Κυριακή 21 Δεκεμβρίου 2008

Να επιστρέψουν τώρα...

1. Ο Αγγελος Σικελιανός με τον Ατζεσιβάνο, μαθητή του Γκοτάμα Βούδα, για να μας διδάξουν τι σημαίνει η λέξη «ανεπίληπτα».
2. Ο Καβάφης, με τη μυστική παιδεία που απέκτησε στους δρόμους της Αλεξάνδρειας.
3. Ο Αρθούρος Αμπντάλα Ρεμπό από την έρημο του Χαράρ, με τη βαλίτσα του γεμάτη ποιήματα.
4. Ο Καρυωτάκης από την Πρέβεζα με το περίστροφό του.
5. Ο Τζον Κιτς με το αηδόνι του.
6. Ο Μίλτος Σαχτούρης με το θαυμάσιο γέλιο του, για να τρομάξει τις μετριότητες που μας κατακλύζουν.
7. Ο Γιαννούλης Χαλεπάς, για να λάβουν ζωή ακόμα και οι πέτρες.
8. Ο Σαιν-Ζυστ ο Ελληνας, όπως τον περιέγραψε ο Νίκος Καρούζος: «Δεν πρόφτασε κανέναν κίνδυνο για καρδιοπάθεια / ή νεφρίτιδα ή συκώτι, λόγου χάρη, / στην πηχιαία ζωή του την απέραντη / μερικές πιθαμάδες απ' την άδηλη κούνια. / Είχε πράξει το μέλλον όταν έβαλε / τον τρυφερό του τράχηλο στην ακόπαστη καρμανιόλα / τη λάμψη του σκότους με τέτοια καθαρότητα λουσμένος...»
9. Ο Κάφκα, για να μας θυμίσει πως: «Γράφω σημαίνει βέβαια πως ανοίγομαι στο υπέρμετρο, η υπέρτατη παρρησία κι αφοσίωση μες στην οποία ένας άνθρωπος πιστεύει ότι θα χαθεί, μες στην ανθρώπινη επικοινωνία, και μπροστά στην οποία επομένως, όσο έχει σώας τας φρένας, πάντοτε θα δειλιάζει... Ο,τι απ' αυτή την επιφάνεια μεταφέρεται στο γράψιμο - όταν δε γίνεται αλλιώς και οι βαθιές πηγές σωπαίνουν - δεν είναι τίποτε και καταρρέει τη στιγμή που ένα αληθινό συναίσθημα κλυδωνίζει αυτόν τον ανώτερο βυθό».
10. Ο Λόρκα, με την προφητεία στο χέρι: «Οταν εβούλιαξαν οι καθαρές μορφές κάτω από το γρύλο των λευκάνθεμων, κατάλαβα πως μ' είχαν δολοφονήσει. Εψαξαν στα καφενεία, στα κοιμητήρια, στις εκκλησίες, άνοιξαν τα βαρέλια και τα ερμάρια, έσπασαν τρεις σκελετούς για να ξεριζώσουν τα χρυσά τους δόντια. Δε με βρήκαν πια. Δε με βρήκαν; Οχι, δε με βρήκαν. Αλλά μαθεύτηκε πως το έκτο φεγγάρι έφυγε προς τις πηγές του χειμάρρου και πως η θάλασσα θυμήθηκε -ξαφνικά- τα ονόματα όλων των πνιγμένων».
11. Ο Λόρδος Μπάιρον από το Μεσολόγγι, 22 Ιανουαρίου 1824: «Αλλά ούτε έτσι - και ούτε εδώ είναι αυτή σκέψη να ταράζει την ψυχή μου - και ούτε τώρα η δόξα σκεπάζει του ήρωα το φέρετρο και στεφανώνει το μέτωπό του. Το λάβαρο, τα πεδία, το σπαθί, τη δόξα, την Ελλάδα και τα γύρω σου, ο Σπαρτιάτης που επέστρεφε "επί τας" πιο ελεύθερος δεν ήταν! Ξύπνα (όχι η Ελλάδα - εσύ είσαι ξύπνια), πνεύμα μου, ξύπνα - συλλογίσου από ποια πατρική λίμνη τρέχει το αίμα που σε ζει και χτύπα καίρια».
12. Ο Μιχάλης Κατσαρός αποφασισμένος: «Οταν ακούω να μιλάν για τον καιρό, όταν ακούω να μιλάνε για πόλεμο, όταν ακούω σήμερα το Αιγαίο να γίνεται ποίηση, να πλημμυρίζει τα σαλόνια, όταν ακούω να υποψιάζονται τις ιδέες μου, να τις ταχτοποιούν σε μια θυρίδα, όταν ακούω σένα να μιλάς, εγώ πάντα σωπαίνω. [...] Μα κάποτε που η κρύα σιωπή θα περιβρέχει τη γη, κάποτε που θα στερέψουν οι άσημες φλυαρίες κι όλοι τους θα προσμένουνε σίγουρα τη φωνή, θ' ανοίξω το στόμα μου, θα γεμίσουν οι κήποι με καταρράχτες στις ίδιες βρώμικες αυλές, τα οπλοστάσια, οι νέοι έξαλλοι θ' ακολουθούν με στίχους χωρίς ύμνους ούτε υποταγή στην τρομερή εξουσία. Πάλι σας δίνω όραμα».

Του
Γιώργου ΚΑΚΟΥΛΙΔΗ

Δεν υπάρχουν σχόλια:


Αναγνώστες