσεων απέχει πολύ από το να έχει και πραγµατικά ενιαίο και προωθητικό για το κίνηµα προσανατολισµό. Είναι χαρακτηριστικό ότι ποτέ πριν ο χώρος αυτός δεν είχε ταυτόχρονα τέτοιο πληθωρισµό κοινών πολιτικών ανακοινώσεων, αλλά και τέτοια πολυδιάσπαση στις πρακτικές. Το πρόσφατο αντιπολεµικό κίνηµα που ακολούθησε αµέσως µετά τον Δεκέµβρη είναι αδιάψευστος µάρτυρας για κάτι τέτοιο. Το σοβαρότερο, όµως, είναι ότι, µε ευθύνη και του ΝΑΡ, όπως φάνηκε χαρακτηριστικά και στην κοινή εκδήλωση στο Σπόρτινγκ, αναπαράγεται στο χώρο της αντικαπιταλιστικής Αριστεράς ένα µοντέλο όπου οι οργανώσεις είναι οι αξιολογητές που βαθµολογούν και βγάζουν τα συµπεράσµατα του κινήµατος, φροντίζοντας πάντα να αυτοεπιβεβαιώνουν τον πρωτοπόρο ρόλο τους, και προτείνοντας ως πολιτική προοπτική την "κεφαλαιοποίηση"" των πιο θετικών χαρακτηριστικών του κινήµατος στην επόµενη εκλογική αναµέτρηση. Τείνει να παγιώνεται η λογική πως τα πραγµατικά βήµατα ενοποίησης της αντικαπιταλιστικής Αριστεράς δεν δοκιµάζονται από τη συγκεκριµένη πράξη όλων, στα υπαρκτά µέτωπα της πάλης και στις µεγάλες συγκρούσεις, όπως αυτή της εξέγερσης του Δεκέµβρη, µε κριτή τους ίδιους τους αγωνιστές και µε κριτήριο τι προωθεί, οξύνει και κλιµακώνει την αντικαπιταλιστική πάλη, αλλά µέσα από µια "παράλληλη" πραγµατικότητα των πολιτικών γραφείων όπου οι όποιες πολιτικές µετατοπίσεις κρίνονται αποκλειστικά µε βάση τις διατυπώσεις και τις συγκλίσεις στα κείµενα και τις ανακοινώσεις. Η πράξη του Δεκέµβρη έδειξε, όµως, ότι η ανεπάρκεια της αντικαπιταλιστικής Αριστεράς δεν προκύπτει απλά από τη µη συνένωσή της, αλλά από τη δυσκολία της να αναγνωρίσει το νέο κοινωνικό τοπίο του ολοκληρωτικού καπιταλισµού, την αδυναµία της να βγει από το καβούκι της αυτοαναγορευόµενης πρωτοπορίας και να επικοινωνήσει ουσιαστικά µε υποκείµενα, αντιστάσεις, αγώνες και αναζητήσεις που ξεφεύγουν από τις κατατάξεις και το βαθµολόγιο του δικού της πολιτικού λόγου, και κυρίως από το εκκωφαντικό έλλειµµα προγραµµατικής, θεωρητικής και πολιτισµικής τόλµης για επαναθεµελίωση και βαθιά ανανέωση της επαναστατικής πολιτικής και της εργατικής χειραφέτησης.
ΕΝΑ ΑΛΛΟ ΜΟΝΤΕΛΟ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΓΙΑ ΤΟ ΝΑΡ ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΗ ΑΡΙΣΤΕΡΑ
Μέσα στις νέες συνθήκες που δηµιούργησε η εξέγερση, και µε ορατό το ενδεχόµενο µιας αναζωπύρωσής της καθώς θα οξύνεται η οικονοµική κρίση, επιβάλλεται ο επαναπροσδιορισµός των σκέψεων όλων µας και η τολµηρή αναπροσαρµογή του πολιτικού µας σχεδίου. Κεντρικός άξονας αυτής της αναπροσαρµογής πρέπει να είναι η διαµόρφωση και προώθηση µιας πρότασης για πλατιά συνάντηση του αντικαπιταλιστικού δυναµικού της εξέγερσης και των αγώνων, για τη συνέχιση και κλιµάκωση της µάχης για την ανατροπή της αστικής πολιτικής και των κυβερνήσεών της, για µια αντικαπιταλιστική επαναστατική απάντηση στην κρίση. Για την ακρίβεια, χρειαζόµαστε όχι απλώς µια άλλη "πρόταση" αλλά ένα άλλο "µοντέλο πολιτικής"" για την προώθηση του παραπάνω στόχου. Μια λογική και πρακτική που θα υπερβαίνει το κυρίαρχο, ακόµη και µέσα στην αντικαπιταλιστική Αριστερά, µοντέλο της "εκπροσώπησης"" και της "από τα πάνω (και σε πολλές περιπτώσεις εκ των έξω) πολιτικοποίησης"" που αντιλαµβάνεται την ταξική επαναστατική πολιτική µε όρους a priori πρωτοποριών, άρα και αυτόκλητων εκφραστών της πολιτικοποίησης των "απαίδευτων εξοργισµένων µαζών"". Η ανώτερη πολιτικοποίηση του εξεγερτικού κοινωνικού δυναµικού δεν µπορεί να γίνει µε τους όρους, τους δρόµους και τα σχήµατα του παρελθόντος: σωµατείο - παράταξη - κόµµα, ή µέτωπο - εκλογές - κόµµα. Η πολιτικοποίηση θα αναπτύσσεται όσο θα κατακτούνται στην πράξη περιεχόµενα που θα ενοποιούν και θα βγάζουν µπροστά τις ανάγκες και τις επιθυµίες, άλλα κριτήρια και αξίες από αυτά της καταναγκαστικής εργασίας, της αγοράς και της κατανάλωσης, αντικρατικές και αντιεµπορευµατικές πρακτικές και µορφές συλλογικότητας, αλληλεγγύης αλλά και πρακτικής οργάνωσης της ζωής. Περιεχόµενα και πρακτικές που θα σπάνε το µονοπώλιο του εµπορεύµατος, της γνώσης, του πολιτισµού, της πληροφορίας. Που θα τείνουν να διαµορφώσουν έναν ολόκληρο εναλλακτικό αντικαπιταλιστικό τρόπο ζωής και πολιτισµό. Η εξέγερση, αλλά και όλοι οι αγώνες των τελευταίων χρόνων, έχουν φέρει στο προσκήνιο ένα µαχητικό ριζοσπαστικό και αντικαπιταλιστικό δυναµικό πολύ ευρύτερο (και σε ορισµένες περιπτώσεις πολύ πιο τολµηρό στην αναζήτηση και τη δράση) από τις οργανωµένες δυνάµεις της αντικαπιταλιστικής Αριστεράς. Αυτό το δυναµικό δεν εντάσσεται εύκολα σε προαποφασισµένες και οργανωτικά ελεγχόµενες διαδικασίες, δεν αναζητά "εκπροσώπηση", αλλά ψηλαφεί µέσα από τις δικές του εµπειρίες τους δικούς του δρόµους µιας ανατρεπτικής πολιτικής λογικής και πρακτικής. Χωρίς πραγµατική συµµετοχή, επικοινωνία και αλληλεπίδραση µε αυτές τις διεργασίες, κανένα σχέδιο για την άλλη Αριστερά δεν µπορεί να προχωρήσει µε πραγµατικούς κοινωνικούς όρους. Πραγµατικά βήµατα για τον πόλο της αντικαπιταλιστικής Αριστεράς µπορούν να γίνουν µόνο και στο βαθµό που αυτό το δυναµικό θα γίνεται υποκείµενο αυτής της πορείας. Τώρα είναι η ώρα ο δρόµος προς τον πόλο και την άλλη Αριστερά να γεµίσει µε τις αγωνίες, τις αναζητήσεις και τις πρακτικές των εξεγερµένων και των αγωνιζόµενων, καθώς η εξέγερση δείχνει ότι ο άµεσος επαναστατικός αγώνας είναι όχι µόνο ρεαλιστικός, αλλά ότι προσεγγίζεται αυθόρµητα και αντιφατικά από σηµαντικά τµήµατα νεολαίας και εργαζοµένων. Ένας τέτοιος δρόµος απαιτεί σήµερα ανοιχτές αµεσοδηµοκρατικές διαδικασίες και πρωτοβουλίες που θα εµπλέκουν µε πρωταγωνιστικό ρόλο το αντικαπιταλιστικό δυναµικό και θα διαµορφώνουν έναν αστερισµό - δίκτυο επιτροπών πρωτοβουλίας, επιτροπών αγώνα, εργατικών σχηµάτων, λα'ϊκών συνελεύσεων, κινήσεων πόλης, καταλήψεων, πολιτιστικών οµάδων κ.λπ. Μέσω πραγµατικών αντικαπιταλιστικών συνελεύσεων (και όχι καρικατούρων του τύπου που προηγήθηκαν της προηγούµενης εκλογικής αναµέτρησης, ούτε βέβαια "βαφτίζοντας"" συνελεύσεις τις εκδηλώσεις της Επιτροπής των οργανώσεων που συµφώνησαν στο Σπόρτινγκ) κατά θέµα, χώρο εργασίας και εκπαίδευσης, πόλη και γειτονιά, αλλά και πανελλαδικά, µπορεί και πρέπει να επιχειρηθεί η πολιτική ενοποίηση αυτών των πολύµορφων αντικαπιταλιστικών πρωτοβουλιών και συλλογικοτήτων, µε στόχο µια ανώτερου τύπου "κοινή δράση" που θα απλώνεται "από τα κάτω"" σε όλα τα µέτωπα και στο συνολικό πολιτικό επίπεδο µε κεντρικό άξονα την αντικαπιταλιστική επαναστατική απάντηση στην κρίση. Αυτό το µοντέλο άµεσης πολιτικής έκφρασης και συνδιαµόρφωσης των ίδιων των αγωνιστών απαιτεί την υπέρβαση του µονοπωλίου των πολιτικών οργανώσεων και της γραφειοκρατικής διαχείρισης της συνεργασίας τους, χωρίς ωστόσο να ακυρώνει το ρόλο τους αντίθετα υπάρχει "πεδίο δόξης λαµπρό"" για όσες από αυτές µπορούν να δεχτούν να κρίνονται µέσα σε τέτοιου τύπου διαδικασίες και να συµβάλλουν δηµιουργικά σε αυτές. Σε αυτή την κατεύθυνση µπορούν και πρέπει να κινηθούν το ΝΑΡ και το ΜΕΡ Α (το οποίο πρέπει και το ίδιο να δοκιµάσει και να αναπτύξει ποιοτικά τους κοινωνικούς δεσµούς του, το πολιτικό και προγραµµατικό του κεκτηµένο). Κεντρικό συστατικό στοιχείο αυτής της προσπάθειας πρέπει να είναι η επανεξόρµηση και τολµηρή ανάπτυξη των ιδεών και των πρακτικών του νέου εργατικού κινήµατος της χειραφέτησης. Η εξέγερση έφερε στην επιφάνεια και βάθυνε το χάσµα ανάµεσα στις δυνάµεις της εργασίας και τον αστικοποιηµένο γραφειοκρατικό συνδικαλισµό. Το χάσµα αυτό θα διευρυνθεί ακόµη περισσότερο, καθώς εν µέσω κρίσης αυτός ο συνδικαλισµός δεν µπορεί να κάνει ούτε τα στοιχειώδη για την υπεράσπιση της θέσης των εργαζοµένων. Ήδη πληθαίνουν οι πρωτοβουλίες και οι µορφές ανεξάρτητης και αυτόνοµης συγκρότησης, αναζήτησης άλλης οργάνωσης και άλλου περιεχοµένου για το εργατικό κίνηµα. Είναι µια µεγάλη ευκαιρία, εποµένως, για να κοινωνικοποιηθεί µέσα σε αυτές τις αναζητήσεις η λογική του νέου εργατικού κινήµατος, να συνδεθεί πρακτικά µε τις προσπάθειες για αυτοοργάνωση, να προτείνει συγκεκριµένες µορφές και περιεχόµενα, ιδιαίτερα για τα νέα τµήµατα της εργασίας. Για να προχωρήσει αυτή η λογική και πρακτική πρέπει να συγκρουστεί µε τη λογική και πρακτική της οµάδας πίεσης στο επίσηµο συνδικαλιστικό κίνηµα, που έχει όλη η εξωκοινοβουλευτική Αριστερά. Πρέπει να δώσει πραγµατική µάχη για οργάνωση µορφών συγκρότησης για τη µεγάλη πλειοψηφία των εκτός συνδικαλισµού. Να αξιοποιήσει υπάρχοντα σωµατεία και την προσπάθεια συντονισµού τους, αλλά όχι ως αποκλειστικό πεδίο και µάλιστα στο όνοµα ενός "θεσµικού συνδικαλισµού"" που αντιπαρατίθεται στην "αυτονοµία"". Κύριο µέτωπο αυτής της προσπάθειας πρέπει να είναι η µάχη για συνελεύσεις, επιτροπές βάσης, αυτοτελή ανάπτυξη αγώνων, ακόµη και απεργιών, πέρα έξω και ενάντια στο πλαίσιο του αστικοποιηµένου συνδικαλισµού. Ειδικά για τη νεολαία, ο Δεκέµβρης έδειξε τη δυνατότητα ενοποίησης των επιµέρους αγώνων µε βάση µια πρόταση που θα τοποθετείται από τη σκοπιά του κοινωνικά αναγκαίου, δηλαδή µιας σύγχρονης χάρτας αναγκών και δικαιωµάτων της νεολαίας µε αντικαπιταλιστικό περιεχόµενο. Τώρα, µε την εµπειρία σε αιτήµατα και µορφές που έδωσε ο Δεκέµβρης, µπορούµε να προτάξουµε την ενότητα της εργατικής και της σπουδάζουσας νεολαίας, µπορούµε να συµβάλλουµε αποφασιστικά σε µια αγωνιστική αντικαπιταλιστική πρόταση, σε περιεχόµενο και µορφή που θα απευθύνεται σε όλη τη νεολαία κόντρα στον κατακερµατισµό και την πολυδιάσπαση, στη δηµιουργία αντίστοιχων κέντρων αγώνα και συνελεύσεων νεολαίας που θα ενοποιούν το διάσπαρτο δυναµικό και θα τροφοδοτούνται από τα µέτωπα και τους αγώνες. Συνολικά, αυτή η πολιτική πρόταση και δράση, και το σχέδιο το οποίο συνεπάγεται (που αφορά τόσο το πολιτικό επίπεδο αλλά και τα κρίσιµα µέτωπα του εργατικού, της εκπαίδευσης, του πολέµου, των λα'ϊκών ελευθεριών), είναι πραγµατικά η πλέον ενωτική, µετωπική, αντισεχταριστική προσπάθεια για ουσιαστικά βήµατα διαµόρφωσης του αντικαπιταλιστικού πόλου στις σηµερινές συνθήκες. Απαντά στο κορυφαίο ζήτηµα της ταξικής πάλης σήµερα, που µπορεί να δηµιουργήσει πολιτικά γεγονότα µεγάλης εµβέλειας. Μπορεί να πυροδοτήσει πολύµορφες δράσεις που θα τροφοδοτούν την ενιαία κοίτη της αντικαπιταλιστικής πάλης. Μέσα σε αυτή τη διαδικασία θα κρίνονται και οι πραγµατικές πολιτικές συγκλίσεις ή και το πραγµατικό βάθος των διαφορών. Μια τέτοια πρωτοβουλία µπορεί να επιδρά και να επηρεάζει την παρέµβαση στους υπαρκτούς θεσµούς που δρα η αντικαπιταλιστική Αριστερά. Θα είναι ο πραγµατικός ελεγκτής του αντιθεσµικού ή όχι προτάγµατός της, της υπέρβασης ή όχι του εφησυχασµού και της περιχαράκωσης σε αυτό που χρόνια αναγνώριζε η Αριστερά ως "οργανωµένο κίνηµα>" και που σήµερα αδυνατεί να οργανώσει ούτε το ένα τρίτο των εργαζοµένων. Ταυτόχρονα θα διαµορφώσει το έδαφος για τον πραγµατικό επαναστατικό µετασχηµατισµό της ίδιας της αντικαπιταλιστική ς Αριστεράς. Πιστεύουµε ότι η συζήτηση και η δράση για πολιτικές πρωτοβουλίες µε αυτά τα χαρακτηριστικά είναι το βασικό στοίχηµα για την περίοδο που διανύουµε, µπροστά και στις αναµετρήσεις που έρχονται. Στο εκρηκτικό τοπίο της κρίσης και της εξέγερσης, η σύνδεση της ανάγκης για ζωή χωρίς καπιταλισµό, µε το πρόταγµα και τις µορφές του αγώνα στο σήµερα, η ρεαλιστικότητα της επαναστατικής λύσης του κοινωνικού προβλήµατος θα πρέπει να είναι στην προµετωπίδα µιας τέτοιας προσπάθειας. Αυτό είναι που µπορεί να αλλάζει συσχετισµούς, να αλλάζει και τις ιδέες και τις ίδιες τις πράξεις. Και το µέλλον της εξέγερσης του Δεκέµβρη που διαρκεί πολύ δεν µπορεί παρά να προχωρήσει µέσα από τις κοινωνικές αναµετρήσεις που έρχονται, µέσα από την αγωνία και την ελπίδα των αγωνιστών και του δυναµικού της αντικαπιταλιστικής αριστεράς που "δίχως καβάντζα καµιά" γέµισαν τους δρόµους, τις συνοικίες, τις σχολές και τα σχολεία µε την πιο ρεαλιστική ουτοπία της εποχής µας.
Αγαπητού Κυριακή, Ζέρβας Βαγγέλης, Λεγάκη Αντωνία, Μανώλης Ισαάκ, Παπαδηµητρίου Φώντας, Πελεκούδας Νίκος, Φωτάκης Κώστας, Χαριτάκης Κώστας |
|
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου