Κραυγή διαμαρτυρίας των «ευνοημένων» εκπαιδευτικών με αναπηρίες
Τους διορίζουν σε θέσεις όπου αδυνατούν αντικειμενικά να πάνε!
Κραυγή διαμαρτυρίας των «ευνοημένων» εκπαιδευτικών με αναπηρίες
Προσάπτουν έως και ρατσιστικές συμπεριφορές σε αξιωματούχους του υπουργείου παιδείας
Πόσο ευνοϊκή στην εφαρμογή της ήταν η “ευνοϊκή” στα χαρτιά νομοθεσία για τον διορισμό εκπαιδευτικών με αναπηρία σε ποσοστό άνω του 67%, που φέτος για πρώτη φορά εφαρμόστηκε; Την απάντηση δίνουν δυό επιστολές από ψυχής – κραυγές διαμαρτυρίας από πλευράς των “ευνοημένων”.
Εξωθούν συνειδητά στην απόγνωση τους μαχόμενους εκπαιδευτικούς με αναπηρία;
Οι αποστολείς των επιστολών (προς το αρμόδιο υπουργείο παιδείας, διεύθυνση ειδικής αγωγής) είναι ο σύλλογος πασχόντων από κυστική ίνωση και ο εκπαιδευτικός με απώλεια όρασης Ε. Μπ. Tο ζουμί των επιστολών τόσο του συλλόγου όσο και του Ε. Μπ. έχει να κάνει με μιά κραυγαλέα αντίφαση στην εφαρμογή του νόμου που αφορά τις “ευνοϊκές”προσλήψεις των εκπαιδευτικών με αναπηρίες. Σε αντίθεση λοιπόν με τους υπολοίπους εκπαιδευτικούς ειδικών κατηγοριών οι οποίοι βάσει προεδρικού διατάγματος του 1996 (ΠΔ 50/96) δικαιούνται μετάθεσης απ΄τον τόπο διορισμού τους, οι εκπαιδευτικοί με αναπηρία δεν μπορούν να μετατεθούν πριν την παρέλευση τουλάχιστον τριετίας.
Τι σημαίνει αυτό; Σημαίνει πρακτικά ότι οι εκπαιδευτικοί με αναπηρία που διορίζονται σε τόπους οι οποίοι δεν διαθέτουν κατάλληλες υποδομές/υπηρεσίες παρακολούθησης της πορείας της υγείας τους, δεν μπορούν να κάνουν χρήση του διορισμού τους. Δυστυχώς, όπως αποδεικνύεται από τις καταγγελτικές επιστολές που δημοσιοποιούμε, οι διορισμοί σε τόπους μακρινούς και ακατάλληλους δεν αφορούν τυπικά μεμονωμένα λάθη της ελληνικής γραφειοκρατίας, αλλά είναι κάμποσοι. Ωσάν δια της συγκεκριμένης μεθοδολογίας το υπουργείο να θέλει να “τιμωρήσει” τους εκπαιδευτικούς με αναπηρία διότι επί έναν και πλέον χρόνο διεκδίκησαν την εφαρμογή του νόμου, καθιστώντας τον στην εφαρμογή του δώρον άδωρον.
Γράφουν χαρακτηριστικά οι του συλλόγου πασχόντων από κυστική ίνωση:
“ Μέλη του συλλόγου μας, έκαναν χρήση της παραπάνω νομοθεσίας, ως νόμιμοι πολίτες αυτού του κράτους. Πληροφορηθήκαμε όμως, ότι παρά τα μεγάλα κενά που παρατηρούνται στα σχολεία, μετά και από την συνταξιοδότηση πολλών εκπαιδευτικών, οι θέσεις διορισμού που προκηρύχθηκαν για τους εκπαιδευτικούς με αναπηρία ήταν σε περιοχές, όπου η νοσοκομειακή υποδομή είναι ελλιπής, έως ανύπαρκτη.”
Ολίγον παρακάτω εξηγούν τα αυτονόητα δίκια τους: “Οι πάσχοντες από Κυστική Ίνωση πρέπει να παρακολουθούνται ανά τακτά χρονικά διαστήματα από εξειδικευμένους στο νόσημα ιατρούς (μόνο Θεσσαλονίκη-Αθήνα) σε ειδικά κέντρα της νόσου, σε νοσοκομεία τριτοβάθμιας περίθαλψης, όπου υφίσταται η αναγκαία υποδομή για την αντιμετώπιση οποιουδήποτε προβλήματος της νόσου, ενώ άκρως απαραίτητη είναι η καθημερινή φυσικοθεραπεία και η συνδρομή δεύτερου ατόμου. Λόγω της σοβαρότητας της πάθησης, οι ασθενείς με Κυστική Ίνωση, εγγράφονται χωρίς εξετάσεις στα Α.Ε.Ι. και Α.Τ.Ε.Ι. (α. 12 του ν.2640/98), ενώ σχετική μέριμνα για τον κατ’ εξαίρεση και άμεσο διορισμό των πασχόντων που είναι απόφοιτοι Υγειονομικών και Παραϊατρικών Σχολών, σε Νοσοκομεία και Κέντρα Υγείας Ε.Σ.Υ. της επιλογής τους, έχει προβλεφθεί από το Υπουργείο Υγείας (α. 15 του ν. 2920/2001).”
Και καταλήγουν : “Για τους λόγους αυτούς, σας παρακαλούμε να αντιμετωπιστούν θετικά όλες οι περιπτώσεις εκπαιδευτικών με Κυστική Ίνωση, ώστε να αποσπασθούν κοντά στα νοσοκομεία και τους γιατρούς που τους παρακολουθούν. Επίσης, σας παρακαλούμε να προβλέψετε νομοθετικά το κενό που υφίσταται για τις μεταθέσεις αυτής της κατηγορίας των εκπαιδευτικών, διότι η σοβαρότητα της κατάστασης τους και η πάθηση τους επιβάλλει να είναι εφικτή πάσα δυνατή διευκόλυνση, ώστε να έχουν πρόσβαση στις υγειονομικές υπηρεσίες που έχουν ανάγκη και να μπορούν με ίσους όρους και αξιώσεις να ενταχθούν στην κοινωνία, προσφέροντας με τις γνώσεις τους και τη διάθεση τους για ζωή.”
O εκπαιδευτικός με απώλεια όρασης Ε. Μπ. μέλος του υπερδραστήριου συλλόγου εκπαιδευτικών με σοβαρές αναπηρίες, είναι πολύ πιό προσωπικός και συναισθηματικός στον τρόπο γραφής του. Γράφει χαρακτηριστικά :
“ Είμαι δάσκαλος με απώλεια όρασης.Μια ζωή παλεύω και εγώ για το αυτονόητο για το δικαίωμα στο όραμα, την ελπίδα και την εργασία . Από μικρός στο σχολείο ζητούσα το αυτονόητο: Βιβλία για τυφλούς και φυσικά δεν τα είχα. Δάσκαλο για παράλληλη στήριξη και φυσικά δεν τον είχα. Στο γυμνάσιο , στο λύκειο πάλι τα ίδια, μόνος μου χωρίς καμιά βοήθεια. Όταν πέρασα στο πανεπιστήμιο φυσικά πάλι δεν υπήρχε τίποτα, καμία μέριμνα για τυφλούς φοιτητές. Όταν τελείωσα το πανεπιστήμιο δούλεψα δύο χρόνια σαν αναπληρωτής σε σχολείο τυφλών της περιοχής μου.
Την πρώτη χρονιά η προσαρμογή ήταν εύκολη καθώς υπήρχε και άλλος ένας δάσκαλος στο σχολείο. Τη δεύτερη ήμουν μόνος μου δάσκαλος και διευθυντής συνάμα , με μαθητές που είχαν ταυτόχρονα και άλλες αναπηρίες πέρα από την απώλεια όρασης. Όμως με προσωπικό αγώνα και αρκετές δυσκολίες ανταπεξήλθα στις παιδαγωγικές, εκπαιδευτικές και υπηρεσιακές υποχρεώσεις μου.
Και φτάνουμε τον Αύγουστο του 2009 όταν ψηφίστηκε ο νόμος 3794/09 παρ.4 άρθρο 39, βάσει του οποίου θα διοριζόμουν πλέον ως ειδική κατηγορία: εκπαιδευτικός με σοβαρή αναπηρία 67% και άνω, έχοντας 12μηνη προϋπηρεσία. Μετά από ένα χρόνο αναμονής και αγωνίας και τον εμπαιγμό όλων των συναδέλφων εκπαιδευτικών με αναπηρίες, με το νέο νόμο 3848/10 για την παιδεία, φέτος διορίστηκα ως μόνιμος εκπαιδευτικός του κλάδου μου. Συγκεκριμένα, από το νομό Ξάνθης όπου διαμένω μόνιμα διορίστηκα μόνιμα στο νομό Βοιωτίας. Συνοδός μου είναι η σύζυγός μου η οποία διανύει τον 5ο μήνα της εγκυμοσύνης της και έχει επαπειλούμενη κύηση.
Μετά από αίτησή μου για απόσπαση ή μετάθεση εξ αιτίας της ιδιαιτερότητας της κατάστασής μου, η επίσημη απάντηση του Υπουργείου Παιδείας ήταν η ακόλουθη: Ηταν δική σου η επιλογή να τοποθετηθείς εκεί ,είσαι συνυπεύθυνος γι’αυτό!”
Η τελευταία επίσημη απαντητική φράση όπως από τον καταγγέλοντα μεταφέρεται, αντανακλά ένα κλίμα επιθετικότητας από πλευράς υπουργείου στα όρια του ρατσισμού. Δυστυχώς, κάτι το αντίστοιχο καταγγέλει και ο σύλλογος πασχόντων από κυστική ίνωση, μάλιστα μη διστάζοντας να προσωποποιήσει τις ευθύνες.
Επί λέξει : “Εκφράζουμε την έντονη διαμαρτυρία μας για την απαράδεκτη συμπεριφορά που αντιμετώπισε μέλος του συλλόγου μας, όταν απευθύνθηκε στις υπηρεσίες του Υπουργείου σας και στη σύμβουλο της κυρίας υφυπουργού, κυρία Ζηνέλη. Η εν λόγω κυρία, ούτε λίγο, ούτε πολύ, όταν της αναφέρθηκαν τα σοβαρότατα προβλήματα που αντιμετωπίζει το μέλος του συλλόγου μας και την κατάσταση που δημιουργείται με το διορισμό της σε περιοχή μακριά από το εξειδικευμένο ιατρείο, όπου παρακολουθείται από τη γέννηση της, χαρακτήρισε (!!!) αγνώμονες τους εκπαιδευτικούς με αναπηρία. Θεωρώντας προφανώς ότι ο διορισμός αυτών των ατόμων είναι χαριστικός και θα έπρεπε για το λόγο αυτό να οφείλουν ευγνωμοσύνη, εξέφρασε την άποψη ότι δεν θα έπρεπε να διοριστεί εάν δεν μπορεί να ανταπεξέλθει στις υποχρεώσεις της (!!). Προφανώς, η εν λόγω κυρία, όπως και κάποια άλλη υπάλληλος του Υπουργείου ονόματι κυρία Γόρου, η οποία αντί να προτείνει λύση στο πρόβλημα, ευχόταν ανερυθρίαστα να μην αποκτήσει η ίδια παιδί με κυστική ίνωση ή αναπηρία…… αγνοούν ότι οι εκπαιδευτικοί με αναπηρία και δη οι ασθενείς με Κυστική Ίνωση αποδεικνύουν καθημερινά ότι παρά τα σοβαρότατα προβλήματα υγείας που παρουσιάζουν και την ανύπαρκτη κρατική στήριξη, είτε σε θέματα περίθαλψης, είτε σε θέματα κοινωνικής πρόνοιας, έχουν μάθει να αγωνίζονται μόνοι τους για τα πάντα, ακόμα και για τη ζωή τους. Και καταφέρνουν, παρά τις δυσκολίες, να κερδίζουν με τις δυνάμεις τους και να πετυχαίνουν πολλά περισσότερα ακόμα και από τους «υγιείς» συνανθρώπους τους, οι οποίοι θεωρούν πολλά πράγματα δεδομένα. Το μόνο δεδομένο βέβαια, στην περίπτωση των παραπάνω κυριών, είναι ότι παντελώς αγνοούν ότι ο διορισμός των αναπήρων εκπαιδευτικών δεν αποτελεί χάρη για την οποία θα έπρεπε να είναι (!!) ευγνώμονες. Πρωτίστως αποτελεί συνταγματική υποχρέωση του κράτους προς τους ανθρώπους με αναπηρία, το οποίο οφείλει να τους διευκολύνει με κάθε μέσο και δη για την κοινωνική και επαγγελματική τους αποκατάσταση, λαμβάνοντας κάθε μέτρο που μπορεί να εξασφαλίσει την αυτονομία, την επαγγελματική ένταξη και τη συμμετοχή τους στην κοινωνική, οικονομική και πολιτική ζωή της χώρας. Ελπίζουμε βέβαια, ότι οι απόψεις που τηλεφωνικά εξέφρασαν οι παραπάνω κυρίες, δεν αποτελούν επίσημη θέση και στάση του Υπουργείου απέναντι στα προβλήματα των αναπήρων εκπαιδευτικών.”
Το σχόλιό μας: Είναι προφανές ότι επιθετικές στα όρια του ρατσισμού απόψεις δεν μπορούν να αποτελούν την επίσημη θέση του υπουργείου παιδείας απέναντι στους εκπαιδευτικούς με αναπηρία. Δεδομένων, όμως, των συγκλινουσών καταγγελιών, του συλλόγου από την μιά και του μεμονωμένου εκπαιδευτικού από την άλλη, γεννιέται εύλογα το ερώτημα αν υπάρχει ανεπίσημη γραμμή για την τιμωρητική εξώθηση και αποθάρρυνση όσων διεκδικούν τα δικαιώματά τους με συμπεριφορές που ευθέως παραβιάζουν τα “ιερά και όσια”.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου