Πέμπτη 5 Μαρτίου 2009

Μια αιρετική ταξική ερµηνεία της χρηµατοπιστωτικής κρίσης

(µέσω της παρουσίασης του βιβλίου Forces of Labor)

από του mr_sun_light (mr_sun_light {at} yahoo.com)

Γιατί το κεφάλαιο «φεύγει» από την παραγωγή; Γιατί έχει αναπτυχθεί τόσο πολύ το χρηµατοπιστωτικό σύστηµα; Απαντήσεις µπορούν να δοθούν µόνο αν µελετήσουµε την εξέλιξη της ταξικής πάλης σε παγκόσµιο και διαχρονικό επίπεδο. Και αυτό ακριβώς κάνει το Forces of Labor. Ένα βιβλίο που δυστυχώς δεν έχει ακόµα µεταφραστεί στα ελληνικά αλλά έχει προκαλέσει µεγάλες συζητήσεις σε Αµερική και Ευρώπη.

Forces of Labor: Workers’ Movements and Globalization since 1870

(Δυνάµεις της Εργασίας: Εργατικά Κινήµατα και Παγκοσµιοποίηση από το 1870)

της Beverly Silver

Η συγκεκριµένη βιβλιοπαρουσίαση είναι εκτενής και καταπιάνεται µε το ζήτηµα του χρηµατοπιστωτικού κεφαλαίου µόνο στο τελευταίο µέρος της, όπως και το ίδιο το βιβλίο. Παρολαυτά, είναι αναγκαίο να µιλήσουµε αναλυτικά για το βιβλίο, καθότι καταφέρνει, µε ΕΜΠΕΙΡΙΚΗ-ΙΣΤΟΡΙΚΗ-ΠΑΓΚΟΣΜΙΑΣ ΕΜΒΕΛΕΙΑΣ ανάλυση, όχι µόνο να καταρρίψει πολλούς σύγχρονους µύθους για τη σχέση κεφαλαίου-εργασίας, αλλά ταυτόχρονα να µας δώσει εννοιολογικά όπλα και «προβλέψεις» για τον 21ο αιώνα.

Ας δούµε τα πράγµατα από την αρχή. Από τα µέσα της δεκαετίας του ’80 µια οµάδα ερευνητών στο Πανεπιστήµιο του Binghamton στην Αµερική ξεκίνησε να δηµιουργεί µια βάση δεδοµένων για τους εργατικούς αγώνες. Μια βάση δεδοµένων που κάλυπτε όλο τον κόσµο (168 χώρες), από το 1870 και έπειτα. Ως το 1996 συγκέντρωσε 91947 αναφορές εργατικής αναταραχής που αποτέλεσαν την εµπειρική βάση του βιβλίου. Έµφαση δόθηκε στα «κύµατα αγώνων», δηλαδή σε στιγµές άµπωτης ή παλίρροιας αγώνων και πως αυτές ταίριαζαν µε τις αλλαγές πολιτικής διαχείρισης των εργατικών κινηµάτων.

Με αυτή τη βάση δεδοµένων, η Beverly Silver (µέλος της ερευνητικής οµάδας που κατέγραψε τους εργατικούς αγώνες) ξεκινά το βιβλίο της θέτοντας σηµαντικά ερωτήµατα, ερωτήµατα που συνδέθηκαν µε τη ρητορική της παγκοσµιοποίησης.

Τι είναι πραγµατικά «καινούργιο» στον καπιταλισµό σήµερα; Βρισκόµαστε σε µια περίοδο όπου οι παγκόσµιες οικονοµικές διαδικασίες µετάλλαξαν τελείως την εργατική τάξη και το έδαφος που πρέπει να λειτουργήσουν τα εργατικά κινήµατα; Ή θα πρέπει να περιµένουµε την ανάδυση ξανά σηµαντικών εργατικών αγώνων, την αναπαραγωγή των αντιφάσεων στη σχέση κεφαλαίου-εργασίας; Σηµαίνει η παγκοσµιοποίηση µια ραγδαία µείωση της δύναµης και των δικαιωµάτων όλων των εργατών του κόσµου; Προωθεί η «παγκοσµιοποίηση» τη δηµιουργία µιας εργατικής τάξης που είναι όλο και περισσότερο οµοιογενής, µιας εργατικής τάξης που κλίνει προς το διεθνισµό;

Έχοντας στο νου τέτοια ερωτήµατα που απασχολούν τους ριζοσπαστι-κούς κύκλους, η Silver θέτει πρώτα κάποια στοιχεία της µεθόδου της.

Ξεκινά µε τους εργάτες. Από πού αντλούν δύναµη και αγωνίζονται; Η Silver διαχωρίζει τρία είδη δύναµης των εργατών:

  1. τη δύναµη-στην-παραγωγή, µέσα-στο-χώρο-δουλειάς (workplace power). Μέσα στην παραγωγή, οι εργαζόµενοι λόγω της αντικειµενικής θέσης τους στον καταµερισµό εργασίας µπορεί να έχουν περισσότερη ή λιγότερη δύναµη. Οι εργαζόµενοι π.χ. σε µια εφηµερίδα, δεν έχουν την ίδια δύναµη στο χώρο δουλειάς. Αν οι τυπογράφοι σταµατήσουν τη δουλειά, η εφηµερίδα δεν θα εκδοθεί. Αν την σταµατήσουν οι αθλητικογράφοι, η εφηµερίδα θα βγει (το πολύ-πολύ να λείπει το αθλητικό ρεπορτάζ). Από την άλλη µεριά, το σταµάτηµα στο τυπογραφείο εµποδίζει τη συγκεκριµένη εφηµερίδα να κυκλοφορήσει. Αν οι διανοµείς των εφηµερίδων σταµατήσουν τη δουλειά, όλες οι εφηµερίδες δεν κυκλοφορούν. Η δύναµη τους είναι ακόµα µεγαλύτερη.
  2. τη δύναµη-στην-αγορά-εργασίας (marketplace power). Οι εργαζόµενοι µε σπάνια εξειδίκευση έχουν µεγαλύτερη δύναµη για να διεκδικήσουν. Το ίδιο και οι εργαζόµενοι που δεν αντιµετωπίζουν στον κλάδο τους ανεργία ή αυτοί που µπορούν να βρίσκουν εισόδηµα από άλλες µη-µισθωτές εργασίες. Έτσι π.χ. σήµερα στην Ελλάδα, σε µια εταιρεία τηλεπικοινωνίας, άλλη δύναµη-στην-αγορά-εργασίας έχουν οι τεχνικοί δικτύου (σχετικά µη-κορεσµένη εξειδίκευση, χαµηλή ανεργία) και άλλη οι πωλητές των τηλεπικοινωνιακών προϊόντων στα καταστήµατα της εταιρείας.
  3. την οργανωτική-δύναµη (associational power) . Εδώ µιλάµε για τη δύναµη που έχουν οι εργαζόµενοι λόγω των σχέσεων, των συλλογικοτήτων που αναπτύσσουν (επιτροπές, σωµατεία, κόµµατα κτλ.). Μιλάµε για τη µη-δοµική δύναµη των εργατών, σε αντίθεση µε τις δυνάµεις που περιγράφτηκαν παραπάνω (α και β) που αποτελούν τη δοµική δύναµη του εργάτη (βέβαια δοµική και µη-δοµική δύναµη αλληλοεπιδρούν).

Μετά τις δυνάµεις των εργατών, η Silver ορίζει µε συστηµατικό τρόπο και τους αγώνες των εργατών. Τους χωρίζει σε δύο µεγάλες κατηγορίες.

  1. «Αγώνες του (Καρλ) Μαρξ», δηλαδή επιθετικοί αγώνες όπου (νέες) εργατικές τάξεις διεκδικούν.
  2. «Αγώνες του (Καρλ) Πολάνυι», αγώνες που κάνουν οι εργάτες για να µη χάσουν προηγούµενα «κοινωνικά συµβόλαια», δικαιώµατα. Αυτούς τους αγώνες συνήθως τους ονοµάζουµε «αµυντικούς» (και βλέπουµε κυρίως στην Ελλάδα και στο Δυτικό κόσµο σήµερα).

Και οι δύο τύποι αγώνων είναι στην ουσία αντιδράσεις των ανθρώπων απέναντι στην προλεταριακή συνθήκη, δηλαδή τη µετατροπή τους και τη χρήση τους σαν εµπορεύµατα -εµπορεύµατα στην παραγωγή (η έµφαση του Μαρξ), εµπορεύµατα στην αγορά εργασίας (η έµφαση του Πολάνυι). Είναι οι αντιδράσεις αυτών που έχουν προλεταριοποιηθεί εδώ και χρόνια, που ζουν από το µισθό και δύσκολα φαντάζονται την έξοδο από τη µισθωτή εργασία, αλλά και αυτών που έχουν µερικώς προλεταριοποιηθεί ή πρόσφατα προλεταριοποιηθεί και που παλεύουν να ξεφύγουν από την προλεταριακή συνθήκη. Η βάση δεδοµένων της Silver δεν περιλαµβάνει αγώνες των φοιτητών, των µη µισθωτών αγροτών, των στρατιωτών, των κοµµουνιστών, αναρχικών κτλ. αλλά µόνο εργατών-ανέργων, αυτών δηλαδή που έχουν σχέση µε το µισθό. Αυτό µπορεί να ιδωθεί ως αδυναµία αλλά και δύναµη του βιβλίου (ανάλογα την οπτική), η επικέντρωση στη µισθωτή εργασία και στη δύναµη της να επηρεάζει τις παγκόσµιες πολιτικές. Επίσης: η Silver αναφέρει ότι στο µονοπάτι της τάξης, «από τον εαυτό της για τον εαυτό της», υπάρχουν τα εξής επίπεδα: 1) η αντικειµενική κατάσταση, οι αντικειµενικές συνθήκες λόγω της δοµής της καπιταλιστικής οργάνωσης (π.χ. εργάζοµαι στην αυτοκινητοβιοµηχανία) 2) οι τρόποι ζωής π.χ. κοινότητες µεταναστών κτλ. 3) οι «διαθέσεις», «τάσεις», «ιδιοσυγκρασίες» 4) η συλλογική δράση. Το βιβλίο µελετά κυρίως τη σχέση του 1 µε το 4, την πολιτική-οικονοµική καπιταλιστική ανάπτυξη και τους αγώνες σε παγκόσµιο-διαχρονικό επίπεδο. Αναγνωρίζει ότι για να γίνει ο αγώνας µπαίνουν πολλά ζητήµατα π.χ. το ζήτηµα της συλλογικής συνείδησης, αλλά δεν είναι αυτός ο σκοπός του βιβλίου, να δείξει το πώς ξεδιπλώνει ο κάθε αγώνας, αλλά να δει τη σχέση µεταξύ των πολιτικών-οικονοµικών δυναµικών των δοµών του παγκόσµιου καπιταλισµού και των µοτίβων των αγώνων που εµφανίζονται.

Μετά τους εργάτες και τους αγώνες τους, η Silver περνά στην ανάλυση των στρατηγικών του κεφαλαίου. Προτού όµως το κάνει αυτό µιλά για τα δύο είδη κρίσης του ιστορικού καπιταλισµού, του καπιταλισµού έτσι όπως τον έχουµε γνωρίσει εµπειρικά τα τελευταία 150 χρόνια. Έχει διαφανεί λοιπόν το εξής: καθότι το κεφάλαιο είναι κοινωνική σχέση, όταν αναπτύσσεται δηµιουργεί εργατικές τάξεις που αργά ή γρήγορα θα διεκδικήσουν και θα προκαλέσουν «κρίση κερδοφορίας» (σκεφτείτε τους αγώνες στην Ελλάδα στη µεταπολίτευση). Οι παραχωρήσεις που θα γίνουν (λόγω των εργατικών απαιτήσεων, του αναβρασµού) δεν µπορούν να διαρκέσουν πολύ (θυµηθείτε τη στροφή του ΠΑΣΟΚ ήδη από το 1985). Τα «κοινωνικά συµβόλαια» πρέπει να σπάσουν, η εργασία να αναδιαρθρωθεί και εντατικοποιηθεί (δεκαετία του ’90). Αυτό δηµιουργεί «κρίση νοµιµοποίησης» των πολιτικών που ακολουθούνται και αντίσταση («αµυντικοί αγώνες» όλη τη διάρκεια του ’90 και µέχρι σήµερα στην Ελλάδα). Με άλλα λόγια, το κεφαλαίο, ακριβώς επειδή είναι κοινωνική σχέση, δεν µπορεί εύκολα να ξεφύγει από τις αντιφάσεις του: πότε αντιµετωπίζει κρίση νοµιµοποίησης, πότε κρίση κερδοφορίας.

Πάµε τώρα στις στρατηγικές/ρυθµίσεις του κεφαλαίου απέναντι στους εργάτες –που τι συµφορά!- αντιδρούν συνέχεια στο να είναι εµπορεύµατα. Το κεφάλαιο, για να αντιµετωπίσει τους εργάτες µπορεί:

  1. Να µεταφέρει την παραγωγή (spatial fix), την επιχείρηση, σε χώρες που υπάρχει απουσία αγώνα και διεκδικήσεων, που υπάρχουν πολλά χέρια προς προλεταριοποίηση, που υπάρχει χαµηλό εργατικό κόστος.
  2. Να αναδιαρθρώσει τεχνολογικά την παραγωγή, την επιχείρηση (technological fix),
  3. Να µεταπηδήσει σε πιο κερδοφόρους, λιγότερο κορεσµένους κλάδους παραγωγής προϊόντων (product fix)
  4. Να «φύγει» στη χρηµατοπιστωτική σφαίρα (financial fix), δηλαδή να πουλήσει µονάδες παραγωγής, να γίνει χρήµα που θα χρησιµοποιείται σε χρηµατιστηριακές ή άλλες βραχύβιες επενδύσεις.

Όλες οι παραπάνω ρυθµίσεις ονοµάζονται συχνά «αναδιάρθρωση». Το κεφάλαιο όµως έχει και άλλα όπλα. Μπορεί µέσω των συνδικάτων να προωθήσει τον «υπεύθυνο συνδικαλισµό», δηλαδή τον κορπορα-τισµό, για να ελέγξει τις αντιστάσεις αν αυτές είναι πυκνές (και προτού χρησιµοποιήσει τελικά κάποια από τις τέσσερις παραπάνω στρατηγικές/ρυθµίσεις που «λύνουν» πιο «µακροπρόθεσµα» το πρόβληµα). Μπορεί ακόµα, µέσω του Κράτους, να ρυθµίσει τη ροή της µεταναστευτικής εργασίας προς όφελος του π.χ. φέρνοντας φθηνά εργατικά χέρια και πλήττοντας τους ντόπιους εργάτες ως προς τη δύναµη-τους-στην-αγορά-εργασίας. Μπορεί ακόµα να προωθήσει µέσα στη δουλειά ένα πλήθος διαιρέσεων µε βάση το µισθό, το φύλο, την ηλικία, την εξειδίκευση κ.α. Εδώ όµως πρέπει να σταθούµε. Η Silver δείχνει άψογα ότι τόσο «ο υπεύθυνος συνδικαλισµός», η µετανάστευση και κυρίως οι διαιρέσεις, µπορούν να χρησιµοποιηθούν και από τους εργάτες για να αντεπιτεθούν. Ιδιαίτερα αποκαλυπτικό είναι το πώς οι εργάτες -σε αντίθεση µε την «οµογενοποίηση» τους που προσδοκούσε ο Μαρξ- αντιδρούν στο να αντιµετωπίζονται όλοι σαν αναλώσιµα γρανάζια, σαν εµπορεύµατα, και προσπαθούν να φτιάξουν ταυτότητες που τους διακρίνουν και που τους προστατεύουν υλικά. Ταυτότητες που στηρίζονται στο φύλο, την ηλικία, την εθνικό-τητα, την εξειδίκευση κτλ. Με λίγα λόγια, οι διαιρέσεις έρχονται και «από κάτω», και όχι µόνο «από τα πάνω».

Παίρνοντας τις 4 βασικές ρυθµίσεις που προωθεί το κεφάλαιο, και τα εµπειρικά δεδοµένα των εργατικών αγώνων σε διαχρονικό και παγκό-σµιο επίπεδο, η Silver δείχνει τώρα πολλά πράγµατα.

  1. Η «µεταφορά» της παραγωγής (spatial fix), του εργοστασίου, «φτάνει» για το κεφάλαιο; Μελετώντας την ηγετική βιοµηχανία του 20ου αιώνα, την αυτοκινητοβιοµηχανία, η Silver δείχνει πως από εκεί που έφυγαν τα εργοστάσια αποσυντέθηκαν ισχυρές εργατικές τάξεις µε ιστορία, αλλά εκεί που πήγαν τα εργοστάσια δηµιουργήθηκαν νέες εργατικές τάξεις που προκαλούν πονοκέφαλο στους αυτοκινητοβιοµήχανους: από την Αµερική και τον Καναδά ως την Αγγλία, τη Γαλλία, τη Γερµανία, την Ιταλία, και µετά ως την Ισπανία, την Αργεντινή, και έπειτα τη Βραζιλία και τη Ν.Αφρική και τώρα τη Ν.Κορέα, το Β.Μεξικό και την Κίνα, αγώνες ξεσπούν συνέχεια!
  2. Η τεχνολογική αναδιάρθρωση της παραγωγής (technological fix) «φτάνει»; Η Silver σηµειώνει ότι, όταν εισήχθη ο φορντισµός και ο ταιηλορισµός, είχαν προκαλέσει κύµατα απαισιοδοξίας: λέγονταν ότι «οι εργατικοί αγώνες µας τέλειωσαν», ο παλιός τεχνίτης-εργάτης που έλεγχε την παραγωγή θα αποσυντεθεί και δεν θα µπορούν να γίνουν αγώνες στα «µεγάλα και απρόσωπα» εργοστάσια από τους ανειδίκευτους κτλ. Μόνο εκ των υστέρων διαψεύστηκαν οι «Κασσάνδρες», µόνο εκ των υστέρων ο φορντισµός έγινε «η χρυσή εποχή του εργατικού κινήµατος». Σήµερα έχει εισαχθεί -και όσον αφορά την αυτοκινητοβιοµηχανία- η just-in-time παραγωγή, η «λιτή» παραγωγή, ο «τογιοτισµός». Πολλά άλλαξαν. Πολλοί άνθρωποι απολύθηκαν και αντικαταστάθηκαν από ροµπότ. Στη Δύση παρέµεινε ένα πολύ εξειδικευµένο προσωπικό, τα «λευκά κολλάρα» της καινοτοµίας, και τα άλλα µέρη της παραγωγής δόθηκαν σε εργολάβους (εντός ή εκτός της χώρας) που απασχολούν ένα πλήθος επισφαλών, ανειδίκευτων εργατών -«µπλε κολλάρων». Αλλά και η just-in-time παραγωγή είναι πολύ ευάλωτη. Ειδικά όταν διακόπτεται η µεταφορά (κοµµατιών των αυτοκινήτων) και η επικοινωνία µεταξύ των διαφορετικών µερών παραγωγής. Η Silver, µε παραδείγµατα από τη Mitsubishi, τη Ford και τη General Motors, δείχνει ότι η «νέα τεχνολογία» δεν είναι άτρωτη. Εξετάζει επίσης τη σηµαντική ιδιαιτερότητα της Ιαπωνίας και το ρόλο της αυστηρά πατριαρχικής οικογένειας στην επιτυχία του «τογιοτισµού».
  3. Η «µεταπήδηση» σε ένα νέο, µη-κορεσµένο κλάδο παραγωγής προϊόντων (product fix) «φτάνει»; Μπορεί πρόσκαιρα, και µέχρι να συντεθεί µια νέα εργατική τάξη στο νέο, αναπτυσσόµενο κλάδο παραγωγής, το κεφάλαιο να «λύνει τα χέρια του» αλλά αργά ή γρήγορα έρχονται οι αγώνες. H Silver εξετάζει εδώ τη σχέση της υφαντουργίας (ηγετική βιοµηχανία του 19ου αιώνα) µε την αυτοκινητοβιοµηχανία (ηγετική βιοµηχανία του 20ου). Δείχνει λοιπόν, µε βάση τα παγκόσµια εµπειρικά δεδοµένα, ότι: εκεί που το κεφάλαιο «µεταπηδά» από την υφαντουργία στην αυτοκινητοβιοµηχανία, εκεί αναπτύσσεται αργά ή γρήγορα η εργατική αντίσταση. Πρώτα η αντίσταση έρχεται στο µέρος που η βιοµηχανία πρωτοεµφανίζεται: στην Αγγλία για την υφαντουργία, στην Αµερική για την αυτοκινητοβιοµηχανία. Καθότι τα περιθώρια κέρδους είναι υψηλά, στις χώρες που πρωτοανα-πτύσσεται η καινοτοµία/βιοµηχανία οι επιχειρήσεις είναι πιο πρόθυµες να «µοιράσουν την πίτα» και έτσι να ενσωµατώσουν τις εργατικές αντιστάσεις αναπτύσσοντας το βιοτικό επίπεδο των εργατών (να ένας καλός -όχι ο µόνος- λόγος που η Αµερική και η Βρετανία δεν γνώρισαν εργατικές επαναστάσεις). Όταν η αγορά του προϊόντος κορεστεί, όταν ο ανταγωνισµός έχει µεγαλώσει πολύ, η εργατική αντίσταση φέρνει πολλά προβλήµατα στην κερδοφορία των επιχειρήσεων και είναι πιο πιθανή η καταστολή παρά η ενσωµάτωση (βλ. Κίνα για την υφαντουργία και Ν.Αφρική ή Ν. Κορέα ή Κίνα για την αυτοκινητοβιοµηχανία σήµερα).

    Και σήµερα; Ποια είναι η ηγετική βιοµηχανία του 21ου αιώνα; Εδώ υπάρχει µια ειδοποιός διαφορά µε το παρελθόν, επισηµαίνει η Silver. Ενώ το 19ο αιώνα η υφαντουργία, και τον 20ο αιώνα η αυτοκινητοβιοµηχανία, ήταν ξεκάθαρα οι ηγετικές βιοµηχανίες του παγκόσµιου καπιταλισµού, σήµερα υπάρχει µια διάχυση νέων βιοµηχανιών όπου καµιά δεν φαίνεται να παίζει τόσο κεντρικό ρόλο στην παγκόσµια παραγωγή. Επίσης: οι νέες βιοµηχανίες θυµίζουν περισσότερο την υφαντουργία, δηλαδή δεν έχουν πολύ «ευάλωτο» τεχνικό καταµερισµό εργασίας, όπως η αυτοκινητοβιοµηχανία. Η δύναµη-στην-παραγωγή στις νέες βιοµηχανίες φαίνεται µειωµένη, και όπως µε τους υφαντουργούς κάποτε, µπορεί να αντισταθµιστεί µε οργανωτική δύναµη. Η Silver σηµειώνει κάποιες από τις ραγδαία αναπτυσσόµενες βιοµηχανίες που οι εργάτες φαίνεται να οργανώνονται και να δίνουν απαντήσεις τις τελευταίες δεκαετίες του 20ου αιώνα. Είναι: α) οι µεταφορές (εδάφους, θάλασσας και αέρος) όπως και οι τηλεπικοινωνίες (π.χ. τηλεφωνικά κέντρα) που συνδέουν τα διαφορετικά µέρη της «παγκοσµιοποιηµένης» παραγωγής β) τα ηλεκτρονικά προϊόντα, τα προϊόντα πληροφορικής. Ο σχεδιασµός τους και η εµπορία τους λαµβάνει χώρα στις Δυτικές χώρες ενώ η κατασκευή τους (όπως και η µεταποίηση γενικά) στις περιφερειακές χώρες, µε αναδυόµενο γίγαντα την Κίνα γ) Οι υπηρεσίες. Ιδιαίτερη άνοδο έχει ο χρηµατοπιστωτικός τοµέας που περιλαµβάνει ένα πλήθος δουλειών «λευκών κολλάρων» (διαφήµιση, µάρκετινγκ, νοµικές υπηρεσίες, λογιστικά κ.α.). Ταυτόχρονα, αναπτύσσονται ραγδαία και ένα πλήθος «προσωπικών» υπηρεσιών από «ροζ και µπλε κολλάρα»: οικιακή φροντίδα/καθαρισµός, επισιτισµός-ψυχαγωγία, φύλαξη κ.α. δ) Η βιοµηχανία της εκπαίδευσης (µε συνεχή άνοδο σε αγώνες τις τελευταίες δεκαετίες, όπως φανερώνει η βάση δεδοµένων αλλά και η εµπειρία µας στην Ελλάδα).

  4. Πάµε τώρα στη «φυγή» στη χρηµατοπιστωτική σφαίρα (financial fix), αυτό που αποκαλύπτεται µε τη σηµερινή κρίση. Αυτή «φτάνει»; Η Silver µπαίνει εδώ στην ανάλυση της σχέσης µεταξύ εργασίας και των παγκόσµιων πολιτικών που ακολουθούνται. Και δείχνει ότι: αν το τέλος του 19ου και η αρχή του 20ου αιώνα ήταν σε γενικές γραµµές η εποχή των «αγώνων του Μαρξ», των «επιθετικών διεκδικήσεων», της ανόδου των εργατικών αγώνων, της δηµιουργίας του µοντέρνου εργατικού κινήµατος (και συνάµα η εποχή της Αγγλικής παγκόσµιας ηγεµονίας), το δεύτερο µισό του 20ου αιώνα, από το Β΄ Παγκόσµιο πόλεµο και µετά, φαίνεται να είναι η εποχή των «αγώνων του Πολυάνι», οι αγώνες που προσπαθούν να διατηρήσουν κεκτηµένα κοινωνικά συµβόλαια, οι αγώνες µέσα στην Αµερικάνικη παγκόσµια ηγεµονία αλλά και στην πρωτοεµφανιζόµενη «Παγκόσµια Κοινωνία των Εθνών». Χρειάστηκαν 2 παγκόσµιοι πόλεµοι (που ξέσπασαν µετά από ανοδικούς εργατικούς αγώνες και που στο τέλος τους χαρακτηρίστηκαν πάλι από έντονους αγώνες και επαναστάσεις) για να ανακοπεί η δυναµική του µοντέρνου εργατικού κινήµατος. Χρειάστηκαν σηµαντικά κοινωνικά συµβόλαια, αµέσως µετά το Β΄ παγκόσµιο πόλεµο, και µια νέα, οικουµενική συνεργασία των Κρατών. Τα συµβόλαια άρχισαν να σπάνε από το ’80 και µετά. Από τότε ακριβώς που το κεφαλαίο -απέναντι σε ένα νέο κύκλο διεκδικήσεων στα τέλη του ’60 και το ’70- ξεκίνησε αυτό «απεργία»: «φυγή» δηλαδή στη ρευστή µορφή του χρήµατος.

Η «φυγή στο χρήµα» ξεκίνησε το ’70, µε τις ΗΠΑ να δανείζουν στον αναπτυσσόµενο κόσµο. Η ροή του χρήµατος αλλάζει µέσα στο ’80. Η ΗΠΑ δανείζονται, συγκεντρώνουν το χρήµα, ενώ οι αναπτυσσόµενες χώρες βυθίζονται στην «κρίση του χρέους» και αδυνατούν να καλύψουν τις «υποσχέσεις της εκβιοµηχάνισης» στους πολίτες τους. Όλοι οι αγώνες από το ’90 και µετά (από την Κίνα ως το Μεξικό, από την Αργεντινή του 2001 ως τη Γαλλία του CPE) είναι στην πλειοψηφία τους «αγώνες του Πολυάνι», και µια «κρίση νοµιµοποίησης» του ιστορικού καπιταλισµού λαµβάνει σήµερα χώρα («κρίση του νεοφιλελευθερισµού» όπως την ονοµάζουν).

Η Silver αναρωτιέται: ο φιλελευθερισµός και η «πολιτική του χρήµατος» δεν είναι κάτι καινούργιο. Συνέβη και στο τέλος του 19ου αιώνα. Όµως το εργατικό κίνηµα αναδύθηκε. Θα συµβεί το ίδιο και τώρα; Μέχρι τώρα η κρίση του παγκόσµιου εργατικού κινήµατος φαίνεται πιο βαθιά. Ποιες οι διαφορές µε το παρελθόν; Μία από αυτές είναι ίσως η µείωση -στις νέες ηγετικές καπιταλιστικές βιοµηχανίες- της δοµικής δύναµης των εργατών και η έλλειψη µιας νέας οργανωτικής απάντησης. Όµως η Silver στρέφει κυρίως το βλέµµα της στην «πολιτική µεταξύ των Κρατών» και στην «πολιτική του πολέµου». Και βλέπει σηµαντικές διαφορές σε σχέση µε την πρώτη περίοδο φιλελευθερισµού (τέλος του 19ου-αρχές 20ου αιώνα).

Συγκεκριµένα:
Η σηµερινή «πολιτική του χρήµατος», κατά την οποία µεταφέρονται πολύ µεγαλύτερα κεφάλαια απ’ ότι τον 19ο αιώνα σε παγκόσµιο επίπεδο, λαµβάνει χώρα υπό διαφορετικές διεθνείς ισορροπίες µεταξύ των κρατών. Μετά τον «πρώτο φιλευθερισµό» που οδήγησε σε όξυνση της ταξικής πάλης, µεγάλους ανταγωνισµούς µεταξύ των εθνών-κρατών και παγκόσµιο πόλεµο, δόθηκε έµφαση σε µια παγκόσµια τάξη και ισορροπία υπό την ηγεµονία των ΗΠΑ. Το κεφάλαιο έµαθε. Έµαθε πως µπορεί να είναι προς το συµφέρον του να επιδιώκει τη διεθνική συνεργασία. Και τα κράτη προχώρησαν. Έµαθαν να µην προκαλούν πολέµους που εµπλέκουν άµεσα πολλούς υπηκόους τους (διότι αυτοί -όπως ιστορικά αποδείχτηκε- µπορεί να εξεγερθούν εναντίον τους). Πράγµατι, η Silver δείχνει εύκολα -µε τα παραδείγµατα από Βιετνάµ, Ιράκ, νησιά Φόκλαντ κ.α.- ότι οι πόλεµοι µετά το Β΄ Παγκόσµιο Πόλεµο προσπαθούν να γίνονται µε τεχνολογικά µέσα, «αυτοµατοποιηµένοι», µε την όσο δυνατόν λιγότερη συµµετοχή -και σφαγή- ανθρώπων/πολιτών/εργατών (τουλάχιστον από τις µεγάλες δυνάµεις -Αµερική, Ρωσία, Αγγλία, Γερµανία κτλ.- που έχουν την κατάλληλη τεχνολογία). Αυτοί οι πόλεµοι είναι πολύ διαφορετικοί από αυτούς που ριζοσπαστικοποίησαν τους εργάτες στο πρώτο µισό του 20ου αιώνα. Είναι πόλεµοι που δεν θέλουν να εµπλέξουν µεγάλες µάζες του πληθυσµού των δυτικών, αναπτυγµένων δυνάµεων. Αλλά ούτε και να εξοντώσουν πλήρως τους ανθρώπους των «αδύναµων χωρών». Προκαλούν µεγάλες ζηµιές στις οικονοµικές υποδοµές των αναπτυσσόµενων χωρών έτσι ώστε να διαλυθούν ισχυρές τοπικές εργατικές τάξεις (π.χ. σκεφτείτε σε Ιράκ και Γιουγκοσλαβία). Είναι πόλεµοι ενάντια σε ότι χτίζει την υποκειµενικότητα του εργάτη (σε Δύση και Ανατολή) παρά στην ίδια του τη ζωή (χωρίς να υποτιµούµε ότι χάνονται άνθρωποι).

Η θέση της Silver -ότι «το διαφορετικό διεθνές διακρατικό/πολεµικό περιβάλλον» παίζει ρόλο- είναι πολύ εύστοχη. Πράγµατι, αυτό που βλέπουµε σήµερα εµείς -µια ενορχηστρωµένη προσπάθεια των κεντρικών τραπεζών ΟΛΩΝ των κρατών για διάσωση του χρηµατοπιστωτικού συστήµατος- ήταν αδιανόητο στις αρχές του 20ου αιώνα και επιβεβαιώνει τη θέση της Silver για τη σηµασία της διακρατικής συνεργασίας στην άµβλυνση των αντιφάσεων της σχέσης κεφάλαιο. Φαίνεται εντυπωσιακό πως µέσα στην κρίση η ιαπωνική, η κινέζικη, η νοτιοκορεάτικη, οι αραβικές κ.α. κεντρικές τράπεζες δεν ζητάνε από τις ΗΠΑ τα χρωστούµενα ή έστω δεν τις παρέχουν άλλα κεφάλαια και εµπορεύµατα. Η οικονοµία των ΗΠΑ όµως πρέπει να συνεχίσει να παίζει το ρόλο του υποδοχέα κεφαλαίων-επενδύσεων-εµπορευµάτων, το ρόλο της «ατµοµηχανής» για να συγκρατηθεί η παγκόσµια κυριαρχία, όχι πάνω στις χρηµατοπιστωτικές αγορές, αλλά βαθύτερα, στις δυνάµεις της εργασίας. Ο τρόµος της ύφεσης δεν είναι παρά φόβος πιθανής εξέγερσης των «από κάτω» (βλ. π.χ. και τη µαρτυρία Αµερικάνου γερουσιαστή ότι απειλήθηκε στρατιωτικός νόµος στις ΗΠΑ αν δεν περνούσε το σχέδιο Πόλσον στο http://indy.gr/newswire/psifizete-to-kse3c7reoma-tha-kiry3c7tei-stratiotikos-nomos ).

Σε αυτό το σηµείο όµως διαφαίνεται και ένα µειονέκτηµα -κατά εµάς- της προσέγγισης της Silver. Αν και όλο το βιβλίο βρίθει στη σύνδεση ταξικής πάλης και διεθνών πολιτικών, το «συστηµικό» σχήµα της Silver δεν δίνει την πρωτοκαθεδρία (ή καλύτερα την πρωτοβουλία των κινήσεων) στην εργατική αντίσταση. Και έτσι: α) στην ανάλυση της για την «αντεπανάσταση» του νεοφιλελευθερισµού το ’80, βλέπει τις αλλαγές στις κρατικές οικονοµικές πολιτικές ως κάτι που µπορεί να συµβεί -σχετικά αυτόνοµα- «από τα πάνω». Δεν τις ερµηνεύει ως ξεκάθαρο προϊόν της εργατικής αντίστασης το ’60 και το ’70, ως «εξέγερση µέσα στο κοινωνικό συµβόλαιο», στο New Deal, ως «αγώνες του Μαρξ και όχι του Πολυάνι» β) Αφήνει ανοιχτό το περιθώριο να ερµηνευτεί η σηµερινή χρηµατοπιστωτική κρίση οικονοµίστικα, ως «απόρροια των ατσαλένιων οικονοµικών νόµων». Τα δύο παραπάνω συµπεράσµατα έχουν να κάνουν µε µια αδυναµία της βάσης δεδοµένων της Silver και αυτή είναι η…

Η υποτίµηση των «αθόρυβων» αντιστάσεων και των «άµισθων» κινηµάτων στο δεύτερο µισό του 20ου αιώνα

Πως «ξέσπασε» η σηµερινή κρίση; Πως οδηγούµαστε όλο και περισσότερο στην ύφεση; Φταίνε οι κερδοσκόποι της ελεύθερης αγοράς; Φταίνε οι πολιτικοί που επέτρεψαν την απορρύθµιση της (χρηµατοπιστωτικής) αγοράς; Είναι µήπως οι «ατσαλένιοι νόµοι» της οικονοµίας που οδήγησαν στην κρίση, οι «δοµικές αντιφάσεις του καπιταλισµού»; Ή µήπως η κρίση είναι απόρροια της ταξικής πάλης - για την ακρίβεια, της εργατική αντίστασης που υπάρχει ακόµα και σήµερα µε µη-συνηθισµένες µορφές;

Εδώ µπαίνουµε -µέσα από το Forces of Labor- στο ξεπέρασµα του. Στο βιβλίο, και ειδικά στο Παράρτηµα, δίνεται ο (πραγµατικά πολύ πιο δύσκολος απ’ όσο νοµίζουµε) ορισµός της εργατικής αναταραχής. Εκεί επισηµαίνεται ότι η βάση δεδοµένων στηρίχτηκε σε αγώνες της µισθωτής εργασίας (και όχι φοιτητικούς, αγροτικούς, οικολογικούς αγώνες κτλ.) που ήταν:

α) παρατηρήσιµοι αγώνες, που ήταν δηλαδή συνειδητές, ανοιχτές, δηµόσιες πράξεις αντίστασης ή β) πράξεις «κρυµµένης» αντίστασης που ήταν όµως πολύ διαδεδοµένες, συλλογικές πράξεις που «έπιασαν» οι εφηµερίδες (π.χ. µαζικές απουσίες από τη δουλειά στις Σοβιετικές επιχειρήσεις το ’70 και το ’80). Στο Παράρτηµα αναφέρονται και άλλες πράξεις «αντιφατικής» αντίστασης, πράξεις δηλαδή που µπορούν να ερµηνευθούν µε δύο τρόπους: κάποια στιγµή µπορεί να είναι αντίσταση στη µισθωτή συνθήκη, κάποιες φορές προσαρµογή στη δυσάρεστη θέση να είσαι εµπόρευµα π.χ. χρήση αλκοόλ. Μια τέτοια «αντιφατική» πράξη, το δανεισµό, θα τον δούµε παρακάτω. Γενικά, µπορούµε να θεωρήσουµε -αν σκεφτούµε ότι η βάση δεδοµένων της Silver στηρίχτηκε σε εφηµερίδες- ότι οι πράξεις «κρυµµένης» ή «παθητικής» ή «αθόρυβης» αντίστασης είναι υποτιµηµένες σε όσα µας παρουσιάζει η συγγραφέας. Αυτές οι πράξεις όµως -σε συνδυασµό µε ένα πλήθος ανοιχτών, δηµόσιων αγώνων (συνήθως αµυντικών, πιο σπάνια επιθετικών) από το ’80 και µετά, µπορούν να µας εξηγήσουν τη σηµερινή χρηµατοπιστωτική κρίση. Αυτή είναι η βασική θέση αυτού του άρθρου. Συγκεκριµένα:

Α) Ως προς τους ανοιχτούς, δηµόσιους αγώνες.

Πρώτον: Μετά το ’60 πολλαπλασιάστηκαν οι πράξεις αντίστασης που είχαν να κάνουν µε το φοιτητικό, οικολογικό, γυναικείο κίνηµα κτλ. και οι οποίες είχαν ταξικό περιεχόµενο αν και έγιναν από «άµισθα» κοινωνικά κοµµάτια. Η ταξική µάχη µεταφέρθηκε δηλαδή και σε πεδία έξω από την άµεση παραγωγή. Η βάση δεδοµένων της Silver δεν «πιάνει» αυτούς τους αγώνες –που πολλοί συνεχίστηκαν και µετά το ’80 και γίνονται µέχρι και σήµερα (σκεφτείτε λίγο τους αγώ-νες που βλέπουµε στην Ελλάδα, από το φοιτητικό κίνηµα ως τις µάχες των ΧΥΤΑ). Έτσι, η «νεοφιλελεύθερη αντεπανάσταση» του ’80 µπορεί να ερµηνευθεί από τη Silver σαν κάτι που προήλθε «από τα πάνω». Επίσης, η Silver δεν «πιάνει» ένα πλήθος αγώνων από αυτό-απασχολούµενους αγρότες που µέχρι σήµερα εναντιώνονται σφοδρά στην προλεταριοποίηση τους. Αυτοί οι (αµυντικοί συνήθως) αγώνες αναπτύχθηκαν πολύ το ’80 και το ’90, ιδιαίτερα στον παγκόσµιο Νότο. Η σηµασία αυτών των αγώνων π.χ. στην πρόσφατη κρίση (άνοδο) των τιµών των τροφίµων, είναι πάρα πολύ µεγάλη, όπως αναλυτικά δείχνει ο George Caffentzis σε πρόσφατο άρθρο του που µεταφράστηκε στα ελληνικά (δες http://mutantjazs.blogspot.com/2008/10/blog-post_05.html ).

Δεύτερον: υπάρχουν συνεχώς σηµαντικοί αµυντικοί αγώνες που βάζουν εµπόδια στην σφοδρή υποτίµηση των µισθωτών εργατών και στα σχέδια του κεφαλαίου. Σκεφτείτε µε βάση την Ελλάδα σήµερα: α) τον κοινωνικό µισθό (αποζηµιώσεις κτλ.) που κέρδισαν οι εργάτες της ΒΦΛ (µε ειδική νοµοθετική ρύθµιση) και που αποτελούν παράδειγµα και για άλλους εργάτες που οι επιχειρήσεις τους κλείνουν π.χ. η SIEMENS Θεσσαλονίκης. Στο συγκεκριµένο µέτωπο, ενώ ο πρώτος στόχος των εργατών είναι να συνεχίσει το εργοστάσιο τη λειτουργία του, η «δεύτερη γραµµή άµυνας» είναι να φύγουν µε πρόωρη συνταξιοδότηση και µεγάλο εφάπαξ (όσοι είναι µεγάλοι σε ηλικία) και οι νεότεροι, µε υψηλές αποζηµιώσεις και µε προτεραιότητα στην απορρόφηση τους σε κάποια άλλη εργασία, ακόµα και στο δηµόσιο! Μιλάµε δηλαδή για κλεισίµατα εργοστασίων που δεν πετούν τους εργάτες τελείως σαν σκουπίδια («καθαρά» εµπορεύµατα) στην αγορά εργασίας, αλλά γίνονται µε κάποιες εγγυήσεις «από-εµπορευµατοποίησης» των απολυµένων (χρήµατα, εύρεση εργασίας), µε υψηλό κόστος για το Κράτος. Σκεφτείτε ακόµα τη µάχη στα λι-µάνια που κρατά έναν χρόνο τώρα. Αν και η ιδιωτικοποίηση των λιµανιών προχωρά, οι εταιρείες που αγόρασαν τα ΣΕΜΠΟ στα λιµάνια σκέφτονται ξανά τις επενδύσεις τους βλέποντας τόσο µεγάλη άρνηση συναίνεσης/συνεργασίας από τους λιµενεργάτες (δες και http://www.enet.gr/online/online_text/c=114,dt=26.08.2008,id=25022312 )

Σκεφτείτε επίσης τις καθηµερινές αλλά σηµαντικές µάχες απέναντι στα κλεισίµατα επιχειρήσεων (ALTEC Telecoms, Λαναράς κ.α.), στις απολύσεις (VODAFONE, Πατάκης κ.α.), στις γενικότερες εργοδοτικές αυθαιρεσίες (MANCO κ.α.). Είναι µικρές µάχες, αλλά δείχνουν ότι µέρος των εργατών (αν όχι όλοι) δεν δέχονται την υποτίµηση, και δείχνουν ότι το κεφάλαιο πρέπει να λαµβάνει υπόψη τις κοινωνικές αντιδράσεις.

Τέλος, πλήθος αµυντικών, µεγάλων και σηµαντικών αγώνων λαµβά-νουν χώρα και στο εξωτερικό: από την φοβερή µάχη του CPE στην Γαλλία πριν 2 χρόνια ως το πρόσφατο, προσωρινό πάγωµα της εκπαιδευτικής µεταρρύθµισης Τζελµίνι-Μπερλουσκόνι στην γειτονική Ιταλία.

Τρίτον: υπάρχουν και σήµερα επιθετικοί αγώνες των µισθωτών εργατών. Στην Ελλάδα, ένας τέτοιος επιθετικός αγώνας ήταν αυτός των δασκάλων το 2006 που ηττήθηκε. Υπάρχουν ακόµα περισσότεροι επιθετικοί αγώνες σε «µακρινά» µέρη που σπάνια φτάνουν στο πεδίο ενηµέρωσης µας για να µας βοηθήσουν να καταλάβουµε το τι συµβαίνει. Επιγραµµατικά αναφέρουµε τις 30.000 διαδηλώσεις (!) που καταγράφηκαν επίσηµα στην Κίνα το 2000 (πηγή: το βιβλίο της Silver), όπως και τους πολύ σηµαντικούς αγώνες των µεταναστών εργατών στις ΗΠΑ τα τελευταία χρόνια που ανάγκασαν µέχρι και τη «λευκή» αµερικάνικη οµοσπονδία εργασίας, την AFL-CIO, να δεχτεί τους µετανάστες εργάτες στους κόλπους της και να τους στηρίξει (κάτι που δεν έκανε στις αρχές του 20ου αιώνα και που ήταν ένας βασικός λόγος για την εµφάνιση των ριζοσπαστών Βιοµηχανικών Εργατών του Κόσµου-IWW, των Wobblies).

Σε αυτούς τους αγώνες των µεταναστών στις ΗΠΑ, πρέπει να σταθούµε λίγο. Σχετίζονται άµεσα µε την χρηµατοπιστωτική κρίση, διότι ανάγκασαν τον Μπους να απαντήσει σε αυτούς µε το «όνειρο της ιδιόκτητης κατοικίας» (δες και το άρθρο του Ιού της Ελευθεροτυπίας στο ιστολόγιο που έχει φτιαχτεί για την κρίση, στο http://crisisreloaded.blogspot.com/2008/10/1910.html ). Πρόκειται για ένα τεράστιο πρόγραµµα χορήγησης στεγαστικών δανείων στις µειονότητες (κυρίως των «λατίνος») που ξεκίνησε από το 2002 έτσι ώστε «να ενταχθούν και οι αποκλεισµένοι στο αµερικάνικο όνειρο» και να κατευναστούν οι αγώνες τους. Στεγαστικά δάνεια δόθηκαν λοιπόν και οι τιµές των ακινήτων πήγαν στα ύψη (µε την προσδοκία ότι θα πουληθούν επικερδώς) αλλά όλα αυτά ήταν επισφαλή: διότι επισφαλείς ήταν και οι ίδιοι οι δανειολήπτες, µετανάστες (ή µη) µε µικρό εισόδηµα, υποαπασχολούµενοι, προσωρινοί. «Προϊόντα» θα λέγαµε της ίδιας της αναδιάρθρωσης του καπιταλισµού τα τελευταία τριάντα χρόνια, και ειδικά της τεχνολογικής αναδιάρθρωσης/ρύθµισης (technological fix) στον Δυτικό κόσµο, που έγινε για να χτυπήσει την «φορντική εργατική τάξη» και δηµιούργησε τελικά ένα δίπολο: την µάζα των «λευκών (και στο χρώµα του δέρµατος) κολλάρων» που έχουν σταθερή, καλοπληρωµένη δουλειά, και το τεράστιο πλήθος των «µπλε και ροζ κολλάρων», των υποτιµηµένων και επισφαλών εργατών, µέσα στους οποίους οι µετανάστες έχουν πολύ σηµαντική παρουσία.

Β) Ως προς τις «κρυµµένες», «αθόρυβες» και «αντι-φατικές» αντιστάσεις.

Αυτές υπάρχουν και παίρνουν µορφές που συνήθως δεν τις κατο-νοµάζουµε ως «αντίσταση».

Παραδείγµατα από τον αναπτυγµένο κόσµο:

  1. Σκόπιµη εναλλαγή στις εργασίες (workers’ turnover)

    Η κινητικότητα προωθήθηκε από το κεφάλαιο αλλά χρησιµο-ποιείται και από πολλούς εργαζόµενους ως αντίδραση σε κακές εργασιακές συνθήκες, ως πράξη άρνησης στην υποτίµηση του βιοτικού επιπέδου. Η Silver µιλά και αυτή για τη σηµασία του turnover ως προσπάθεια αντίστασης στην προλεταριακή συνθήκη. Αυτή η εναλλαγή σηµαίνει…

  2. Μειωµένη εργασιακή ηθική και µειωµένη παραγωγικότητα.

    Είναι αµφίβολο κατά πόσο ο επισφαλής, κινητικός εργάτης, είναι και πιο παραγωγικός, ειδικά σε µακροπρόθεσµο ορίζοντα. Οι έρευνες ποικίλλουν σε πορίσµατα, και αν οι αστοί οικονοµολόγοι µιλούν για αύξηση της παραγωγικότητας γενικά (σταθερής και προσωρινής εργασίας), δεν φαίνεται ότι ισχύουν τα «ευχολόγια» τους1. Η παραγω-γικότητα και τα αυξηµένα ποσο-στά κέρδους παραµένουν συνε-χώς ένα επίδικο ζήτηµα για το κεφάλαιο από το ’70 και µετά.

    Πιο συγκεκριµένα:

    1. η παραγωγικότητα. Παρακάτω ακολουθεί ένας ενδεικτικός πίνακας για την Ελλάδα και την Ευρώπη. Δείχνει τις µεταβολές στην παραγωγικότητα της εργα-σίας από το 1961 ως το 2005. Προσέξτε την «κάθοδο» της παραγωγικότητας της εργασίας στην Ευρώπη των 15 από το ’70 και µετά. Η ανοδική τροχιά της παραγωγικότητας της εργασίας στην Ελλάδα (από το ’96 και µετά) οφείλεται κυρίως στην αύξηση των επενδύσεων µηχανολογικού εξοπλισµού, που είναι η µεγαλύτερη σε ρυθµό αύξηση από κάθε άλλη χώρα στην ΕΕ. (Πηγή των στοιχείων και του πίνακα: «Συσσώρευση και κερδοφορία του κεφαλαίου στην Ελλάδα, 1964-2004», Η.Ιωακείµογλου & Γ.Μηλιός, Περιοδικό Θέσεις, τ.91, Απρίλιος-Ιούνης 2005).
    2. Η κερδοφορία.Η θέση ότι η κερδοφορία «έχει πρόβληµα» φαίνεται πολύ οξύµωρη, ειδικά στην Ελλάδα που βλέπουµε ρεκόρ-κερδών. Πρέπει να πούµε τα εξής: καταρχήν, ναι, υπάρχει κερδοφορία από το ’96 και µετά στην Ελλάδα και µάλιστα µεγάλη, κερδοφορία που έφτασε τα επίπεδα του µέσου όρου της περιόδου 1961-1973 (και υπολείπεται µόνο την περίοδο 1969-1976. Πηγή: «Συσσώρευση και κερδοφορία του κεφαλαίου στην Ελλάδα, 1964-2004», Η.Ιωακείµογλου & Γ.Μηλιός, Περιοδικό Θέσεις, τ.91, Απρίλιος-Ιούνης 2005). Και ο ρυθµός αύξησης του ΑΕΠ και των κερδών τα τελευταία 12 χρόνια είναι πολύ µεγαλύτερος απ΄ ότι στην Ευρώπη π.χ. το ΑΕΠ αυξήθηκε µε ρυθµό 4,1% το 2007 (ενώ στην EΕ µε 2,6%) και τα κέρδη των εισηγµένων στο Χρηµατιστήριο µε ρυθµό 39% (ενώ στην Ευρώπη αυξήθηκαν µε ρυθµό 8-10%. Πηγή: Ελευθεροτυπία, 1/4/2008). Υπάρχουν αυξηµένα κέρδη λοιπόν. Για να δούµε όµως πιο προσεκτικά από πού προέρχονται αυτά τα κέρδη-ρεκόρ, π.χ. τα κέρδη του 2007: τα µισά κέρδη (5,7 δις. από τα 11,3 δις. συνολικά) προέρχονται από το χρηµατοπιστωτικό τοµέα, από τους τόκους που κερδίζουν οι τράπεζες, από τις χρηµατιστηριακές επενδύσεις που κάνουν κτλ. Αν εξαιρέσουµε τις τράπεζες, τα κέρδη µειώνονται περίπου στο µισό (5,6 δις) και ο ρυθµός αύξησης των κερδών µειώνεται στο 16,5%. Αν δε βγάλουµε εκτός παιχνιδιού τις εταιρείες που άµεσα ή έµµεσα ελέγχονται από το Κράτος (που έχουν κέρδη 2,8 δις) και πάµε στους ιδιώτες καπιταλιστές, τα κέρδη βρίσκονται στα 2,8 δις. Αυτά σύµφωνα µε τα στοιχεία της ΑΧΕΠΕΥ Πήγασος. Ανάλογα αποτελέσµατα δείχνει και η πανελλαδική έρευνα της STATBANK στις 17/6/2008 (www.statbank.net) για το 2007 που έγινε σε 1700 µεγάλες βιοµηχανικές επιχειρήσεις: οι πωλήσεις αυξήθηκαν κατά 8,8%, τα κέρδη κατά 15% και το µέσο περιθώριο καθαρού κέρδους διαµορφώθηκε σε 5,6%.

    Τώρα: η ίδια έρευνα, όπως και άλλες π.χ. της ICAP, δείχνουν ότι τα κέρδη κατανέµονται σε ένα πλήθος µεγάλων επιχειρήσεων. Αντίθετα, η συντριπτική πλειοψηφία των επιχειρήσεων (ποσοστό 77,7%), δήλωσε στην εφορία φορολογητέα κέρδη µικρότερα από 22.010 ευρώ – το ετήσιο εισόδηµα 2 µισθωτών που παίρνουν 14 µισθούς των 750 ευρώ!! (πηγή: Ηµερησία, 22/8/2008, δες και τον πίνακα από την εφηµερίδα). Αναµφίβολα υπάρχει µεγάλη φοροδιαφυγή (για να δηλώνουν 3 στις 4 επιχειρήσεις τόσο µικρά κέρδη), αλλά όλες οι εκθέσεις δείχνουν εδώ και χρόνια ότι στην ουσία την κερδοφορία την «τραβούν» ορισµένοι συγκεκριµένοι «µεγάλοι παίχτες» σε κάθε παραγωγικό κλάδο. Όχι. Δεν µιλάµε εδώ για µια θεωρία µονοπωλίων. Απλά θέλουµε να πούµε ότι η µεγάλη κερδοφορία της Ελλάδας δεν αφορά την πλειοψηφία των επιχειρήσεων που «κοπιάζουν» να βγάλουν υπεραξία. Και µη ξεχνάµε ότι η σηµερινή αυξηµένη κερδοφορία στηρίζεται και σε φοροαπαλλακτικά µέτρα (όπως π.χ. η σταδιακή µείωση του συντελεστή φορολόγησης των επιχειρήσεων από 35% το 2004 σε 25% το 2007) και στη κερδοσκοπία στη βάση της αύξησης των τιµών (τροφίµων, πετρελαίου κτλ.).

    Εν κατακλείδι: η «αυξηµένη κερδοφορία» είναι γεγονός (τουλάχιστον για την Ελλάδα), αλλά στηρίζεται και σε παράγοντες (χρηµατοπιστωτικό σύστηµα, φοροαπαλλαγές, κερδοσκοπία στις τιµές) που φανερώνουν ότι ο «βαθµός εκµεταλλευσιµότητας της εργατικής τάξης» δεν είναι ικανοποιητικός, ότι υπάρχει µια κρίση: κρίση υπερσυσσώρευσης θα την έλεγαν οι παραδοσιακοί µαρξιστές, κρίση στο ότι υπάρχουν (χρηµατικά) κεφάλαια που δεν υπεραξιώνονται αρκετά και πρέπει να εκκαθαριστούν. Κρίση στο βαθµό εκµεταλλευσιµότητας της εργατικής τάξης, θα την λέγαµε εµείς, κρίση λόγω (συνειδητής ή ασυνείδητης, δηµόσιας ή αθόρυβης) απροθυµίας των εργατών να υποτιµήσουν τη ζωή τους και άλλο, κρίση που αναγκάζει το χρηµατοπιστωτικό κεφάλαιο να δανείζει συνεχώς στις επιχειρήσεις και να προσδοκά την «ικανοποιητική αξιοποίηση» της εργασίας (και απόδοση των δανεικών) στο µέλλον (και όχι στο παρόν)…

    Πάµε τώρα λοιπόν σε µια τρίτη πράξη «αντιφατικής» και «αθόρυβης» αντίστασης…

  3. Αντικατάσταση του µισθού/δηµόσιων παροχών µε δάνεια.

    Προωθήθηκε «από τα πάνω» για να ατοµικοποιηθούν και να πειθαρχή-σουν περισσότερο οι εργάτες, να γίνουν δηλαδή πιο παραγωγικοί («Ποια απεργία; Πρέπει να δουλέψω για να ξεπληρώσω το σπίτι»), αλλά χρησιµοποιείται πια και «από τα κάτω»: «δεν µπορώ να ζήσω όπως ζούσα, ε θα δανειστώ και θα δούµε πως και πότε θα τα επιστρέ-ψω». Δηλαδή µπορεί το Κράτος Πρόνοιας να υποχώρησε και να φαίνεται µια υποτίµηση του εισοδήµατος, αλλά αυτό δεν ίσχυσε για όλους τους εργαζοµένους και κυρίως για αυτούς που είχαν τις ελάχιστες προϋποθέσεις για δανεισµό π.χ. µια δουλειά (και όπως µας φανερώνουν και τα δάνεια που δίνονταν στις ΗΠΑ, τελικά πολλοί µπορούσαν να έχουν πρόσβαση!!). Ο νεοφιλευλεθερισµός δεν σήµανε δηλαδή την κατακόρυφη πτώση των δικαιωµάτων των εργατών της Δύσης. Δεν έγινε µια τόσο µεγάλη στροφή στο βιοτικό επίπεδο της Δύσης για να φτάσουµε σε προπολεµικά επίπεδα, σε επίπεδα του «πρώτου φιλελευθερισµού». Ο «δανεισµός» (από τις τράπεζες) αντικατέστησε το «εισόδηµα» (από τον εργοδότη ή/και το Κράτος) για να στηριχτεί η (αναγκαία) ζήτηση/κατανάλωση. Ο δανεισµός προωθήθηκε για να «ατοµικοποιήσει» τον εργάτη, αφού ο µισθός και η δηµόσια/κοινωνική παροχή ήταν κάτι που τον ενοποιούσε σαν κοινωνικό υποκείµενο (όπως έδειξαν οι αγώνες του ’60-’70 και πιο πριν)2, αλλά αυτή η στρατηγική «έσκασε» σήµερα (µε την αδυναµία αποπληρωµής των στεγαστικών δανείων στις ΗΠΑ). Ο εργάτης αρνήθηκε (ή δεν µπόρεσε) να δουλεύει σαν πειθαρχηµένος σκύλος για να ξεχρεώσει τα δάνεια. Έσκασε η στρατηγική της «φυγής» στη χρηµατοπιστωτική σφαίρα, η χρήση της «πολιτικής του χρήµατος» για να ρυθµιστεί ο ταξικός ανταγωνισµός και η κερδοφορία. Το financial fix έχει και αυτό τα όρια του, δεν λύνει το πρόβληµα της «ανεπαρκούς» εκµεταλλευσιµότητας της παγκόσµιας εργατικής τάξης (και κυρίως των εργατικών τάξεων των αναπτυγµένων χωρών).

Επίλογος

Δεν λέµε φυσικά ότι το κεφάλαιο «δεν κερδίζει» σήµερα και πό-σο µάλλον πως δεν «ωρίµασε» στον 20ο αιώνα. Ωρίµασε και παραωρίµασε και αυτό φαίνεται και από τον τρόπο διαχείρισης της χρηµατοπιστωτικής κρίσης (δεν διστάζει π.χ. να εθνικοποιήσει τράπεζες αν είναι αναγκαίο), φαίνεται από το ότι χρησιµοποιεί πιο-γρήγορα-και-εύκολα, συνδυασµένα, όλα τα όπλα του: µεταφορά της παραγωγής + τεχνολογική αναδιάρθρωση + καινοτοµία/µεταπήδηση σε νέα προϊόντα + «φυγή» στο χρήµα + χάραξη πολλαπλών διαιρέ-σεων µέσα στους εργαζόµενους + πιο συστηµατικό έλεγχος της ροής µετανάστευσης + πιο επιλεκτική χρήση του κορπορατισµού/ενσωµάτωσης και της καταστολής.

Το ότι όµως το κεφάλαιο είναι αναγκασµένο να κινείται πιο συνδυα-σµένα και πιο «προσεκτικά», µε έµφαση στη χρηµατοπιστωτική σφαίρα, φανερώνει και την αδυναµία του: καµιά στρατηγική του µεµονωµένα δεν του εξασφάλισε την «εργασιακή ειρήνη», όλες οι στρατηγικές του έχουν όρια. Και αυτό δείχνει τελικά και η χρηµατο-πιστωτική κρίση, η κρίση στην πιο σηµαντική ίσως στρατηγική του ως σήµερα, στη «φυγή» από την παραγωγή, στη «µετάλλαξη» των εργατών από µισθωτούς που διεκδικούνε (συλλογικό υποκείµενο) σε πειθαρχηµένους δανειολήπτες (ατοµικοποιηµένα υποκείµενα που όµως ΜΑΖΙΚΑ δεν τα κατάφεραν να πειθαρχήσουν και να αποπληρώσουν τα δάνεια!).

Τέλος. Πολλοί λένε σήµερα ότι είναι ιστορική ευκαιρία για να ξεκι-νήσει µια αντεπίθεση της εργατικής τάξης. Από την «αθόρυβη» αντίσταση και τους αµυντικούς αγώνες να περάσει η εργατική τάξη σε ανοιχτούς, επιθετικούς αγώνες. Να αµφισβητήσει «τον σοσιαλισµό των αστών», να αµφισβητήσει τη «µοναδική διέξοδο» των δανείων, να αµφισβητήσει τη λογική των «ιδιωτικοποιήσεων», να προωθήσει µε γνώµονα τις δικές της ανάγκες και επιθυµίες τη δικιά της «αθέτηση του Συµφώνου Σταθερότητας» (που εισηγείται από-τα-πάνω η Κοµισιόν για να δοθούν χρήµατα στις ευρωπαϊκές τράπεζες). Σωστά όλα αυτά αλλά η ανασύνθεση της (παγκόσµιας ή ευρωπαϊκής ή τοπικής) εργατικής τάξης δεν µπορεί να γίνει µόνο µε διαπιστώσεις περί ιστορικών ευκαιριών, µε φορµαλισµούς, µε «νέα προγράµµατα πάλης» που «ανταποκρίνονται στη συγκυρία». Είναι πολύ πιο σύνθετο φαινόµενο το να γίνουν οι µισθωτοί εργάτες ξανά συλλογικό υποκείµενο επιθετικών αγώνων. Ας σκεφτούµε µόνο ότι στην Ελλάδα, µε τη σφοδρή αναδιάρθρωση µέσα στο ’90, έχει δηµιουργηθεί µια εργατική τάξη κατά βάση νέα: νέα σε πρόσωπα (µετανάστες, γυναίκες, νέοι εργαζόµενοι) και εµπειρίες αγώνα, η οποία δουλεύει σε ραγδαία αναπτυσσόµενους (και µεταλλασόµενους) κλάδους του τριτογενή τοµέα που υπάρχει µικρή κληρονοµιά αγώνων (πληροφορική, τηλεπικοινωνίες, επισιτισµός-ψυχαγωγία, ταχυµεταφορές, χρηµατοπιστωτικές υπηρεσίες κ.α.). Μια τάξη που καλά-καλά δεν γνωρίζουµε, δηλαδή τις συµπεριφορές της, τις αντιστάσεις της, τα επίδικα ζητήµατα που αναδεικνύει. Οι επιθετικοί αγώνες δηλαδή δεν θα «βγουν» τόσο απλά. Πόσο µάλλον που το κεφάλαιο θα χρησιµοποιήσει την κρίση και το κύµα ύφεσης εις βάρος των εργατών. Δεν είναι µόνο οι απολύσεις που ήδη ανακοινώνονται, η αύξηση της ανεργίας, οι πιέσεις στην αγορά εργασίας. Δεν είναι µόνο το γεγονός πως θα επιδιωχτεί οι φορολογούµενοι να πληρώσουν τα «σπασµένα» των χρηµατοπιστωτικών ιδρυµάτων. Το κεφάλαιο θα προχωρήσει παραπέρα. Θα ξεδιαλύνει µε τους «αντιπαραγωγικούς», «µικρούς παίχτες» (ήδη π.χ. η Πειραιώς κινήθηκε να εξαγοράσει την τράπεζα Proton -τελικά δεν συνέβη γιατί ήρθε το πακέτο των 28 δις. του Κράτους- και η MIG του Βγενόπουλου κινείται επιθετικά) και κυρίως θα προσπαθήσει να κάνει πιο υποτακτικούς και παραγωγικούς εκείνους τους εργάτες που απειλείται η δουλειά τους, ο µισθός τους, και η πρόσβαση τους σε δάνεια, στο «ιδιωτικοποιηµένο Κράτος Πρόνοιας»: θα επιτεθεί δηλαδή και στα άλλα «2/3 της κοινωνίας», στους «µη-αποκλεισµένους», σε αυτούς που ακόµα δεν έχουν υποταχθεί όσο πρέπει. Θα επιδιώξει µια νέα αφοσίωση, µια νέα, µεγαλύτερη καθυπόταξη.

Αντιγράφουµε από το οικονοµικό ένθετο της Καθηµερινής στις 19/10, από το άρθρο «Κρίσιµος ο ρόλος των µάνατζερ σε περιόδους κρίσης»: Ετσι, αυτές τις µέρες έχουν «ανάψει οι κονδυλοφόροι» των ειδικών του µάνατζµεντ µε άρθρα και συµβουλές για το ρόλο των µάνατζερ και των επικεφαλής οµάδων εργαζοµένων, ώστε όχι µόνο να υποστηρίξουν το ηθικό των εργαζοµένων τους –για να µην πέσει πιο χαµηλά– αλλά, σε τελευταία ανάλυση, να χρησιµοποιήσουν την κρίση αυτή σαν ευκαιρία για να τους συσπειρώσουν και να τους ενσταλάξουν τα γονίδια της συλλογικής ευθύνης απέναντι στην ευηµερία της επιχείρησης. Αναβαθµίζοντας έτσι και το επίπεδο της αφοσίωσής τους προς αυτήν. Ακόµη και να τους δώσουν την ευκαιρία να διαπιστώσουν ότι είναι σε θέση να ανακαλύψουν ευκαιρίες προς όφελος και για την ανάκαµψη της επιχείρησής τους.

Ο νεοφιλελευθερισµός θα ωριµάσει, και ας πάρει το εύηχο όνοµα του «νεοκεϋνσιανισµού»…

Δεν υπάρχουν σχόλια:


Αναγνώστες