Κυριακή 27 Ιανουαρίου 2008

ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΩΣΗ- Στο στόχαστρο η υποχρεωτική εκπαίδευση




Το «έξυπνο», «βιοκλιματικό», «οικολογικό» σχολείο - ή όπως αλλιώς θέλει να το βαφτίσει το υπουργείο Παιδείας - ήρθε πρόσφατα στην επικαιρότητα, για να δημιουργήσει φρούδες ελπίδες σε γονείς και μαθητές περί βελτίωσης του σχολικού περιβάλλοντος και των υποδομών της εκπαίδευσης. Ο υπουργός Παιδείας, Ε. Στυλιανίδης, ανακοίνωσε ότι εξασφάλισε χρηματοδότηση για παρεμβάσεις σε 1.233 σχολικά κτίρια ανά τη χώρα, αφήνοντας ανοιχτό το αν θα γίνουν με τη μέθοδο των Συμπράξεων Δημόσιου - Ιδιωτικού Τομέα (ΣΔΙΤ). Με κάθε τρόπο, πάντως, οι εξαγγελίες για τις «βιοκλιματικές», «οικολογικές» παρεμβάσεις στα σχολεία ανοίγουν την όρεξη των ιδιωτών για κερδοσκοπία και προμηνύουν ...μεγάλες μπίζνες.
Ακόμα δεν έχει απαντήσει το υπουργείο Παιδείας για το ποιος θα είναι ο ρόλος των ιδιωτών που θα «εκμεταλλεύονται» τα σχολεία αφού τα φτιάξουν με τη μέθοδο των ΣΔΙΤ. Είναι σίγουρο, όμως, ότι όταν ανοίγουν οι πόρτες των σχολείων στις επιχειρήσεις, αυτές δεν κοιτούν μόνο πώς θα διαφημιστούν για ένα άμεσο οικονομικό κέρδος, αλλά ενδιαφέρονται να ελέγξουν την εκπαίδευση, να έχουν άμεση παρέμβαση στο περιεχόμενό της.
«Μπολόνια»... για την υποχρεωτική εκπαίδευση
Και σ' αυτό τον τομέα, στο περιεχόμενο της εκπαίδευσης, η παρέμβαση του κεφαλαίου είναι διαρκής, έντονη και συντονισμένη. Σε επίπεδο ΕΕ αρχίζει αυτή την περίοδο μια συζήτηση για την υποχρεωτική εκπαίδευση, κάτω από τον τίτλο «Σχολεία για τον 21ο αιώνα», με στόχο - όπως φαίνεται - να καταλήξει σε ένα συνολικό πλαίσιο αναδιαρθρώσεων, αντίστοιχων αυτών που υπαγορεύει η διαδικασία της Μπολόνια για την ανώτατη εκπαίδευση.
Στη συζήτηση μετέχει φυσικά και η ελληνική κυβέρνηση, που - ας μην ξεχνάμε - έχει ήδη έτοιμο στα συρτάρια της ένα πόρισμα του Εθνικού Συμβουλίου Παιδείας (ΕΣΥΠ) για αναδιαρθρώσεις σε Γυμνάσια - Λύκεια, κατ' αναλογία προς το πόρισμα που αποτέλεσε τη βάση για τον αντιδραστικό νόμο - πλαίσιο περί ανώτατης εκπαίδευσης.
Σε αυτή τη φάση, ο «μπούσουλας» για τη διαβούλευση στην ΕΕ είναι το έγγραφο εργασίας των υπηρεσιών της Κομισιόν με τίτλο «Σχολεία για τον 21ο αιώνα» (SEC(2007)1009), που «ανοίγει» τη συζήτηση θέτοντας 8 ερωτήματα.
Το «τι» θέλουν να κάνουν με τα σχολεία, το έχουν ξεκάθαρο, δεδομένο. Τα ερωτήματα και η διαβούλευση έχουν να κάνουν με το «πώς» θα το κάνουν. Θα «βάλουν κάτω», δηλαδή, τα μέτρα και τις ρυθμίσεις που έχουν περάσει σε εθνικό επίπεδο στα διάφορα κράτη - μέλη, για να επιλέξουν τα πιο αποτελεσματικά.
Οπου «αποτελεσματικά» σημαίνει να καθιστούν την εκπαίδευση πιο ανταγωνιστική, να την υποτάσσουν στις σύγχρονες ανάγκες του κεφαλαίου. Γι' αυτό το κείμενο μιλάει για «σημασία της εκπαίδευσης και της κατάρτισης στο πλαίσιο της στρατηγικής της Λισαβόνας (...) για τη μακροπρόθεσμη ανταγωνιστικότητα της Ευρωπαϊκής Ενωσης».
Να η απάντηση στο «τι» θέλουν: «Ανταγωνιστικότητα» των ευρωπαϊκών μονοπωλίων, διαιώνιση των κερδών και συνολικά του συστήματος. Αυτό όμως δεν μπορεί να γίνει παρά με τη διαιώνιση και την ένταση της εκμετάλλευσης των εργαζομένων. Ετσι, ακόμα κι αν κάποια από τα σημεία του κειμένου της ΕΕ μοιάζουν να οδηγούν σε «βελτιώσεις», διαβάζοντας κάτω από τις εύηχες λέξεις συναντούμε πάντα τον ίδιο στόχο, τις απάνθρωπες επιδιώξεις του καπιταλισμού.
Εκπαιδευμένοι να υπηρετούν το κεφάλαιο
«Πώς μπορούν να οργανωθούν τα σχολεία έτσι ώστε να παρέχουν σε όλους τους μαθητές το πλήρες φάσμα των βασικών ικανοτήτων;», «Με ποιον τρόπο μπορούν τα σχολεία να εφοδιάζουν τους νέους ανθρώπους με ικανότητες και κίνητρα για μάθηση εφ' όρου ζωής;», «Πώς μπορούν να συμβάλουν τα σχολικά συστήματα στην υποστήριξη της μακροπρόθεσμης διατηρήσιμης οικονομικής ανάπτυξης στην Ευρώπη;».
Τα τρία πρώτα ερωτήματα της διαβούλευσης υπαγορεύουν το στόχο («οικονομική ανάπτυξη», διάβαζε καπιταλιστική ανάπτυξη) και το περιεχόμενο των αναδιαρθρώσεων για τα σχολεία.
Δε μιλούμε για ολόπλευρη και ολοκληρωμένη βασική εκπαίδευση και μόρφωση, αλλά για ένα «πακέτο» γνωστικών και κοινωνικών δεξιοτήτων: «"Παραδοσιακές" ικανότητες, όπως είναι η γνώση της μητρικής γλώσσας, η γνώση ξένων γλωσσών, οι βασικές ικανότητες στα μαθηματικά και στις φυσικές επιστήμες και η ψηφιακή ικανότητα, αλλά και εγκάρσιες ικανότητες, όπως το "μαθαίνω πώς να μαθαίνω", η κοινωνική ικανότητα και η ικανότητα άσκησης της ιδιότητας του πολίτη, η ανάληψη πρωτοβουλίας, η επιχειρηματικότητα και η πολιτισμική ευαισθησία και έκφραση».
Το μίνιμουμ γνωστικών δεξιοτήτων, οι οποίες περιλαμβάνονται στο πακέτο, αφορά στις ανάγκες στοιχειώδους επικοινωνίας και χειρισμού των μέσων παραγωγής που στηρίζονται στη σύγχρονη τεχνολογία. Το κεφάλαιο δεν έχει ανάγκη από εργαζόμενους με περισσότερες γνώσεις. Του αρκούν αυτά τα στοιχειώδη.
Οσο για τις «εγκάρσιες» ικανότητες, είναι αυτές που ετοιμάζουν τους αυριανούς «απασχολήσιμους», που θα κάνουν δική τους υπόθεση το πώς θα είναι πιο ανταγωνιστικοί (δηλαδή, πώς θα τους εκμεταλλεύονται περισσότερο οι εργοδότες τους) και έτοιμοι να υπερασπιστούν πολύπλευρα αυτό το σύστημα της εκμετάλλευσης.
Οι μαθητές θα διδάσκονται ότι η όποια εκπαίδευση (και στη συνέχεια η όποια «δυνατότητα» ή «ευκαιρία» εργασίας) είναι ατομική, δική τους υπόθεση κι όχι κρατική ευθύνη. Θα μάθουν να κατηγορούν τον εαυτό τους για όλα τα αδιέξοδα του συστήματος.
Σ' αυτό το πλαίσιο εντάσσεται και η «μαθητοκεντρική δραστηριότητα, στην οποία ο μαθητής και ο δάσκαλος (...) συνοικοδομούν (...) γνώση». Ετσι γίνεται «αχταρμάς» το παιδικό μυαλό, αφού ακόμα και στα μαθηματικά, που «ένα κι ένα κάνουν δύο», ο κάθε μαθητής καταλήγει να ...«συνοικοδομεί» άλλο αποτέλεσμα!


Διαφοροποιημένη, εξατομικευμένη εκπαίδευση

«Πώς μπορούν τα σχολικά συστήματα να καλύψουν την ανάγκη προώθησης της ισότητας, να ανταποκριθούν στην πολιτισμική πολυμορφία και να μειώσουν την πρόωρη εγκατάλειψη του σχολείου;», «Εάν ο στόχος των σχολείων είναι να ανταποκρίνονται στις επιμέρους μαθησιακές ανάγκες του κάθε μαθητή, πώς θα πρέπει να διαμορφωθούν τα προγράμματα, η σχολική οργάνωση και οι ρόλοι των εκπαιδευτικών;», «Πώς μπορούν οι σχολικές κοινότητες να προετοιμάσουν τους νέους ανθρώπους να γίνουν υπεύθυνοι και να τους εμφυσήσουν θεμελιώδεις αξίες όπως η ειρήνη και η ανοχή της διαφορετικότητας;», λένε τα επόμενα ερωτήματα του κειμένου.
Τα προβλήματα που γεννά ο καπιταλισμός (φτώχεια, μετανάστευση, κ.ά.) προκαλούν και μάζες εξαθλιωμένων παιδιών που μένουν μακριά από την εκπαίδευση ή κάποια στιγμή την εγκαταλείπουν. Αυτό είναι πρόβλημα για το σύστημα, όχι με ανθρωπιστικούς όρους, αλλά γιατί θέλει οι πάντες να αποτελούν διαθέσιμη εργατική δύναμη, έτοιμη για ξεζούμισμα. Ετσι, βάζει στόχο τη μείωση της πρόωρης εγκατάλειψης του σχολείου (όπου πρόωρη σημαίνει πριν τα 13 χρόνια!) ώστε να είναι περισσότεροι αυτοί που θα αποκτούν το μίνιμουμ των προαναφερθεισών χρηστικών δεξιοτήτων.
Για να μπορούν να εντάσσονται μετανάστες, μειονοτικοί, φτωχοί, κ.ο.κ., στο σχολείο, αυτό θα λειτουργεί με διαφορετικές ταχύτητες, θα εκπονεί διαφορετικά προγράμματα για τον καθένα. Με αυτό το σκεπτικό η ΕΕ υπαγορεύει την εξατομικευμένη εκπαίδευση, που εξ ορισμού ακυρώνει κάθε έννοια εκπαιδευτικής ισότητας.
Ταυτόχρονα, ο φτωχός, ο μετανάστης, το παιδί με ειδικές ανάγκες... θα είναι αύριο ένα «εργαλείο» της εκάστοτε επιχείρησης. Για να είναι συμβατά μαζί του και τα υπόλοιπα «εργαλεία» της επιχείρησης, θα πρέπει από το σχολείο να έχουν μάθει να συνυπάρχουν, να δουλεύουν μαζί ως ομάδα για την «ανταγωνιστικότητα» της επιχείρησης. Λειτουργώντας δε μ' αυτό τον τρόπο, το σχολείο θα φροντίζει πρώτα απ' όλα την αθώωση του ίδιου του συστήματος που γεννά τη φτώχεια, τους πολέμους, την εξαθλίωση, δίνοντας βάρος στην «ανοχή»... αφού, «τι να κάνουμε, συμβαίνουν κι αυτά»...
Δάσκαλοι - μάνατζερ σε σχολεία - επιχειρήσεις
«Πώς μπορεί να καταρτιστεί και να υποστηριχτεί το εκπαιδευτικό προσωπικό ώστε να αντεπεξέλθει στις προκλήσεις που έχει να αντιμετωπίσει;», «Πώς μπορούν οι σχολικές κοινότητες να έχουν την κατάλληλη ηγεσία και τα κίνητρα που χρειάζονται για να επιτύχουν;», «Πώς θα αποκτήσουν την αρμοδιότητα να αποφασίζουν οι ίδιες για το πώς θα αναπτυχθούν ώστε να ανταποκρίνονται στις μεταβαλλόμενες ανάγκες και στα μεταβαλλόμενα αιτήματα;» καταλήγουν τα ερωτήματα.
Δεν αρκεί το στελεχικό δυναμικό της εκπαίδευσης (κάθε τύπου διευθυντές) να ενστερνίζεται το πνεύμα της ΕΕ. Θα πρέπει όλο το έμψυχο δυναμικό (δάσκαλοι και καθηγητές) «να ανταποκριθεί στο αίτημα της εξατομικευμένης μάθησης και να μάθει στους μαθητές πώς να μαθαίνουν αυτόνομα και για όλη τους τη ζωή (...) Αναλαμβάνει ενδεχομένως, επίσης, πρόσθετα καθήκοντα λήψης αποφάσεων ή διοικητικά καθήκοντα, ως συνέπεια της αυξημένης σχολικής αυτονομίας». Ετσι, η ΕΕ αγωνιά για το πώς θα φτιάξει τους καθηγητές - μάνατζερ που χρειάζεται.
Την ίδια στιγμή προτάσσει το «αίτημα συνεργασίας των σχολείων με άλλους φορείς και οργανισμούς» (βλέπε επιχειρήσεις), ενώ λέει πως «υπάρχουν διαφορετικές διαδικασίες που εξασφαλίζουν ότι τα σχολεία λογοδοτούν στις κοινότητες από τις οποίες εξαρτώνται». Δηλαδή, οι επιχειρήσεις και οι χρηματοδότες θα αξιολογούν και θα ελέγχουν το περιεχόμενο της εκπαίδευσης στο σχολείο. Και, φυσικά, το κάθε σχολείο θα κλείνει τις δικές του μπίζνες με τους εκάστοτε φορείς και επιχειρήσεις...


Γιάννα ΣΤΡΕΒΙΝΑ

"Ρ"

Δεν υπάρχουν σχόλια:


Αναγνώστες