Πέμπτη 13 Μαΐου 2010

Η Νοσηρή Έκρηξη της Ιδεολογίας

Γιατί είναι αυτή η εποχή χειρότερη από τις προηγούμενες;
Ζαλισμένοι από θλίψη και φρίκη
δεν αγγίξαμε με το δάχτυλό μας τις πιο άσχημες πληγές
αφήνοντάς τες αγιάτρευτες;
(Άννα Αχμάτοβα, 1920)
Στις πέντε του Μάη η έκρηξη της ιδεολογίας που μαστίζει εδώ και καιρό τους ριζοσπαστικούς κύκλους έφτασε στο τραγικό της απόγειο: 3 νεκροί τραπεζικοί υπάλληλοι. Με ελάχιστες αξιότιμες εξαιρέσεις, τις αμέσως επόμενες ημέρες αντανακλαστικές αντιδράσεις αναλώθηκαν στην επίρριψη ευθύνης για το μακελειό στην αστυνομία, στα αφεντικά ή ακόμα πιο αφηρημένα στο Κεφαλαίο και στο Κράτος. Εν μέσω αυτών των καταγγελτικών τελετουργιών, η έλλειψη αυτο-κριτικής είναι εκκωφαντική. Αν η μεγάλη σιωπή ήταν αποτέλεσμα κάποιου είδους υπαρξιακού μουδιάσματος, θα ήταν απλά απόδειξη της ανικανότητας των ριζοσπαστών να αντιμετωπίσουν το αναπόφευκτο. Όμως αυτή η σιωπή είναι δομική. Είναι ένας οργανωτικός παράγοντας της αποσύνθεσης του ριζοσπαστικού κινήματος σε ένα δόγμα (cult) με τους δικούς του όρκους μυστικότητας, με τους δικούς του κανόνες έκφρασης της αλήθειας, και βέβαια με τα δικά του πολύτιμα τοτέμ και ταμπού.

Σχεδόν 16 μήνες μετά τον Δεκέμβρη του 2008 κυριαρχεί μια εντυπωσιακή έλλειψη κριτικής ανάλυσης της κοινωνικής εξέγερσης και των συνθηκών δυνατότητας και αδυνατότητας που διάνοιξε. Σε αυτό το χέρσο έδαφος έριξε τις ρίζες του ένα νοσηρό φυτό: μια αλυσίδα δράσεων που μπορούν να ερμηνευτούν μονάχα ως τελετουργικές επικλήσεις για την επιστροφή του συμβάντος. Ένας τρόπος πιστότητας στον Δεκέμβρη που αποτυγχάνει να αναγνωρίσει την ιστορικά τοποθετημένη μοναδικότητά του και προσπαθεί να υποκαταστήσει τον αυθόρμητο κοινωνικό του δυναμισμό με τον προγραμματικό δυναστισμό κάποιας επαναστατικής πρωτοπορίας. Τέτοιες δράσεις, επικεντρωμένες καθώς είναι στην εφαρμογή κάποιας απόλυτης αλήθειας, όχι μόνο λεηλατούν την όποια ριζοσπαστική δυνητικότητα του Δεκέμβρη, μα προβάλουν στο μέλλον την εικόνα ενός συμβαντικού ίχνους που μπορεί να γίνει καταληπτό μονάχα υπό όρους ενός ανίκανου παρόντος. Ενός παρόντος που δεν περιέχει ουδεμία θετικότητα πέρα από τη φαντασιακή άρνηση της άρνησης, αυτό το Εγελιανό αδιέξοδο που εγκλωβίζει το κοινωνικό στον διαλεκτικό κύκλο της επιστροφής του ιδίου, στην αυταρχικότητα. Έτσι ό,τι έκανε την αστική κριτική του Δεκέμβρη (υπό όρους “ναρκισσιστικού μηδενισμού”, “φαύλου στείρου κύκλου”) να μοιάζει με Περσική άσκηση δαρσίματος της θάλασσας με αλυσίδες, σήμερα αποκτά μια ανησυχητική εγκυρότητα που μας αναγκάζει να συμπεράνουμε πως ο χειρότερος εχθρός της επανάστασης είναι οι ίδιοι οι επαναστάτες.
Κάποιοι κατά τη διάρκεια τη πορείας της γενικής απεργίας βλέποντας 200.000 διαδηλωτές να βρυχώνται οργισμένα και μερικούς ακόμα να ορμάνε στα σκαλιά του Κοινοβουλίου, το μόνο που μπορούσαν να σκεφτούν ήταν να επιτελέσουν την μικρο-ταυτότητά τους ως η πρωτοπορία της μαχητικότητας. Γιατί αυτός είναι ο κορμός τούτου του δόγματος: τελετές επιτελεστικότητας, τελετές συντήρησης κι αναπαραγωγής της ισορροπίας της «σκληρότητας», της «δύναμης», της «μαχητικότητας», του «τσαμπουκά», και κάθε άλλου συστατικού στοιχείου της συμβολικής τάξης της εξεγερτικής αρσενικότητας. Η βία, τόσο αφηρημένα δαιμονοποιημένη από τους αστούς, δεν είναι παρά ένας λειτουργικός παράγοντας αυτής της διαδικασίας – όχι το πραγμοποιημένο πρόβλημα, μα το αποτέλεσμα μιας εξαιρετικά προβληματικής σχέσης. Μιας σχέσης ανταγωνιστικότητας για την πλέον «προωθημένη» ή «δυναμική» ενέργεια, το πλέον επιθετικό και αδιάλλακτο “χώσιμο”, την πλέον μονοδιάστατη κατοίκηση του κόσμου. Αυτό που συνδέει όλες αυτές τις ενέργειες «επαναστατικής μοναδικότητας» δεν είναι η βία καθαυτή, μα η ματαιόδοξη ανταγωνιστική κουλτούρα της μιλιταριστικής μάτσο αρσενικότητας. Η εγκαθίδρυση μιας εμφυλοποιημένης ιεραρχίας της «θέλησης» κατ’ αποκλεισμό των ανοιχτών μαζικών αγώνων που αναπτύσσονται σε ολόκληρη τη χώρα: ένας νέος Σταλινισμός.
Ο βολονταριστικός ακτιβισμός, αυτό το μπάσταρδο των χειρότερων Μπλανκιστικών παραδόσεων της Αριστεράς, ποζάρει αυτάρεσκα ως ένα θεαματικό υποκατάστατο των μακρών και επίπονων διαδικασιών αυτο-οργάνωσης και προλεταριακής ανασύνθεσης. Με την άβυσσο της εγωιστικής φιλοδοξίας ως τη μόνη του υπόσχεση, απειλεί να καταβροχθίσει κάθε έννοια αγώνα με αρχές, κάθε αίσθηση ισόνομης υπευθυνότητας απέναντι στην κοινωνική απελευθέρωση, και κάθε αξία αλληλοβοήθειας. Αυτός ο μιλιταντισμός έχει μετατραπεί στο συμπτωματικό κορμό μιας άρρωστης κοινωνίας. Και σαν κάθε σύμπτωμα η μόνη του λειτουργία είναι η διάρκεια αυτής της κοινωνίας και της ασθένειάς της.
Η 5η Μάη σήμανε το οριστικό τέλος της αθωότητας. Στα σχεδόν 4 χρόνια λειτουργίας του το περιοδικό Flesh Machine προσπάθησε να εισάγει στο ριζοσπαστικό κίνημα μια κριτική οπτική με την ελπίδα να σαρωθεί ο στάσιμος αέρας των ριζοσπαστικών τελετουργικών, και να βοηθήσει όσους πραγματικά νοιάζονται για την δημιουργία μιας κοινωνικής κι επιθυμητικής τομής να βρουν τα εργαλεία για την ανάλυση του πραγματικού υπό έναν μη-δογματικό τρόπο. Αυτή ήταν μια προσπάθεια βασισμένη στην παράδοση του Michel Foucault, του Gilles Deleuze, του Felix Guattari, της Judith Butler, των μεγάλων αιρετικών της δυτικής φιλοσοφίας και αισθητικής. Η ποσπάθεια να συσχετιστεί η παράδοση αυτή με τους υπάρχοντες κοινωνικούς αγώνες της εποχής ήταν ο βασικός στόχος του περιοδικού και των συναφών του εκδόσεων, μια διαδικασία όχι δίχως προβλήματα ή αντιφάσεις, μα ειλικρινά προσηλωμένη στην κοινωνική και επιθυμητική απελευθέρωση.  Αν το Flesh Machine ήταν υπό τους δικούς του όρους μια επιθυμητική μηχανή, κατέληξε να είναι μια λοκομοτίβα χωρίς ράγες.
Μια προσπάθεια απεδαφικοποίησης (θεωρητικής, ηθικής, και αισθητικής) που δεν μπορεί πια να σχετιστεί με το έδαφος στο οποίο αρχικά επένδυσε ως ένα πεδίο εμμένειας. Ως συνέπεια, αντί να εκφυλιστεί σε μια αγχωμένη και μνησίκακη διανοητική διεργασία μέσα σε ένα όλο και πιο αποξενωμένο περιβάλλον, το Flesh Machine και ο ανθρώπινος παράγοντάς του αποφασίζουν να αποσύρουν την εργασία τους και να αναστείλουν οριστικά την όποια συμβολή τους στο ριζοσπαστικό στερέωμα.
Αυτή η κίνηση θα ερμηνευτεί αναπόφευκτα από τους επαγγελματίες επαναστάτες ως η ύστατη απόδειξη της αστικής φύσης του εγχειρήματος, της αδυναμίας των διανοούμενων, της προδοσίας των ακαδημαϊκών κατά το “αποκορύφωμα του αγώνα”, και ούτω καθεξής. Ας τους αφήσουμε στην απαρχαιωμένη Μαρξιστική τους μετα-αφήγηση να γεύονται την υπερ-απολαυση που τους προσδίδει η θέση τους ως εκείνων που έχουν πάντα δίκιο υπό την προϋπόθεση πως πάντα αποτυγχάνουν. Ας θυμούνται ωστόσο πως η καμπή κάθε επαναστατικής διαδικασίας συντελείται όταν εκείνα τα υποκείμενα που δεν έχουν κανένα αντικειμενικό ταξικό συμφέρον για την επανάσταση μα των οποίων ο δεσμός με την κοινωνική απελευθέρωση αποτελείται από έναν ηθικό τρόπο κατοίκησης του κόσμου, αποφασίζουν πως η υπάρχουσα επαναστατική διαδικασία μπορεί να οδηγήσει μονάχα σε μια νέα μορφή τυραννίας. Ορισμένοι θα θυμούνται τη δολοφονία του Κίτσου Μαλτέζου, πολλοί περισσότεροι τη Σοβιετική εισβολή της Ουγγαρίας ή την Κινέζικη εισβολή του Βιετνάμ – αυτά ήταν συμβάντα που αποκάλυψαν πως οι επαναστάτες, όντας τόσο απασχολημένοι με το να αλλάξουν τον κόσμο είχαν ξεχάσει να αλλάξουν τον εαυτό τους, κι έτσι ήταν καταδικασμένοι να αναπαράγουν τον παλιό κόσμο σε ολοένα και πιο ασφυχτικές, ολοένα και πιο βάναυσες εκδοχές αυταρχικότητας. Αυτό δεν σημαίνει βέβαια πως κάθε επαναστατική διαδικασία είναι καταδικασμένη σε αποτυχία – κάτι τέτοιο συμβαίνει μονάχα όταν ξεχνάμε πως αυτό που βρίσκεται εκτός της συνθήκης των πραγμάτων είναι πάντα-ήδη μέρος της δομικής σχέσης αυτής της συνθήκης. Όταν ξεχνάμε να διαβούμε την Οιδιπόδεια πληγή που μας θεσπίζει καθώς αρνούμαστε το συμβολικό Άλλο.
Στη λιποταξία του το Flesh Machine δεν ξεχνά τους/τις αναγνώστες που στήριξαν το αιρετικό του εγχείρημα και κατάδειξαν τα διάφορα λάθη και τις αδυναμίες του. Στα χέρια τους βρίσκεται η δύναμη της τομής της σκέψης και της κριτικής. Στα χέρια τους βρίσκεται η δύναμη της ευθύνης.
FIN (En Fin)
Flesh Machine, 10 Μάη 2010.
www.occupiedlondon.org/blog/2010/05/11/i-nosiri-ekriksi-tis-...

Δεν υπάρχουν σχόλια:


Αναγνώστες