- Ρήγμα εντός της τρόικας με το ΔΝΤ να ζητά χαλάρωση των μέτρων και του ελληνικού προγράμματος
- Αντιδρά η Γερμανία που ζητά ακόμα πιο αυστηρούς κανόνες και μέτρα
- Το ΔΝΤ σε έγγραφό του επιτίθεται κατά της ΕΚΤ που δεν δέχθηκε κούρεμα των ελληνικών ομολόγων
- Τα ξένα μέσα ενημέρωσης κάνουν λόγο για κούρεμα ακόμα και για Ιταλία και Ισπανία
Αναλυτές και οικονομικοί παράγοντες συνεχίζουν να προβάλλουν σε αμερικανικά ΜΜΕ τα σενάρια περί ελληνικής χρεοκοπίας, τονίζοντας ότι ξεκίνησαν από τη Γερμανία. Επίσης, γίνεται λόγος για το ενδεχόμενο νέας αναδιάρθρωσης του ελληνικού χρέους.
Την ίδια στιγμή, ενισχύονται οι απόψεις ότι η τρόικα υποτίμησε τις αρνητικές συνέπειες του δανειακού προγράμματος, ενώ ο πρώην εκπρόσωπος της Ελλάδας στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, Παναγιώτης Ρουμελιώτης, αποκαλύπτει ότι «γνωρίζαμε από την αρχή πως το συγκεκριμένο πρόγραμμα ήταν αδύνατο να εφαρμοσθεί».
Αυτή η παραδοχή προκαλεί τεράστια ερωτήματα αλλά και οργή στους έλληνες πολίτες, καθώς αποδεικνύεται περίτρανα πως η περίπτωση της Ελλάδας δεν είναι τίποτε άλλο παρά ένα πειραματόζωο για το ΔΝΤ και τους ευρωπαίους εταίρους. Γιατί αυτή η παροχή δεν έρχεται από οποιαδήποτε χείλη, αλλά από εκείνα του πρώην εκπροσώπου της χώρας μας στο ΔΝΤ.
Μεταξύ άλλων, επισημαίνεται ότι διαφαίνονται διαφορετικές προσεγγίσεις μεταξύ ΔΝΤ και Ευρωπαίων για τον τρόπο αντιμετώπισης της ελληνικής κρίσης, ενώ προβάλλεται και η θέση ότι η ΕΕ και το ΔΝΤ θα πρέπει να εξετάσουν τις προτάσεις της κυβέρνησης συνεργασίας του Αντώνη Σαμαρά για τη μείωση του ελλείμματος, υιοθετώντας μια χαλάρωση του προγράμματος διάσωσης ή και επιμήκυνσής του.
Οι «Νιου Γιορκ Τάιμς», σε ανταπόκριση - ανάλυση από την Αθήνα, αναφέρονται στην επιδείνωση της ελληνικής κρίσης, επαναφέροντας τα σενάρια χρεοκοπίας και εξόδου της χώρας από το ευρώ, καταγράφοντας τις δυσκολίες στην εφαρμογή ενός «μη ρεαλιστικού» και «μη βιώσιμου», κατά πολλούς, προγράμματος διάσωσης, όπως και το ρήγμα που εμφανίζεται εντός της Τρόικας, με το ΔΝΤ να ζητά τη χαλάρωση του προγράμματος έναντι της πιο σκληρής στάσης των Ευρωπαίων και κυρίως της Γερμανίας, όπως τονίζεται.
Σύμφωνα με το δημοσίευμα, η διαφοροποίηση εντός της τρόικας επιτείνει την αβεβαιότητα στις σχέσεις της Ελλάδας με την Ευρώπη, ενισχύοντας το ενδεχόμενο χρεοκοπίας της χώρας. Οι πιστωτές της Ελλάδας δηλώνουν ότι δεν πρόκειται να της παράσχουν περαιτέρω βοήθεια εάν δεν επιτευχθούν οι στόχοι του προγράμματος, σημειώνεται χαρακτηριστικά, την ώρα που πολλοί αναλυτές συνεχίζουν να επαναλαμβάνουν ότι οι στόχοι αυτοί δεν υπήρξαν ποτέ εφικτοί και ότι η εφαρμογή των μέτρων θα εμβαθύνει ακόμη περισσότερο την ύφεση. Η νεοϋορκέζικη εφημερίδα προβάλλει την άποψη του Παναγιώτη Ρουμελιώτη, αντιπροέδρου της Τράπεζας Πειραιώς και πρώην εκπροσώπου της Ελλάδας στο ΔΝΤ, ο οποίος υποστηρίζει ότι «γνωρίζαμε από την αρχή πως το συγκεκριμένο πρόγραμμα ήταν αδύνατο να εφαρμοσθεί, καθώς δεν υπήρξε πουθενά ένα επιτυχές παράδειγμα, λόγω και του γεγονότος της συμμετοχής της Ελλάδας στο ευρώ, που δεν της επιτρέπει την υποτίμηση του νομίσματός της για την ανάκτηση της ανταγωνιστικότητας».
Ο κ. Ρουμελιώτης, όπως και πολλοί άλλοι -σύμφωνα πάντα με το δημοσίευμα- αναγνωρίζει επίσης ότι η τρόικα υποτίμησε τις αρνητικές συνέπειες του προγράμματος για την ελληνική οικονομία, καθώς η μεγάλη ύφεση δεν οφείλεται στη μη εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων από την Ελλάδα, όπως υποστηρίζει η τρόικα, αλλά στις μεγάλες περικοπές δαπανών που συνέβαλαν στην υφεσιακή περιδίνηση, πλήττοντας δραστικά την εσωτερική ζήτηση.
Η «Γουόλ Στριτ Τζέρναλ» κάνει αναφορά σε υπηρεσιακό έγγραφο του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, που αξιολογεί τις προσπάθειες της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας για τον έλεγχο της ευρωπαϊκής κρίσης χρέους. Στο έγγραφο επικρίνεται η απόφαση της ΕΚΤ να μην δεχθεί απώλειες στο ελληνικό χρέος, που κατέχει, θέτοντας εμπόδια για τα σχέδια διάσωσης και άλλων χωρών. Στο τεχνικού χαρακτήρα σημείωμα, που κοινοποιήθηκε στην ΕΚΤ, το ΔΝΤ επισημαίνει ότι η προσπάθεια της ΕΚΤ να μειώσει το κόστος δανεισμού της Ισπανίας και της Ιταλίας θα μπορούσε να αποδειχθεί μάταιη, λόγω της άρνησής της να δεχθεί απώλειες στο ελληνικό χρέος, που κατέχει.
Όπως τονίζεται στο δημοσίευμα, το σημείωμα του ΔΝΤ τάσσεται υπέρ της αναδιάρθρωσης του ελληνικού χρέους, που κατέχει η ΕΚΤ, μολονότι δεν το δηλώνει ξεκάθαρα.
Αποδεχόμενη τη διαγραφή μέρους του ελληνικού χρέους, η ΕΚΤ θα στήριζε την προσπάθεια της Ελλάδας να επαναφέρει σε σωστή τροχιά το πρόγραμμα διάσωσης.
Το υπηρεσιακό έγγραφο του ΔΝΤ, που αποτελεί μέρος μιας σειράς εκθέσεων που δημοσιοποιήθηκαν για την ευρωπαϊκή κρίση χρέους, υποστηρίζει ότι μια αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους θα μπορούσε να καταστήσει πολύ πιο αποτελεσματικό το όποιο πρόγραμμα της ΕΚΤ για τη μείωση του κόστους δανεισμού της Ισπανίας και της Ιταλίας, όπως επισημαίνεται.
Ο οικονομολόγος του Ινστιτούτου Brookings στην Ουάσιγκτον και πρώην εκπρόσωπος της Ιταλίας στο διοικητικό συμβούλιο του ΔΝΤ, Ντομένικο Λομπάρντι, δήλωσε στην εφημερίδα ότι «στην ουσία, το πολιτικό μήνυμα του σημειώματος είναι ότι το ΔΝΤ θεωρεί ότι η ΕΚΤ και οι κυβερνήσεις της Ευρωζώνης θα πρέπει να δεχθούν "κούρεμα" στο ελληνικό χρέος που κατέχουν, όπως και στο χρέος της όποιας άλλης χώρας της Ευρωζώνης που θα υποστεί αναδιάρθρωση του χρέους της». Ο κ. Λομπάρντι υποστήριξε επίσης ότι, σύμφωνα με το σημείωμα του ΔΝΤ, χωρίς την αναδιάρθρωση του χρέους, που κατέχει η ΕΚΤ, δεν μπορεί να καταστεί βιώσιμο το πρόγραμμα αγοράς κρατικών ομολόγων.
Στο ίδιο δημοσίευμα υπογραμμίζεται ότι το ΔΝΤ διαφωνεί με αυτήν την ερμηνεία. Σύμφωνα με εκπρόσωπό του ΔΝΤ, «το συγκεκριμένο σημείωμα αποτελεί μια τεχνική ανάλυση για τις ενδεχόμενες συνέπειες του προγράμματος αγοράς τίτλων από τη δευτερογενή αγορά της ΕΚΤ και δεν αφορά την αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους».
Το ειδησεογραφικό πρακτορείο «Μπλούμπεργκ», με κύριο άρθρο του, επισημαίνει την ανάγκη περαιτέρω ενίσχυσης της ελληνικής οικονομίας, με αφορμή το νέο κύμα δηλώσεων και σεναρίων περί χρεοκοπίας και εξόδου της χώρας από το ευρώ, προβάλλοντας παράλληλα την ανάγκη υλοποίησης των μεταρρυθμίσεων από την κυβέρνηση του Αντώνη Σαμαρά, ενώ επισημαίνονται οι περιπτώσεις όπου υπάρχουν περιθώρια για αναθεώρηση του ελληνικού προγράμματος διάσωσης.
Το νέο κύμα κινδυνολογίας, όπως σημειώνεται, ξεκίνησε από το άρθρο του γερμανικού περιοδικού «Der Spiegel» και τις δηλώσεις του Γερμανού αντικαγκελαρίου Φίλιπ Ρέσλερ, λίγο πριν την άφιξη της τρόικας στην Αθήνα, όπου οι συνομιλίες αναμένεται να επικεντρωθούν στις δημοσιονομικές περικοπές για τη μείωση του ελλείμματος κατά 5,5% του ΑΕΠ, ώστε να δοθεί το πράσινο φως για την εκταμίευση της επόμενης δόσης της βοήθειας. Επίσης, θα διερευνηθούν οι τρόποι για την επίτευξη υφιστάμενων στόχων λόγω της καθυστέρησης που σημειώθηκε από την πολύμηνη πολιτική αστάθεια.
Όπως τονίζεται, παρά την πολιτική αστάθεια, υπήρξε πρόοδος σε διάφορα σημεία του προγράμματος, καθώς μετά την υιοθέτηση των σχετικών νομοσχεδίων το κόστος εργασίας στην Ελλάδα έχει μειωθεί σήμερα κατά 22%, ενώ το έλλειμμα μειώθηκε κατά 6% σε σχέση με το 2009. «Από κάθε άποψη πρόκειται για μια τεράστια προσαρμογή» σημειώνεται χαρακτηριστικά.
Το πρόβλημα, ωστόσο, είναι ότι το έλλειμμα στο 9,1% παραμένει υψηλό και θα πρέπει τώρα η ΕΕ και το ΔΝΤ να εξετάσουν τις προτάσεις της κυβέρνησης συνεργασίας του Αντώνη Σαμαρά για τη μείωσή του, υιοθετώντας μια χαλάρωση του προγράμματος διάσωσης ή και επιμήκυνσής του, καθώς στην αντίθετη περίπτωση θα εξωθήσουν την χώρα εκτός ευρώ.
Μεταξύ άλλων, το κύριο άρθρο του «Μπλούμπεργκ» κρίνει εύλογες ορισμένες από τις προτάσεις του κ. Σαμαρά, όπως τις τμηματικές καταβολές των φορολογικών υποχρεώσεων των πολιτών, καθώς ξεπερνούν κατά πολύ τις δυνατότητές τους. Κρίνει επίσης δικαιολογημένη την πρόταση για μείωση του ΦΠΑ στις υπηρεσίες εστίασης και στα αγροτικά προϊόντα, ώστε να στηριχθεί ο τουρισμός και η αγροτική οικονομία. Η κυβέρνηση, ωστόσο, όπως υποστηρίζεται, θα πρέπει πρώτα να φέρει στη Βουλή το νέο φορολογικό νομοσχέδιο, καθώς η φοροδιαφυγή παραμένει το μεγαλύτερο πρόβλημα της Ελλάδας.
Τέλος, το περιοδικό «FORBES» υποστηρίζει ότι, παρά τις αλλεπάλληλες Συνόδους Κορυφής στην ΕΕ, τα προβλήματα της ευρωζώνης παραμένουν άλυτα, με την Ελλάδα να υποχωρεί από το προσκήνιο, όπου εμφανίζονται πλέον, ως κύριες πηγές ανησυχίας η Ισπανία και Ιταλία.
Λιγότερο από έναν μήνα μετά την 19η Σύνοδο, είναι φανερό ότι η υλοποίηση των αποφάσεων, που πάρθηκαν, είναι μη ρεαλιστικές. Από οικονομικής άποψης, οι Σύνοδοι δεν απέτρεψαν την πορεία της ύφεσης ούτε άλλαξαν τις εκτεταμένες ανισορροπίες στον ανταγωνισμό στο εσωτερικό της Ευρωζώνης.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου