Κυριακή 17 Φεβρουαρίου 2008

Ο Αντόνιο Γκράμσι και η επικαιρότητα της σκέψης του για το εργατικό συνδικαλιστικό κίνημα


Του Θαναση Τσακιρη

Μέσα στη φυλακή, ο Αντόνιο Γκράμσι συνέγραψε τα σημαντικότερα έργα του, που ξεπερνούσαν τις 3.000 σελίδες (φιλοσοφία, πολιτική κοινωνιολογία και ιστορία). Η σκέψη του επηρεάστηκε τόσο από Ιταλούς στοχαστές, όπως ο Νικολό Μακιαβέλι και ο Μπενεντίτο Κρότσε, όσο και από το έργο του Κάρολου Μαρξ, του Αντόνιο Λαμπριόλα και άλλων.
Οι βασικές του συνεισφορές του Γκράμσι στην πολιτική σκέψη ήταν οι εξής: α) η έννοια της πολιτισμικής "ηγεμονίας" ως μέσου διατήρησης της κυριαρχίας του καπιταλιστικού κράτους, β) ο τονισμός της ανάγκης για την μόρφωση των εργατών ώστε να δημιουργηθούν οι "οργανικοί διανοούμενοι" της εργατικής τάξης και να γίνει δυνατή η επίτευξη της εργατικής ταξικής "ηγεμονίας", γ) η διάκριση μεταξύ πολιτικής κοινωνίας (αστυνομία, στρατός, νομικό σύστημα κ.ά.), που κυριαρχεί άμεσα και κατασταλτικά, και κοινωνίας πολιτών (οικογένεια, εκπαιδευτικά συστήματα, συνδικάτα κ.ά.), όπου η κυριαρχία του καπιταλιστικού κράτους συγκροτείται μέσω της ιδεολογίας ή μέσω της συναίνεσης, δ) η πρωταρχική σημασία του "ιστορικισμού", δηλαδή η ανάλυση μιας κοινωνίας στο συγκεκριμένο κάθε φορά ιστορικό της πλαίσιο^1^ και ε) η κριτική του οικονομικού ντετερμινισμού.
Ο όρος "ηγεμονία" αναφέρεται σε μια διεργασία ηθικής και πνευματικής καθοδήγησης και διοίκησης, μέσω της οποίας επιτυγχάνεται η απόσπαση της συναίνεσης των κυριαρχούμενων ή υποτελών τάξεων στη διακυβέρνησή τους από τις εκάστοτε κυρίαρχες τάξεις και είναι τόσο περισσότερο εξασφαλισμένη όσο λιγότερη είναι η χρήση ή η απειλή χρήσης της βίας και του εξαναγκασμού. Ο Γκράμσι αντιτάχθηκε, με τον τρόπο του, στις επικρατούσες απόψεις στο διεθνές μαρξιστικό θεωρητικό τοπίο της εποχής του, δηλαδή τον οικονομίστικο αυτοματισμό και τον πολιτικό βολονταρισμό, ακόμη και στον Λένιν, που ήταν ο ηγέτης της πρώτης επιτυχημένης κομμουνιστικής επανάστασης. Υποστήριξε ότι το κράτος δεν χαρακτηρίζεται μόνο από τη βία και την καταστολή ή τη δικτατορική επιβολή ως μέσα επιβίωσής του αλλά η σχέση του με την κοινωνία βασίζεται στο σχηματισμό και τη διάδοση/διάχυση πολιτιστικών, ιδεολογικών και ηθικών/διανοητικών συστημάτων αξιών και πεποιθήσεων. Ο Γκράμσι διαπίστωσε ότι στη Δυτική Ευρώπη, χοντρικά από το 1870 και ύστερα, υποχωρούσε η κατασταλτική πολιτική έναντι της ιδεολογικής ηγεμονίας που δημιουργούσε τους όρους της ταξικής συναίνεσης προς τις κυρίαρχες τάξεις. Αυτή όμως η συναίνεση δεν είναι κάποια στατική κατάσταση, αλλά βρίσκεται διαρκώς υπό αναδιαπραγμάτευση, οπότε η εκάστοτε κυρίαρχη τάξη ή μερίδα τάξης που επικρατεί στο ηγεμονικό μπλοκ νοιώθει υποχρεωμένη να επιδιώκει συνεχώς την εκ νέου απόσπαση της συναίνεσης^2^. Στις ειδικές ιστορικές συνθήκες της ενοποιημένης Ιταλίας των αρχών του 20ού αιώνα, χαρακτηριστική ήταν η πολιτική του "τρανσφορμισμού" στη διάρκεια των φιλελεύθερων κυβερνήσεων υπό τον Τζιουζέπε Τζιολίτι, σύμφωνα με την οποία με ποικίλους τρόπους, όπως ο προσεταιρισμός σοσιαλιστών πολιτικών, η εξαγορά ψήφων, η επεκτατική πολιτική στο εξωτερικό και η παροχή του δικαιώματος ψήφου σε όλο τον πληθυσμό είχε ως αποτέλεσμα την απόκτηση συναίνεσης από ευρέα στρώματα εργατών, κυρίως του βιομηχανικού Βορρά πριν από την έναρξη του πολέμου^3^.
Συνοψίζοντας, τονίζουμε ότι η ηγεμονία είναι μια μορφή ελέγχου που ασκείται πρώτα και κύρια μέσω του εποικοδομήματος, σε αντίθεση με την υποδομή της βάσης της κοινωνίας ή τις κοινωνικές σχέσεις παραγωγής με κυριαρχικό οικονομικό χαρακτήρα. Έτσι, η ιδεολογική κυριαρχία έχει ως αποτέλεσμα να σκεφτόμαστε για τον κόσμο σύμφωνα με τη δική της λογική και αντίληψη^4^. Έτσι, ο Γκράμσι άλλαξε τις μαρξιστικές αντιλήψεις για το κράτος και την κοινωνία και τη μεταξύ τους σχέση. Η κοινωνία των πολιτών είναι, τρόπον τινά, το πεδίο άσκησης της ελευθερίας και της δημιουργίας των όρων και προϋποθέσεων της συναίνεσης και της πειθούς, αλλά είναι εξίσου και το πεδίο κοινωνικών συγκρούσεων στο πολιτιστικό, ιδεολογικό, θρησκευτικό και οικονομικό επίπεδο. Είναι, δηλαδή, η αρένα όπου συγκρούονται οι πάσης φύσεως ενώσεις και οργανώσεις, επίσημες ή ανεπίσημες, από τα συνδικάτα και τα πολιτικά κόμματα μέχρι τις Εκκλησίες, τα σχολεία και τα πανεπιστήμια και όλες τις ομάδες συμφερόντων και ενδιαφερόντων. Αυτή η συνύφανση πολλαπλών επιπέδων και οργανώσεων στις δυτικές καπιταλιστικές δημοκρατίες ή "κοινοβουλευτικές δικτατορίες" της εποχής του ήταν το στοιχείο, ακριβώς, που δυσκόλευε τις σοβιετικού τύπου επαναστάσεις.
Η έννοια του "οργανικού διανοούμενου" είναι μια ακόμη έννοια που προσέφερε στην πολιτική θεωρία ο Γκράμσι. Ενώ όλοι οι άνθρωποι είναι διανοούμενοι, με την έννοια ότι έχουν τη δυνατότητα της σκέψης και του σχηματισμού νοητικών σχημάτων για την κατανόηση του κόσμου που τους περιβάλλει, δεν έχουν όλοι την ικανότητα να γίνουν διανοούμενοι με την έννοια ότι αποτελούν μια κοινωνική κατηγορία που ασκεί ορισμένες λειτουργίες στο πλαίσιο της κοινωνίας. Οι τελευταίοι χωρίζονται, σύμφωνα με τον Γκράμσι, σε δύο τύπους, τους "παραδοσιακούς" και τους "οργανικούς". Οι πρώτοι είναι καθαρά επαγγελματίες διανοούμενοι και η θέση τους βρίσκεται στα διάκενα της κοινωνίας~ διαθέτοντας μια αίσθηση διαταξικότητας συγκαλύπτουν την προσκόλλησή τους στην εκάστοτε κυρίαρχη τάξη. Οι δεύτεροι είναι οι σκεπτόμενοι και οργανωτικοί άνθρωποι που αποτελούν μέρη μιας από τις δύο βασικές κοινωνικές τάξεις και προωθούν ενεργά τις ιδέες και τις απόψεις της τάξης τους. Οι οργανικοί διανοούμενοι δεν διακρίνονται τόσο για την επαγγελματική τους υπόσταση αλλά από τον ρόλο που παίζουν ως προωθητές και υπερασπιστές των ταξικών συμφερόντων της εργατικής ή της αστικής τάξης. Όσον αφορά την εργατική τάξη, οι οργανικοί διανοούμενοί της επιδιώκουν να συμβάλουν στην ανάδειξη της ταξικής της ιδεολογίας και στην υπέρβαση των κατακερματισμένων συντεχνιακών και οικονομίστικης χροιάς αγώνων των επιμέρους στρωμάτων της^5^.
Ο οικονομικός ντετερμινισμός ως μεθοδολογική, θεωρητική και πολιτική προσέγγιση ήταν λαθεμένη κατά τον Γκράμσι. Παρόλο που αναγνώριζε ότι υπήρχαν ιστορικές κανονικότητες, αρνούνταν ότι οι ιστορικοί νόμοι που ενυπάρχουν ως αντίληψη στο έργο του Μαρξ πρέπει να θεωρούνται απαρέγκλιτοι, αναπόφευκτοι και απαράβατοι, καθώς πίστευε ότι είναι οι ίδιες οι μάζες που κάνουν την ιστορία να κινείται, αρκεί να αντιληφθούν ότι πρέπει να δράσουν για να αποφέρουν τα επιθυμητά αποτελέσματα. Έτσι, ενώ θεωρούσε ότι οι δομές της εκάστοτε κοινωνίας δομούν σε μεγάλο βαθμό τις πολιτικές και κοινωνικές συμπεριφορές των ατόμων, δεν ήταν της άποψης ότι αυτός ο καθορισμός αυτόματα θα οδηγούσε σε επαναστατική δράση. Απέρριπτε, επομένως, όσους μαρξιστές θεωρούσε "ντετερμινιστές, φαταλιστές και μηχανιστικούς". Επειδή, όμως, οι εργάτες δεν ήταν σε θέση από μόνοι τους να αναπτύξουν την ιδεολογία και την ταξική συνείδησή τους σε τέτοιο βαθμό ώστε να προχωρήσουν μαζικά σε μια κοινωνική επανάσταση, ο Γκράμσι θεωρούσε αναντικατάστατο τον ρόλο των "οργανικών διανοουμένων" που αναφέραμε^6^. Για να μπορέσει η εργατική τάξη να αντιτάξει τη δική της ιδεολογία και να κατακτήσει την ηγεμονία, σημαντικότατη, εκ των ουκ άνευ προϋπόθεση είναι μέσα από τις γραμμές της να καταφέρει να διαμορφώσει ένα σώμα διανοουμένων που τα χαρακτηριστικά τους διαφέρουν ολοκληρωτικά από αυτά των διανοουμένων της κυρίαρχης τάξη, καθώς και το πολιτικό κόμμα που θα αξιοποιεί τη δραστηριότητα των οργανικών διανοουμένων αλλά και θα ανοίγει διαδρόμους που θα συνδέουν την εργατική τάξη και με ομάδες παραδοσιακών διανοουμένων. Οι οργανικοί διανοούμενοι της εργατικής τάξης, με τη σειρά τους, ορίζονται αφενός από τον ρόλο τους στην παραγωγή και την οργάνωση της εργασίας και αφετέρου από τον καθοδηγητικό πολιτικό ρόλο τους. Με την ανάληψη της συνειδητής ευθύνης από αυτούς και με την απορρόφηση από τις εργατικές οργανώσεις ιδεών και πνευματικών ανθρώπων προερχόμενων από πιο προωθημένα στρώματα αστών διανοουμένων μπορεί η εργατική τάξη και τα συνδικάτα να ξεκολλήσουν από τον παραδοσιακό συντεχνιακό, γραφειοκρατικό και οικονομίστικο συνδικαλισμό και να προωθήσουν την ηγεμονία τους.
Ο Γκράμσι θεωρούσε ότι τα συνδικάτα έπρεπε να ξεφύγουν από τον παραδοσιακό ρόλο που τους επιφύλασσαν οι οικονομίστικες εκδοχές του μαρξισμού και να αναπτύξουν μια στρατηγική κοινωνικού μετασχηματισμού. Η άποψή του ήταν ότι το εργατικό συνδικαλιστικό κίνημα, καθώς επεκτεινόταν, δημιουργούσε ένα ολοένα και μεγαλύτερο στρώμα αξιωματούχων που αποσπάτο από τις μεμονωμένες επιχειρήσεις, το προσωπικό των οποίων εκπροσωπούσε, και ουσιαστικά εργαζόταν ακολουθώντας τους νόμους του εμπορίου, διαπραγματευόμενο την τιμή του εμπορεύματος της εργασίας με τους εργοδότες και εγγυάτο την πειθαρχία των εργατών στους όρους και τις διατάξεις της συλλογικής σύμβασης που υπογραφόταν με τους εργοδότες^7^. Με άλλα λόγια, ήταν εντελώς αδιάφορο για το αν οι συνδικαλιστές στο παρελθόν ξεκίνησαν ως οικοδόμοι, ιδιωτικοί υπάλληλοι γραφείου, βιομηχανικοί εργάτες ή τεχνικοί, δημόσιοι υπάλληλοι ή μισθωτοί επιστήμονες. Αρκεί που γνώριζαν πώς να διαπραγματεύονται με τους εργοδότες και ως αντισυμβαλλόμενοι να υπογράφουν τις συλλογικές συμβάσεις εργασίας. Έτσι, δεν χρειαζόταν η γνώση των ειδικών κανόνων και τεχνικών του συγκεκριμένου επαγγέλματος αλλά μόνο του εργατικού δικαίου που ρυθμίζει τις σχέσεις μεταξύ εργοδοτών και εργαζομένων. Αυτή η κατάσταση παγιώθηκε με τη μεγέθυνση των επιχειρήσεων και τη διεθνοποίηση των αγορών στις οποίες δραστηριοποιούνται.
Κι όμως, ο Γκράμσι θεωρούσε ότι το συνδικάτο δεν είναι ένα προκαθορισμένο πολιτικό φαινόμενο αλλά αποτελεί, σε τελευταία ανάλυση, εργαλείο των ίδιων των μελών του που έχουν τις δυνατότητες να καθορίζουν τη στρατηγική και τακτική του, είτε μαζί είτε και ενάντια στη συνδικαλιστική γραφειοκρατία. Αυτή η συμβολή του στη συζήτηση για τα συνδικάτα συνδυάζεται με την αντιπρότασή του για την επέκταση των εργατικών συμβουλίων και των αρμοδιοτήτων τους με βάση το πρότυπο των αυτοκινητοβιομηχανιών της Βόρειας Ιταλίας. Απέναντι στους εργοδότες, σύμφωνα με τον Γκράμσι, τα συνδικάτα εμφανίζονται πειθαρχημένα γιατί πρέπει να υπερασπίσουν την εργασιακή νομιμότητα που κατέκτησαν με τους συγκεκριμένους αγώνες τους, επιβάλλοντας τις συλλογικές συμβάσεις εργασίας. Πρόκειται για έναν συμβιβασμό "που πρέπει να υποστηριχθεί μέχρις ότου ο συσχετισμός δυνάμεων ευνοήσει την εργατική τάξη". Τα εργατικά συμβούλια, όμως, είναι η επαναστατική "άρνηση της νομιμότητας" και επιδιώκουν "να οδηγήσουν την εργατική τάξη στην κατάκτηση της βιομηχανικής εξουσίας". Λόγω του "επαναστατικού αυθορμητισμού τους", τα εργατικά συμβούλια "μπορούν ανά πάσα στιγμή να προκαλέσουν ταξικό πόλεμο", ενώ τα συνδικάτα, λόγω της "γραφειοκρατικής μορφής τους", έχουν την τάση να τον εμποδίζουν ή να τον αποτρέπουν.
Πού μπορεί να βοηθήσει η γκραμσιανή λογική στη σημερινή κατάσταση; Θα πρέπει να τονιστεί ότι η θεωρία του Γκράμσι, που διατυπώθηκε υπό διαφορετικές συνθήκες από τις σημερινές, δεν μπορεί να ερμηνεύσει όλα τα σύγχρονα πολιτικά και κοινωνικά φαινόμενα και τις συλλογικές συμπεριφορές. Επιπλέον, έχει επισημανθεί από ορισμένους ότι ο Γκράμσι ήταν αποκλειστικά, ή τουλάχιστον κυρίως, εθνικός στοχαστής στο συγκεκριμένο πλαίσιο της Ιταλίας και ότι κάθε απόπειρα τοποθέτησής του σε ένα πλαίσιο όχι μόνο διαφορετικό από πλευράς γεωγραφικού χώρου αλλά και σε διαφορετικό χρονικό πλαίσιο στην ίδια του τη χώρα είναι παρακινδυνευμένη^8^. Αυτό, όμως, δεν σημαίνει ότι πρέπει να φτάνουμε στην κατάσταση ενό υπεραυστηρού ιστορικισμού, αρνούμενοι τη δυνατότητα οποιασδήποτε σύγχρονης και ευρύτερης χωρικά προσέγγισης της γκραμσιανής θεωρίας. Όπως τονίζεται από νεογκραμσιανούς μελετητές, όπως ο Στιούαρτ Χωλ^9^, ή διανοητές της φιλολογικής κριτικής, όπως ο Έντουαρντ Σαϊντ^10^, πρέπει αφενός μεν να μπορούμε να εντάσσουμε τον Γκράμσι στην ευρύτερη συζήτηση περί Βορρά και Νότου ή Ανατολής και Δύσης και των αντίστοιχων κοινωνικών διαστάσεων, αφετέρου δε να μην πέφτουμε στο άλλο άκρο και να θεωρούμε ότι κάθε ανάγνωση του έργου του Γκράμσι είναι τόσο διαφορετική από τις άλλες ώστε να μην υπάρχουν ορισμένα κοινά σημεία επαφής και ο Γκράμσι να μην υφίσταται ως αυτόνομη σκέψη με όλα τα παράγωγά της.
Η ανάδειξη των συνδικάτων σε συλλογικό πολιτικό υποκείμενο των εργαζομένων είναι μια προοπτική που αντλεί στοιχεία από το έργο του Γκράμσι, καθώς εντάσσει τον κόσμο της οργανωμένης εργασίας σε μια διαδικασία μέσα από την οποία μπορεί να συνειδητοποιήσει τις δυνατότητες αυτοτελούς παρέμβασής του ως αυτεξούσια οντότητα και για τον καθορισμό της πολιτικής ατζέντας και την αποτελεσματικότερη προώθηση και διεύρυνση των διεκδικήσεων και των δικαιωμάτων του. Η απεμπλοκή των συνδικάτων από μια σειρά παράγοντες που τα κρατούν στο περιθώριο είναι εκ των ουκ άνευ προϋπόθεση για μια τέτοια πορεία. Οι παράγοντες αυτοί είναι η εργοδοσία και ο πολιτικός λόγος της, το κράτος και οι μηχανισμοί του και, τέλος, τα πολιτικά κόμματα που ποζάρουν ως προστάτες ή καθοδηγητές του συνδικαλιστικού κινήματος, θέτοντας τους εργαζόμενους ως παθητικούς θεατές στο περιθώριο. Ακόμη, η αναδιάρθρωση των συνδικάτων ώστε να περάσει η λήψη αποφάσεων στα χαμηλότερα επίπεδα οργάνωσης με βάση την αρχή της άμεσης δημοκρατίας, η συμμετοχή των συνδικάτων στο κίνημα ενάντια στη νεοφιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση, η ένταξη στις γραμμές τους των ανέργων, υποαπασχολούμενων και των πρόσκαιρα και επισφαλών εργαζομένων, των μεταναστών και των προσφύγων.
Η σκέψη του Αντόνιο Γκράμσι παραμένει ακόμη και σήμερα επίκαιρη στην εποχή που χρειάζεται μια νέα προσπάθεια για την κατάκτηση της "ηγεμονίας" από την πλευρά του εργατικού συνδικαλιστικού κινήματος.

1. Για μια πολύ καλή παρουσίαση του ιστορικισμού ως επιστημονικής μεθόδου, βλ. Hamilton, P. (2003) |Historicism|. London, UK: Routledge.
2. Βλ. Fiske, J. (1992) "British Cultural Studies and Television", στο Allen C.R. (ed.), Channels of Discourse, Reassembled. London, UK: Routledge.
3. Βλ. Coppa, Fr. (1986) "Economic and Ethical Liberalism in Conflict: The extraordinary liberalism of Giovanni Giolitti", στο Coppa Fr. (ed.) |Studies in Modern Italian History: From the Risorgimento to the Republic|. New York, NY: Peter Lang. Bλ. επίσης το λήμμα Giovanni Giolitti στην |1911 EncyclopediaBritannica| (http://encyclopedia.jrank.org/Cambridge/entries/020/Giovanni-Giolitti.html).
4. Βλ., εκτός των άλλων, και τις απόψεις του H. Marcuse όπως παρουσιάζονται στο Bennett, Tony (1982) "Theories of the media, theories of society", στο Gurevitch, M., Bennett Τ., Curran J. & Woollacott J. (ed.) (1982) |Culture, Society and the Media|. London: Methuen (Part 1: Class, Ideology and the Media).
5. Gramsci, A. (1971) "The Intellectuals" στο Selections from the Prison Notebooks. New York: International Publishers, σ. 3-23. [ελλ. έκδ: Gramsci, Antonio. α' έκδοση: 2005 |Οι διανοούμενοι|. Αθήνα: Στοχαστής (α' έκδ.: 1972)].
6. Γι’ αυτή την "υποτίμηση" των δυνατοτήτων της εργατικής τάξης, ο Γκράμσι θεωρείται ότι επηρεάστηκε αρκετά από τους ελιτιστές κοινωνιολόγους της εποχής του, και ιδιαίτερα από τον Γκαετάνο Μόσκα. Βλ. Mosca G. (1939) |The Ruling Class|. New York, NY: McGraw-Hill. Οι σύγχρονες ελίτ των "γραφειοκρατικών κοινωνιών", κατά τον Μόσκα, διακρίνονται για τις οργανωτικές δεξιότητές τους, που τις χρησιμοποιούν πολύ συχνά για την κατάκτηση της πολιτικής εξουσίας. Εκείνο που τον διαφοροποιεί σε σχέση με τους άλλους θεωρητικούς της "θεωρίας των ελίτ", ιδιαίτερα τον Βιλφρέντο Παρέτο, είναι η θέση του ότι οι ελίτ δεν είναι υποχρεωτικά κληρονομικού χαρακτήρα και θεωρητικά όλα τα μέλη της κοινωνίας μπορούν να ανέλθουν στις θέσεις των ελίτ. Τέλος, η ιστορία είναι μια συνεχής εναλλαγή ή "κυκλοφορία των ελίτ" και κάθε κοινωνία χαρακτηρίζεται από την κυρίαρχη ελίτ της (π.χ. στρατιωτική, ολιγαρχική, αριστοκρατική κ.ο.κ.). Για μια ενδιαφέρουσα σύγκριση των θεωριών του Μόσκα και του Γκράμσι, βλ. Finocchiaro, Maurice A., |Beyond Right and Left. Democratic Elitism in Mosca and Gramsci|. New Haven, London: Yale UP (1999).
7. Βλ. ανυπόγραφο άρθρο στην |L' Ordine Nuovo|, 12.6.1920, τόμ. 11, τχ. 5 ( http://www.marxisme.dk/arkiv/gramsci/1920/06/12-fgfra.htm).
8. Για τη συζήτηση αυτή, βλ. Morton D.A. (1999) "On Gramsci". |Politics|. 19(1), σ. 1-8.
9. Βλ. Hall, St. (1988) |The Hard Road to Renewal. Thatcherism and the Crisis of the Left|. London, UK: Verso.
10. Βλ. Said, Ed. (1985) "Orientalism Reconsidered", |Race and Class| τόμ. 27, τχ. 2, φθινόπωρο, σ. 1-15.


|Ο Θανάσης Τσακίρης είναι δρ ΠΜΣ Πολιτικής Επιστήμης και Κοινωνιολογίας του Πανεπιστημίου της Αθήνας.
Το κείμενο είναι συμπύκνωση της ανακοίνωσης με θέμα "Η επικαιρότητα της σκέψης του Α. Γκράμσι για τα εργατικά συνδικάτα σε συνθήκες 'νεοφιλελεύθερης ηγεμονίας' και 'παγκοσμιοποίησης', στο συνέδριο "Ο Αντόνιο Γκράμσι στις σημερινές κοινωνικές επιστήμες και τη θεωρία", που οργάνωσαν στις 30.11 και 1.12.2007, στο Πάντειο Πανεπιστήμιο, το Τμήμα Πολιτικής Επιστήμης και Ιστορίας και το Κέντρο Πολιτικών Ερευνών (ΚΠΕ)|.

Δεν υπάρχουν σχόλια:


Αναγνώστες